Είδαμε το βίντεο των 43 λεπτών με τις κτηνωδίες της Χαμάς κατά των Ισραηλινών την 7η Οκτωβρίου - Ανείπωτες εικόνες!
To σκληρό βίντεο των 43 λεπτών που παρακολούθησαν οι Ισραηλινοί βουλευτές και ξέσπασαν σε κλάματα
«Θέλω να σας προετοιμάσω πως αυτό που θα δείτε είναι πολύ σκληρό. Είναι πολύ δύσκολο αλλά ταυτόχρονα και πολύ σημαντικό, για να γνωρίζετε τι ακριβώς συμβαίνει», μας είπε ο πρέσβης του Ισραήλ, Νόαμ Κατς.
Και πράγματι ήταν. Ήταν κάτι παραπάνω από σκληρό. Ήταν γροθιά στο στομάχι.
Το πρωί της Τετάρτης η πρεσβεία του Ισραήλ κάλεσε μια ομάδα δημοσιογράφων για να παρακολουθήσουν το βίντεο των 43 λεπτών που καταγράφει τη φρικιαστική επιδρομή της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου στο Ισραήλ. Είναι τα 43 λεπτά που παρακολούθησαν οι Ισραηλινοί βουλευτές και ξέσπασαν σε κλάματα.
Όπως κι εμείς που το παρακολουθήσαμε.
«Πόσο σκληρό μπορεί να είναι», σκεφτόμουν πριν ξεκινήσει. Τόσο σκληρό όσο είναι ο πόλεμος. Ο ήχος από τα όπλα των τρομοκρατών σταματούσε μόνο όταν τα μέλη της Χαμάς τραβούσαν σέλφι-βίντεο ζητωκραυγάζοντας για τα θύματά τους.
Σαράντα τρία λεπτά γεμάτα μίσος, αίμα, άψυχα κορμιά νέων ανθρώπων και μικρών παιδιών.
Οι λίγοι δημοσιογράφοι, που ήμασταν σε αυτή την αίθουσα, προσπαθήσαμε να παρακολουθήσουμε με ψυχραιμία όσα είχαν καταγράψει οι κάμερες των τρομοκρατών της Χαμάς, οι δημόσιες κάμερες του Ισραήλ, οι κάμερες από τα σπίτια των πολιτών.
Η φρικαλεότητα δεν έχει όριο.
Πυροβολούν και σκοτώνουν όποιον βρουν μπροστά τους και τους σημαδεύουν μέχρι να βεβαιωθούν πως δεν υπάρχει καμία περίπτωση να είναι ζωντανοί. Στοχεύουν προς τα αυτοκίνητα που κινούνται προς το μέρος τους. Σκοτώνουν τους επιβάτες και, όταν το αυτοκίνητο σταματήσει, τραβούν τους νεκρούς με βία έξω από το ΙΧ και συνεχίζουν να τους πυροβολούν.
Παντού νεκροί. Παντού αίματα. «Πόσο πιο δύσκολη από αυτό μπορεί να είναι η συνέχεια», σκέφτομαι.
Μέσα στην απόλυτη σιωπή ακούγονται αναστεναγμοί. Τα βλέμματά μας χαμηλώνουν.
Γράφω με μανία στο χαρτί που έχω μπροστά μου για να μην κοιτάω την οθόνη.
Οι τρομοκράτες περπατούν στα κιμπούτς. Πυροβολούν απ’ έξω χωρίς να ξέρουν αν βρίσκεται κάποιος μέσα.
Στο πλάνο μια παιδική κούνια σε μια αυλή. Ακολουθεί ένας πυροβολισμός κι έπειτα σπαρακτικές φωνές.
Η επόμενη σκηνή με λύγισε. Όλους μάς λύγισε. Είναι από εκείνες που δεν ξεχνιούνται.
