Η απορία είναι πάντα εκεί: Το ονοµατεπώνυµο Γιόχαν Κρόιφ είναι τόσο εµβληµατικό επειδή όντως άλλαξε το ποδόσφαιρο ή, αν γνώριζες κάποιον που ονοµάζεται Γιόχαν Κρόιφ, θα νόµιζες, εξαιτίας ακριβώς του διαµετρήµατος του ίδιου του ονοµατεπώνυµου, ότι θα γινόταν οπωσδήποτε σπουδαίος;

Από τον µάταιο τούτο κόσµο ο Κρόιφ αποχώρησε στις 24 Μαρτίου 2016. Ο ποδοσφαιρικός κόσµος αποχαιρέτησε τον άνθρωπο που τον άλλαξε: Τον πρώτο που οι φίλαθλοι θεωρούσαν πραγµατικό καλλιτέχνη. Ο Γιόχαν Κρόιφ υπήρξε ένα καλλιτεχνικό ρεύµα, το αισθητικό ισοδύναµο του κυβισµού ή του σουρεαλισµού στο χορτάρι. Οι Ολλανδοί τον θεωρούν εφάµιλλο του Βίνσεντ βαν Γκογκ, αλλά, σε αντίθεση µε τον ιδιοφυή ζωγράφο, που πούλησε µόνο έναν πίνακα σε όλη τη ζωή του, το «Κόκκινο αµπέλι», ο Κρόιφ κοστολόγησε πολύ ακριβά τον εαυτό του.

ΤΟ ΓΥΑΛΙΝΟ ΜΑΤΙ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ ΤΟΥ, ΟΙ ΔΙΑΛΟΓΟΙ ΣΤΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΒΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΟΡΕΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

Στο Αµστερνταµ, ο κόσµος πένθησε πιο έντονα. Και στα έγκατα του Αγιαξ τα φαντάσµατα και τα στοιχειά συγκεντρώθηκαν για να χαιρετήσουν το πνεύµα που επισκίασε την ίδια την παρουσία τους, πεταριστές ψυχές, που, λόγω του διαµετρήµατος του µικρού Χέντρικ, γεννηµένου στις 25 Απριλίου του 1947, κάποιος καταράστηκε να επιδιώκουν τη λύτρωση ακόµα και µετά θάνατον.

Ο Χέντρικ Γιοχάνες Κρόιφ υπήρξε το άπαν για τον Αγιαξ, µε τον ίδιο τρόπο που ο Πελέ υπήρξε το άπαν για τη Σάντος και ο Ντιέγκο Μαραντόνα το αντίστοιχο για τη Νάπολι. ∆εν στοιχειοθετείται ιστορία που σηκώνει τρίχες χωρίς τον λιπόσαρκο Ολλανδό, τον άνθρωπο των χιλίων αντιφάσεων, ο οποίος «οιστρηλατήθηκε» από το γυάλινο µάτι του πατέρα του, Μάνους, µεγάλωσε στο παλιό γήπεδο του Αγιαξ και ανατράφηκε από την ίδια την οµάδα µε την οποία ταυτίστηκε όσο εκείνη συνδέθηκε µε τον ίδιο.

Η παγίδα

Ο Μάνους Κρόιφ, µε ένα µανάβικο δίπλα στο γήπεδο, το θρυλικό «De Meer» -το οποίο, ειρήσθω εν παρόδω, «έκλεισε» ο Παναθηναϊκός στο 1-0 του πρώτου ηµιτελικού του Champions League το 1996, του τελευταίου διεθνούς ποδοσφαιρικού παιχνιδιού που έγινε ποτέ εκεί-, κέρδιζε λεφτά από ανθρώπους που τελούσαν υπό άγνοια. ∆εν τους έκλεβε, απλώς τους έλεγε: «Σου βάζω στοίχηµα πέντε σεντς ότι µπορώ να κοιτάζω τον ήλιο περισσότερη ώρα από εσένα». Επεφταν στην παγίδα. Ο Μάνους έκλεινε το «καλό» µάτι και άφηνε το γυάλινο να κάνει τη δουλειά.

