Τζίμι Κάρτερ: Το μακρύ «αντίο» ενός ταπεινού πρώην πλανητάρχη
«Ποτέ δεν ήταν η φιλοδοξία μου να είμαι πλούσιος», δήλωνε
«Το όνομά μου είναι Τζίμι Κάρτερ. Στη ζωή μου υπήρξα αγρότης, αξιωματικός του Nαυτικού, δάσκαλος στο κατηχητικό, φυσιολάτρης, ακτιβιστής της Δημοκρατίας, οικοδόμος, κυβερνήτης της Τζόρτζια και αποδέκτης του βραβείου Νόμπελ Ειρήνης. Και από το 1977 έως το 1981 είχα το προνόμιο να υπηρετήσω ως ο 39ος πρόεδρος των ΗΠΑ», είπε ο 97χρονος Κάρτερ, την άνοιξη του 2022, ως μια σύντομη περιγραφή του εαυτού του, καθώς ένωνε τη φωνή και τις δυνάμεις του με όσους αντιτάχθηκαν στα σχέδια κατασκευής χωματόδρομου στο Εθνικό Καταφύγιο Άγριας Ζωής Izembek στην Αλάσκα.
Δραστήριος και ενεργός, παρά το ότι κόντευε πια τα 100, θεώρησε χρέος του να υπερασπιστεί τον Νόμο για τη Διατήρηση Εθνικού Ενδιαφέροντος Εδαφών της Αλάσκας, γνωστό ως Anilca, τον οποίο είχε υπογράψει το 1980.
«Ίσως το πιο σημαντικό εγχώριο επίτευγμα της πολιτικής μου ζωής», είχε πει τότε στους «New York Times».
Ήταν το χαρακτηριστικό δείγμα γραφής ενός οραματιστή, που γεννήθηκε τον Οκτώβριο του 1924 στο Πλέινς της Τζόρτζια.
Έφτασε αναπάντεχα μέχρι τον Λευκό Οίκο την ταραγμένη περίοδο -εντός και εκτός αμερικανικών συνόρων- στα τέλη της δεκαετίας του '70.
Και παρά το γεγονός ότι υπηρέτησε μόλις μία προεδρική θητεία, αποδείχθηκε στην πορεία των χρόνων ο πιο ταπεινός και συμπαθής πλανητάρχης.
«Ο πρόεδρος μη διασημότητα» τον είχε χαρακτηρίσει σε ένα αφιέρωμα το 2018 η «Washington Post» για το γεγόνος ότι «απέφυγε τα πλούτη και ζει σεμνά στη γενέτειρά του στην Τζόρτζια», συνεχίζοντας αθόρυβα το ανιδιοτελές του έργο.
Αν και ήταν μόλις 57 ετών όταν αποχώρησε από το Οβάλ Γραφείο, δεν εντάχθηκε στο διοικητικό συμβούλιο κάποιας εταιρείας με παχυλό μισθό, ούτε άρχισε να δίνει ομιλίες έναντι αδράς αμοιβής, γιατί δεν ήθελε «να εκμεταλλευτώ οικονομικά την παρουσία μου στον Λευκό Οίκο».
«Δεν κατηγορώ άλλους που το έκαναν», είχε πει στο αφιέρωμα της αμερικανικής εφημερίδας.
«Απλώς, ποτέ δεν ήταν η φιλοδοξία μου να είμαι πλούσιος», πρόσθεσε.
Τα εισοδήματά του ήταν κυρίως από την ετήσια προεδρική σύνταξη -περίπου 219.000 δολάρια- σύμφωνα με τα στοιχεία του 2020 και συγγραφή βιβλίων με θέματα που κυμαίνονταν από τη ζωή και την πολιτική καριέρα του έως τη χριστιανική του πίστη, την ειρήνη στη Μέση Ανατολή, τα δικαιώματα των γυναικών, το γήρας, το ψάρεμα και την ξυλουργική.
Στα 98 του, ως ο γηραιότερος εν ζωή πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, μπήκε από το περασμένο Σάββατο σε κατ’ οίκον ανακουφιστική φροντίδα, έπειτα από σύντομη νοσηλεία, πολλούς τραυματισμούς στο παρελθόν από πτώσεις και μια ανέλπιστα νικηφόρα μάχη με τον καρκίνο -μελάνωμα που εξαπλώθηκε στο συκώτι και στον εγκέφαλό του- το 2015.
