Αστυνομικοί και στρατιωτικοί: Ο εσωτερικός εχθρός στην καρδιά της εισβολής στο Καπιτώλιο
Εδωσαν όρκο να υπηρετήσουν και να προστατεύσουν, αλλά μία εβδομάδα μετά την έφοδο στο Καπιτώλιο, οι αστυνομικές δυνάμεις και ο αμερικανικός στρατός ερευνούν την συμμετοχή ορισμένων μελών τους στα έκτροπα.
Από την απόστρατο Ασλι Μπάμπιτ, που σκοτώθηκε από σφαίρα αστυνομικού την ώρα που προσπαθούσε δια της βίας να εισχωρήσει στην αίθουσα της ολομέλειας της Βουλής των Αντιπροσώπων, μέχρι τον Λάρι Ρέντελ Μπρικ, πρώην αξιωματικό της Πολεμικής Αεροπορίας που φωτογραφήθηκε στην Γερουσία ντυμένος με στρατιωτική στολή και ήταν εφοδιασμένος με πλαστικές χειροπέδες, μαζί με τις δεκάδες των εφέδρων και των αστυνομικών που έχουν αναγνωρισθεί σε βίντεο και φωτογραφίες να συμμετέχουν στην έφοδο, όλα παραπέμπουν σε μία απειλή για την οποία προειδοποιούν εδώ και καιρό οι αναλυτές: εξτρεμισμός και επικράτηση της ιδέας της λευκής υπεροχής στις τάξεις των αμερικανικών δυνάμεων ασφαλείας.
«Εδώ και μία δεκαετία παραμελούμε αυτήν την απειλή. Την αγνοούμε, την υποβαθμίζουμε, κλείνουμε τα μάτια», δηλώνει ο Ντάριλ Τζόνσον, πρώην ειδικός σε θέματα εσωτερικής τρομοκρατίας στο υπουργείο Εσωτερικής Ασφαλείας.
Ο Κρίστιαν Πιτσιολίνι, κάποτε οπαδός της λευκής επιρροής που εργάζεται για την αναμόρφωση εξτρεμιστών, δηλώνει ότι δεν εξεπλάγη βλέποντας αστυνομικούς και απόστρατους να συμμετέχουν στις ταραχές.
«Οι οπαδοί της λευκής υπεροχής προσπαθούν εδώ και καιρό να διεισδύσουν στις υπηρεσίες της αστυνομίας, του στρατού και άλλες υπηρεσίες αντιμετώπισης εκτάκτων καταστάσεων και να στρατολογήσουν στις τάξεις τους».
Υπάρχουν φόβοι ότι ακόμη και η αστυνομία του Καπιτωλίου, η επιφορτισμένη με την ασφάλεια των μελών του Κονγκρέσου δεν έχει παραμείνει αλώβητη. Πολλά μέλη της έχουν τεθεί σε διαθεσιμότητα και έρευνα διεξάγεται για περισσότερους από δέκα αστυνομικούς μετά την δημοσιοποίηση οπτικού υλικού που τους δείχνει να ανοίγουν τις πόρτες στον μαινόμενο όχλο ή να βγάζουν σέλφις με εισβολείς.
Το 2006, το FBI δημοσίευσε έρευνα για την διείσδυση οπαδών της λευκής υπεροχής στις τάξεις των δυνάμεων ασφαλείας και το 2009 το DHS προειδοποίησε ότι ούτε ο στρατός έχει παραμείνει ανέπαφος, υπενθυμίζει ο Ντάριλ Τζόνσον.
Και τις δύο φορές, οι προειδοποιήσεις αγνοήθηκαν.
«Οταν δημοσιεύθηκε το πόρισμα του 2006, ήταν ακριβώς μετά την 11η Σεπτεμβρίου και κανείς δεν ενδιαφερόταν για την εσωτερική τρομοκρατία», εξηγεί η Βίντα Τζόνσον, του Georgetown University.
Και το 2009, «η κυβέρνηση του Μπαράκ Ομπάμα δεν διέθετε πολιτικό κεφάλαιο για να αντιμετωπίσει το φαινόμενο, πόσο μάλλον με έναν μαύρο πρόεδρο», λέει. «Βρισκόμαστε λοιπόν 11 χρόνια μετά: χωρίς συγκεκριμένα μέτρα για την εκδίωξη των οπαδών της λευκής υπεροχής από τις τάξεις του στρατού και της αστυνομίας».
