Μίνα Γκάγκα στα Παραπολιτικά: Ο πατέρας μου με έμαθε να αγαπώ την Ιατρική
Η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας ανοίγει την καρδιά της στα «Π» και μιλά για τις ανησυχίες των παιδιών της, το τέταρτο κύμα της πανδημίας και την ενασχόληση με την πολιτική
Το «καυτό» χαρτοφυλάκιο της αναπληρώτριας υπουργού Υγείας ανέλαβε στις 31 Αυγούστου 2021 η διακεκριμένη Ελληνίδα πνευμονονολόγος Μίνα Γκάγκα.
Εν μέσω πανδημίας και με το τέταρτο κύμα του φονικού κορονοϊού να σαρώνει τη χώρα, η έμπειρη γιατρός δίνει πλέον τη μάχη της από διαφορετικό μετερίζι. «Η κάθε ιδιότητα έχει τις δικές της δυσκολίες και τη δική της ευθύνη», λέει χαρακτηριστικά στα «Π» η κ. Γκάγκα, η οποία, μάλιστα, σημειώνει πως η συνεργασία της με τον υπουργό Υγείας, Θάνο Πλεύρη, είναι εξαιρετική.
Η ίδια, πάντως, δείχνει μαθημένη στις δυσκολίες και ταγμένη στο επιστημονικό της έργο. Αλλωστε, η αγάπη της για την Ιατρική ήταν κάτι που διαπίστωσε από τα πρώτα βήματα της ζωής της.
Γεννήθηκε στην Αθήνα, με καταγωγή από το Ελληνοχώρι Εβρου και ποντιακές ρίζες από την πλευρά της μητέρας της. Ο πατέρας της ήταν γιατρός και από πολύ μικρή ηλικία αποφάσισε να ακολουθήσει την επαγγελματική του πορεία. Τον θαύμαζε και από εκείνον έμαθε, όπως παραδέχεται, να αγαπά το συγκεκριμένο λειτούργημα. Στη συνέχεια, «το μήλο έπεσε κάτω από τη μηλιά», και μάλιστα με εντυπωσιακά αποτελέσματα. Η Μίνα Γκάγκα σπούδασε Ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, ολοκλήρωσε το διδακτορικό της και έκανε μετεκπαίδευση στο Λονδίνο.
Σήμερα πλέον χαρακτηρίζεται ως μια από τις κορυφαίες κλινικές ιατρούς, που ασχολείται ενεργά με την έρευνα, ενώ τα αντικείμενά της σχετίζονται με την πρόληψη και την ανακούφιση από το άσθμα και τον καρκίνο του πνεύμονα. Εχει, δε, εκτεταμένο διεθνές ερευνητικό έργο σε ξένα επιστημονικά περιοδικά, με περισσότερες από 13.500 αναφορές.
Επιπλέον, θα πρέπει να τονιστεί ότι υπηρέτησε ως γενική γραμματέας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Διαπίστευσης (2009-2013) στην Πνευμονολογία. Μάλιστα, το 2017 έλαβε μια πολύ σημαντική διάκριση, καθώς τα μέλη της Ευρωπαϊκής Πνευμονολογικής Εταιρείας την εξέλεξαν πρόεδρο. Πριν αναλάβει τη θέση της αναπληρώτριας υπουργού Υγείας, είχε διατελέσει διευθύντρια της 7ης Πνευμονολογικής Κλινικής στο νοσοκομείο «Σωτηρία» από το 2006.
Εκτός από τη μάχη κατά του COVID-19 στις ΜΕΘ των νοσοκομείων, η κ. Γκάγκα ήταν από τους πρώτους επιστήμονες που έδιναν ψύχραιμες και τεκμηριωμένες απαντήσεις στα media για τον αόρατο εχθρό που στέρησε χιλιάδες ζωές και κλόνισε την κανονικότητα. Με σοβαρό και στιβαρό προφίλ, δίχως να εμπλέκεται σε αψιμαχίες, κέρδισε τον σεβασμό του κόσμου που δεν την ήξερε από κοντά. Διότι όσοι νοσηλεύτηκαν στο «Σωτηρία» επί ημερών της δεν περίμεναν την τηλεόραση να επιβεβαιώσουν το επιστημονικό της κύρος. «Μια επιστήμων με γνώσεις και πάνω από όλα άνθρωπος», λένε ασθενείς της.
