Από την "κόλαση" στα μέλια: Τρεις άνθρωποι που παράτησαν τη ζωή στην πόλη και έγιναν μελισσοκόμοι, "πάθαμε bee fever και... κολλήσαμε"
Τα "Παραπολιτικά" παρουσιάζουν τρεις ιστορίες αποκέντρωσης, με πρωταγωνιστές κατοίκους μεγαλουπόλεων που παράτησαν τις καριέρεςς τους και έγιναν μελισσοκόμοι, συνδυάζοντας την ποιότητα ζωής με την επαγγελματική τους ενασχόληση
Το άγχος, η πολυκοσµία, το καυσαέριο, ο θόρυβος και ο σχεδόν ανύπαρκτος ελεύθερος χρόνος στις πόλεις ώθησαν κάποιους επαγγελµατίες να αφήσουν τα πάντα πίσω τους και να γίνουν... µελισσοκόµοι στην επαρχία! Αποφασισµένοι, λοιπόν, να αλλάξουν σελίδα στη ζωή τους, εγκατέλειψαν τα µεγάλα αστικά κέντρα όπου ζούσαν και εργάζονταν και πήγαν να ζήσουν σε χωριά και νησιά, ξεκινώντας από το µηδέν ή πιάνοντας τα «τιµόνια» οικογενειακών επιχειρήσεων.
Νέοι άνθρωποι, µε µεράκι και όρεξη για ζωή, µίλησαν στα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» για τη νέα τους ζωή µακριά από τις πολύβουες πόλεις και την ενασχόλησή τους µε τη µελισσοκοµία. Ένας από αυτούς είναι η 34χρονη Θεοδώρα Νικολοπούλου, από την Κοζάνη, η οποία κατέληξε να ζει µόνιµα στην Κάσο ως «ερωτική µετανάστρια», καθώς γνώρισε τον σύντροφό της, τον 38χρονο µελισσοκόµο Μιχάλη Παπακανάκη. Μαζί έπιασαν τα ηνία της οικογενειακής επιχείρησης του τελευταίου, η οποία κρατάει περισσότερο από µισό αιώνα, από τον προπάππου του.
«Σπούδασα στη Ρόδο νηπιαγωγός και στα ΤΕΦΑΑ Θεσσαλονίκης γυµνάστρια», είπε η 34χρονη, τονίζοντας ότι πλέον κάνει µεταπτυχιακό, πάλι στο «νησί των ιπποτών», στην Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, για να αποκτήσει, όπως σηµειώνει, και άλλες γνώσεις και να αναδείξουν κι άλλο την επιχείρηση µελισσοκοµίας: «Ολα άρχισαν όταν κάποια στιγµή πήγα στην Κάσο, στο πλαίσιο ενός προγράµµατος προώθησης της αθλητικής παιδείας “Τα αθλητικά µονοπάτια”. Η ηρεµία και η οµορφιά του νησιού µε µάγεψαν τις 20 µέρες που έµεινα εκεί και κάποια στιγµή έτυχε να δοκιµάσω το µέλι που παράγει ο άντρας µου.
Μου είπε “αν δοκιµάσεις, θα... µείνεις”. Κι έτσι έγινε. Έµεινα, µεταφορικά από τη νοστιµιά του θυµαρίσιου µελιού και κυριολεκτικά, αφού τελικά µετακόµισα στην Κάσο». Η ίδια είπε πως το µέλι είναι 98% θυµαρίσιο και πωλείται τόσο στην τοπική κοινωνία όσο και στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Με τη σειρά του, ο 36χρονος Γιώργος Κολοστούµπης, που έχει σπουδάσει µηχανογραφική λογιστική και πληροφορική στην Αθήνα, έκανε το µεγάλο βήµα και επέστρεψε στα ∆ολιανά Αρκαδίας, από όπου κατάγεται, για να γίνει τρίτης γενιάς µελισσοκόµος. Το παράδειγµά του ακολούθησε και ο 33χρονος αδελφός του, Στέφανος, ο οποίος είναι πτυχιούχος Αρχιτεκτονικής. Οι δυο τους ανέλαβαν την οικογενειακή επιχείρηση, που δραστηριοποιείται από το 1950:
«Στα 25 µου και ενώ εργαζόµουν σε λογιστικό γραφείο και σε εταιρεία µε φωτοβολταϊκά στην Τρίπολη, άρχισα να σκέφτοµαι σοβαρά την επιστροφή στο χωριό. Το άγχος και οι ρυθµοί της πόλης µε κούραζαν κι έτσι πήρα την απόφαση πιο εύκολα. Σαν να µε είχε “τσιµπήσει” το κεντρί της µέλισσας και να µε τραβούσε κοντά της. Με ακολούθησε και ο αδελφός µου και αναλάβαµε την επιχείρηση που είχε ξεκινήσει ο παππούς Γιώργος (σήµερα 90 ετών και γνωστός στην περιοχή ως “καπετάνιος” της µελισσοκοµίας) και παρέλαβε ο µπαµπάς Αντώνης, σήµερα 60 ετών. Εκσυγχρονίσαµε την επιχείρηση, αυξήσαµε τον αριθµό των µελισσών και ανακαινίσαµε τις µονάδες». Ο 36χρονος ανέφερε ότι παράγουν τη σπάνια ποικιλία της ελατοβανίλιας, που φύεται µόνο στα βουνά της Πελοποννήσου.
