Τα θερινά σινεµά προσφέρονται για ανθρωποπαρατήρηση. Είναι κάτι που µπορούµε να καταλάβουµε από τις sold out προβολές, τα γκουρµέ µπαρ εντός, τους «σανσέτηδες», τους... ταγµένους των ηλιοβασιλεµάτων που δεν κρύβουν τον ροµαντισµό τους, τους φοβισµένους στη µετά COVID εποχή, τους απελευθερωµένους καπνιστές, τους ειδικούς στα σπόιλερ, που από τους τίτλους τέλους αποκαλύπτουν λεπτοµέρειες που δεν θα ήθελες να γνωρίζεις αν ετοιµάζεσαι να πάρεις τη σκυτάλη για την επόµενη προβολή. 9-11 ή 11-1;

Στα θερινά σινεµά η ετυµηγορία αλλάζει. Βλέπεις οµάδες ανθρώπων. Τις παρατηρείς. Και καταλαβαίνεις πολλά για τη σχέση µας µε την Εβδοµη Τέχνη. Εσείς πού πήγατε τελευταία; Στο σινεµά «Αίγλη» µέσα στο Ζάππειο, στο «Cine Πολεµικό Μουσείο» ή κλείσατε θέση για το «Pool Your Cinema» στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρεταννία»; Προτιµάτε το ιστορικό «Σινέ ∆εξαµενή» ή την «Αθηναία» στον πεζόδροµο της Χάρητος για την «κλασική» τυρόπιτα; Ανάλογα µε την απάντηση, έχετε ήδη κάνει το πρώτο βήµα για να αναγνωρίσετε κοινά µε τους σινεφίλ της γειτονιάς σας. Ή της γενιάς σας.

Μετράµε δεκάδες κινηµατογράφους µόνο στην Αθήνα. Και οι ταινίες; «Ιστορίες καλοσύνης», «Η τελευταία συνεδρία του Φρόιντ», «Πεσµένα φύλλα». Aλλά και «Fargo», «Στην παγίδα του νόµου», «Τα χιόνια του Κιλιµάντζαρο», από τα παλιά. Και «Notorious» του Αλφρεντ Χίτσκοκ. Οι σινεφίλ, για να συνεννοούνται µεταξύ τους, χρησιµοποιούν γαλλικούς όρους που υιοθέτησαν οι Βρετανοί και Αµερικανοί κριτικοί, όπως «auteur», «mise en scène» και «montage». Κάπως σαν ραντεβού à Paris. Χωρίς τους Ολυµπιακούς.

Oι κινηµατογραφόφιλοι

Έχουν αγοράσει εισιτήρια online. ∆εν θέλουν να ρισκάρουν και να φτάσουν να στηθούν στην ουρά µε αβέβαιο αποτέλεσµα. Τους καταλαβαίνεις από τον τρόπο που κάθονται. Έχουν φτάσει ώρα πριν, δεν µιλάνε µεταξύ τους ή απλώς υπεραναλύουν. Είναι διαβασµένοι από πριν, έχουν αποστηθίσει κριτικές, από τους «ειδικούς» εντός και εκτός συνόρων. Μιλούν µε πάθος για τον αγαπηµένο τους σκηνοθέτη/ σεναριογράφο/ηθοποιό, γνωρίζουν τις προηγούµενες ταινίες του, τον συγκρίνουν (µόνο) µε τις καλύτερες (ή τις χειρότερες) στιγµές της καριέρας του µέχρι σήµερα.

Προτού αρχίσει η προβολή του φιλµ, έχουν ήδη πετάξει «τσιτάτα» µε άχρηστες πληροφορίες για τα γυρίσµατα ενός φιλµ που δεν έγινε ποτέ, µια συνέντευξη του δηµιουργού που τους σηµάδεψε. Πού τους συναντάµε; Τι φοράνε; Πώς θα τους καταλάβουµε; Θα τους δούµε στην πρώτη σειρά στον Γιώργο Λάνθιµο. Ή στην τελευταία, για να µπορούν να αποχωρήσουν αν δεν είναι τόσο υψηλό το καλλιτεχνικό αποτέλεσµα όσο θα περίµεναν; Προτιµούν το τζιν και γενικώς το casual ντύσιµο. Τις «αµερικανικές» υπερπαραγωγές τις απεχθάνονται. Θα προτιµήσουν τον ευρωπαϊκό κινηµατογράφο. Στο «Εκράν» στη Νεάπολη. Στο «Ριβιέρα» στα Εξάρχεια. Στην «Ταινιοθήκη της Ελλάδος» στο Γκάζι.

