Τροϊκανοί που δούλεψαν στην Ελλάδα και ανταμείφθηκαν με προαγωγές και επιτελικές θέσεις
Ήρθαν, «είδαν» και προήχθησαν
Ο Πόουλ Τόμσεν χρειάστηκε να βάλει… μέσο για να προσληφθεί στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Ο Νιλς Τίγκεσεν, ένας εκ των «αρχιτεκτόνων» του ευρώ και καθηγητής του στο Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης, τον θυμάται ως έναν ήσυχο, αλλά εξαιρετικά εργατικό φοιτητή. Ομως όταν ο ψηλόλιγνος Δανός προσπάθησε να πιάσει δουλειά στο ΔΝΤ, οι υπεύθυνοι του Ταμείου ήταν έτοιμοι να τον απορρίψουν, αφού δεν είχε διδακτορικό.
Ήταν ο Τίγκεσεν που τους έπεισε να του δώσουν μία ευκαιρία, παρότι ακόμα και εκείνος δεν είχε ιδιαίτερες προσδοκίες από τον Τόμσεν. «Περίμενα ότι θα ήταν ένας μέσος οικονομολόγος του ΔΝΤ, που θα γράφει εκθέσεις», θα ομολογούσε χρόνια αργότερα ο παλιός καθηγητής του μιλώντας στο Bloomberg.
Τελικά, ο Τόμσεν δεν έγινε ένας οικονομολόγος της σειράς μέσα στο ΔΝΤ, αλλά ένα από τα ισχυρότερα κεφάλια του.
Όταν η επικεφαλής του Ταμείου, Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα, ανακοίνωσε τη συνταξιοδότησή του από τον οργανισμό, που πριν από 37 χρόνια παραλίγο να του κλείσει την πόρτα στα μούτρα, είχε διθυραμβικά λόγια να πει για τον Τόμσεν. «Ο Πόουλ είναι γνωστός ως ένας σκληρός διαπραγματευτής, με αρχές, και εστίαζε πάντα στη μακροπρόθεσμη ευημερία των λαών των χωρών-μελών που υπηρετούμε», είπε πριν από μερικές ημέρες η νέα επικεφαλής του ΔΝΤ για τον άνθρωπο που μισήθηκε όσο λίγοι στην Ελλάδα.
ΓΙΟΣ ΜΑΝΑΒΗ
Γεννημένος σε μια μικρή πόλη 16.000 κατοίκων της Δανίας, κοντά στα σύνορα με τη Γερμανία, ο Πόουλ Τόμσεν ήταν ο γιος ενός μανάβη και μιας νοικοκυράς, που φρόντιζε τα έξι παιδιά της οικογένειας. Όμως όταν τον Μάιο του 2010 πάτησε πρώτη φορά το πόδι του στη χτυπημένη από την κρίση Αθήνα, ήταν ήδη… μπαρουτοκαπνισμένος. «Ξεκίνησα στο ΔΝΤ το 1982, τον ίδιο μήνα, ίσως και την ίδια ημέρα που το Μεξικό κήρυξε στάση πληρωμών, πυροδοτώντας την πρώτη κρίση χρέους της Λατινικής Αμερικής. Δούλευα στην Ανατολική Ευρώπη όταν έπεσε το Τείχος. Ήμουν υπεύθυνος για τη Ρωσία όταν η χώρα βυθίστηκε σε κρίση το 1998», έλεγε το 2014, όταν αποχωρούσε από την τρόικα και από την Αθήνα, για να αναλάβει ένα από τα ισχυρότερα πόστα του ΔΝΤ, εκείνο του διευθυντή του ευρωπαϊκού τμήματος του οργανισμού.
Το πιθανότερο είναι ότι αυτή την προαγωγή την οφείλει στην Ελλάδα και στην χρεοκοπία της, η οποία βοήθησε να ανέβουν οι μετοχές του στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, εκεί όπου εδρεύει το ΔΝΤ. Αλλωστε, και το ίδιο το Ταμείο ήταν ένας μάλλον ξεπεσμένος και σχεδόν παροπλισμένος οργανισμός, που εάν την τελευταία δεκαετία «αναστήθηκε» και βρέθηκε στην πρώτη γραμμή το χρωστά στην επιμονή των Γερμανών να τον εμπλέξουν στο πρώτο πακέτο «διάσωσης» της Ελλάδας.