Ανακοίνωσε ότι θέλει να περάσει τον υπόλοιπο χρόνο που του απομένει στο σπίτι του στην Τζόρτζια, μαζί με την 95χρονη σύζυγό του, Ρόζαλιν, με την οποία παντρεύτηκε το 1946, αποκτώντας τέσσερα παιδιά και οκτώ εγγόνια.
Εν αναμονή πια του μοιραίου, πολλοί μιλούν για το κλείσιμο ενός κύκλου τραγικά επίκαιρου στη σύγχρονη αμερικανική ιστορία.
Όπως και τώρα, έτσι και την περίοδο που ο Τζίμι Κάρτερ ανήλθε στην εξουσία, η Αμερική έδειχνε να έχει χάσει τον δρόμο της.
Τα θεμέλια της δημοκρατίας της έδειχναν να κλυδωνίζονται από τη δηλητηριώδη πόλωση, που τότε στιγματίστηκε από τις δολοφονίες του προέδρου Κένεντι, του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και του Ρόμπερτ Κένεντι.
Ο πόλεμος του Βιετνάμ είχε λήξει με ήττα, απογοήτευση και 58.000 Αμερικανούς νεκρούς χωρίς προφανή λόγο.
Αυτά, δε, στη βαριά «σκιά» της προεδρίας Νίξον και του σκανδάλου «Γουότεργκεϊτ», που έφερε -μέσα από ένα «γαϊτανάκι» παραιτήσεων- τον μη εκλεγμένο τότε αντιπρόεδρο Τζέραλντ Φορντ στον Λευκό Οίκο.
Μέσα σε αυτό το χάος ήταν που ο Τζίμι Κάρτερ -ένας πρώην αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού, πρώην καλλιεργητής φιστικιών από την Τζόρτζια και ελάχιστα τότε γνωστός κυβερνήτης της νοτιοανατολικής πολιτείας- κατάφερε να πάρει το χρίσμα των Δημοκρατικών και να εκλεγεί πρόεδρος των ΗΠΑ.
Το πέτυχε υποσχόμενος να μην πει ποτέ ψέματα στον αμερικανικό λαό. Διαφορετικά, διακήρυξε, «δεν θα αξίζω να είμαι ο πρόεδρός σας».
Ζητούσε από τον κόσμο να τον αποκαλεί «Τζίμι». Έπαιζε σόφτμπολ με δημοσιογράφους. Κουβαλούσε ο ίδιος τον χαρτοφύλακά του. Και είχε πάντα ένα καλοσυνάτο, πλατύ χαμόγελο στα χείλη.
«Μου δώσατε μια μεγάλη ευθύνη, να μείνω κοντά σας, να είμαι αντάξιος και να παραδειγματίζω αυτό που είστε», είπε ο Κάρτερ στην ομιλία του μετά την εκλογή του στον Λευκό Οίκο.
«Ας δημιουργήσουμε μαζί ένα νέο εθνικό πνεύμα ενότητας και εμπιστοσύνης. Η δύναμή σας μπορεί να αντισταθμίσει την αδυναμία μου και η σοφία σας μπορεί να βοηθήσει να ελαχιστοποιήσω τα λάθη μου».
Κατά τη διάρκεια της θητείας του ως 39ος πρόεδρος των ΗΠΑ και αουτσάιντερ στην Ουάσινγκτον -ακόμα και στις τάξεις των ίδιων των Δημοκρατικών- έδωσε αγώνα για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την κοινωνική δικαιοσύνη.
Υποστήριξε από τότε τη στροφή στις ανανεώσιμες μορφές ενέργειας.
Συμφώνησε επίσης στον τερματισμό του αμερικανικού ελέγχου στη Διώρυγα του Παναμά.
Από τις σημαντικότερες στιγμές της προεδρίας του ήταν η υπογραφή της ειρηνευτικής συμφωνίας μεταξύ του Ισραήλ και της Αιγύπτου, στο Καμπ Ντέιβιντ.
Όμως η κυβέρνηση Κάρτερ προσέκρουσε σε πολλά εμπόδια.
Από την πετρελαϊκή κρίση, τον υψηλό πληθωρισμό και την ανεργία έως την εισβολή των Σοβιετικών στο Αφγανιστάν και την ομηρία των Αμερικανών στο Ιράν, με αποκορύφωμα την καταστροφικά αποτυχημένη προσπάθεια διάσωσής τους το 1980.
Στις προεδρικές εκλογές εκείνης της χρονιάς η νίκη ήταν σχεδόν προδιαγεγραμμένη για τον υπερσυντηρητικό Ρεπουμπλικανό και πρώην ηθοποιό του Χόλιγουντ, Ρόναλντ Ρίγκαν, εγκαινιάζοντας έτσι μια μακρά περίοδο συντηρητισμού στις ΗΠΑ.