Η εµπειρία και τα αφιερώµατα

Είναι εκείνοι που δεν τους ενδιαφέρει ιδιαίτερα τι θα δούνε, αλλά πηγαίνουν περισσότερο για την εµπειρία. Το µπαρ, την καντίνα, το φαγητό. Συχνά έχουν στην τσάντα τους και κάτι που ξέρουν από πριν ότι δεν θα µπορούσαν να βρουν για να απολαύσουν το φιλµ που θα παρακολουθήσουν, όπως τσιπς µε λαχανικά ή γαρίδες για λιγότερες θερµίδες, σαν σνακ χωρίς ενοχές. Οι θορυβώδεις παίζουν µε τη σακούλα των τσιπς εµµονικά και αγκαλιάζουν τον κουβά µε τα ποπ κορν. ∆εν µοιράζονται, ακολουθούν... σόλο καριέρα. Πίνουν µπίρα (χωρίς αλκοόλ), ζητούν επιπλέον λιωµένο τυρί για τα νάτσος τους, βάζουν µουστάρδα, κέτσαπ και µαγιονέζα στο χοτ ντογκ, ξέρουν πως στον ∆ηµοτικό Κινηµατογράφο Αµαρουσίου «Μίµης Φωτόπουλος» µπορούν να δουν γαλλική ταινία και να παραγγείλουν καλαµάκια σουβλάκια µε πατάτες τηγανητές, ρίγανη και αλάτι. Ζεστή τυρόπιτα στην «Αθηναία», µαµαδίστικο φαγητό σε συνοικιακά σινεµά, πίτσα µε το κοµµάτι σε αρκετές θερινές αίθουσες πλέον, και ζεστά τσιπς σε στικ. Οι ψαγµένοι πάνε και στα προάστια και στο κέντρο. Στα µικρά, «καλτ» θερινά.

Θα τους συναντήσουµε στο «Cine Paris» κάθε ∆ευτέρα, µόνο και µόνο επειδή γνωρίζουν πως φιλοξενεί αφιέρωµα στο κλασικό ελληνικό σινεµά. Για να ξαναδούν µε καινούργια µατιά αγαπηµένα έργα. Θα βρεθούν όµως και στις ταινίες πρώτης προβολής, την πρώτη κιόλας ηµέρα, για να µπορούν να γράψουν στα µέσα κοινωνικής δικτύωσης, σε µηνύµατα σε φίλους, σε αναρτήσεις τους, τη δική τους, αυστηρή κριτική, µε ασορτί βαθµολογία.

Και οι θηλυκές σινεφίλ; Είναι µία κατηγορία από µόνες τους. Προτιµούν την εµπειρία τού να πηγαίνουν στον κινηµατογράφο, τους αρέσει το δράµα, εκτιµούν την ενδυνάµωση των γυναικών και τους µη αρχετυπικούς γυναικείους χαρακτήρες στους πρωταγωνιστικούς ρόλους και είναι ιδιαίτερα επιλεκτικές µε το περιεχόµενο που παρακολουθούν. ∆ηλώνουν οπαδοί του ευρωπαϊκού και παγκόσµιου κινηµατογράφου. Οι γυναίκες άνω των 60 ετών είναι κλασικές στις επιλογές τους, απορρίπτουν τις ακραίες αφηγήσεις, τους αρέσει να προγραµµατίζουν εξόδους µε φίλες.