Για την Λέσια Μπρουκς του Southern Poverty Law Center που ερευνά τις εξτρεμιστικές οργανώσεις, το πρόβλημα έχει ξεκινήσει πολύ πριν από την έλευση στον Λευκό Οίκο του Ντόναλντ Τραμπ, που στην πραγματικότητα έδωσε πολιτική νομιμοποίηση στην κατάσταση.
Οι οπαδοί του Τραμπ είναι στην πλειονότητά τους άνδρες, λευκοί, μία πληθυσμιακή ομάδα κυρίαρχη στις δυνάμεις ασφαλείας, και, κατά συνέπεια, δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι οι δύο αυτές ομάδες ταυτίζονται.
Ο Ντάριλ Τζόνσον θυμάται ότι το 2017 ήρθε σε επαφή με μία αστυνομική υπηρεσία, περισσότεροι από 100 μέλη της οποίας ανήκαν στην ακροδεξιά οργάνωση Oath Keepers.
Η απάντηση που έλαβε ήταν ότι είχαν το δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης. (!)
Τώρα που το πρόβλημα βρίσκεται στο κέντρο της προσοχής, οι ειδικοί ζητούν επείγουσα αντιμετώπιση του προβλήματος.
Η Χέδερ Τέιλορ, πρώην ντετέκτιβ στο Σεν Λούις και σήμερα εκπρόσωπος της αντιρατσιστικής οργάνωσης Ethical Society of Police, κατηγορεί τα συνδικάτα των αστυνομικών ότι παίζουν αρνητικό ρόλο παρέχοντας προστασία στους κακούς αστυνομικούς εις βάρος των καλών αστυνομικών.
«Μεγαλώνουν το χάσμα ανάμεσα στην αστυνομία και τον πληθυσμό», λέει προτείνοντας στις αστυνομικές υπηρεσίες την υιοθέτηση στάσης μηδενικής ανοχής για τα ρατσιστικά μηνύματα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και την διαθεσιμότητα χωρίς αμοιβή για τους αστυνομικούς που κατηγορούνται για ρατσιστική συμπεριφορά κατά την διάρκεια της εναντίον τους έρευνας.
Στο Πεντάγωνο ξεκίνησε ανεξάρτητη έρευνα για τις προσπάθειες του υπουργείου Αμυνας για την αντιμετώπιση της ανόδου του εξτρεμισμού στις τάξεις των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων, προσπάθειες τις οποίες 14 δημοκρατικοί γερουσιαστές θεωρούν ανεπαρκείς.
Από την απόστρατο Ασλι Μπάμπιτ, που σκοτώθηκε από σφαίρα αστυνομικού την ώρα που προσπαθούσε δια της βίας να εισχωρήσει στην αίθουσα της ολομέλειας της Βουλής των Αντιπροσώπων, μέχρι τον Λάρι Ρέντελ Μπρικ, πρώην αξιωματικό της Πολεμικής Αεροπορίας που φωτογραφήθηκε στην Γερουσία ντυμένος με στρατιωτική στολή και ήταν εφοδιασμένος με πλαστικές χειροπέδες, μαζί με τις δεκάδες των εφέδρων και των αστυνομικών που έχουν αναγνωρισθεί σε βίντεο και φωτογραφίες να συμμετέχουν στην έφοδο, όλα παραπέμπουν σε μία απειλή για την οποία προειδοποιούν εδώ και καιρό οι αναλυτές: εξτρεμισμός και επικράτηση της ιδέας της λευκής υπεροχής στις τάξεις των αμερικανικών δυνάμεων ασφαλείας.
«Εδώ και μία δεκαετία παραμελούμε αυτήν την απειλή. Την αγνοούμε, την υποβαθμίζουμε, κλείνουμε τα μάτια», δηλώνει ο Ντάριλ Τζόνσον, πρώην ειδικός σε θέματα εσωτερικής τρομοκρατίας στο υπουργείο Εσωτερικής Ασφαλείας.
Ο Κρίστιαν Πιτσιολίνι, κάποτε οπαδός της λευκής επιρροής που εργάζεται για την αναμόρφωση εξτρεμιστών, δηλώνει ότι δεν εξεπλάγη βλέποντας αστυνομικούς και απόστρατους να συμμετέχουν στις ταραχές.
«Οι οπαδοί της λευκής υπεροχής προσπαθούν εδώ και καιρό να διεισδύσουν στις υπηρεσίες της αστυνομίας, του στρατού και άλλες υπηρεσίες αντιμετώπισης εκτάκτων καταστάσεων και να στρατολογήσουν στις τάξεις τους».