Ο µικρός Γιόχαν, που στα πέντε του µπήκε για πρώτη φορά στο γήπεδο του Αγιαξ, πήγαινε καλάθια µε φρούτα από το µανάβικο του πατέρα του στους τραυµατισµένους παίκτες της οµάδας, κούρευε το γρασίδι και είχε τα ποδοσφαιρικά παπούτσια του πάντα µαζί του, διότι δεν ήξερε πότε θα του χρειάζονταν. Ηταν τόσο µικρόσωµος που το παρατσούκλι του στα µικράτα του ήταν «γαρίδα». Πράγµατι, οι παίκτες της πρώτης οµάδας τον έβαζαν να παίζει κυρίως επειδή τον λυπούνταν. Ο Κρόιφ, δεν θα ήξερε γιατί, σκεφτόταν ότι «κάθε ελάττωµα έχει το προτέρηµά του». Οταν οι γονείς του τον έστειλαν σε χριστιανικό σχολείο, ο πιτσιρικάς ρώτησε τον πατέρα του για ποιον λόγο έπρεπε να πηγαίνει «στο σχολείο που µε υποχρεώνει να κουβαλάω τη Βίβλο στην τσάντα µου». Ο Μάνους απάντησε: «Επειδή έχει τις καλύτερες ιστορίες εκεί. Θέλω να πηγαίνεις στο σχολείο µε τις καλύτερες ιστορίες».

Ο φροντιστής

Ο Γιόχαν δεν θα θυµόταν πολύ περισσότερα από τον µπαµπά του. Πέθανε στα 45 του, όταν ο ίδιος ήταν 12 ετών. Ο Μάνους είχε έναν φίλο, τον Χενκ Ανγκελ, ο οποίος ήταν φροντιστής στο γήπεδο του Αγιαξ. Βρισκόταν τόσο κοντά στην οικογένεια, που ο πιτσιρικάς τον αποκαλούσε «θείο Χενκ». Οταν πέθανε ο πατέρας του, η µητέρα του Γιόχαν, Πετρονέλα, προσλήφθηκε ως καθαρίστρια στην οµάδα. Λίγο αργότερα, παντρεύτηκε µε τον Χενκ. Ο µικρός έγινε σχεδόν εσώκλειστος στο γήπεδο του Αγιαξ. Βρισκόταν όλη µέρα εκεί και γύριζε στο σπίτι του αργά τη νύχτα.

Κάθε πρωί, πηγαίνοντας προς το «De Meer», ο Γιόχαν περνούσε από το νεκροταφείο όπου ήταν θαµµένος ο πατέρας του. Κάθε πρωί τού µιλούσε. Μία φορά, αποφάσισε να τον προκαλέσει: «Μπαµπά, αν µε ακούς, κάνε το ρολόι µου να σταµατήσει». Την επόµενη ηµέρα, το ρολόι του σταµάτησε. Ο Γιόχαν έγραψε ο ίδιος στη βιογραφία του µε τίτλο «My turn» ότι πήγε το ρολόι στον ωρολογοποιό. ∆εν βρήκε κάτι µεµπτό και το έθεσε ξανά σε λειτουργία. Οµως, το επόµενο πρωί το ρολόι σταµάτησε. Ο Γιόχαν είπε: «ΟΚ, µπαµπά, µε έπεισες» και το ρολόι του δεν σταµάτησε ποτέ ξανά.

Παίκτες του Αγιαξ τον έµαθαν να οδηγεί και ο προπονητής της οµάδας ήταν που ήλεγχε, όταν ο Κρόιφ πρωτοξεκίνησε να βγαίνει ραντεβού, ότι το αυτοκίνητό του βρισκόταν έξω από το σπίτι του τα µεσάνυχτα. Ο έφηβος έψαχνε τρόπους να τον ξεγελά και να µένει πιο αργά έξω. Με τον ίδιο τρόπο θα παραπλανούσε τους αντιπάλους του. Οταν αντάµωσε µε τον νέο προπονητή του Αγιαξ, τον Ρίνους Μίχελς, θα γινόταν το κέντρο του ποδοσφαιρικού σύµπαντος. Και θα το µετέφερε.

Οπως ο Σωκράτης αποδόµησε µέσω του Πλάτωνα την οµηρική µάχη, ο ίδιος θα κατέρριπτε, µέσω του ολοκληρωτικού ποδοσφαίρου, το καθεστώς που υπήρχε έως τότε για το πώς έπρεπε να παίζεται το παιχνίδι. Το ταξίδι του Γιόχαν Κρόιφ προς τη µυθολογία είχε µόλις αρχίσει.

kkk

*Δημοσιεύτηκε στο Secret των ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΩΝ στις 24/3/2023.