Οι κάμερες ενός σπιτιού δείχνουν τον πατέρα με τα δύο μικρά αγοράκια του να τρέχουν να κρυφτούν από τους τρομοκράτες. Βγαίνουν έξω από το σπίτι. Κρύβονται σε ένα δωμάτιο στην αυλή του σπιτιού. «Σώθηκαν», σκέφτομαι, αλλά δευτερόλεπτα αργότερα ο τρομοκράτης πετάει μια χειροβομβίδα. Ο πατέρας πέφτει νεκρός στο έδαφος.
Τα δύο αγοράκια -που φορούν μόνο τα εσώρουχά τους-, βγαίνουν από το δωμάτιο γεμάτα αίματα. Κοιτούν τον πατέρα τους και σαστίζουν. Ήδη έχουν πηδήξει τη μάντρα οι τρομοκράτες.
Τα πιάνουν και τα οδηγούν ξανά μέσα στο σπίτι. Σαν να μη συμβαίνει τίποτα και κρατώντας το όπλο στο χέρι ο τρομοκράτης ανοίγει το ψυγείο. Τρώει και ρωτάει τα παιδιά αν θέλουν χυμό.
Τα δύο αγοράκια, που δεν ήταν πάνω από 10 ετών, φωνάζουν: «Μπαμπά, μπαμπά. Θέλουμε τον μπαμπά μας».
Μένουν μόνα τους και το ένα προσπαθεί να ξεπλύνει τα αίματα που έχει το άλλο στο κορμάκι του. Λίγο αργότερα ο μεγάλος αδερφός ρωτάει τον αδερφό του, που χτυπήθηκε στο μάτι, αν βλέπει. «Όχι», του απαντάει ο μικρός. Και κάπου εκεί ο μεγάλος πέφτει στο πάτωμα και φωνάζει: «Θεέ μου, γιατί ζω!».
Ίδιο συναίσθημα και από τις εικόνες του φεστιβάλ που βάφτηκε με αίμα. Νέα παιδιά, κρυμμένα στις χημικές τουαλέτες του φεστιβάλ, προσπαθούσαν να γλιτώσουν. Μάταια. Έριχναν παντού. Όσοι έμεναν ζωντανοί τούς κρατούσαν ομήρους. Ακόμα κι εκείνοι ήταν βαριά τραυματισμένοι, κάποιοι ακρωτηριασμένοι. Τους έπιαναν σαν να είναι σακιά και τους πετούσαν πάνω σε αγροτικά. «Πώς να έχουν ζήσει αυτοί οι άνθρωποι…», έλεγα από μέσα μου. Όσο περνούσε η ώρα, οι εικόνες γίνονταν όλο και πιο σκληρές.
Οι τρομοκράτες της Χαμάς εκείνη την ημέρα στο φεστιβάλ, αφού σκότωναν, έκαιγαν τα θύματά τους.
Ακούγονται οι φωνές μιας μάνας. «Πες μου, είναι αυτή; Είναι η κόρη μας;», ρωτάει τον σύζυγό της με κλάματα, ενώ φωτίζει με έναν φακό κινητού προς το απανθρακωμένο σώμα μιας κοπέλας. «Όχι», της απαντάει. «Δες αν έχει τα τατουάζ της», συνεχίζει εκείνη. Όλα αυτά σε ένα χωράφι, λίγο πιο μακριά από τον χώρο όπου γινόταν το φεστιβάλ.
Εικόνες που δεν τις χωρά ανθρώπου νους. Εικόνες που δεν περιγράφονται. Όπως αυτή με τα μέλη της Χαμάς να αποκεφαλίζουν με μια τσάπα έναν Ισραηλινό στρατιώτη, που μόλις έχουν σκοτώσει.
«Είμαστε πιο αισιόδοξοι για την απελευθέρωση των ομήρων αλλά και ρεαλιστές», μας λέει ο πρέσβης του Ισραήλ στο τέλος. «Πιστεύω σε ένα καλύτερο μέλλον, αλλά ο τρόπος με τον οποίο ο παλαιστινιακός λαός δομεί την κοινωνία του και το πολιτικό του σύστημα θα πρέπει να αλλάξει. Είναι δύσκολο, αλλά μπορεί να γίνει», συμπληρώνει ο Νόαμ Κατς.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή»
Και πράγματι ήταν. Ήταν κάτι παραπάνω από σκληρό. Ήταν γροθιά στο στομάχι.
Το πρωί της Τετάρτης η πρεσβεία του Ισραήλ κάλεσε μια ομάδα δημοσιογράφων για να παρακολουθήσουν το βίντεο των 43 λεπτών που καταγράφει τη φρικιαστική επιδρομή της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου στο Ισραήλ. Είναι τα 43 λεπτά που παρακολούθησαν οι Ισραηλινοί βουλευτές και ξέσπασαν σε κλάματα.
Όπως κι εμείς που το παρακολουθήσαμε.
«Πόσο σκληρό μπορεί να είναι», σκεφτόμουν πριν ξεκινήσει. Τόσο σκληρό όσο είναι ο πόλεμος. Ο ήχος από τα όπλα των τρομοκρατών σταματούσε μόνο όταν τα μέλη της Χαμάς τραβούσαν σέλφι-βίντεο ζητωκραυγάζοντας για τα θύματά τους.
Σαράντα τρία λεπτά γεμάτα μίσος, αίμα, άψυχα κορμιά νέων ανθρώπων και μικρών παιδιών.
Οι λίγοι δημοσιογράφοι, που ήμασταν σε αυτή την αίθουσα, προσπαθήσαμε να παρακολουθήσουμε με ψυχραιμία όσα είχαν καταγράψει οι κάμερες των τρομοκρατών της Χαμάς, οι δημόσιες κάμερες του Ισραήλ, οι κάμερες από τα σπίτια των πολιτών.
«Παντού νεκροί»
Με πόση ψυχραιμία όμως μπορείς να δεις τα μέλη της Χαμάς να σκορπίζουν τον θάνατο στο όνομα του Θεού…Η φρικαλεότητα δεν έχει όριο.
Πυροβολούν και σκοτώνουν όποιον βρουν μπροστά τους και τους σημαδεύουν μέχρι να βεβαιωθούν πως δεν υπάρχει καμία περίπτωση να είναι ζωντανοί. Στοχεύουν προς τα αυτοκίνητα που κινούνται προς το μέρος τους. Σκοτώνουν τους επιβάτες και, όταν το αυτοκίνητο σταματήσει, τραβούν τους νεκρούς με βία έξω από το ΙΧ και συνεχίζουν να τους πυροβολούν.
Παντού νεκροί. Παντού αίματα. «Πόσο πιο δύσκολη από αυτό μπορεί να είναι η συνέχεια», σκέφτομαι.
Λουτρό αίματος στα κιμπούτς
Μέχρι που τα μέλη της Χαμάς μπαίνουν στα κιμπούτς.Μέσα στην απόλυτη σιωπή ακούγονται αναστεναγμοί. Τα βλέμματά μας χαμηλώνουν.
Γράφω με μανία στο χαρτί που έχω μπροστά μου για να μην κοιτάω την οθόνη.
Οι τρομοκράτες περπατούν στα κιμπούτς. Πυροβολούν απ’ έξω χωρίς να ξέρουν αν βρίσκεται κάποιος μέσα.
Στο πλάνο μια παιδική κούνια σε μια αυλή. Ακολουθεί ένας πυροβολισμός κι έπειτα σπαρακτικές φωνές.
Η επόμενη σκηνή με λύγισε. Όλους μάς λύγισε. Είναι από εκείνες που δεν ξεχνιούνται.
Οι κάμερες ενός σπιτιού δείχνουν τον πατέρα με τα δύο μικρά αγοράκια του να τρέχουν να κρυφτούν από τους τρομοκράτες. Βγαίνουν έξω από το σπίτι. Κρύβονται σε ένα δωμάτιο στην αυλή του σπιτιού. «Σώθηκαν», σκέφτομαι, αλλά δευτερόλεπτα αργότερα ο τρομοκράτης πετάει μια χειροβομβίδα. Ο πατέρας πέφτει νεκρός στο έδαφος.
