Όλο και περισσότερο το τελευταίο διάστηµα ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης επαναφέρει το επιχείρηµα της διατήρησης της πολιτικής κυριαρχίας της Νέας ∆ημοκρατίας ως µονόδροµου για την πολιτική σταθερότητα που έχει ανάγκη η χώρα σε αυτή την κρίσιµη συγκυρία. Πρόκειται για ένα αφήγηµα το οποίο, από τις εθνικές εκλογές του 2023 µέχρι τις ευρωεκλογές του καλοκαιριού (µε ενδιάµεσο σταθµό τις αυτοδιοικητικές κάλπες του προηγούµενου φθινοπώρου), αποτελούσε τη βάση της ρητορικής του Κυριάκου Μητσοτάκη και των κορυφαίων κυβερνητικών στελεχών, την οποία φαίνεται ότι ενστερνίστηκε και το µεγαλύτερο κοµµάτι της ελληνικής κοινωνίας.

Η εικόνα αυτή θόλωσε τον Ιούνιο που µας πέρασε µε το 28%, ωστόσο, µε δεδοµένη την παραδοσιακή χαλαρότητα της κάλπης για την Ευρωβουλή, καθώς και τις επιδόσεις του συνόλου σχεδόν των κυβερνώντων κοµµάτων ανά τη Γηραιά Ήπειρο, το εν λόγω αποτέλεσµα θα µπορούσε να χαρακτηριστεί αν µη τι άλλο διαχειρίσιµο. Σε αυτή τη χρονική στιγµή, µε τα τόσα ισχυρά διακυβεύµατα εντός κι εκτός συνόρων, ήταν αναµενόµενο ότι ο πρωθυπουργός και οι προβεβληµένοι του κυβερνητικού σχήµατος θα επανέφεραν στην εξίσωση του δηµόσιου λόγου τον παράγοντα της πολιτικής σταθερότητας.

Κερασάκι στην τούρτα αυτή δεν είναι άλλο από την απουσία ισότιµου πολιτικού αντιπάλου και η έλλειψη εναλλακτικών κυβερνητικών προτάσεων που να πείθουν τους πολίτες

Κεντρικοί άξονες για τη στήριξη του επιχειρήµατος αυτού είναι αφενός η διεθνής κατάσταση, που δεν επιτρέπει πειραµατισµούς σε ό,τι αφορά τη στάση της Ελλάδας απέναντι στα γεγονότα, καθώς η προϋπόθεση της οµαλότητας, προκειµένου να µη διαταραχθεί η προσπάθεια για την αντιµετώπιση της ακρίβειας και των πληθωριστικών τάσεων, αλλά και η αναπτυξιακή προοπτική της χώρας σε συνδυασµό µε την ολοκλήρωση των µεγάλων έργων που είτε υλοποιούνται είτε έχουν δροµολογηθεί.



Επανέρχεται δυναµικά η συζήτηση περί πολιτικής σταθερότητας - Τα νέα δεδομένα που δίνουν τροφή για σκέψη 

Κερασάκι στην τούρτα αυτή δεν είναι άλλο από την απουσία ισότιµου πολιτικού αντιπάλου και η έλλειψη εναλλακτικών κυβερνητικών προτάσεων που να πείθουν τους πολίτες, παράµετρος η οποία καταγράφεται εµφατικά σε κάθε δηµοσκόπηση. Την ώρα λοιπόν που η συζήτηση περί πολιτικής σταθερότητας επανέρχεται δυναµικά στο προσκήνιο, µε τους κυβερνώντες να υπερθεµατίζουν στην ικανότητα του Κυριάκου Μητσοτάκη για την εξυπηρέτηση της στόχευσης αυτής και την αντιπολίτευση να αµφισβητεί σε κάθε ευκαιρία τη συγκεκριµένη επωδό, ήλθαν δύο σηµαντικές εξελίξεις για να δώσουν... τροφή για σκέψη.

Πρώτα η παράδοση (µε τις όποιες ενστάσεις για τις ατέλειες που παρατηρήθηκαν) του µετρό της Θεσσαλονίκης και ακολούθως η νέα πολιτική κρίση σε... ολόκληρη Γαλλία, που υπενθυµίζει προς πάσα κατεύθυνση τους κινδύνους που απορρέουν από την αστάθεια και τη ρευστότητα αλλά και την εµπλοκή στο παιχνίδι της εξουσίας των δυνάµεων του λαϊκισµού, ή έστω εκείνων που δεν έχουν ξεκάθαρο κυβερνητικό πλάνο.

Μέσα σ’ αυτό το κλίµα η -ακόµη- σταθερή ελληνική κυβέρνηση διαπραγµατεύεται µε ισχυρές αξιώσεις, όπως συνοµολογείται ακόµη και στη Γηραιά Αλβιόνα, την ιστορική συνθήκη της επιστροφής στην Αθήνα των Γλυπτών του Παρθενώνα.

Τον στόχο της σταθερότητας και την καλλιέργεια του προφίλ του Μητσοτάκη ως µοναδικού εγγυητή της, θα πρέπει να τα ενστερνιστούν πριν και πέρα απ’ όλους οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές της πορείας µέχρι το 2027, την οποία και ευαγγελίστηκε ο πρωθυπουργός


Η αντίθεση αυτή οφείλει να προβληµατίσει άπαντες: την κοινωνία των (υπεύ θυνων) πολιτών, τις παραγωγικές τάξεις, τις σοβαρές πολιτικές δυνάµεις µε την αδιαπραγµάτευτη βεβαίως υποχρέωσή τους να ασκούν σκληρή κριτική στη διακυβέρνηση Μητσοτάκη, αλλά πάνω απ’ όλα στα ίδια τα κυβερνητικά στελέχη, τουλάχιστον εκείνα που δεν δείχνουν να αντιλαµβάνονται τη σηµασία των διακυβευµάτων. Βλέπετε, τα παραδείγµατα προς αποφυγή της δεύτερης κυβερνητικής θητείας, καθώς και ορισµένες εµφανείς δυσλειτουργίες λειτούργησαν σε κάποιες περιπτώσεις στην κατεύθυνση της αποσταθεροποίησης, αντί της σταθερότητας. Ίσως περισσότερο κάποιες στιγµές κι από την επέλαση των εισαγόµενων και µη προβληµάτων.

Ως εκ τούτου, τον στόχο της σταθερότητας και την καλλιέργεια του προφίλ του Μητσοτάκη ως µοναδικού εγγυητή της, θα πρέπει να τα ενστερνιστούν πριν και πέρα απ’ όλους οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές της πορείας µέχρι το 2027 την οποία και ευαγγελίστηκε ο πρωθυπουργός. Ειδάλλως, η επιµονή για µη αλλαγή του εκλογικού νόµου ως απόδειξη της διάθεσής του να µην υπάρξουν εντάσεις στο πολιτικό σκηνικό και η υπόσχεση για εξάντληση της τετραετίας µοιραία θα βυθιστούν στον βούρκο της αναξιοπιστίας, που θα επέλθει µε µαθηµατική ακρίβεια ως παρενέργεια του περιβόητου ιού της αλαζονείας. Με ό,τι αυτό φυσικά συνεπάγεται για όλους µας ελλείψει παντός είδους εναλλακτικών...

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή