Ενώπιον της λήψης µιας ιστορικής απόφασης είναι πιθανό να βρεθεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη το αµέσως επόµενο διάστηµα.

Οπως αποκαλύπτει σήµερα η «Κυριακάτικη Απογευµατινή», έχουν κινηθεί ήδη οι θεσµικές διαδικασίες για την απόκτηση ελληνικής ιθαγένειας από τα µέλη της τέως βασιλικής οικογένειας. Πρόκειται για µία επιθυµία που, σύµφωνα µε πληροφορίες, εκφράζουν εσχάτως ακόµη πιο δυναµικά, αλλά και µέσω θεσµικών ενεργειών, τόσο η σύζυγος του πλέον εκλιπόντος τέως βασιλιά, Αννα-Μαρία, όσο και, κυρίως, οι δύο γιοι του, Παύλος και Νικόλαος, δείχνοντας ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκειµένου να «τρέξουν» οι σχετικές διαδικασίες.

Φυσικά, η περίπτωση αυτή δεν µπορεί να µπει σε καµία σύγκριση µε τις αντίστοιχες της διεκδίκησης της ελληνικής ιθαγένειας, όπου θα πρέπει να πληρούνται συγκεκριµένα κριτήρια σχετικά µε τον χρόνο παραµονής στη χώρα, την εργασία, την εν γένει οικονοµική δραστηριότητα και ανεξαρτησία και µια σειρά από άλλες προβλέψεις, οι οποίες οδηγούν -εφόσον συντρέχουν οι απαραίτητες προϋποθέσεις- στο τελικό στάδιο των εξετάσεων των ενδιαφεροµένων σε θέµατα που άπτονται της γνώσης των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της εγχώριας κουλτούρας και άλλων αντίστοιχων κεφαλαίων. Ως εκ τούτου, το ζήτηµα της τέως βασιλικής οικογένειας θα αναλυθεί στο ύψιστο επίπεδο, µε το µπαλάκι των όποιων ενεργειών και αποφάσεων να βρίσκεται στην πλευρά της πολιτικής και πολιτειακής ηγεσίας της χώρας. Εξάλλου, είναι ένα µέτωπο µε πολλές νοµικές παραµέτρους και µια ιδιαίτερη σηµειολογία, που θα ληφθούν υπόψη, πέραν των υπόλοιπων διαστάσεων.

Το πρώτο πεδίο που εισέρχεται στην εξίσωση έχει να κάνει µε τη συµφωνία που είχε συνάψει το 1992 ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης µε τον τέως βασιλιά, µε βάση την οποία η ακίνητη περιουσία της οικογένειάς του θα εκχωρούνταν σε ένα ίδρυµα, µε αντάλλαγµα την εξαγωγή της κινητής περιουσίας του εκτός Ελλάδας. Το 1994, επί κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, προωθήθηκε η ανάκληση αυτής της απόφασης. Συγκεκριµένα, κατόπιν προσωπικών εντολών του Ανδρέα Παπανδρέου αφαιρέθηκε από την οικογένεια του τέως βασιλιά το σύνολο της εν Ελλάδι περιουσίας, αλλά και η ελληνική ιθαγένεια µε τον νόµο 2215/1994. Στη συνέχεια ο Κωνσταντίνος εξάντλησε τα εσωτερικά ένδικα µέσα και βρέθηκε στο Ευρωπαϊκό ∆ικαστήριο ∆ικαιωµάτων του Ανθρώπου, όπου διεκδίκησε 161 εκατοµµύρια και συµπληρωµατικά την καταδίκη της χώρας, διότι υπέστη εξευτελιστική µεταχείριση διά της αφαιρέσεως της ελληνικής ιθαγένειας και της χρήσης του νέου επωνύµου του. Τελικώς, το φθινόπωρο του 2002 του επιδικάστηκαν 13,7 εκατοµµύρια, χωρίς όµως να δικαιωθεί για την απολεσθείσα ιθαγένεια. Ούτε επίσης για το θέµα του επωνύµου.

Νομικό πλαίσιο

Σε ένα περίεργο παιχνίδι της µοίρας, ο νόµος αυτός, που τότε οδήγησε στην απώλεια της ιθαγένειας της τέως βασιλικής οικογένειας και προσωρινά του συνόλου της περιουσίας που διεκδικούσε, ο οποίος βρίσκεται εν ισχύι ακόµη και σήµερα, θα µπορούσε να ανοίξει τον δρόµο για την αντίστροφη πορεία.

Συγκεκριµένα, αναφορικά µε το θέµα της ιθαγένειας προβλέπει τα εξής: «Ελληνική ιθαγένεια στον Κωνσταντίνο Γλύξµπουργκ και στα µέλη της οικογένειάς του, µετά τη λήξη της ισχύος του ιδιαίτερου νοµικού καθεστώτος που διείπε την ιθαγένειά τους πριν τη µεταβολή της µορφής του πολιτεύµατος, αναγνωρίζεται και αποδεικνύεται µόνον εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α) Εφόσον διατυπωθεί ενώπιον του ληξιάρχου Αθηνών ρητή και ανεπιφύλακτη δήλωση σεβασµού στο Σύνταγµα, αποδοχής και αναγνώρισης του πολιτεύµατος της Προεδρευοµένης Κοινοβουλευτικής ∆ηµοκρατίας και του αποτελέσµατος του δηµοψηφίσµατος της 8ης ∆εκεµβρίου 1974, µε το οποίο καθορίσθηκε κατά τρόπο µη υποκείµενο σε µεταβολή η µορφή του πολιτεύµατος.