Μετά την ξεκάθαρη ήττα, ο Τζίμι Κάρτερ επέστρεψε στο σπίτι του στο Πλέινς -ένα ράντσο δύο υπνοδωματίων- συνεχίζοντας από εκεί τη μάχη του για τη δημοκρατία, τη διεθνή διπλωματία και τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Πρωτοστάτησε στις προσπάθειες για την εξάλειψη της δρακουνκουλίασης -γνωστής και ως ασθένεια του σκουληκιού της Γουινέας- στις αναπτυσσόμενες χώρες.
Από το 1994, το ζεύγος υποστήριξε ενεργά τη φιλανθρωπική ΜΚΟ Habitat for Humanity, με διακηρυγμένο στόχο «τη στήριξη των ανθρώπων στις φτωχότερες κοινότητες του κόσμου, προκειμένου να ξεπεράσουν τη χρόνια έλλειψη αξιοπρεπούς στέγασης».
Συχνά, μέχρι και τη δεκαετία του '90, ο Κάρτερ συμμετείχε προσωπικά, σε αυτό το πλαίσιο, στην κατασκευή σπιτιών. Μεταξύ αυτών, για μια κοινότητα Ινδιάνων στη Νότια Ντακότα, που τον τίμησε δίνοντάς του το όνομα «Αυτός που νοιάζεται για τους ανθρώπους».
Παρέμεινε διπλωματικά ενεργός, συμμετέχοντας σε αποστολές με στόχο την επίλυση διενέξεων και την άμβλυνση γεωπολιτικών εντάσεων: από την Αϊτή και τη Βοσνία έως την Αφρική, τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Κορέα.
Μαζί με τον Νέλσον Μαντέλα και άλλους ηγέτες συμμετείχε στην ομάδα The Elders, με διακηρυγμένο στόχο την προάσπιση της ειρήνης και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Σε αναγνώριση του έργου του, του απονεμήθηκε το 2002 το Νόμπελ Ειρήνης.
«Ο δεσμός της κοινής μας ανθρωπιάς είναι ισχυρότερος από τον διχασμό των φόβων και των προκαταλήψεών μας», είχε δηλώσει τότε.
«Ο Θεός μάς δίνει την ικανότητα επιλογής. Μπορούμε να επιλέξουμε να ανακουφίσουμε τον πόνο. Μπορούμε να επιλέξουμε να εργαστούμε από κοινού για την ειρήνη. Μπορούμε να κάνουμε αυτές τις αλλαγές – και πρέπει να τις κάνουμε», συμπλήρωσε.
*Πηγή: in.gr
Δραστήριος και ενεργός, παρά το ότι κόντευε πια τα 100, θεώρησε χρέος του να υπερασπιστεί τον Νόμο για τη Διατήρηση Εθνικού Ενδιαφέροντος Εδαφών της Αλάσκας, γνωστό ως Anilca, τον οποίο είχε υπογράψει το 1980.
«Ίσως το πιο σημαντικό εγχώριο επίτευγμα της πολιτικής μου ζωής», είχε πει τότε στους «New York Times».
Ήταν το χαρακτηριστικό δείγμα γραφής ενός οραματιστή, που γεννήθηκε τον Οκτώβριο του 1924 στο Πλέινς της Τζόρτζια.
Έφτασε αναπάντεχα μέχρι τον Λευκό Οίκο την ταραγμένη περίοδο -εντός και εκτός αμερικανικών συνόρων- στα τέλη της δεκαετίας του '70.
Και παρά το γεγονός ότι υπηρέτησε μόλις μία προεδρική θητεία, αποδείχθηκε στην πορεία των χρόνων ο πιο ταπεινός και συμπαθής πλανητάρχης.
«Ο πρόεδρος μη διασημότητα» τον είχε χαρακτηρίσει σε ένα αφιέρωμα το 2018 η «Washington Post» για το γεγόνος ότι «απέφυγε τα πλούτη και ζει σεμνά στη γενέτειρά του στην Τζόρτζια», συνεχίζοντας αθόρυβα το ανιδιοτελές του έργο.
Αν και ήταν μόλις 57 ετών όταν αποχώρησε από το Οβάλ Γραφείο, δεν εντάχθηκε στο διοικητικό συμβούλιο κάποιας εταιρείας με παχυλό μισθό, ούτε άρχισε να δίνει ομιλίες έναντι αδράς αμοιβής, γιατί δεν ήθελε «να εκμεταλλευτώ οικονομικά την παρουσία μου στον Λευκό Οίκο».