Τα δύο αγοράκια -που φορούν μόνο τα εσώρουχά τους-, βγαίνουν από το δωμάτιο γεμάτα αίματα. Κοιτούν τον πατέρα τους και σαστίζουν. Ήδη έχουν πηδήξει τη μάντρα οι τρομοκράτες.
Τα πιάνουν και τα οδηγούν ξανά μέσα στο σπίτι. Σαν να μη συμβαίνει τίποτα και κρατώντας το όπλο στο χέρι ο τρομοκράτης ανοίγει το ψυγείο. Τρώει και ρωτάει τα παιδιά αν θέλουν χυμό.
Τα δύο αγοράκια, που δεν ήταν πάνω από 10 ετών, φωνάζουν: «Μπαμπά, μπαμπά. Θέλουμε τον μπαμπά μας».
Μένουν μόνα τους και το ένα προσπαθεί να ξεπλύνει τα αίματα που έχει το άλλο στο κορμάκι του. Λίγο αργότερα ο μεγάλος αδερφός ρωτάει τον αδερφό του, που χτυπήθηκε στο μάτι, αν βλέπει. «Όχι», του απαντάει ο μικρός. Και κάπου εκεί ο μεγάλος πέφτει στο πάτωμα και φωνάζει: «Θεέ μου, γιατί ζω!».
Το αιματοβαμμένο φεστιβάλ στο Ισραήλ
Μια στιγμή ανατριχιαστική. Μια στιγμή που το στομάχι σφίγγεται.Ίδιο συναίσθημα και από τις εικόνες του φεστιβάλ που βάφτηκε με αίμα. Νέα παιδιά, κρυμμένα στις χημικές τουαλέτες του φεστιβάλ, προσπαθούσαν να γλιτώσουν. Μάταια. Έριχναν παντού. Όσοι έμεναν ζωντανοί τούς κρατούσαν ομήρους. Ακόμα κι εκείνοι ήταν βαριά τραυματισμένοι, κάποιοι ακρωτηριασμένοι. Τους έπιαναν σαν να είναι σακιά και τους πετούσαν πάνω σε αγροτικά. «Πώς να έχουν ζήσει αυτοί οι άνθρωποι…», έλεγα από μέσα μου. Όσο περνούσε η ώρα, οι εικόνες γίνονταν όλο και πιο σκληρές.
Οι τρομοκράτες της Χαμάς εκείνη την ημέρα στο φεστιβάλ, αφού σκότωναν, έκαιγαν τα θύματά τους.
Ακούγονται οι φωνές μιας μάνας. «Πες μου, είναι αυτή; Είναι η κόρη μας;», ρωτάει τον σύζυγό της με κλάματα, ενώ φωτίζει με έναν φακό κινητού προς το απανθρακωμένο σώμα μιας κοπέλας. «Όχι», της απαντάει. «Δες αν έχει τα τατουάζ της», συνεχίζει εκείνη. Όλα αυτά σε ένα χωράφι, λίγο πιο μακριά από τον χώρο όπου γινόταν το φεστιβάλ.
Εικόνες που δεν τις χωρά ανθρώπου νους. Εικόνες που δεν περιγράφονται. Όπως αυτή με τα μέλη της Χαμάς να αποκεφαλίζουν με μια τσάπα έναν Ισραηλινό στρατιώτη, που μόλις έχουν σκοτώσει.
«Είμαστε πιο αισιόδοξοι για την απελευθέρωση των ομήρων αλλά και ρεαλιστές», μας λέει ο πρέσβης του Ισραήλ στο τέλος. «Πιστεύω σε ένα καλύτερο μέλλον, αλλά ο τρόπος με τον οποίο ο παλαιστινιακός λαός δομεί την κοινωνία του και το πολιτικό του σύστημα θα πρέπει να αλλάξει. Είναι δύσκολο, αλλά μπορεί να γίνει», συμπληρώνει ο Νόαμ Κατς.
*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή»