Ερρίκος Πανιόθ λεγόταν ο άνθρωπος που ήλθε, κρυφά, στη χώρα µας από την Αργεντινή. Αλλά ως Νίκος Μπελογιάννης εκτελέστηκε. Μιλάµε για την ιστορία ενός από τα κορυφαία στελέχη του Κοµµουνιστικού Κόµµατος, το οποίο, µε την κατηγορία της κατασκοπείας και µάλιστα για λογαριασµό της Σοβιετικής Ενωσης, αντίκρισε το εκτελεστικό απόσπασµα στο στρατόπεδο του Γουδή, το χάραµα της 30ής Μαρτίου του 1952.

Στη χώρα µας ο Μπελογιάννης µπήκε µε το προαναφερθέν ψευδώνυµο το καλοκαίρι του 1950. Σαφής η αποστολή του, στο πλαίσιο της παράνοµης λειτουργίας του ΚΚΕ. Στόχος του ήταν να ανασυγκροτήσει τις παράνοµες οργανώσεις του κόµµατος, πολλά µέλη των οποίων είχαν συλληφθεί ή εκτελεστεί. ∆εν πρόλαβε να ολοκληρώσει την αποστολή του διότι µερικούς µήνες µετά τη λαθραία είσοδό του στη χώρα -και συγκεκριµένα τον ∆εκέµβριο του 1950- συνελήφθη και δικάστηκε για την ενεργό συµµετοχή του στο παράνοµο ΚΚΕ µε βάση τον Αναγκαστικό Νόµο 509/1947, που κήρυττε παράνοµο το Κοµµουνιστικό Κόµµα και το χαρακτήριζε εγκληµατική οργάνωση. Η δίκη του Μπελογιάννη και της οµάδας του άρχισε στις 15 Φεβρουαρίου του 1952.

Τρεις µήνες πριν -και συγκεκριµένα στα µέσα του Νοεµβρίου του 1951- η Ελληνική Χωροφυλακή ανακάλυψε στη Γλυφάδα και στην Καλλιθέα παράνοµους ασυρµάτους του ΚΚΕ, κάτι που δικαιολογούσε και την κατηγορία της κατασκοπείας. Τον ασύρµατο της Καλλιθέας τον διαχειριζόταν ένας παλαιός κοµµουνιστής, ο Νίκος Βαβούδης, ο οποίος όµως αυτοκτόνησε για να µη συλληφθεί. Παρ’ όλ’ αυτά έστω και µετά θάνατον ο Βαβούδης και το Αρχείο του µε το περιεχόµενό του αποτέλεσαν τον βασικό... µάρτυρα κατηγορίας. Μάλιστα έτσι παρουσίαζε τον κοµµουνιστή που είχε αυτοκτονήσει η εφηµερίδα «Ακρόπολις», σχολιάζοντας την έναρξη της πολύκροτης δίκης.

Ο παράνοµος µηχανισµός

«Η δίκη των κοµµουνιστών κατασκόπων και πρακτόρων η οποία αρχίζει σήµερα», έγραφε στο φύλλο της 15ης Φεβρουαρίου του 1952, «αποτελεί γεγονός, κυριολεκτικώς άνευ προηγουµένου εις ολόκληρον τον κόσµον. ∆ιά πρώτην φοράν θα αποκαλυφθή εις αυτήν, εις όλας τας σκοτεινάς πτυχάς του και τας παραµικράς λεπτοµερείας του, επί τη βάσει συγκεκριµένων στοιχείων και αδιαµφισβήτητων υλικών αποδείξεων, ο τρόπος λειτουργίας του παρανόµου µηχανισµού ενός Κοµµουνιστικού Κόµµατος. Την κλείδα του µυστηρίου του τόσον ζηλοτύπως φυλασσοµένου από τους πράκτορας της Μόσχας έδωσε το ‘‘Αρχείον Βαβούδη’’. Αυτός άλλωστε θα είναι ο αποκλειστικός σχεδόν µάρτυς κατηγορίας: Ο Βαβούδης...».

Η δίκη έγινε στο Τακτικό Στρατοδικείο Αθηνών µε πρόεδρο τον επικεφαλής της Στρατιωτικής ∆ικαιοσύνης, τότε συνταγµατάρχη Γιαννάκη Σίµο, ο οποίος προήδρευσε χρόνια µετά και στη ∆ίκη του ΑΣΠΙ∆Α. Οι κατηγορούµενοι ήταν 29 και οι µάρτυρες κατηγορίας 52. Εξ αυτών οι 15 ήταν ανώτεροι αξιωµατικοί του Στρατού και της Αστυνοµίας. Μεταξύ των κατηγορουµένων πρωτοστατούσε ο Νίκος Μπελογιάννης, ο οποίος καθηµερινά εµφανιζόταν κρατώντας στο χέρι ένα γαρίφαλο.

Μαζί του δικάζονταν και η σύντροφός του, η Ελλη Παππά, καθώς και οι Νίκος Καλούµενος, ∆ηµήτρης Μπάτσης, Ηλίας Αργυριάδης και Τάκης Λαζαρίδης. Ο τελευταίος, νεαρός τότε, που κρατούνταν στο ίδιο κελί της φυλακής µε τον Μπελογιάννη και τον Μπάτση, είναι ο συγγραφέας, χρόνια µετά, του συγκλονιστικού βιβλίου «Σύντροφοι, ευτυχώς ηττηθήκαµε». ∆ηλαδή ευτυχώς για την Ελλάδα που ηττήθηκε το ΚΚΕ τον ∆εκέµβριο του 1944 στην Αθήνα και το καλοκαίρι του 1949 στο Βίτσι.

