Σήµερα λέω να πάω λίγο κόντρα στις παραδόσεις του πολιτικού ρεπορτάζ και να αποδοµήσω τη διαδικασία του ανασχηµατισµού, που για κάθε κυβερνητικό συντάκτη ή έχοντα επαφή µε το αντικείµενο αποτελεί κάτι σαν το αλατοπίπερο της ενασχόλησής του µε τη δηµοσιογραφία.

Βλέπετε, στην περίπτωση των επερχόµενων αλλαγών στη σύνθεση της κυβέρνησης, είτε αυτές επιταχυνθούν είτε πάρουν µικρή παράταση, το ζητούµενο για τον πρωθυπουργό και τους επιτελείς του Μεγάρου Μαξίµου δεν είναι τα πρόσωπα, έστω κι αν οι εκάστοτε επιλογές δείχνουν διαχρονικά προς µια συγκεκριµένη κατεύθυνση.

Θα µου πείτε ότι εκ προοιµίου η παράµετρος των ονοµάτων θα έπρεπε να περνά σε δεύτερη µοίρα σε σχέση µε τις πολιτικές που θα εξυπηρετήσουν οι υπουργοί και οι υφυπουργοί, ωστόσο, ουδείς εξ αυτών και καµία κυβέρνηση δεν µπορεί να ξεφύγει -και φυσιολογικά ως έναν βαθµό- από την ίντριγκα που κουβαλά µαζί του κάθε ανάλογο εγχείρηµα.

Όµως πραγµατικά, αυτή τη φορά, τα µεγάλα στοιχήµατα του ανασχηµατισµού δεν έχουν να κάνουν µε την ανακύκλωση προσώπων, την ανάγκη διατήρησης των ισορροπιών ή ανανέωσης του κυβερνητικού προφίλ.

Εδώ µιλάµε για µία κατάσταση που αγγίζει την ίδια την ύπαρξη της παρούσας διακυβέρνησης και κατ’ επέκταση την πολιτική σταθερότητα και την κοινωνική οµαλότητα, που βρίσκεται στο επίκεντρο της ρητορικής του πρωθυπουργού, ιδιαίτερα σε περιόδους κρίσεων, όπως αυτή που βιώνει εσχάτως η χώρα µε την ολική επαναφορά της τραγικής υπόθεσης των Τεµπών στο προσκήνιο. Ως εκ τούτου, οποιαδήποτε προσέγγιση του επικείµενου ανασχηµατισµού µε όρους επικοινωνιακής διαχείρισης, εσωκοµµατικής ηρεµίας και µε τη λογική της εξασφάλισης πολιτικού χρόνου θα ήταν καταδικασµένη να αποτύχει.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, µε φόντο τη δεδοµένη πολιτική της κυριαρχία και την έλλειψη σοβαρού αντίπαλου δέους, θα πρέπει να θυµηθεί τον καλό, µεταρρυθµιστικό εαυτό της της πρώτης τετραετίας και να προχωρήσει σε τοµές και ενέργειες που θα περιορίσουν τη φθορά της και θα µειώσουν τον κίνδυνο αποσταθεροποίησης, δεδοµένης της έλλειψης ανταγωνισµού, αφήνοντας πίσω φαινόµενα κωλυσιεργίας και αλαζονείας. Γιατί αυτή ακριβώς η συνθήκη µπορεί να φέρει αντίπαλο του Μητσοτάκη την… πλατεία µε ό,τι αυτό µπορεί να συνεπάγεται για την υποθήκευση της προοπτικής που πράγµατι έχει καταφέρει να έχει η χώρα τα τελευταία χρόνια και να οδηγηθεί σε µοιραία πισωγυρίσµατα. Άλλωστε, οι δυνάµεις του λαϊκισµού είναι εδώ, κι όσες δεν είναι αδηµονούν να επιστρέψουν βλέποντας ότι υπάρχει χώρος, λόγω του µουδιάσµατος του ώριµου κοµµατιού της κοινωνίας έναντι των εξελίξεων. Ο Μητσοτάκης λοιπόν πρέπει να µιλήσει µε πράξεις και λύσεις, κι αυτό θα πρέπει να κάνουν και τα κορυφαία στελέχη της διακυβέρνησής του.

Γιατί, ναι, άπαντες αναγνωρίζουν τα βήµατα που έχουν γίνει στην κατεύθυνση της βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου των πολιτών, όµως κάποια στιγµή θα πρέπει να δοθούν απαντήσεις και διέξοδοι σ’ εκείνους που παρά τη µισθολογική τους αναβάθµιση βλέπουν τα προϊόντα του σουπερµάρκετ σαν… είδος πολυτελείας, εκείνους που παρά την προαγωγή που µπορεί να πήραν και τη συνεπακόλουθη αύξηση των αποδοχών τους αντιµετωπίζουν σαν… όνειρο θερινής νυκτός την απόκτηση ενός τριαριού στην Καλλιθέα ή το Περιστέρι κι αυτούς που περιµένουν ακόµη την αποκατάσταση παντός είδους αδικιών όπως οι συνταξιούχοι, οι ελεύθεροι επαγγελµατίες που τσουβαλιάστηκαν µε τους… µπαταχτσήδες συναδέλφους τους, ακόµη και οι δαιµονοποιηµένοι δηµόσιοι υπάλληλοι, που αναµένουν καρτερικά τον 13ο και τον 14ο µισθό.

Όλοι αυτοί αδιαφορούν αν ικανοποιηθούν µε Χατζηδάκη ή Πιερρακάκη (τυχαία τα ονόµατα) στο χαρτοφυλάκιο του υπουργείου Οικονοµικών. Σίγουρα όµως θα δώσουν στον Μητσοτάκη τα… credits, που λέµε και στην Καλαµπάκα, της υλοποίησης αυτών των µεγάλων κοινωνικών αιτηµάτων. Το ίδιο ισχύει και για κοµβικούς τοµείς όπως η Υγεία, η ολοκλήρωση σηµαντικών υποδοµών και τα ζητήµατα Παιδείας. Από αυτά τα µέτωπα θα κριθεί η κυβέρνηση, και η ώρα αυτή δεν θα αργήσει. Ακόµη κι αν ολοκληρωθεί η τετραετία τον προσεχή Ιούνιο, θα έχουµε διανύσει ήδη τα µισά της δεύτερης κυβερνητικής θητείας, όπου οποιαδήποτε αναποδιά, αστοχία και παράλειψη έχει το διπλάσιο πια αντίκτυπο.

Με αντίστοιχη σοβαρότητα θα πρέπει να αντιµετωπίζουν το θέµα του ανασχηµατισµού κι εκείνοι οι βουλευτές που θεωρούν εαυτούς αδικηµένους, επειδή βρίσκονται στον πάγκο της κυβερνητικής πλειοψηφίας. Θεµιτή η φιλοδοξία για ένα χαρτοφυλάκιο, όχι όµως και άνευ όρων πολιτικός αυτοσκοπός.

Άλλωστε η ιστορία έχει δείξει ότι, όσο κοντά είναι το υπουργείο, άλλο τόσο µακριά µπορεί να βρίσκεται κάποια στιγµή και το… δεδοµένο σήµερα για κάποιους βουλευτικό έδρανο.

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 12/02/2025