Αποκέντρωση αποφάσισε να κάνει και ο Γιώργος Αθανασιάδης, ο οποίος είναι φυσικός, µε µεταπτυχιακά στη Μετεωρολογία και τη Μηχανική Ηχου: «Η καταγωγή µου είναι από τον Πόντο, αλλά κατέληξα στη Νέα Αρτάκη Εύβοιας. Με τη γυναίκα µου, Χαρά, βιοτεχνολόγο στο επάγγελµα, ζήσαµε πολλά χρόνια στην Αθήνα, όπου εργαζόµασταν, και µάλιστα σε πολύ καλές δουλειές, αλλά κάποια στιγµή το άγχος και οι γρήγοροι ρυθµοί µάς έκαναν να πούµε “φτάνει”. Υπάρχει ιεραρχική θέση για τα ποιοτικά χαρακτηριστικά που έχει ο καθένας στη ζωή του κι εµείς βάλαµε ψηλά την καλύτερη και ποιοτικότερη ζωή, µακριά από το καυσαέριο και κοντά στη φύση. Ετσι, πριν από 10 χρόνια πήραµε την απόφαση να κάνουµε αποκέντρωση και να ασχοληθούµε µε τη µελισσοκοµία».
Οπως είπε, όλα άρχισαν όταν οι γονείς κάποιων φίλων τους που συνταξιοδοτήθηκαν πήραν 4-5 µελισσάκια και κατόπιν πήραν και οι φίλοι τους, έτσι, για... πλάκα: «Πήραµε, λοιπόν, κι εµείς και πάθαµε... bee fever, ερωτευτήκαµε. Φύγαµε από την Αθήνα χωρίς να έχουµε στήσει δουλειά, αλλά είχαµε αναπτύξει πελατολόγιο. Από το 2013 έχουµε ιδρύσει µια εταιρεία µελιού και παράγουµε βιολογικά µέλια, το ένα πιο ξεχωριστό από το άλλο. Εξάλλου, µετράµε 45 διακρίσεις σε διαγωνισµούς», υπογράµµισε ο κ. Αθανασιάδης.
Δημοσιεύτηκε στα "Παραπολιτικά" στις 16 Δεκεμβρίου
Η "ερωτική μετανάστρια" που ζει στην Κάσο: "Ο άντρας μου είπε πως αν δοκιμάσω το μέλι, θα... μείνω"
Νέοι άνθρωποι, µε µεράκι και όρεξη για ζωή, µίλησαν στα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» για τη νέα τους ζωή µακριά από τις πολύβουες πόλεις και την ενασχόλησή τους µε τη µελισσοκοµία. Ένας από αυτούς είναι η 34χρονη Θεοδώρα Νικολοπούλου, από την Κοζάνη, η οποία κατέληξε να ζει µόνιµα στην Κάσο ως «ερωτική µετανάστρια», καθώς γνώρισε τον σύντροφό της, τον 38χρονο µελισσοκόµο Μιχάλη Παπακανάκη. Μαζί έπιασαν τα ηνία της οικογενειακής επιχείρησης του τελευταίου, η οποία κρατάει περισσότερο από µισό αιώνα, από τον προπάππου του.
«Σπούδασα στη Ρόδο νηπιαγωγός και στα ΤΕΦΑΑ Θεσσαλονίκης γυµνάστρια», είπε η 34χρονη, τονίζοντας ότι πλέον κάνει µεταπτυχιακό, πάλι στο «νησί των ιπποτών», στην Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, για να αποκτήσει, όπως σηµειώνει, και άλλες γνώσεις και να αναδείξουν κι άλλο την επιχείρηση µελισσοκοµίας: «Ολα άρχισαν όταν κάποια στιγµή πήγα στην Κάσο, στο πλαίσιο ενός προγράµµατος προώθησης της αθλητικής παιδείας “Τα αθλητικά µονοπάτια”. Η ηρεµία και η οµορφιά του νησιού µε µάγεψαν τις 20 µέρες που έµεινα εκεί και κάποια στιγµή έτυχε να δοκιµάσω το µέλι που παράγει ο άντρας µου.
