Θάνος Ντόκος: Ένας σύμβουλος εθνικών υποχωρήσεων που προκαλεί προβλήματα
Μετράει κάτι παραπάνω από τρεις μήνες θητείας στη θέση του αναπληρωτή συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας του Κυριάκου Μητσοτάκη. Μέσα στο ίδιο χρονικό διάστημα έχει στο ενεργητικό του δύο δημόσιες παρεμβάσεις μέσω συνεντεύξεων, αντιδράσεις που αυξάνονται με εκθετικό βαθμό, μία επανόρθωση και μία εν δυνάμει παραίτηση στη διάθεση του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Το όνομα του Θάνου Ντόκου ανακοινώθηκε την τελευταία ημέρα του περασμένου Οκτωβρίου για τη θέση του αναπληρωτή συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας του πρωθυπουργού. Οι απόψεις του και οι θέσεις που πρεσβεύει, ωστόσο, είναι γνωστές εδώ και δύο δεκαετίες. Το παραδέχθηκε, άλλωστε, και ο ίδιος στην επανόρθωσή του. «Είναι προσωπική άποψη, αν θέλετε κεκτημένη ταχύτητα, αν και πλέον θα έπρεπε να έχω συνειδητοποιήσει ότι δεν εκφράζω προσωπικές απόψεις έπειτα από 20 χρόνια που εξέφραζα τον εαυτό μου», ανέφερε ο Θάνος Ντόκος.
Μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα έχει καταφέρει με τις αμφιλεγόμενες δηλώσεις του να γίνει αρνητικός πρωταγωνιστής σε μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από ένταση και η κυβέρνηση πραγματοποιεί «χειρουργικούς» διπλωματικούς χειρισμούς σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο. Παράλληλα, έχει δημιουργήσει, σύμφωνα με πληροφορίες, έντονη δυσαρέσκεια μεταξύ των βουλευτών της Ν.Δ., οι οποίοι καλούνται να τοποθετηθούν για τις θέσεις που εκφράζει. Ενδεικτικές ήταν οι αποστάσεις από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, Στέλιο Πέτσα, ο οποίος, όταν ρωτήθηκε αν η κυβέρνηση εξετάζει το ενδεχόμενο συνεκμετάλλευσης, ξεκαθάρισε ότι «δεν τίθεται κανένα τέτοιο θέμα. Το μόνο θέμα με την Τουρκία είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας».
Προερχόμενος από το παλαιότερο ελληνικό think tank στα θέματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας, το ΕΛΙΑΜΕΠ, οι απόψεις που έχει εκφράσει δεν αποτελούν έκπληξη για όσους παρακολουθούν επισταμένως τη δραστηριότητα του ΕΛΙΑΜΕΠ και τη γραμμή που τηρεί στα βασικά ζητήματα εξωτερικής πολιτικής που απασχολούν τη χώρα μας. Η περίφημη «στρατηγική του κατευνασμού» απέναντι στην Αγκυρα αποτελεί μια διαρκή σταθερά για το ΕΛΙΑΜΕΠ. Ο ίδιος ο κ. Ντόκος περιέγραφε την παραπάνω στρατηγική σε ανάλυσή του για το ΕΛΙΑΜΕΠ, τον Μάιο του 2018, ως μια προσπάθεια η οποία περιλαμβάνει «την ενθάρρυνση περισσότερης διαβούλευσης μεταξύ των εταίρων για την ανάπτυξη δομών διαχείρισης κρίσεων και την εισαγωγή διαδικασιών διευκρίνισης, διαμεσολάβησης και συμφιλίωσης για τον κατευνασμό των διαφορών μεταξύ των αντιπαρατιθέμενων, με ειρηνικά μέσα δικής τους επιλογής».
Η εν λόγω στρατηγική βρίσκεται στο επίκεντρο της κριτικής των τελευταίων ετών, η οποία κορυφώνεται τους τελευταίους μήνες, από τη στιγμή που η Αγκυρα εφαρμόζει στην πράξη μιά εξόχως επιθετική και διεκδιτική στρατιγική στην Ανατολική Μεσόγειο. Απότοκο της ολιστικής προσέγγισης που πρεσβεύει το ΕΛΙΑΜΕΠ είναι και η λογική της προσέγγισης με την Τουρκία, της επίλυσης των διαφορών με διεθνή διαιτησία και το υποθετικό σενάριο της συνεκμετάλλευσης του Αιγαίου.