«Δεν κατηγορώ άλλους που το έκαναν», είχε πει στο αφιέρωμα της αμερικανικής εφημερίδας.
«Απλώς, ποτέ δεν ήταν η φιλοδοξία μου να είμαι πλούσιος», πρόσθεσε.
Ο ανέλπιστος μαχητής
Τα εισοδήματά του ήταν κυρίως από την ετήσια προεδρική σύνταξη -περίπου 219.000 δολάρια- σύμφωνα με τα στοιχεία του 2020 και συγγραφή βιβλίων με θέματα που κυμαίνονταν από τη ζωή και την πολιτική καριέρα του έως τη χριστιανική του πίστη, την ειρήνη στη Μέση Ανατολή, τα δικαιώματα των γυναικών, το γήρας, το ψάρεμα και την ξυλουργική.Στα 98 του, ως ο γηραιότερος εν ζωή πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, μπήκε από το περασμένο Σάββατο σε κατ’ οίκον ανακουφιστική φροντίδα, έπειτα από σύντομη νοσηλεία, πολλούς τραυματισμούς στο παρελθόν από πτώσεις και μια ανέλπιστα νικηφόρα μάχη με τον καρκίνο -μελάνωμα που εξαπλώθηκε στο συκώτι και στον εγκέφαλό του- το 2015.
Ανακοίνωσε ότι θέλει να περάσει τον υπόλοιπο χρόνο που του απομένει στο σπίτι του στην Τζόρτζια, μαζί με την 95χρονη σύζυγό του, Ρόζαλιν, με την οποία παντρεύτηκε το 1946, αποκτώντας τέσσερα παιδιά και οκτώ εγγόνια.
Εν αναμονή πια του μοιραίου, πολλοί μιλούν για το κλείσιμο ενός κύκλου τραγικά επίκαιρου στη σύγχρονη αμερικανική ιστορία.
Όπως και τώρα, έτσι και την περίοδο που ο Τζίμι Κάρτερ ανήλθε στην εξουσία, η Αμερική έδειχνε να έχει χάσει τον δρόμο της.
Τα θεμέλια της δημοκρατίας της έδειχναν να κλυδωνίζονται από τη δηλητηριώδη πόλωση, που τότε στιγματίστηκε από τις δολοφονίες του προέδρου Κένεντι, του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και του Ρόμπερτ Κένεντι.
Ο πόλεμος του Βιετνάμ είχε λήξει με ήττα, απογοήτευση και 58.000 Αμερικανούς νεκρούς χωρίς προφανή λόγο.
Αυτά, δε, στη βαριά «σκιά» της προεδρίας Νίξον και του σκανδάλου «Γουότεργκεϊτ», που έφερε -μέσα από ένα «γαϊτανάκι» παραιτήσεων- τον μη εκλεγμένο τότε αντιπρόεδρο Τζέραλντ Φορντ στον Λευκό Οίκο.
Μέσα σε αυτό το χάος ήταν που ο Τζίμι Κάρτερ -ένας πρώην αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού, πρώην καλλιεργητής φιστικιών από την Τζόρτζια και ελάχιστα τότε γνωστός κυβερνήτης της νοτιοανατολικής πολιτείας- κατάφερε να πάρει το χρίσμα των Δημοκρατικών και να εκλεγεί πρόεδρος των ΗΠΑ.
Μια ταραχώδης προεδρία
Το πέτυχε υποσχόμενος να μην πει ποτέ ψέματα στον αμερικανικό λαό. Διαφορετικά, διακήρυξε, «δεν θα αξίζω να είμαι ο πρόεδρός σας».Ζητούσε από τον κόσμο να τον αποκαλεί «Τζίμι». Έπαιζε σόφτμπολ με δημοσιογράφους. Κουβαλούσε ο ίδιος τον χαρτοφύλακά του. Και είχε πάντα ένα καλοσυνάτο, πλατύ χαμόγελο στα χείλη.
«Μου δώσατε μια μεγάλη ευθύνη, να μείνω κοντά σας, να είμαι αντάξιος και να παραδειγματίζω αυτό που είστε», είπε ο Κάρτερ στην ομιλία του μετά την εκλογή του στον Λευκό Οίκο.
«Ας δημιουργήσουμε μαζί ένα νέο εθνικό πνεύμα ενότητας και εμπιστοσύνης. Η δύναμή σας μπορεί να αντισταθμίσει την αδυναμία μου και η σοφία σας μπορεί να βοηθήσει να ελαχιστοποιήσω τα λάθη μου».