Παράλληλα, η κ. Γκάγκα δεν κρύβει την επιθυμία της για ενασχόληση με τα κοινά. «Θέλω να συμβάλω ώστε να προχωρήσουν κάποιες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, που θα κάνουν ακόμα καλύτερη τη φροντίδα των ασθενών και πιο ικανοποιητικές τις συνθήκες εργασίας των υγειονομικών»,επισημαίνει, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι στο παρελθόν υπήρξε υποψήφια βουλευτής Επικρατείας με τη Νέα Δημοκρατία. Εκτός από ιατρός και εσχάτως πολιτικός, η Μίνα Γκάγκα είναι και μητέρα. Μάλιστα, αποκαλύπτει τρυφερές στιγμές με τους γιους της και τη στήριξή τους όταν εκείνη αποφάσισε να κάνει βήματα έξω από τα νερά της. «Οταν μου προτάθηκε η θέση της αναπληρώτριας υπουργού Υγείας, είχαν ανησυχία για το πόσο χρόνο θα αφιερώνω στη δουλειά και για το αν θα κουράζομαι πολύ», σημειώνει με νόημα στην αποκαλυπτική της συνέντευξη.
Ποιος είναι πιο δύσκολος ρόλος; Αυτός της γιατρού ή πλέον της υπουργού, και μάλιστα στον ίδιο τομέα όπου υπηρετούσατε όλα αυτά τα χρόνια;
Η κάθε ιδιότητα έχει τις δικές της δυσκολίες και τη δική της ευθύνη. Στην Ιατρική υπάρχει ευθύνη για τη ζωή αλλά και για την ποιότητα της ζωής των ασθενών και ανάγκη πολλές φορές για πολύ γρήγορες αποφάσεις. Στο υπουργείο Υγείας οι αποφάσεις αφορούν την πραγματικότητα όλων των ασθενών και όλων των υγειονομικών. Και εδώ οι αποφάσεις δεν πρέπει να αργούν. Και στις δύο περιπτώσεις, βέβαια, είναι πολύ σημαντική η συνεργασία και η ομαδική δουλειά.
Υπάρχει προσωπική ζωή αυτό το διάστημα;
Οι μέρες είναι μακριές, υπάρχει πολλή δουλειά. Θέλουμε όλοι να εξασφαλίσουμε την καλύτερη δυνατή φροντίδα για τους ασθενείς και παράλληλα την καλύτερη δυνατή συνθήκη για τους εργαζομένους στο σύστημα υγείας. Με περισσότερα από 120 νοσοκομεία και 1.200 Κέντρα Υγείας, τα θέματα είναι συνεχή και ανεξάντλητα, οπότε ο ελεύθερος χρόνος είναι ελάχιστος.
Θα αντέξουμε σε αυτό το τέταρτο κύμα; Τι πήγε λάθος και ξέφυγε πάλι η κατάσταση;
Δεν ξέφυγε η κατάσταση. Το τέταρτο κύμα ήταν αναμενόμενο όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε όλη την Ευρώπη. Θα αντέξουμε, όπως αντέξαμε και στα προηγούμενα κύματα. Οι άνθρωποι του ΕΣΥ δίνουν καθημερινά τον καλύτερο εαυτό τους για όλους τους ασθενείς. Το υπουργείο ενισχύει το σύστημα, ειδικά στις πιο επιβαρυμένες περιοχές. Συνεργαζόμαστε με τον ιδιωτικό τομέα, ο οποίος συμβάλλει σημαντικά, δίνουμε κίνητρα στους ιδιώτες γιατρούς και αναδιατάσσουμε δυνάμεις για να καλυφθούν όλες οι ανάγκες. Το σύστημα δεν έχει καταρρεύσει δύο χρόνια τώρα από την πανδημία και δεν πρόκειται να καταρρεύσει. Είναι μάλιστα στο χέρι μας να αποσυμπιέσουμε το ΕΣΥ, αν εμβολιαστούμε όλοι και τηρούμε τα μέτρα προστασίας, ώστε να περιοριστεί η διασπορά του ιού.