Ο ΣΚΛΗΡΟΣ
Ως ο άνθρωπος που θα έφερνε το κύρος και την αυστηρότητα του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα διάσωσης, ο Τόμσεν δεν άργησε να κερδίσει τη φήμη του σκληρού μέσα σε εκείνη την αρχική τριανδρία της τρόικας, που συμπληρωνόταν από τον Σερβάς Ντερούζ της Κομισιόν και τον Κλάους Μαζούχ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Έχοντας σχεδόν από την πρώτη στιγμή ανοικτή γραμμή με τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, αλλά και ένα επιθετικό, σχεδόν απαξιωτικό ύφος απέναντι στους υπουργούς των μνημονιακών κυβερνήσεων, ο Τόμσεν έγινε στα μάτια των Ελλήνων το πρόσωπο της σκληρής συνταγής του Ταμείου για δημοσιονομική προσαρμογή και εσωτερική υποτίμηση. Ο «Mr Blue Eyes», όπως τον αποκαλούσε ο Τύπος της εποχής, δεν φοβήθηκε ποτέ τη σκληρή δουλειά και τις δύσκολες καταστάσεις. Φοβήθηκε όμως τους Έλληνες, το μένος των οποίων ένιωσε όταν ένας περαστικός εκσφενδόνισε κέρματα εναντίον του την ώρα που έμπαινε στο υπουργείο Οικονομικών για μία από τις άπειρες συναντήσεις του με τον Γιάννη Στουρνάρα. Γι’ αυτό και λέγεται ότι οι άνδρες που είχαν αναλάβει τη φύλαξή του τον συνόδευαν ακόμα και στο γυμναστήριο του «Χίλτον», αφού ο δραστήριος Τόμσεν δεν έχανε ποτέ την καθημερινή του άσκηση, εμφανιζόμενος κάθε τόσο με αθλητικό σορτσάκι στο λόμπι του ξενοδοχείου.
Παρότι όλοι γνωρίζουν πλέον τα λάθη που έκανε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στο ελληνικό πρόγραμμα και τις δραματικές επιπτώσεις που αυτά είχαν στην ελληνική οικονομία και κοινωνία, η «θητεία» του Πόουλ Τόμσεν στην Αθήνα θεωρήθηκε επιτυχημένη στην Ουάσινγκτον, εάν κρίνει κανείς και από τη μετέπειτα απογείωση της καριέρας του μέσα στον οργανισμό. Άλλωστε, οι περισσότεροι από τους τεχνοκράτες της τρόικας που πέρασαν από την Ελλάδα τα προηγούμενα χρόνια ανταμείφθηκαν με προαγωγές.
Η ΤΡΙΑΝΔΡΙΑ
Από εκείνη την αρχική τριανδρία της τρόικας, ο Σερβάς Ντερούζ, που ήταν ο πρώτος εκπρόσωπος της Κομισιόν στην Ελλάδα, ακολούθησε ανοδική πορεία, φτάνοντας έως τη θέση του γενικού διευθυντή της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων της Κομισιόν (D.G. ECFIN).
Ο Φλαμανδός τεχνοκράτης είχε αποχωρήσει πολύ γρήγορα από την Αθήνα, με τα σενάρια της εποχής να συνδέουν την απομάκρυνσή του με τη δήλωση-βόμβα του ίδιου ότι η τότε κυβέρνηση είχε συμφωνήσει να πουλήσει κρατική περιουσία ύψους 50 δισ. ευρώ έως το 2015. Ο σάλος και η κοινωνική κατακραυγή που προκλήθηκαν έκαναν προφανώς την παραμονή του Ντερούζ στο ελληνικό πρόγραμμα και τη συνεργασία του με την ελληνική κυβέρνηση αδύνατη.
Ο άνθρωπος που τον διαδέχθηκε, ο Ματίας Μορς, είχε δώσει στους Έλληνες συνομιλητές του την εντύπωση ενός διπλωμάτη, αφού όταν μιλούσε δημοσίως, φρόντιζε η κριτική του προς την ελληνική κυβέρνηση να συνοδεύεται από συγκρατημένο έπαινο. Ο Γερμανός τεχνοκράτης αποχώρησε από την τρόικα το 2014, για να καταλάβει τη θέση του βασικού συμβούλου της D.G. ECFIN.