Από την πρώτη συνέντευξη, στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, μέχρι την τελευταία, στην κυπριακή εφημερίδα «Φιλελεύθερος», σημειώνεται μια ανησυχητική πρόοδος στην επιχειρηματολογία. Από τις διατυπώσεις που συγκλίνουν με τη λογική Σημίτη, όπως έχει διατυπωθεί σε άρθρα για την ανάγκη εξεύρεσης λύσεων στις ελληνοτουρκικές διαφορές, λύσεις «όχι πάντα ευχάριστες», στη συνέντευξη στην κυπριακή εφημερίδα έγινε λόγος για «συνεκμετάλλευση».
«Ακόμα και η συνεκμετάλλευση θα μπορούσε να συζητηθεί, υπό την προϋπόθεση της πρότερης οριοθέτησης των θαλάσσιων ζωνών μέσω προσφυγής σε διεθνές δικαιοδοτικό όργανο», δήλωσε ο Θάνος Ντόκος, με την κριτική να εστιάζεται τόσο στην αναφορά της «συνεκμετάλλευσης» όσο και στην «οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών» βάσει διεθνούς διαιτησίας.
Η συνεκμετάλλευση είναι εκτός της ελληνικής ατζέντας, ενώ η Ελλάδα έχει ξεκαθαρίσει διαχρονικά ότι στο ενδεχόμενο προσφυγής βάζει στο τραπέζι μόνο την υφαλοκρηπίδα και όχι αορίστως τις θαλάσσιες ζώνες και άλλες διάφορες που υπαγορεύει η Τουρκία με τις διεκδικήσεις της.
Εκείνο που επισημαίνουν έμπειροι αναλυτές, σχολιάζοντας τις δηλώσεις του Θάνου Ντόκου, είναι ότι οι απόψεις που εκφράζει, από την ημέρα που ανέλαβε τα καθήκοντά του, ως αναπληρωτής σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας έχουν άλλη βαρύτητα, καθώς έχουν ως επωδό τη θεσμική του ιδιότητα. Από την άλλη, οι δηλώσεις του προκαλούν αποτελέσματα, καθώς διαβάζονται, αναλύονται και ερμηνεύονται στην ανατολική όχθη του Αιγαίου, αλλά και σε όλες τις διπλωματικές υπηρεσίες όπως γίνεται και με τις αντίστοιχες δηλώσεις Τούρκων αξιωματούχων.
Το όνομα του Θάνου Ντόκου ανακοινώθηκε την τελευταία ημέρα του περασμένου Οκτωβρίου για τη θέση του αναπληρωτή συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας του πρωθυπουργού. Οι απόψεις του και οι θέσεις που πρεσβεύει, ωστόσο, είναι γνωστές εδώ και δύο δεκαετίες. Το παραδέχθηκε, άλλωστε, και ο ίδιος στην επανόρθωσή του. «Είναι προσωπική άποψη, αν θέλετε κεκτημένη ταχύτητα, αν και πλέον θα έπρεπε να έχω συνειδητοποιήσει ότι δεν εκφράζω προσωπικές απόψεις έπειτα από 20 χρόνια που εξέφραζα τον εαυτό μου», ανέφερε ο Θάνος Ντόκος.
Μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα έχει καταφέρει με τις αμφιλεγόμενες δηλώσεις του να γίνει αρνητικός πρωταγωνιστής σε μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από ένταση και η κυβέρνηση πραγματοποιεί «χειρουργικούς» διπλωματικούς χειρισμούς σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο. Παράλληλα, έχει δημιουργήσει, σύμφωνα με πληροφορίες, έντονη δυσαρέσκεια μεταξύ των βουλευτών της Ν.Δ., οι οποίοι καλούνται να τοποθετηθούν για τις θέσεις που εκφράζει. Ενδεικτικές ήταν οι αποστάσεις από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, Στέλιο Πέτσα, ο οποίος, όταν ρωτήθηκε αν η κυβέρνηση εξετάζει το ενδεχόμενο συνεκμετάλλευσης, ξεκαθάρισε ότι «δεν τίθεται κανένα τέτοιο θέμα. Το μόνο θέμα με την Τουρκία είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας».
Προερχόμενος από το παλαιότερο ελληνικό think tank στα θέματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας, το ΕΛΙΑΜΕΠ, οι απόψεις που έχει εκφράσει δεν αποτελούν έκπληξη για όσους παρακολουθούν επισταμένως τη δραστηριότητα του ΕΛΙΑΜΕΠ και τη γραμμή που τηρεί στα βασικά ζητήματα εξωτερικής πολιτικής που απασχολούν τη χώρα μας. Η περίφημη «στρατηγική του κατευνασμού» απέναντι στην Αγκυρα αποτελεί μια διαρκή σταθερά για το ΕΛΙΑΜΕΠ. Ο ίδιος ο κ. Ντόκος περιέγραφε την παραπάνω στρατηγική σε ανάλυσή του για το ΕΛΙΑΜΕΠ, τον Μάιο του 2018, ως μια προσπάθεια η οποία περιλαμβάνει «την ενθάρρυνση περισσότερης διαβούλευσης μεταξύ των εταίρων για την ανάπτυξη δομών διαχείρισης κρίσεων και την εισαγωγή διαδικασιών διευκρίνισης, διαμεσολάβησης και συμφιλίωσης για τον κατευνασμό των διαφορών μεταξύ των αντιπαρατιθέμενων, με ειρηνικά μέσα δικής τους επιλογής».
Η εν λόγω στρατηγική βρίσκεται στο επίκεντρο της κριτικής των τελευταίων ετών, η οποία κορυφώνεται τους τελευταίους μήνες, από τη στιγμή που η Αγκυρα εφαρμόζει στην πράξη μιά εξόχως επιθετική και διεκδιτική στρατιγική στην Ανατολική Μεσόγειο. Απότοκο της ολιστικής προσέγγισης που πρεσβεύει το ΕΛΙΑΜΕΠ είναι και η λογική της προσέγγισης με την Τουρκία, της επίλυσης των διαφορών με διεθνή διαιτησία και το υποθετικό σενάριο της συνεκμετάλλευσης του Αιγαίου.
Από την πρώτη συνέντευξη, στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, μέχρι την τελευταία, στην κυπριακή εφημερίδα «Φιλελεύθερος», σημειώνεται μια ανησυχητική πρόοδος στην επιχειρηματολογία. Από τις διατυπώσεις που συγκλίνουν με τη λογική Σημίτη, όπως έχει διατυπωθεί σε άρθρα για την ανάγκη εξεύρεσης λύσεων στις ελληνοτουρκικές διαφορές, λύσεις «όχι πάντα ευχάριστες», στη συνέντευξη στην κυπριακή εφημερίδα έγινε λόγος για «συνεκμετάλλευση».
«Ακόμα και η συνεκμετάλλευση θα μπορούσε να συζητηθεί, υπό την προϋπόθεση της πρότερης οριοθέτησης των θαλάσσιων ζωνών μέσω προσφυγής σε διεθνές δικαιοδοτικό όργανο», δήλωσε ο Θάνος Ντόκος, με την κριτική να εστιάζεται τόσο στην αναφορά της «συνεκμετάλλευσης» όσο και στην «οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών» βάσει διεθνούς διαιτησίας.
Η συνεκμετάλλευση είναι εκτός της ελληνικής ατζέντας, ενώ η Ελλάδα έχει ξεκαθαρίσει διαχρονικά ότι στο ενδεχόμενο προσφυγής βάζει στο τραπέζι μόνο την υφαλοκρηπίδα και όχι αορίστως τις θαλάσσιες ζώνες και άλλες διάφορες που υπαγορεύει η Τουρκία με τις διεκδικήσεις της.
Εκείνο που επισημαίνουν έμπειροι αναλυτές, σχολιάζοντας τις δηλώσεις του Θάνου Ντόκου, είναι ότι οι απόψεις που εκφράζει, από την ημέρα που ανέλαβε τα καθήκοντά του, ως αναπληρωτής σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας έχουν άλλη βαρύτητα, καθώς έχουν ως επωδό τη θεσμική του ιδιότητα. Από την άλλη, οι δηλώσεις του προκαλούν αποτελέσματα, καθώς διαβάζονται, αναλύονται και ερμηνεύονται στην ανατολική όχθη του Αιγαίου, αλλά και σε όλες τις διπλωματικές υπηρεσίες όπως γίνεται και με τις αντίστοιχες δηλώσεις Τούρκων αξιωματούχων.