Μέτρα επιπλέον θα πρέπει να ληφθούν, αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση;
Δίνουμε έμφαση στην αύξηση της εμβολιαστικής κάλυψης και στην τήρηση των υγειονομικών μέτρων. Δεν αναμένεται να παρεκκλίνουμε από τη στρατηγική αυτή, παρά μόνο σε επίπεδο ορισμένων βελτιώσεων, εφόσον κριθεί αναγκαίο.
Είναι εξαιρετική. Τον Θάνο τον ξέρω εδώ και πολλά χρόνια, και μάλιστα με είχε βοηθήσει πολύ με τη νομική του ιδιότητα την εποχή που ήμουν διευθύντρια Ιατρικής Υπηρεσίας στο «Σωτηρία». Καθένας μας έχει διαφορετικό αντικείμενο, στο οποίο έχει εμπειρία, και η συνεργασία μας προχωράει πολύ καλά.
Ποια ήταν η πιο δύσκολη στιγμή που αντιμετωπίσατε στην πανδημία;
Ηταν ο πρώτος καιρός, όταν δεν ξέραμε αν και πώς θα αντεπεξέλθουμε, τότε που φοβόμασταν για τους ασθενείς, τους εαυτούς μας και τους δικούς μας ανθρώπους.
Θέλατε από μικρή να γίνετε γιατρός;
Ο πατέρας μου ήταν γιατρός, αγαπούσε πολύ αυτό που έκανε και με έμαθε και μένα να το αγαπώ. Αρχικά ήθελα να ακολουθήσω Ψυχολογία και συμβουλευτικούς σταθμούς για γονείς. Προς το τέλος των ιατρικών σπουδών, επέλεξα να ακολουθήσω την ειδικότητα του πατέρα μου, την Πνευμονολογία. Στην ειδικότητα αυτή σημειώνονται πολλές εξελίξεις, υπάρχει πάντα κάτι ενδιαφέρον, ενώ σε πολλές περιπτώσεις οι ασθενείς γίνονται δικοί σου άνθρωποι, αφού τους παρακολουθείς πολλά χρόνια.
Οταν είπατε στους γιους σας ότι θα ασχοληθείτε με την πολιτική, πώς αντέδρασαν;
Σκέφτεστε την πολιτική;
Σκέφτομαι ότι θέλω να συμβάλω ώστε να προχωρήσουν κάποιες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που θα κάνουν ακόμα καλύτερη τη φροντίδα των ασθενών και πιο ικανοποιητικές τις συνθήκες εργασίας των υγειονομικών. Αυτήν την ευκαιρία θέλω να αξιοποιήσω από τη θέση μου στο υπουργείο. Πολύ σημαντική για μένα είναι η βέλτιστη φροντίδα όλων των ασθενών, COVID ή non-COVID, όπου και να ζουν, και η βελτίωση του περιβάλλοντος εργασίας για τους γιατρούς, τους νοσηλευτές και όλους τους υγειονομικούς, ώστε να αισθάνονται ασφάλεια και ικανοποίηση για το παρόν και το μέλλον στη δουλειά τους. Θέλω να υπάρξουν μεταρρυθμίσεις που θα δημιουργήσουν συνθήκες για να μένουν οι νέοι γιατροί στην Ελλάδα, να έχουν καλύτερη εκπαίδευση και τελικά να υπάρχει και εμπιστοσύνη και ικανοποίηση από όλους στο σύστημα υγείας. Ενα σύστημα με κέντρο τον ασθενή, ολιστικό, γρήγορο και με ποιότητα φροντίδας.