ΤΕΛΟΣ ΕΠΟΧΗΣ
Αλλά και ο διάδοχός του, ο Ντέκλαν Κοστέλο, έφυγε από την Αθήνα με μία προαγωγή. Η αποχώρηση του Ιρλανδού αποτέλεσε ουσιαστικά και ένα «τέλος εποχής» για την Ελλάδα, αφού συνοδεύτηκε από την κατάργηση της θέσης του επικεφαλής της Κομισιόν για τη χώρα.
«Ύστερα από περισσότερα από οκτώ χρόνια σε πρόγραμμα, είναι θετικό ότι η θέση αυτή δεν χρειάζεται πλέον», δήλωνε το περασμένο καλοκαίρι ο επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων, Πιερ Μοσκοβισί. Και ο Κοστέλο μεταφερόταν πλέον στο νέο -υψηλότερο- πόστο του, εκείνο του αναπληρωτή γενικού διευθυντή της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υποθέσεων της Κομισιόν.
Αναβαθμισμένος είχε φύγει από την Αθήνα και ο Κλάους Μαζούχ, που ήταν ο επικεφαλής του κλιμακίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στην αρχική τρόικα. Ο τεχνοκράτης που είχε κάνει την περίφημη δήλωση «Με 720 ευρώ ο συνταξιούχος δεν περνάει άσχημα στην Ελλάδα» αποχώρησε από το ελληνικό πρόγραμμα το 2015 και στη συνέχεια έγινε βασικός σύμβουλος της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Αλλά και ο άνθρωπος που τον διαδέχθηκε, ο Ράσμους Ρέφερ, αποχώρησε το 2016, για να αναλάβει καθήκοντα επικεφαλής εκπροσώπου της ΕΚΤ στην Ουάσινγκτον. Όσο για τους τεχνοκράτες του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου που πέρασαν από την Ελλάδα μετά τον Πόουλ Τόμσεν, αυτοί έχουν καταλήξει σήμερα σε σαφώς πιο ήσυχα πόστα. Άλλωστε, στην Ελλάδα όλοι τους αντιμετωπίστηκαν εχθρικά, αφού πάντα τους ακολουθούσε η ταμπέλα του «σκληρού», ενδεχομένως εξαιτίας της εντύπωσης που είχε αφήσει ο προκάτοχός τους.
Ο Ινδός Ρισί Γκογιάλ είναι πλέον υπεύθυνος για την Ιταλία, ενώ η Ρουμάνα Ντέλια Βελκουλέσκου -γνωστή τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο και ως «Δρακουλέσκου»- ασχολείται με τη Γαλλία και το Βέλγιο.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» στις 8/11
Ήταν ο Τίγκεσεν που τους έπεισε να του δώσουν μία ευκαιρία, παρότι ακόμα και εκείνος δεν είχε ιδιαίτερες προσδοκίες από τον Τόμσεν. «Περίμενα ότι θα ήταν ένας μέσος οικονομολόγος του ΔΝΤ, που θα γράφει εκθέσεις», θα ομολογούσε χρόνια αργότερα ο παλιός καθηγητής του μιλώντας στο Bloomberg.
Τελικά, ο Τόμσεν δεν έγινε ένας οικονομολόγος της σειράς μέσα στο ΔΝΤ, αλλά ένα από τα ισχυρότερα κεφάλια του.
Όταν η επικεφαλής του Ταμείου, Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα, ανακοίνωσε τη συνταξιοδότησή του από τον οργανισμό, που πριν από 37 χρόνια παραλίγο να του κλείσει την πόρτα στα μούτρα, είχε διθυραμβικά λόγια να πει για τον Τόμσεν. «Ο Πόουλ είναι γνωστός ως ένας σκληρός διαπραγματευτής, με αρχές, και εστίαζε πάντα στη μακροπρόθεσμη ευημερία των λαών των χωρών-μελών που υπηρετούμε», είπε πριν από μερικές ημέρες η νέα επικεφαλής του ΔΝΤ για τον άνθρωπο που μισήθηκε όσο λίγοι στην Ελλάδα.
ΓΙΟΣ ΜΑΝΑΒΗ
Γεννημένος σε μια μικρή πόλη 16.000 κατοίκων της Δανίας, κοντά στα σύνορα με τη Γερμανία, ο Πόουλ Τόμσεν ήταν ο γιος ενός μανάβη και μιας νοικοκυράς, που φρόντιζε τα έξι παιδιά της οικογένειας. Όμως όταν τον Μάιο του 2010 πάτησε πρώτη φορά το πόδι του στη χτυπημένη από την κρίση Αθήνα, ήταν ήδη… μπαρουτοκαπνισμένος. «Ξεκίνησα στο ΔΝΤ το 1982, τον ίδιο μήνα, ίσως και την ίδια ημέρα που το Μεξικό κήρυξε στάση πληρωμών, πυροδοτώντας την πρώτη κρίση χρέους της Λατινικής Αμερικής. Δούλευα στην Ανατολική Ευρώπη όταν έπεσε το Τείχος. Ήμουν υπεύθυνος για τη Ρωσία όταν η χώρα βυθίστηκε σε κρίση το 1998», έλεγε το 2014, όταν αποχωρούσε από την τρόικα και από την Αθήνα, για να αναλάβει ένα από τα ισχυρότερα πόστα του ΔΝΤ, εκείνο του διευθυντή του ευρωπαϊκού τμήματος του οργανισμού.
Το πιθανότερο είναι ότι αυτή την προαγωγή την οφείλει στην Ελλάδα και στην χρεοκοπία της, η οποία βοήθησε να ανέβουν οι μετοχές του στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, εκεί όπου εδρεύει το ΔΝΤ. Αλλωστε, και το ίδιο το Ταμείο ήταν ένας μάλλον ξεπεσμένος και σχεδόν παροπλισμένος οργανισμός, που εάν την τελευταία δεκαετία «αναστήθηκε» και βρέθηκε στην πρώτη γραμμή το χρωστά στην επιμονή των Γερμανών να τον εμπλέξουν στο πρώτο πακέτο «διάσωσης» της Ελλάδας.
Ο ΣΚΛΗΡΟΣ
Ως ο άνθρωπος που θα έφερνε το κύρος και την αυστηρότητα του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα διάσωσης, ο Τόμσεν δεν άργησε να κερδίσει τη φήμη του σκληρού μέσα σε εκείνη την αρχική τριανδρία της τρόικας, που συμπληρωνόταν από τον Σερβάς Ντερούζ της Κομισιόν και τον Κλάους Μαζούχ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Έχοντας σχεδόν από την πρώτη στιγμή ανοικτή γραμμή με τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, αλλά και ένα επιθετικό, σχεδόν απαξιωτικό ύφος απέναντι στους υπουργούς των μνημονιακών κυβερνήσεων, ο Τόμσεν έγινε στα μάτια των Ελλήνων το πρόσωπο της σκληρής συνταγής του Ταμείου για δημοσιονομική προσαρμογή και εσωτερική υποτίμηση. Ο «Mr Blue Eyes», όπως τον αποκαλούσε ο Τύπος της εποχής, δεν φοβήθηκε ποτέ τη σκληρή δουλειά και τις δύσκολες καταστάσεις. Φοβήθηκε όμως τους Έλληνες, το μένος των οποίων ένιωσε όταν ένας περαστικός εκσφενδόνισε κέρματα εναντίον του την ώρα που έμπαινε στο υπουργείο Οικονομικών για μία από τις άπειρες συναντήσεις του με τον Γιάννη Στουρνάρα. Γι’ αυτό και λέγεται ότι οι άνδρες που είχαν αναλάβει τη φύλαξή του τον συνόδευαν ακόμα και στο γυμναστήριο του «Χίλτον», αφού ο δραστήριος Τόμσεν δεν έχανε ποτέ την καθημερινή του άσκηση, εμφανιζόμενος κάθε τόσο με αθλητικό σορτσάκι στο λόμπι του ξενοδοχείου.
Παρότι όλοι γνωρίζουν πλέον τα λάθη που έκανε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στο ελληνικό πρόγραμμα και τις δραματικές επιπτώσεις που αυτά είχαν στην ελληνική οικονομία και κοινωνία, η «θητεία» του Πόουλ Τόμσεν στην Αθήνα θεωρήθηκε επιτυχημένη στην Ουάσινγκτον, εάν κρίνει κανείς και από τη μετέπειτα απογείωση της καριέρας του μέσα στον οργανισμό. Άλλωστε, οι περισσότεροι από τους τεχνοκράτες της τρόικας που πέρασαν από την Ελλάδα τα προηγούμενα χρόνια ανταμείφθηκαν με προαγωγές.