Οι «σανσέτηδες»

Η συµµετοχική κουλτούρα αγαπάει το κοπάδι. Στην Ακρόπολη, στο «Σινέ Θησείο», αλλά και στα Πετράλωνα, στα Εξάρχεια, στα θερινά στις ταράτσες, στα παραδοσιακά µε το χαλίκι, στα «γυµνά» µε το τσιµέντο. Οι selfies ξεκινούν ήδη από το ταµείο µε πόζες δίπλα στην αφίσα της ταινίας, αλλά και µέσα, κοντά στην οθόνη, προτού δύσει ο ήλιος. Είναι η στιγµή που βλέπεις το έργο µέσα στο έργο, παρατηρείς τα κορίτσια και αγόρια που δεν µπορούν να αποχωριστούν το κινητό τους ούτε για λίγα λεπτά, ζουν για τα «likes» και τη βιωµατική αναπαράσταση της πραγµατικότητας.

∆εν υπάρχει τίποτα καλύτερο από την αίσθηση του να βρίσκεσαι σε έναν κινηµατογράφο όταν σβήνουν τα φώτα και ξεκινάει η ταινία... Ακόµη κι αν πρέπει κάθε τόσο να ελέγχεις emails, να σκρολάρεις στην οθόνη, να βλέπεις την ώρα, να στέλνεις ένα µήνυµα που δεν µπορεί να περιµένει, να διαβάζεις ειδήσεις, να µπαίνεις στο Facebook όσο ο πρωταγωνιστής του φιλµ προσπαθεί να σώσει τον κόσµο.

Οι καπνιστές και οι… εκλεκτικοί

Πηγαίνουν παντού µε αντικουνουπικό και φωτογραφική µηχανή µε φλας, κρεµασµένη στον λαιµό. Ακόµη; Ναι. Στο κέντρο κυρίως, στην «Αίγλη», στο «Θησείο», στη «∆εξαµενή», στο «Cine Φλοίσβος»... Τα κινητά είναι για τους ερασιτέχνες φωτογράφουςτουρίστες. Φοράνε λευκές κάλτσες και σαγιονάρες ή παντόφλες τύπου Birkenstock για να αντέχουν τα πόδια τους έπειτα από τόσο περπάτηµα. Εχουν διαβάσει στους ταξιδιωτικούς οδηγούς για τα «κάµπριο» σινεµά που έχουµε µόνο στη χώρα µας και δεν θέλουν να χάσουν την εµπειρία. Αποφεύγουν τις ελληνικές ταινίες γιατί ξέρουν ότι δεν θα έχουν αγγλικούς υπότιτλους και προτιµούν τα µπλοκµπάστερ για να είναι σίγουροι.

Oι πιο ζεν της παρέας ροχαλίζουν στους τίτλους αρχής και τέλους. Οι «φοβισµένοι» της παρέας δεν θα κατηγορήσουν το Χόλιγουντ ότι παράγει εµπορικά σκουπίδια. Είναι φειδωλοί και στις δηλώσεις τους. Παρακολουθούν τις αναρτήσεις των άλλων, κυκλοφορούν µε µάσκα ακόµη και στο θερινό, ειδικά όταν πρόκειται να πάνε στην τουαλέτα, αρνούνται να φάνε και να µοιραστούν σνακ, ψεκάζονται διαρκώς µε αντισηπτικό, αδιαφορούν για τον καύσωνα, έχουν καλυµµένο το πρόσωπό τους για να είναι σίγουροι. Τους βλέπεις σε ζευγάρια, να κυκλοφορούν µε ασορτί ανσάµπλ, µε µάσκες λευκές ή γαλάζιες, µιας χρήσεως.

Με ειδικά αντισηπτικά µαντιλάκια καθαρίζουν καλά τις καρέκλες τους αλλά και το τραπεζάκι (αν υπάρχει) προτού καθίσουν, την ίδια στιγµή που κοιτούν µε καχυποψία όποιους τους πλησιάζουν για να καθίσουν µπροστά τους, πίσω τους, ακόµη χειρότερα δίπλα τους. Μην τους παρεξηγήσετε αν αλλάξουν θέση µόλις τους πλησιάσετε. ∆εν είναι προσωπικό. Είναι εκλεκτικοί, σε εγρήγορση, ξέρουν ότι δεν υπάρχει ωραιότερο συναίσθηµα από το να βλέπεις µια καλή ταινία σε µεγάλη οθόνη. Ακόµη και µε ρίσκο.

Οσο για τους καπνιστές, δεν χορταίνουν την αδρεναλίνη µιας καλής ταινίας τρόµου. Είναι ένα είδος που δεν θα παλιώσει ποτέ... Προτιµούν τις mainstream ταινίες, αλλά δεν έχουν πρόβληµα να περάσουν (και) στις indie. Το θερινό είναι η χαρά του καπνιστή. Στην «Αβάνα», στη «Φιλοθέη», στην «Ακτή», στο «Αµαρυλλίς» Garden Digital Cinema. Πούρο, άτµισµα, «κανονικό» τσιγάρο, δεν έχει σηµασία. Καπνίζουν σε όλη τη διάρκεια της ταινίας, ακόµη κι αν είναι τρίωρη, δεν τους ενδιαφέρει ποιος κάθεται δίπλα τους, αν είναι φανατικός αντικαπνιστής. Ειδικά αν ανήκεις σε αυτήν την κατηγορία, για έναν ανεξήγητο λόγο ο καπνός σε κυνηγάει.

Οπως κι αν φυσάει ο αέρας, όσο κι αν έχεις φροντίσει να κρατάς απόσταση ασφαλείας ή να µπορείς να προβλέψεις πού θα θέλει να βρίσκεται ένας «επαγγελµατίας» καπνιστής... Είναι και οι εθισµένοι, εκείνοι που δεν µπορούν να παρακολουθήσουν την ταινία αν δεν έχουν το πακέτο µε τα τσιγάρα τους, την αγαπηµένη τους µπίρα, αλλά και κοκτέιλ µε πάγο, νάτσος, τζανκ φαγητό. Το σινεµά είναι απόλαυση, είναι διέξοδος, είναι απόδραση. Να µη θέλουµε τις ιδανικές συνθήκες; Για µένα κάποτε ήταν η γρανίτα φράουλα σε ποτήρι του νερού µε καλαµάκι και κουτάλι της σούπας, µία διαδικασία που κρατούσε για τουλάχιστον δύο ώρες, στο θερινό σινεµά της γειτονιάς, όπου πηγαίναµε οικογενειακώς, και ο καθένας µας είχε τη δική του αγαπηµένη γεύση γρανίτας. Από λεµόνι. Ή παγωτό καϊµάκι µε σπιτικό βύσσινο σε τραγανό χωνάκι.

Τέλος, έχουµε τους ερωτευµένους. Στην εποχή των iPhones, των blogs και του YouTube όλα αλλάζουν. Ευτυχώς που υπάρχουν ακόµη οι ροµαντικοί που ζουν ανάµεσα µας. Στο «Αµίκο», στο «Αττικόν Αλσος», στη «Βάρκιζα», στο «Βοξ», στη «Γαλάζια Ακτή», στο «Εκράν», στη «Μαργαρίτα», στη «Χλόη» και στην «Μποµπονιέρα». Τους ρωτάς στο τέλος και δεν θυµούνται ούτε καν τον τίτλο, όχι τι είδαν. Συναντιούνται έξω από τον κινηµατογράφο της επιλογής τους, έχουν πάντα ζακέτα ή τζιν µπουφάν, τα κορίτσια κουβαλάνε και µια εσάρπα για να σκεπάζονται. Αγκαλιάζονται προτού καν αρχίσει το φιλµ, όταν αρχίσουν να προβάλλονται οι διαφηµίσεις και τα τρέιλερ, φιλιούνται µε πάθος χωρίς να νοιάζονται αν εµποδίζουν τους υπόλοιπους να δούνε, να ακούσουν, να συγκεντρωθούν. Ολοι το έχουµε ζήσει, νοσταλγήσει, ξαναζήσει, ξανανοσταλγήσει. Με «Je t’aime» και «I love you» σε όλες τις γλώσσες. Είτε βλέπεις κοµεντί είτε θρίλερ και περιπέτεια µε κοµµένη την ανάσα. Ποιος έπαιζε στο φιλµ «Νotorious» του Αλφρεντ Χίτσκοκ; Εχει σηµασία; Eσύ κι εγώ.

*Δημοσιεύτηκε στην Κυριακάτικη Απογευματινή