Μου είπε “αν δοκιµάσεις, θα... µείνεις”. Κι έτσι έγινε. Έµεινα, µεταφορικά από τη νοστιµιά του θυµαρίσιου µελιού και κυριολεκτικά, αφού τελικά µετακόµισα στην Κάσο». Η ίδια είπε πως το µέλι είναι 98% θυµαρίσιο και πωλείται τόσο στην τοπική κοινωνία όσο και στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Από το λογιστικό γραφείο σε μελισσοκόμο τρίτης γενιάς: Σαν να με είχε "τσιμπήσει" το κεντρί της μέλισσας
Με τη σειρά του, ο 36χρονος Γιώργος Κολοστούµπης, που έχει σπουδάσει µηχανογραφική λογιστική και πληροφορική στην Αθήνα, έκανε το µεγάλο βήµα και επέστρεψε στα ∆ολιανά Αρκαδίας, από όπου κατάγεται, για να γίνει τρίτης γενιάς µελισσοκόµος. Το παράδειγµά του ακολούθησε και ο 33χρονος αδελφός του, Στέφανος, ο οποίος είναι πτυχιούχος Αρχιτεκτονικής. Οι δυο τους ανέλαβαν την οικογενειακή επιχείρηση, που δραστηριοποιείται από το 1950:
«Στα 25 µου και ενώ εργαζόµουν σε λογιστικό γραφείο και σε εταιρεία µε φωτοβολταϊκά στην Τρίπολη, άρχισα να σκέφτοµαι σοβαρά την επιστροφή στο χωριό. Το άγχος και οι ρυθµοί της πόλης µε κούραζαν κι έτσι πήρα την απόφαση πιο εύκολα. Σαν να µε είχε “τσιµπήσει” το κεντρί της µέλισσας και να µε τραβούσε κοντά της. Με ακολούθησε και ο αδελφός µου και αναλάβαµε την επιχείρηση που είχε ξεκινήσει ο παππούς Γιώργος (σήµερα 90 ετών και γνωστός στην περιοχή ως “καπετάνιος” της µελισσοκοµίας) και παρέλαβε ο µπαµπάς Αντώνης, σήµερα 60 ετών. Εκσυγχρονίσαµε την επιχείρηση, αυξήσαµε τον αριθµό των µελισσών και ανακαινίσαµε τις µονάδες». Ο 36χρονος ανέφερε ότι παράγουν τη σπάνια ποικιλία της ελατοβανίλιας, που φύεται µόνο στα βουνά της Πελοποννήσου.
Ο φυσικός που πλέον είναι μελισσοκόμος στη Νέα Αρτάκη: Πάθαμε bee fever, μετράμε 45 διακρίσεις σε διαγωνισμούς
Αποκέντρωση αποφάσισε να κάνει και ο Γιώργος Αθανασιάδης, ο οποίος είναι φυσικός, µε µεταπτυχιακά στη Μετεωρολογία και τη Μηχανική Ηχου: «Η καταγωγή µου είναι από τον Πόντο, αλλά κατέληξα στη Νέα Αρτάκη Εύβοιας. Με τη γυναίκα µου, Χαρά, βιοτεχνολόγο στο επάγγελµα, ζήσαµε πολλά χρόνια στην Αθήνα, όπου εργαζόµασταν, και µάλιστα σε πολύ καλές δουλειές, αλλά κάποια στιγµή το άγχος και οι γρήγοροι ρυθµοί µάς έκαναν να πούµε “φτάνει”. Υπάρχει ιεραρχική θέση για τα ποιοτικά χαρακτηριστικά που έχει ο καθένας στη ζωή του κι εµείς βάλαµε ψηλά την καλύτερη και ποιοτικότερη ζωή, µακριά από το καυσαέριο και κοντά στη φύση. Ετσι, πριν από 10 χρόνια πήραµε την απόφαση να κάνουµε αποκέντρωση και να ασχοληθούµε µε τη µελισσοκοµία».
Οπως είπε, όλα άρχισαν όταν οι γονείς κάποιων φίλων τους που συνταξιοδοτήθηκαν πήραν 4-5 µελισσάκια και κατόπιν πήραν και οι φίλοι τους, έτσι, για... πλάκα: «Πήραµε, λοιπόν, κι εµείς και πάθαµε... bee fever, ερωτευτήκαµε. Φύγαµε από την Αθήνα χωρίς να έχουµε στήσει δουλειά, αλλά είχαµε αναπτύξει πελατολόγιο. Από το 2013 έχουµε ιδρύσει µια εταιρεία µελιού και παράγουµε βιολογικά µέλια, το ένα πιο ξεχωριστό από το άλλο. Εξάλλου, µετράµε 45 διακρίσεις σε διαγωνισµούς», υπογράµµισε ο κ. Αθανασιάδης.
Δημοσιεύτηκε στα "Παραπολιτικά" στις 16 Δεκεμβρίου