Και η αστυνομία του Κονγκρέσου;
Υπάρχουν φόβοι ότι ακόμη και η αστυνομία του Καπιτωλίου, η επιφορτισμένη με την ασφάλεια των μελών του Κονγκρέσου δεν έχει παραμείνει αλώβητη. Πολλά μέλη της έχουν τεθεί σε διαθεσιμότητα και έρευνα διεξάγεται για περισσότερους από δέκα αστυνομικούς μετά την δημοσιοποίηση οπτικού υλικού που τους δείχνει να ανοίγουν τις πόρτες στον μαινόμενο όχλο ή να βγάζουν σέλφις με εισβολείς.
Το 2006, το FBI δημοσίευσε έρευνα για την διείσδυση οπαδών της λευκής υπεροχής στις τάξεις των δυνάμεων ασφαλείας και το 2009 το DHS προειδοποίησε ότι ούτε ο στρατός έχει παραμείνει ανέπαφος, υπενθυμίζει ο Ντάριλ Τζόνσον.
Και τις δύο φορές, οι προειδοποιήσεις αγνοήθηκαν.
«Οταν δημοσιεύθηκε το πόρισμα του 2006, ήταν ακριβώς μετά την 11η Σεπτεμβρίου και κανείς δεν ενδιαφερόταν για την εσωτερική τρομοκρατία», εξηγεί η Βίντα Τζόνσον, του Georgetown University.
Και το 2009, «η κυβέρνηση του Μπαράκ Ομπάμα δεν διέθετε πολιτικό κεφάλαιο για να αντιμετωπίσει το φαινόμενο, πόσο μάλλον με έναν μαύρο πρόεδρο», λέει. «Βρισκόμαστε λοιπόν 11 χρόνια μετά: χωρίς συγκεκριμένα μέτρα για την εκδίωξη των οπαδών της λευκής υπεροχής από τις τάξεις του στρατού και της αστυνομίας».
Για την Λέσια Μπρουκς του Southern Poverty Law Center που ερευνά τις εξτρεμιστικές οργανώσεις, το πρόβλημα έχει ξεκινήσει πολύ πριν από την έλευση στον Λευκό Οίκο του Ντόναλντ Τραμπ, που στην πραγματικότητα έδωσε πολιτική νομιμοποίηση στην κατάσταση.
Οι οπαδοί του Τραμπ είναι στην πλειονότητά τους άνδρες, λευκοί, μία πληθυσμιακή ομάδα κυρίαρχη στις δυνάμεις ασφαλείας, και, κατά συνέπεια, δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι οι δύο αυτές ομάδες ταυτίζονται.
Ο Ντάριλ Τζόνσον θυμάται ότι το 2017 ήρθε σε επαφή με μία αστυνομική υπηρεσία, περισσότεροι από 100 μέλη της οποίας ανήκαν στην ακροδεξιά οργάνωση Oath Keepers.
Η απάντηση που έλαβε ήταν ότι είχαν το δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης. (!)
Τώρα που το πρόβλημα βρίσκεται στο κέντρο της προσοχής, οι ειδικοί ζητούν επείγουσα αντιμετώπιση του προβλήματος.
Η Χέδερ Τέιλορ, πρώην ντετέκτιβ στο Σεν Λούις και σήμερα εκπρόσωπος της αντιρατσιστικής οργάνωσης Ethical Society of Police, κατηγορεί τα συνδικάτα των αστυνομικών ότι παίζουν αρνητικό ρόλο παρέχοντας προστασία στους κακούς αστυνομικούς εις βάρος των καλών αστυνομικών.
«Μεγαλώνουν το χάσμα ανάμεσα στην αστυνομία και τον πληθυσμό», λέει προτείνοντας στις αστυνομικές υπηρεσίες την υιοθέτηση στάσης μηδενικής ανοχής για τα ρατσιστικά μηνύματα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και την διαθεσιμότητα χωρίς αμοιβή για τους αστυνομικούς που κατηγορούνται για ρατσιστική συμπεριφορά κατά την διάρκεια της εναντίον τους έρευνας.
Στο Πεντάγωνο ξεκίνησε ανεξάρτητη έρευνα για τις προσπάθειες του υπουργείου Αμυνας για την αντιμετώπιση της ανόδου του εξτρεμισμού στις τάξεις των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων, προσπάθειες τις οποίες 14 δημοκρατικοί γερουσιαστές θεωρούν ανεπαρκείς.