Παύλος Μπακογιάννης: 34 χρόνια από την εν ψυχρώ δολοφονία του στο Κολωνάκι από την 17 Νοέμβρη
Πώς η τρομοκρατική οργάνωση έστησε τη δολοφονική της ενέδρα στον δημοσιογράφο και βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας, Παύλο Μπακογιάννη
Και όμως, πέρασαν 34 ολόκληρα χρόνια από εκείνο το πρωινό του Σεπτέμβρη που άφησε όλους άφωνους η τραγική είδηση της δολοφονίας του Παύλου Μπακογιάννη. Έξω από το γραφείο του στο Κολωνάκι, οι στυγεροί δολοφόνοι της τρομοκρατικής οργάνωσης 17 Νοέμβρη (Κουφοντίνας και Ξηρός) του έστησαν καρτέρι και τον εκτέλεσαν εν ψυχρώ.
Η επέτειος της δολοφονίας του μας φέρνει στον νου τον χαμογελαστό δημοσιογράφο και πολιτικό, τον αγωνιστή και οραματιστή, τον άνθρωπο που είπε την ιστορική φράση: «Στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα»…
Για τη δολοφονία του, όλες οι σκέψεις συνέκλιναν στο ότι ο άνθρωπος αυτός «τιμωρήθηκε», γιατί τόλμησε να φέρει κοντά τη Δεξιά και την Αριστερά, να καθίσουν σε ένα τραπέζι, να συζητήσουν και να φτάσουν σε σημείο να συνεργαστούν και να συγκυβερνήσουν. Συνέβαλε ώστε μίση και έχθρες που χώριζαν για σαράντα χρόνια τον λαό μας να τεθούν στο περιθώριο και να βρουν έναν δίαυλο επικοινωνίας, ατενίζοντας ενωμένοι με αισιοδοξία το μέλλον. Αυτό το κατόρθωμά του ο Μπακογιάννης το πλήρωσε ακριβά. Τόσο ο Γιωτόπουλος όσο και ο Κουφοντίνας γνώριζαν ότι αυτός ήταν ο «στρατηγικός νους» πίσω από τη συγκυβέρνηση. Και τον σκότωσαν…
Ο Παύλος όταν ζούσε στη Γερμανία αγωνιζόταν εναντίον της χούντας και έδινε ελπίδες και κουράγιο στον φιμωμένο ελληνικό λαό. Τότε ήρθε η πρώτη «εκτέλεσή» του. Ένα ανοιξιάτικο απόγευμα του 1970, όταν εργαζόταν στη βαυαρική ραδιοφωνία, του τηλεφώνησε φίλος του από την Αθήνα και του είπε: «Παύλο, δυσάρεστα νέα! Το υπουργείο των Εσωτερικών ανακοίνωσε ότι στερείσαι της ελληνικής ιθαγένειας λόγω της αντεθνικής σου δραστηριότητος στη Γερμανία!».
Η είδηση του τραυμάτισε την ψυχή. Κρύος ιδρώτας τον περιέλουσε, αλλά γρήγορα το συνειδητοποίησε. «Όταν αγωνίζεσαι για κάτι, έχει και τις συνέπειές του». Αυτό του έδωσε θάρρος και ξεπέρασε γρήγορα το σοκ.
Υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία στο Λιμενικό Σώμα, φοίτησε στην Πάντειο Σχολή και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο Τίμπινγκεν και το Μόναχο της Γερμανίας, σπούδασε δημοσιογραφία και ανέλαβε μετά τη διεύθυνση του ελληνόφωνου προγράμματος του ραδιοφωνικού σταθμού της Βαυαρίας.
Ήταν δραστήριο μέλος της ΕΡΕ, ενώ μετά την 21η Απριλίου 1967 ανέπτυξε αντιδικτατορική δράση. Εργάσθηκε ως αρθρογράφος στην Ντόιτσε Βέλε και μετά τη Μεταπολίτευση επέστρεψε στην Αθήνα και ανέλαβε αναπληρωτής διευθυντής του ΕΙΡΤ. Τον Δεκέμβριο του 1974 νυμφεύθηκε την κόρη του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, Ντόρα, και απέκτησαν την Αλεξία και τον Κωνσταντίνο (σημερινό δήμαρχο της Αθήνας).
Ο Μπακογιάννης ήταν ήπιος και συναινετικός, θεωρούσε επιβεβλημένες την υπέρβαση των διαχωριστικών γραμμών, την επούλωση των πληγών του Εμφυλίου και του Διχασμού και την Εθνική Συμφιλίωση. Μέσα στο πλαίσιο αυτό, εργάστηκε ως διαπραγματευτής μεταξύ του κόμματός του και της ηγεσίας του Συνασπισμού για τον σχηματισμό της κυβέρνησης Τζαννετάκη.
Δύο ώρες μετά τη δολοφονία του Μπακογιάννη, στην πρωινή συνεδρίαση της Βουλής, που μετέδιδε η τηλεόραση, ο Κων. Μητσοτάκης συγκινημένος πήρε τον λόγο και είπε τα παρακάτω λόγια, καταχειροκροτούμενος από όλες τις πτέρυγες της Βουλής: «Εύχομαι το αίμα του Παύλου Μπακογιάννη να είναι το τελευταίο που χύνεται άδικα σε αυτόν τον τόπο».
Την επομένη χιλιάδες λαού παρακολούθησαν τη νεκρώσιμο ακολουθία στη Μητρόπολη Αθηνών και αμέσως μετά χιλιάδες αυτοκίνητα τον ακολούθησαν έως το Καρπενήσι, όπου και ετάφη με τιμές.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 26/9
Η επέτειος της δολοφονίας του μας φέρνει στον νου τον χαμογελαστό δημοσιογράφο και πολιτικό, τον αγωνιστή και οραματιστή, τον άνθρωπο που είπε την ιστορική φράση: «Στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα»…
Το χρονικό της τραγωδίας
Ήταν οκτώ και δέκα το πρωί της 26ης Σεπτεμβρίου 1989, όταν ο Παύλος έφτασε μόνος στην είσοδο της πολυκατοικίας της οδού Ομήρου, όπου ήταν το γραφείο του. Τον πλησίασε ο Ξηρός, τον πυροβόλησε σχεδόν εξ επαφής κοντά στο ασανσέρ, πέφτει αιμόφυρτος και τότε ο Κουφοντίνας τού δίνει τη χαριστική βολή!..Για τη δολοφονία του, όλες οι σκέψεις συνέκλιναν στο ότι ο άνθρωπος αυτός «τιμωρήθηκε», γιατί τόλμησε να φέρει κοντά τη Δεξιά και την Αριστερά, να καθίσουν σε ένα τραπέζι, να συζητήσουν και να φτάσουν σε σημείο να συνεργαστούν και να συγκυβερνήσουν. Συνέβαλε ώστε μίση και έχθρες που χώριζαν για σαράντα χρόνια τον λαό μας να τεθούν στο περιθώριο και να βρουν έναν δίαυλο επικοινωνίας, ατενίζοντας ενωμένοι με αισιοδοξία το μέλλον. Αυτό το κατόρθωμά του ο Μπακογιάννης το πλήρωσε ακριβά. Τόσο ο Γιωτόπουλος όσο και ο Κουφοντίνας γνώριζαν ότι αυτός ήταν ο «στρατηγικός νους» πίσω από τη συγκυβέρνηση. Και τον σκότωσαν…
Ο Παύλος όταν ζούσε στη Γερμανία αγωνιζόταν εναντίον της χούντας και έδινε ελπίδες και κουράγιο στον φιμωμένο ελληνικό λαό. Τότε ήρθε η πρώτη «εκτέλεσή» του. Ένα ανοιξιάτικο απόγευμα του 1970, όταν εργαζόταν στη βαυαρική ραδιοφωνία, του τηλεφώνησε φίλος του από την Αθήνα και του είπε: «Παύλο, δυσάρεστα νέα! Το υπουργείο των Εσωτερικών ανακοίνωσε ότι στερείσαι της ελληνικής ιθαγένειας λόγω της αντεθνικής σου δραστηριότητος στη Γερμανία!».
