Το μεγάλο κακό που μας βρήκε εκείνο το φθινόπωρο του 2012 το αποκάλυψε πρώτος ο Βηματοδότης. Κι επειδή εκεί στη Μιχαλακοπούλου ήταν γνωστοί ανάλγητοι, δεν αξιολόγησαν την είδηση όπως τα επαναστατικά ΜΜΕ. Τυφλωμένοι από το αστικό τους λούστρο δεν ένιωσαν τον πόνο βαθιά μέσα τους, δεν ένιωσαν διαβάζοντας την πληροφορία που τύπωσαν το μαχαίρι να λαβώνει βαθιά την λαική αξιοπρέπεια.

Ήταν αληθινά ασύλληπτο. Σου έκοβε την ανάσα, τον ύπνο.

Στις λαικές γειτονιές της Αθήνας δεν μπορούσαν να συζητήσουν τίποτα άλλο. Όπου περπάταγες μια δισύλλαβη ξενική λέξη ήταν στα χείλη όλων. Στα ταξί, στους δρόμους, στα περίπτερα, στις ουρές των τραπεζών και των δημοσίων υπηρεσιών.

Μια βόμβα στην ψυχή ενός περήφανου λαού.

Ο υπουργός Οικονομικών, καθηγητής πανεπιστημίου, κακός τραπεζίτης, Στουρνάρας έτρωγε για μεσημεριανό στο υπουργείο σούσι σε πακέτο και ξέπλενε το στόμα του ρουφώντας αίμα με μπουρί.

Σούσι, ναι. Να σου πονάνε και τα δάχτυλα όταν το πληκτρολογείς.

Για δυο ολόκληρα χρόνια, όσο κράτησε η θητεία του, κανείς δεν μπόρεσε να του το συγχωρέσει. Και πως άλλωστε να καταπιείς τέτοιο αμάρτημα; Πώς να ζήσεις τη ζωή σου γνωρίζοντας κάθε μέρα που περνάει ότι ένας άνθρωπος σε θέση τέτοιας ευθύνης, τρώει κάθε μέρα στο υπουργείο όπου εργάζεται για πολλές ώρες ντελίβερι των 10-20 ευρώ για μεσημεριανό;

«Εξάλλου, πόσοι δημόσιοι υπάλληλοι ή πόσοι καθηγητές πανεπιστημίου, όπως είναι ο ίδιος, μπορούν και ζουν με πολυτελέστατο τρόπο, μπορούν και τρώνε σούσι και μπορούν ενώ φτωχοποιούν τον ελληνικό λαό να κοιμούνται ήσυχοι τα βράδια» έγραφε το πολυαγαπημένο επαναστατικό σάιτ.

«Δεν ξέρω αν με καταλαβαίνετε...δεν με νοιάζει αν τρώει σούσι. Κι ο Στουρνάρας τρώει. Με νοιάζει που το θεωρούν φυσικό. Οπως η Μαρία Αντουανέτα το παντεσπάνι...» έγραφε, καταφανώς συντετριμμένη, η κομματική εφημερίδα.

Ούτε μισή λέξη συμπάθειας δεν είχε μέινει για τον αναπληρωτή του, τον καλό κ. Σταικούρα που αποκάλυψε ότι επιδεικτικά, έκανε μια σιωπηλή φιλολαική επανάσταση τρώγοντας ταπεινά καραμανλικά σουβλάκια. Καμία αναγνώριση αυτής της αγνής πράξης αντίστασης στην αντιλαική χυδαιότητα του σασίμι και του νίγκιρι.

Ευτυχώς, ευτυχώς σύντροφοι, ευτυχώς η ηθική επέστρεψε στον τόπο.

Ευτυχώς γλιτώσαμε τις ακριβές τις διακοπές και τα αφύσικα γιαπωνέζικα φαγιά που σας σκανδάλιζαν τόσα χρόνια και φωνάζατε γι’ αυτά.

Ευτυχώς ο σύντροφος Πάνος Καμμένος, ο κεντροδεξιός που χειροκροτάτε, διάγει βιο λιτό, κατά τα πρότυπα που μας έθεσε ο πρώην σύντροφος, Γιάνης Βαρουφάκης, εκείνος στις φωτογραφίες του Paris Match με το ψάρι με λεμόνι στο μπαλκόνι. Λίγο απ’ όλα πρέπει άλλωστε, λίγο προστάτης των φτωχών, λίγο σκάφος, λίγη ρουλέτα, λίγο Καστελόριζο και λίγο Λονδινάκι (εξάλλου η παρέα έχει σημασία, όχι ο προορισμός), λίγο καμιά στολή και λίγο Chanel, λίγο να βρίσουμε κανέναν γκέι, λίγο να φορέσουμε γαρίφαλλο στο πέτο, λίγο να ανεβάσουμε καμιά γραβάτα με πέη, λίγο μετά να φιλήσουμε το χέρι ενός παπά, με μέτρο όλα πρέπει, σαν τις καλές τις δίαιτες.

Και δώστου τα χειροκροτήματα στη Βουλή, στην ενσάρκωση του πρότυπου του βίου που κηρύξατε, του ανθρώπου που δεν κοιτά την καλοπέραση του και τα λούσα του και την κατανάλωση του.  

Στην ιστορία της ελληνικής κρίσης εκείνο το δάχτυλο το σηκωμένο που κουνάγατε σε όλο τον κόσμο θα αποκτήσει δικό του κεφάλαιο, να το ξέρετε. Και θα γίνει ένα ωραίο άγαλμα κάπου, ένα μνημείο, ένα μνημείο Ήθους κι Ηθικής, με μια λιτή επιγραφή που θα υπενθυμίζει ότι «φθείρουσιν ἤθη χρηστὰ ὁμιλίαι κακαί».

Ένα μεγάλο χρυσό δάχτυλο.

Σηκωμένο.

Προς τα εμάς.