Λέγε-λέγε, όλο και κάτι θα μείνει
Η ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ περί Ακροδεξιάς και η χρησιμοποίησή της ως όπλου στιγματισμού.
Ο στιγματισμός είναι μέθοδος αρχαιότατη. Ο αποδιοπομπαίος τράγος καταγράφεται στην Παλαιά Διαθήκη. Φόρτωναν πάνω του τις αμαρτίες που είχε ο καθένας και τον έστελναν στην έρημο για να πεθάνει από ασιτία. Αργότερα, στιγματιζόταν ο προδότης, ο παραβάτης του ηθικού και άγραφου νόμου, ο εγκληματίας.
Μετά, ο συνεργάτης των Γερμανών, άλλως πως και γερμανοτσολιάς, μετά ο συνεργάτης της χούντας και μετά ο εμπλεκόμενος σε σκάνδαλο ή δήθεν σκάνδαλο.
Εσχάτως, ο στιγματισμός χρησιμοποιείται ως όπλο από τον ΣΥΡΙΖΑ για να απαξιώσει δημοσιογράφους των οποίων η ελεύθερη φωνή είναι ενοχλητική στην κυβέρνηση. Ακούσαμε μάλιστα κάποιον γνωστό φωνακλά υπουργό να δηλώνει πως θα ήθελε να θάψει μερικούς δημοσιογράφους δύο μέτρα κάτω από τη γη. Επιπλέον, τώρα πια στιγματίζεται όποιος τολμήσει να έχει επιχειρήματα στα οποία ο εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να σταυρώσει σοβαρή απάντηση. Ετσι γρήγορα-γρήγορα καταφεύγει στη λεγόμενη «ρετσέτα». Προσφάτως, σε μια τηλεοπτική μου αντιπαράθεση με τον κ. Τζανακόπουλο και αφού πλέον ήταν εμφανές ότι είχε εξαντλήσει τη μάλλον φτωχή φαρέτρα των επιχειρημάτων του, μου πέταξε τη φράση «δεν το περίμενα από εσάς, κ. Ρουσόπουλε, να υπερασπίζεστε ακροδεξιούς»… Προφανώς θεώρησε πως θα με στιγματίσει και θα διαγράψει 38 χρόνια δημόσιας παρουσίας και έργου μου ως δημοσιογράφου, πολιτικού και διδάσκοντα. Σε αυτήν τη διαδρομή ουδέποτε διετύπωσα ακραίες θέσεις. Μάλλον για το αντίθετο με «κατηγορούσαν» ακόμη και «εσωκομματικοί φίλοι». Αυτή η αποστροφή του κ. Τζανακόπουλου μου έδωσε αφορμή να μοιραστώ μαζί σας μερικές σκέψεις περί Ακροδεξιάς. Εν πρώτοις, τι είναι Ακροδεξιά; Κατά την πολιτική επιστήμη, αλλά και την πράξη πέραν της θεωρίας, ακροδεξιά ιδεολογία είναι εκείνη που καταργεί την κοινοβουλευτική δημοκρατία και εγκαθιδρύει ένα αυταρχικό ή ολοκληρωτικό καθεστώς, το οποίο καταλύει κάθε έννοια ελευθερίας και ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Οι βασικότερες εκφάνσεις της αποτρόπαιης αυτής ιδεολογίας στον 20ό αιώνα υπήρξε ο φασισμός του Μπενίτο Μουσολίνι στην Ιταλία, καθώς και ο εθνικοσοσιαλισμός του Αδόλφου Χίτλερ στη Γερμανία. Ποια ακριβώς σχέση με αυτό το άγος της ανθρώπινης Ιστορίας έχουν το θράσος να προσάπτουν οι κυβερνώντες στη Νέα Δημοκρατία; Η Νέα Δημοκρατία είναι η παράταξη που αποκατέστησε τη φιλελεύθερη κοινοβουλευτική δημοκρατία στον τόπο και έβαλε τη χώρα στον πυρήνα της Ευρώπης, μια κατάκτηση που η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ με πρωτοφανή ανευθυνότητα έπαιξε στα ζάρια το καλοκαίρι του 2015. Αντί, λοιπόν, να απολογηθούν για τις καταστροφικές «αυταπάτες» τους και την τερατώδη πολιτική εξαπάτηση εις βάρος του ελληνικού λαού, συνεχίζουν να υβρίζουν τους πολιτικούς τους αντιπάλους, επιστρατεύοντας τις συνήθεις καραμέλες: την Ακροδεξιά και τον νεοφιλελευθερισμό. Τώρα, πώς γίνεται κάποιος να είναι και ακροδεξιός και νεοφιλελεύθερος, ταυτόχρονα, παραμένει μυστήριο…
Πίσω όμως από αυτή την κατάχρηση ορισμένων έντονα φορτισμένων όρων κρύβεται η δυσκολία της κυβέρνησης και του εν γένει ιδεολογικού χώρου στον οποίον ανήκει να συνυπάρξει με οποιονδήποτε έχει διαφορετική γνώμη από αυτήν. Το διχαστικό πρόσωπο του ΣΥΡΙΖΑ είχε ήδη φανεί την περίοδο των Αγανακτισμένων, με την αναβίωση μιας σκληρής εμφυλιοπολεμικής ρητορικής, ή λίγο αργότερα με το αλήστου μνήμης σύνθημα «Ή τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν». Οι κυβερνώντες όμως πρέπει να καταλάβουν ότι ο κάθε άνθρωπος που πιστεύει σε ορισμένες σταθερές αρχές και αξίες, στα ήθη και στα έθιμα της πατρίδας του, δεν είναι ούτε ακροδεξιός ούτε φασίστας. Είναι ο καθημερινός άνθρωπος της δουλειάς, του μόχθου και της δημιουργίας, που παλεύει με αξιοπρέπεια για ένα καλύτερο μέλλον για αυτόν και την οικογένειά του.
Για έναν πολιτικό χώρο ωστόσο που θεωρεί ότι για κάποιον μεταφυσικό λόγο έχει το αποκλειστικό προνόμιο της ηθικής υπεροχής, κάθε αντίθετη άποψη δεν αντιμετωπίζεται απλώς ως διαφορετική, αλλά ως αυτόχρημα ακροδεξιά ή φασιστική, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τους διαφωνούντες στη Συμφωνία των Πρεσπών.
Αυτό που παρουσιάζει ενδιαφέρον είναι ότι η εντόπια Αριστερά δεν είχε πρόβλημα να θαυμάζει απολυταρχικά καθεστώτα με σοσιαλιστικό μανδύα, εφόσον αυτά υποτίθεται ότι πραγμάτωναν τον επίγειο παράδεισο της «αταξικής κοινωνίας» και της κατάργησης της «εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο». Φυσικά, τα μόνα τα οποία κατάργησαν οι σοβιετικές χώρες, όλα τα τύπου Βενεζουέλας και Κούβας τριτοκοσμικά μοντέλα διοίκησης ή οι απώτατοι φίλοι των παρ’ ημίν «επαναστατών» στη Β. Κορέα, ήταν η δημοκρατία, το κράτος δικαίου και τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Ας είναι πιο προσεκτικοί όταν παραδίδουν μαθήματα δημοκρατικών φρονημάτων...