Εν μέσω πανδημίας και με το τέταρτο κύμα του φονικού κορονοϊού να σαρώνει τη χώρα, η έμπειρη γιατρός δίνει πλέον τη μάχη της από διαφορετικό μετερίζι. «Η κάθε ιδιότητα έχει τις δικές της δυσκολίες και τη δική της ευθύνη», λέει χαρακτηριστικά στα «Π» η κ. Γκάγκα, η οποία, μάλιστα, σημειώνει πως η συνεργασία της με τον υπουργό Υγείας, Θάνο Πλεύρη, είναι εξαιρετική.
Η ίδια, πάντως, δείχνει μαθημένη στις δυσκολίες και ταγμένη στο επιστημονικό της έργο. Αλλωστε, η αγάπη της για την Ιατρική ήταν κάτι που διαπίστωσε από τα πρώτα βήματα της ζωής της.
Σήμερα πλέον χαρακτηρίζεται ως μια από τις κορυφαίες κλινικές ιατρούς, που ασχολείται ενεργά με την έρευνα, ενώ τα αντικείμενά της σχετίζονται με την πρόληψη και την ανακούφιση από το άσθμα και τον καρκίνο του πνεύμονα. Εχει, δε, εκτεταμένο διεθνές ερευνητικό έργο σε ξένα επιστημονικά περιοδικά, με περισσότερες από 13.500 αναφορές.
Επιπλέον, θα πρέπει να τονιστεί ότι υπηρέτησε ως γενική γραμματέας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Διαπίστευσης (2009-2013) στην Πνευμονολογία. Μάλιστα, το 2017 έλαβε μια πολύ σημαντική διάκριση, καθώς τα μέλη της Ευρωπαϊκής Πνευμονολογικής Εταιρείας την εξέλεξαν πρόεδρο. Πριν αναλάβει τη θέση της αναπληρώτριας υπουργού Υγείας, είχε διατελέσει διευθύντρια της 7ης Πνευμονολογικής Κλινικής στο νοσοκομείο «Σωτηρία» από το 2006.
Εκτός από τη μάχη κατά του COVID-19 στις ΜΕΘ των νοσοκομείων, η κ. Γκάγκα ήταν από τους πρώτους επιστήμονες που έδιναν ψύχραιμες και τεκμηριωμένες απαντήσεις στα media για τον αόρατο εχθρό που στέρησε χιλιάδες ζωές και κλόνισε την κανονικότητα. Με σοβαρό και στιβαρό προφίλ, δίχως να εμπλέκεται σε αψιμαχίες, κέρδισε τον σεβασμό του κόσμου που δεν την ήξερε από κοντά. Διότι όσοι νοσηλεύτηκαν στο «Σωτηρία» επί ημερών της δεν περίμεναν την τηλεόραση να επιβεβαιώσουν το επιστημονικό της κύρος. «Μια επιστήμων με γνώσεις και πάνω από όλα άνθρωπος», λένε ασθενείς της.
Παράλληλα, η κ. Γκάγκα δεν κρύβει την επιθυμία της για ενασχόληση με τα κοινά. «Θέλω να συμβάλω ώστε να προχωρήσουν κάποιες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, που θα κάνουν ακόμα καλύτερη τη φροντίδα των ασθενών και πιο ικανοποιητικές τις συνθήκες εργασίας των υγειονομικών»,επισημαίνει, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι στο παρελθόν υπήρξε υποψήφια βουλευτής Επικρατείας με τη Νέα Δημοκρατία. Εκτός από ιατρός και εσχάτως πολιτικός, η Μίνα Γκάγκα είναι και μητέρα. Μάλιστα, αποκαλύπτει τρυφερές στιγμές με τους γιους της και τη στήριξή τους όταν εκείνη αποφάσισε να κάνει βήματα έξω από τα νερά της. «Οταν μου προτάθηκε η θέση της αναπληρώτριας υπουργού Υγείας, είχαν ανησυχία για το πόσο χρόνο θα αφιερώνω στη δουλειά και για το αν θα κουράζομαι πολύ», σημειώνει με νόημα στην αποκαλυπτική της συνέντευξη.
Ποιος είναι πιο δύσκολος ρόλος; Αυτός της γιατρού ή πλέον της υπουργού, και μάλιστα στον ίδιο τομέα όπου υπηρετούσατε όλα αυτά τα χρόνια;
Η κάθε ιδιότητα έχει τις δικές της δυσκολίες και τη δική της ευθύνη. Στην Ιατρική υπάρχει ευθύνη για τη ζωή αλλά και για την ποιότητα της ζωής των ασθενών και ανάγκη πολλές φορές για πολύ γρήγορες αποφάσεις. Στο υπουργείο Υγείας οι αποφάσεις αφορούν την πραγματικότητα όλων των ασθενών και όλων των υγειονομικών. Και εδώ οι αποφάσεις δεν πρέπει να αργούν. Και στις δύο περιπτώσεις, βέβαια, είναι πολύ σημαντική η συνεργασία και η ομαδική δουλειά.
Οι μέρες είναι μακριές, υπάρχει πολλή δουλειά. Θέλουμε όλοι να εξασφαλίσουμε την καλύτερη δυνατή φροντίδα για τους ασθενείς και παράλληλα την καλύτερη δυνατή συνθήκη για τους εργαζομένους στο σύστημα υγείας. Με περισσότερα από 120 νοσοκομεία και 1.200 Κέντρα Υγείας, τα θέματα είναι συνεχή και ανεξάντλητα, οπότε ο ελεύθερος χρόνος είναι ελάχιστος.
Θα αντέξουμε σε αυτό το τέταρτο κύμα; Τι πήγε λάθος και ξέφυγε πάλι η κατάσταση;
Δεν ξέφυγε η κατάσταση. Το τέταρτο κύμα ήταν αναμενόμενο όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά σε όλη την Ευρώπη. Θα αντέξουμε, όπως αντέξαμε και στα προηγούμενα κύματα. Οι άνθρωποι του ΕΣΥ δίνουν καθημερινά τον καλύτερο εαυτό τους για όλους τους ασθενείς. Το υπουργείο ενισχύει το σύστημα, ειδικά στις πιο επιβαρυμένες περιοχές. Συνεργαζόμαστε με τον ιδιωτικό τομέα, ο οποίος συμβάλλει σημαντικά, δίνουμε κίνητρα στους ιδιώτες γιατρούς και αναδιατάσσουμε δυνάμεις για να καλυφθούν όλες οι ανάγκες. Το σύστημα δεν έχει καταρρεύσει δύο χρόνια τώρα από την πανδημία και δεν πρόκειται να καταρρεύσει. Είναι μάλιστα στο χέρι μας να αποσυμπιέσουμε το ΕΣΥ, αν εμβολιαστούμε όλοι και τηρούμε τα μέτρα προστασίας, ώστε να περιοριστεί η διασπορά του ιού.
Μέτρα επιπλέον θα πρέπει να ληφθούν, αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση;
Δίνουμε έμφαση στην αύξηση της εμβολιαστικής κάλυψης και στην τήρηση των υγειονομικών μέτρων. Δεν αναμένεται να παρεκκλίνουμε από τη στρατηγική αυτή, παρά μόνο σε επίπεδο ορισμένων βελτιώσεων, εφόσον κριθεί αναγκαίο.
Με περισσότερα από 120 νοσοκομεία και 1.200 Κέντρα Υγείας, τα θέματα είναι συνεχή και ανεξάντλητα, οπότε ο ελεύθερος χρόνος είναι ελάχιστοςΜε τον κ. Θάνο Πλεύρη πώς είναι η συνύπαρξη στο υπουργείο;
Είναι εξαιρετική. Τον Θάνο τον ξέρω εδώ και πολλά χρόνια, και μάλιστα με είχε βοηθήσει πολύ με τη νομική του ιδιότητα την εποχή που ήμουν διευθύντρια Ιατρικής Υπηρεσίας στο «Σωτηρία». Καθένας μας έχει διαφορετικό αντικείμενο, στο οποίο έχει εμπειρία, και η συνεργασία μας προχωράει πολύ καλά.