Κατά τη διάρκεια της θητείας του ως 39ος πρόεδρος των ΗΠΑ και αουτσάιντερ στην Ουάσινγκτον -ακόμα και στις τάξεις των ίδιων των Δημοκρατικών- έδωσε αγώνα για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την κοινωνική δικαιοσύνη.
Υποστήριξε από τότε τη στροφή στις ανανεώσιμες μορφές ενέργειας.
Συμφώνησε επίσης στον τερματισμό του αμερικανικού ελέγχου στη Διώρυγα του Παναμά.
Από τις σημαντικότερες στιγμές της προεδρίας του ήταν η υπογραφή της ειρηνευτικής συμφωνίας μεταξύ του Ισραήλ και της Αιγύπτου, στο Καμπ Ντέιβιντ.
Όμως η κυβέρνηση Κάρτερ προσέκρουσε σε πολλά εμπόδια.
Από την πετρελαϊκή κρίση, τον υψηλό πληθωρισμό και την ανεργία έως την εισβολή των Σοβιετικών στο Αφγανιστάν και την ομηρία των Αμερικανών στο Ιράν, με αποκορύφωμα την καταστροφικά αποτυχημένη προσπάθεια διάσωσής τους το 1980.
Στις προεδρικές εκλογές εκείνης της χρονιάς η νίκη ήταν σχεδόν προδιαγεγραμμένη για τον υπερσυντηρητικό Ρεπουμπλικανό και πρώην ηθοποιό του Χόλιγουντ, Ρόναλντ Ρίγκαν, εγκαινιάζοντας έτσι μια μακρά περίοδο συντηρητισμού στις ΗΠΑ.
Μετά την ξεκάθαρη ήττα, ο Τζίμι Κάρτερ επέστρεψε στο σπίτι του στο Πλέινς -ένα ράντσο δύο υπνοδωματίων- συνεχίζοντας από εκεί τη μάχη του για τη δημοκρατία, τη διεθνή διπλωματία και τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Μαχητής έως το τέλος
Μαζί με τη σύζυγό του ίδρυσε το 1982 το Κέντρο Κάρτερ, υπό το κεντρικό σύνθημα «Κάνοντας ειρήνη, καταπολεμώντας τις ασθένειες, χτίζοντας την ελπίδα».Πρωτοστάτησε στις προσπάθειες για την εξάλειψη της δρακουνκουλίασης -γνωστής και ως ασθένεια του σκουληκιού της Γουινέας- στις αναπτυσσόμενες χώρες.
Από το 1994, το ζεύγος υποστήριξε ενεργά τη φιλανθρωπική ΜΚΟ Habitat for Humanity, με διακηρυγμένο στόχο «τη στήριξη των ανθρώπων στις φτωχότερες κοινότητες του κόσμου, προκειμένου να ξεπεράσουν τη χρόνια έλλειψη αξιοπρεπούς στέγασης».
Συχνά, μέχρι και τη δεκαετία του '90, ο Κάρτερ συμμετείχε προσωπικά, σε αυτό το πλαίσιο, στην κατασκευή σπιτιών. Μεταξύ αυτών, για μια κοινότητα Ινδιάνων στη Νότια Ντακότα, που τον τίμησε δίνοντάς του το όνομα «Αυτός που νοιάζεται για τους ανθρώπους».
Παρέμεινε διπλωματικά ενεργός, συμμετέχοντας σε αποστολές με στόχο την επίλυση διενέξεων και την άμβλυνση γεωπολιτικών εντάσεων: από την Αϊτή και τη Βοσνία έως την Αφρική, τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Κορέα.
Μαζί με τον Νέλσον Μαντέλα και άλλους ηγέτες συμμετείχε στην ομάδα The Elders, με διακηρυγμένο στόχο την προάσπιση της ειρήνης και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Σε αναγνώριση του έργου του, του απονεμήθηκε το 2002 το Νόμπελ Ειρήνης.
«Ο δεσμός της κοινής μας ανθρωπιάς είναι ισχυρότερος από τον διχασμό των φόβων και των προκαταλήψεών μας», είχε δηλώσει τότε.
«Ο Θεός μάς δίνει την ικανότητα επιλογής. Μπορούμε να επιλέξουμε να ανακουφίσουμε τον πόνο. Μπορούμε να επιλέξουμε να εργαστούμε από κοινού για την ειρήνη. Μπορούμε να κάνουμε αυτές τις αλλαγές – και πρέπει να τις κάνουμε», συμπλήρωσε.
*Πηγή: in.gr