Από εκείνη την αρχική τριανδρία της τρόικας, ο Σερβάς Ντερούζ, που ήταν ο πρώτος εκπρόσωπος της Κομισιόν στην Ελλάδα, ακολούθησε ανοδική πορεία, φτάνοντας έως τη θέση του γενικού διευθυντή της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων της Κομισιόν (D.G. ECFIN).
Ο Φλαμανδός τεχνοκράτης είχε αποχωρήσει πολύ γρήγορα από την Αθήνα, με τα σενάρια της εποχής να συνδέουν την απομάκρυνσή του με τη δήλωση-βόμβα του ίδιου ότι η τότε κυβέρνηση είχε συμφωνήσει να πουλήσει κρατική περιουσία ύψους 50 δισ. ευρώ έως το 2015. Ο σάλος και η κοινωνική κατακραυγή που προκλήθηκαν έκαναν προφανώς την παραμονή του Ντερούζ στο ελληνικό πρόγραμμα και τη συνεργασία του με την ελληνική κυβέρνηση αδύνατη.
Ο άνθρωπος που τον διαδέχθηκε, ο Ματίας Μορς, είχε δώσει στους Έλληνες συνομιλητές του την εντύπωση ενός διπλωμάτη, αφού όταν μιλούσε δημοσίως, φρόντιζε η κριτική του προς την ελληνική κυβέρνηση να συνοδεύεται από συγκρατημένο έπαινο. Ο Γερμανός τεχνοκράτης αποχώρησε από την τρόικα το 2014, για να καταλάβει τη θέση του βασικού συμβούλου της D.G. ECFIN.
Στην Ελλάδα όλοι τους αντιμετωπίστηκαν εχθρικά, αφού πάντα τους ακολουθούσε η ταμπέλα του «σκληρού»
ΤΕΛΟΣ ΕΠΟΧΗΣ
Αλλά και ο διάδοχός του, ο Ντέκλαν Κοστέλο, έφυγε από την Αθήνα με μία προαγωγή. Η αποχώρηση του Ιρλανδού αποτέλεσε ουσιαστικά και ένα «τέλος εποχής» για την Ελλάδα, αφού συνοδεύτηκε από την κατάργηση της θέσης του επικεφαλής της Κομισιόν για τη χώρα.
«Ύστερα από περισσότερα από οκτώ χρόνια σε πρόγραμμα, είναι θετικό ότι η θέση αυτή δεν χρειάζεται πλέον», δήλωνε το περασμένο καλοκαίρι ο επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων, Πιερ Μοσκοβισί. Και ο Κοστέλο μεταφερόταν πλέον στο νέο -υψηλότερο- πόστο του, εκείνο του αναπληρωτή γενικού διευθυντή της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υποθέσεων της Κομισιόν.
Αναβαθμισμένος είχε φύγει από την Αθήνα και ο Κλάους Μαζούχ, που ήταν ο επικεφαλής του κλιμακίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στην αρχική τρόικα. Ο τεχνοκράτης που είχε κάνει την περίφημη δήλωση «Με 720 ευρώ ο συνταξιούχος δεν περνάει άσχημα στην Ελλάδα» αποχώρησε από το ελληνικό πρόγραμμα το 2015 και στη συνέχεια έγινε βασικός σύμβουλος της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Αλλά και ο άνθρωπος που τον διαδέχθηκε, ο Ράσμους Ρέφερ, αποχώρησε το 2016, για να αναλάβει καθήκοντα επικεφαλής εκπροσώπου της ΕΚΤ στην Ουάσινγκτον. Όσο για τους τεχνοκράτες του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου που πέρασαν από την Ελλάδα μετά τον Πόουλ Τόμσεν, αυτοί έχουν καταλήξει σήμερα σε σαφώς πιο ήσυχα πόστα. Άλλωστε, στην Ελλάδα όλοι τους αντιμετωπίστηκαν εχθρικά, αφού πάντα τους ακολουθούσε η ταμπέλα του «σκληρού», ενδεχομένως εξαιτίας της εντύπωσης που είχε αφήσει ο προκάτοχός τους.
Ο Ινδός Ρισί Γκογιάλ είναι πλέον υπεύθυνος για την Ιταλία, ενώ η Ρουμάνα Ντέλια Βελκουλέσκου -γνωστή τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο και ως «Δρακουλέσκου»- ασχολείται με τη Γαλλία και το Βέλγιο.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» στις 8/11