Η σύγχυση με την επιστολή

Αιφνιδίως ένα γεγονός ήρθε να δηµιουργήσει σύγχυση στην όλη διαδικασία. Ηταν µία επιστολή του ηγετικού στελέχους του ΚΚΕ, Νίκου Πλουµπίδη, µε την οποία αναλάµβανε την ευθύνη, ότι δηλαδή αυτός ήταν που καθοδηγούσε τον παράνοµο µηχανισµό του Κοµµουνιστικού Κόµµατος και όχι ο Νίκος Μπελογιάννης. Επιπροσθέτως ήταν διατεθειµένος να παρουσιαστεί στις Αρχές αυτοβούλως, θέτοντας όµως ως όρο να µην εκτελεστεί ο Μπελογιάννης.

Η σύγχυση που προκλήθηκε έγκειται στο γεγονός ότι αµέσως µετά τη δηµοσίευση της επιστολής αυτής, τόσο το Πολιτικό Γραφείο του ΚΚΕ όσο και ο Νίκος Ζαχαριάδης, από τον ραδιοφωνικό σταθµό του Βουκουρεστίου «Ελεύθερη Ελλάδα», διαψεύδουν τον Πλουµπίδη. Επιπλέον υποστήριζαν ότι η επιστολή ήταν γραµµένη από την Ασφάλεια, καθώς και ότι ο Πλουµπίδης ήταν άνθρωπός της. Αντιθέτως, το τότε υπουργείο Εσωτερικών ανακοίνωσε ότι ο γραφικός χαρακτήρας της επιστολής ανήκε στον Πλουµπίδη και ότι η υπογραφή του ήταν γνήσια.

Οπως αναµενόταν, η επιστολή τελικώς δεν έφερε αποτέλεσµα υπέρ του Μπελογιάννη, ο οποίος οδηγήθηκε στο εκτελεστικό απόσπασµα στο στρατόπεδο του Γουδή. Μαζί του εκτελέστηκαν και οι Νίκος Καλούµενος, ∆ηµήτρης Μπάτσης και Ηλίας Αργυριάδης. Μία άλλη επίσης επιστολή προκάλεσε ταραχή στην ήδη ηλεκτρισµένη ατµόσφαιρα της εποχής. Ηταν η επιστολή που είχε στείλει στις εφηµερίδες η γυναίκα του Μπάτση, Λίλιαν, το ίδιο βράδυ της εκτέλεσης των τεσσάρων. Στην επιστολή, στην οποία εξηγούσε η Μπάτση ότι ο άνδρας της εξαπατήθηκε από τους κοµµουνιστές, ανέφερε τα εξής: «Μετά την σύλληψίν του (σ.σ. του Μπάτση) και πολύ προ της ανακαλύψεως του ασυρµάτου συνάντησα τον (υπουργόν Εσωτερικών) κ. Ρέντην. Μου είπε ότι οι κοµµουνιστές πήραν στον λαιµό τους τον άνδρα µου. Τον επρόδωσαν και τον εξηπάτησαν. Μερικές µέρες αργότερα ανεκαλύφθησαν οι ασύρµατοι. Είδον ξανά τον κ. Ρέντην, ο οποίος µου είπε ότι εις τα σήµατα (του Βαβούδη) αναφέρεται ονοµαστικώς ο άνδρας µου, ενώ οι άλλοι αναφέρονται µε αριθµούς και ότι είναι φανερόν ότι οι κοµµουνισταί επεδίωκαν να τον εξοντώσουν...» (σ.σ. κλασική κοµµουνιστική τακτική). Από το εκτελεστικό απόσπασµα σώθηκαν: η Ελλη Παππά, η οποία είχε γεννήσει µέσα στη φυλακή το παιδί του Μπελογιάννη, ο Τάκης Λαζαρίδης, λόγω του νεαρού της ηλικίας του, αλλά και του γεγονότος ότι τον πατέρα του τον είχαν εκτελέσει οι Βούλγαροι. Χάρη δόθηκε στους Χαράλαµπο Τουλιάτο και Μιλτιάδη Μπισµπάνο.

ektelisi_mpelogianni


Το χωριό Μπελογιάννης στην Ουγγαρία

Για όση ιστορική σηµασία έχει, ο Πλαστήρας ήταν αντίθετος µε τις εκτελέσεις, καθώς επεδίωκε µία εθνική συµφιλίωση µετά τα νωπά γεγονότα του Εµφυλίου. Όµως ήταν άρρωστος και παρά το γεγονός ότι διέψευσε ότι δεν ήταν κύριος της κατάστασης, εν τούτοις δεν µπόρεσε να αποσοβήσει το εκτελεστικό απόσπασµα. Αντιθέτως, οι δύο ηγετικές µορφές του Κέντρου, ο Σοφοκλής Βενιζέλος και ο Γεώργιος Παπανδρέου, ήταν υπέρ των εκτελέσεων, γεγονός που διέρρηξε για κάποιο διάστηµα τις σχέσεις του Κέντρου µε την Αριστερά.

Ο θάνατος του Μπελογιάννη, του άνδρα µε το γαρίφαλο, τον ανέδειξε σε ήρωα της Αριστεράς, µολονότι για µεγάλη µερίδα του αστικού πολιτικού κόσµου -και γιατί όχι και του µη αριστερού τµήµατος της κοινωνίας- ήταν στην ουσία κατάσκοπος της σταλινικής Σοβιετικής Ενωσης. Σε διάφορες χώρες του πρώην ανατολικού Συνασπισµού το όνοµα του Μπελογιάννη δόθηκε σε δρόµους και πλατείες, ενώ στην Ουγγαρία υπάρχει και το χωριό Μπελογιάννης.

Δημοσιεύθηκε στην «Κυριακάτικη Απογευματινή»