Ποια ήταν η πιο δύσκολη στιγμή που αντιμετωπίσατε στην πανδημία;
Ηταν ο πρώτος καιρός, όταν δεν ξέραμε αν και πώς θα αντεπεξέλθουμε, τότε που φοβόμασταν για τους ασθενείς, τους εαυτούς μας και τους δικούς μας ανθρώπους.
Θέλατε από μικρή να γίνετε γιατρός;
Ο πατέρας μου ήταν γιατρός, αγαπούσε πολύ αυτό που έκανε και με έμαθε και μένα να το αγαπώ. Αρχικά ήθελα να ακολουθήσω Ψυχολογία και συμβουλευτικούς σταθμούς για γονείς. Προς το τέλος των ιατρικών σπουδών, επέλεξα να ακολουθήσω την ειδικότητα του πατέρα μου, την Πνευμονολογία. Στην ειδικότητα αυτή σημειώνονται πολλές εξελίξεις, υπάρχει πάντα κάτι ενδιαφέρον, ενώ σε πολλές περιπτώσεις οι ασθενείς γίνονται δικοί σου άνθρωποι, αφού τους παρακολουθείς πολλά χρόνια.
Οταν είπατε στους γιους σας ότι θα ασχοληθείτε με την πολιτική, πώς αντέδρασαν;
Οταν προέκυψε η θέση στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας, οι γιοι μου έδειξαν να το χαίρονται, ενώ εμένα με είχε φοβίσειΟταν προέκυψε η θέση στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας, που δεν ήταν εκλόγιμη, αλλά συμβόλιζε τη στήριξη στους γιατρούς του ΕΣΥ, έδειξαν να το χαίρονται, ενώ εμένα με είχε φοβίσει. Βέβαια, δεν αντέδρασαν το ίδιο και όταν μου προτάθηκε η θέση της αναπληρώτριας υπουργού Υγείας. Είχαν ανησυχία για το πόσο χρόνο θα αφιερώνω στη δουλειά και για το αν θα κουράζομαι πολύ. Ομως, είχα πάντα και συνεχίζω να έχω πολύ μεγάλη υποστήριξη τόσο από τον άντρα μου όσο και από τα παιδιά μου και όλη μου την οικογένεια.
Σκέφτεστε την πολιτική;
Σκέφτομαι ότι θέλω να συμβάλω ώστε να προχωρήσουν κάποιες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που θα κάνουν ακόμα καλύτερη τη φροντίδα των ασθενών και πιο ικανοποιητικές τις συνθήκες εργασίας των υγειονομικών. Αυτήν την ευκαιρία θέλω να αξιοποιήσω από τη θέση μου στο υπουργείο. Πολύ σημαντική για μένα είναι η βέλτιστη φροντίδα όλων των ασθενών, COVID ή non-COVID, όπου και να ζουν, και η βελτίωση του περιβάλλοντος εργασίας για τους γιατρούς, τους νοσηλευτές και όλους τους υγειονομικούς, ώστε να αισθάνονται ασφάλεια και ικανοποίηση για το παρόν και το μέλλον στη δουλειά τους. Θέλω να υπάρξουν μεταρρυθμίσεις που θα δημιουργήσουν συνθήκες για να μένουν οι νέοι γιατροί στην Ελλάδα, να έχουν καλύτερη εκπαίδευση και τελικά να υπάρχει και εμπιστοσύνη και ικανοποίηση από όλους στο σύστημα υγείας. Ενα σύστημα με κέντρο τον ασθενή, ολιστικό, γρήγορο και με ποιότητα φροντίδας.