Η είδηση του τραυμάτισε την ψυχή. Κρύος ιδρώτας τον περιέλουσε, αλλά γρήγορα το συνειδητοποίησε. «Όταν αγωνίζεσαι για κάτι, έχει και τις συνέπειές του». Αυτό του έδωσε θάρρος και ξεπέρασε γρήγορα το σοκ.
Η ζωή του Παύλου Μπακογιάννη
Ο Παύλος Μπακογιάννης γεννήθηκε το 1935 στη Βελωτά Ευρυτανίας, ο μεγαλύτερος γιος του παπα-Κώστα και της Ειρήνης Μπακογιάννη. Στα νεανικά του χρόνια ο ανταρτοπόλεμος υποχρέωσε τον Παύλο να φοιτήσει πότε στο Καρπενήσι και το Αγρίνιο και πότε στην Πάτρα και το Θέρμο Τριχωνίδας. Η τραγωδία αυτού του πολέμου άφησε ανεξίτηλα τα σημάδια στην ψυχή του Παύλου. Έζησε τις ωμότητες και τις θηριωδίες, αλλά και τους κινδύνους που διέτρεχε η οικογένειά του.Υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία στο Λιμενικό Σώμα, φοίτησε στην Πάντειο Σχολή και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο Τίμπινγκεν και το Μόναχο της Γερμανίας, σπούδασε δημοσιογραφία και ανέλαβε μετά τη διεύθυνση του ελληνόφωνου προγράμματος του ραδιοφωνικού σταθμού της Βαυαρίας.
Ήταν δραστήριο μέλος της ΕΡΕ, ενώ μετά την 21η Απριλίου 1967 ανέπτυξε αντιδικτατορική δράση. Εργάσθηκε ως αρθρογράφος στην Ντόιτσε Βέλε και μετά τη Μεταπολίτευση επέστρεψε στην Αθήνα και ανέλαβε αναπληρωτής διευθυντής του ΕΙΡΤ. Τον Δεκέμβριο του 1974 νυμφεύθηκε την κόρη του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, Ντόρα, και απέκτησαν την Αλεξία και τον Κωνσταντίνο (σημερινό δήμαρχο της Αθήνας).
Η δράση του
Ο Μπακογιάννης, αφού εργάσθηκε στο «Βήμα» και εξέδωσε το περιοδικό «Ένα», ανέλαβε πολιτικός σύμβουλος του προέδρου της ΝΔ, Κων. Μητσοτάκη. Το 1989 εξελέγη βουλευτής Ευρυτανίας, η ανάπτυξη της οποίας οφείλεται σε δικές του μελέτες για έργα που χρηματοδοτήθηκαν από κοινοτικά κονδύλια και άλλαξαν την όψη του ορεινού νομού.Ο Μπακογιάννης ήταν ήπιος και συναινετικός, θεωρούσε επιβεβλημένες την υπέρβαση των διαχωριστικών γραμμών, την επούλωση των πληγών του Εμφυλίου και του Διχασμού και την Εθνική Συμφιλίωση. Μέσα στο πλαίσιο αυτό, εργάστηκε ως διαπραγματευτής μεταξύ του κόμματός του και της ηγεσίας του Συνασπισμού για τον σχηματισμό της κυβέρνησης Τζαννετάκη.
Δύο ώρες μετά τη δολοφονία του Μπακογιάννη, στην πρωινή συνεδρίαση της Βουλής, που μετέδιδε η τηλεόραση, ο Κων. Μητσοτάκης συγκινημένος πήρε τον λόγο και είπε τα παρακάτω λόγια, καταχειροκροτούμενος από όλες τις πτέρυγες της Βουλής: «Εύχομαι το αίμα του Παύλου Μπακογιάννη να είναι το τελευταίο που χύνεται άδικα σε αυτόν τον τόπο».
Την επομένη χιλιάδες λαού παρακολούθησαν τη νεκρώσιμο ακολουθία στη Μητρόπολη Αθηνών και αμέσως μετά χιλιάδες αυτοκίνητα τον ακολούθησαν έως το Καρπενήσι, όπου και ετάφη με τιμές.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 26/9