β) Εφόσον δηλωθεί, ρητά και ανεπιφύλακτα, ενώπιον του ιδίου ληξιάρχου παραίτηση από τις κάθε είδους διεκδικήσεις, οι οποίες συνδέονται µε την κατά το παρελθόν άσκηση πολιτειακού αξιώµατος ή της κατοχής οποιουδήποτε τίτλου.

γ) Εφόσον συντελεσθεί εγγραφή στα µητρώα αρρένων ή τα δηµοτολόγια δήµου ή κοινότητας του κράτους µε όνοµα, επώνυµο και τα λοιπά αναγκαία κατά νόµον στοιχεία ταυτότητας. Η συνδροµή των παραπάνω προϋποθέσεων διαπιστώνεται µε απόφαση του υπουργού Εσωτερικών. ∆ιαβατήρια, ταξιδιωτικά και άλλα συναφή έγγραφα που έχουν χορηγηθεί στα πρόσωπα αυτά ακυρώνονται αυτοδικαίως, εφόσον δεν συντρέχουν οι παραπάνω προϋποθέσεις».

Οπως γίνεται αντιληπτό, ιδιαιτέρως µετά το αδιαµφισβήτητο πέρασµα στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας της όποιας σύνδεσης της οικογένειας µε την εγχώρια πολιτική και πολιτειακή πραγµατικότητα (αλλά και την εν γένει δηµόσια συµπεριφορά της) και µε δεδοµένο ότι η πλήρωση των προϋποθέσεων συνιστά αρµοδιότητα του εκάστοτε υπουργού Εσωτερικών, τότε είναι σαφές ότι µπορεί να προκύψουν νέες συνθήκες µε φόντο και την επιθυµία των συγγενών πρώτου βαθµού του τέως βασιλιά. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι κάνοντας χρήση των παραπάνω θεσµικών προβλέψεων αναγνωρίστηκε ήδη από το 2004 το δικαίωµα στην ελληνική ιθαγένεια, κατόπιν αίτησής του, στον πρώτο εξάδελφο του Κωνσταντίνου, Μιχαήλ, και στις δύο θυγατέρες του, κατόπιν αποφάσεων του τότε υπουργού Εσωτερικών, Προκόπη Παυλόπουλου.

Σε ανάλογο αίτηµα είχε προχωρήσει και η εγγονή της αδελφής του βασιλιά Παύλου (πατέρα του Κωνσταντίνου). Οπως υπογραµµιζόταν τότε στο σκεπτικό της απόφασης για τον εξάδελφο του Κωνσταντίνου, κοµβικό ρόλο έπαιξε το γεγονός ότι προσδιοριζόταν ως Ελληνας µέχρι και τη στιγµή της αλλαγής του πολιτεύµατος, παράµετρος που «αγγίζει» άµεσα την περίπτωση της οικογένειας του τέως βασιλιά.

Στη ζυγαριά του Μαξίμου


Αξίζει να σηµειωθεί πως οι γνωρίζοντες τα νοµοθετικά µυστικά βάζουν στο κάδρο και την πιθανότητα προώθησης Προεδρικού ∆ιατάγµατος για την ειδική περίπτωση, µε ό,τι αυτό θα µπορούσε να συνεπάγεται. Φυσικά, όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, το µαχαίρι και το καρπούζι στο εν λόγω µέτωπο θα έχει ο ίδιος ο πρωθυπουργός, ο οποίος δέχεται, όπως είναι σε θέση να γνωρίζει η «Κυριακάτικη Α», σειρά εισηγήσεων από στενούς συνοµιλητές του, προκειµένου να προχωρήσουν οι προβλεπόµενες διαδικασίες. Οι υπέρµαχοι της άποψης αυτής στέκονται «στην πλήρη απουσία από την πλευρά της οικογένειας κάθε συζήτησης για το παρελθόν και περί... βασιλικών προνοµίων, καθώς και της εν γένει δηµόσιας συµπεριφοράς τους, στοιχεία που έχουν ξεκάθαρο αντίκτυπο στις διαθέσεις της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας απέναντί τους και µπορούν να διαµορφώσουν µια διαφορετική συνθήκη».

Σύµφωνα µε τις εκτιµήσεις τους, η κυβέρνηση θα προσέγγιζε εκ νέου ένα κοµµάτι της δεξιάς της βάσης και σε ένα µεγάλο βαθµό αναίµακτα, αφού η διαχείριση των συγγενών πρώτου βαθµού του Κωνσταντίνου όχι µόνο κατά την απώλειά του, αλλά και κατά τη γενικότερη παρουσία τους στη χώρα, ήταν απολύτως µετριοπαθής και αρµόζουσα στην κατάσταση, κάτι που κατά κοινή οµολογία εκτιµήθηκε αναλόγως. Παράλληλα, οι ίδιοι κύκλοι τονίζουν ότι µια τέτοια πρωτοβουλία θα ανεδείκνυε περαιτέρω το ηγετικό προφίλ του Κυριάκου Μητσοτάκη, αφού µε αφορµή τα 50 χρόνια από τη Μεταπολίτευση θα δοθεί σαφές µήνυµα για το οριστικό, ιστορικό κλείσιµο αυτού του κύκλου και θα αναδειχθεί περαιτέρω συµβολικά η πολιτική του προσήλωση στο µέλλον. Στον αντίποδα, υπάρχουν κι εκείνοι που θεωρούν πως µε τόσα ανοιχτά µέτωπα και µε φόντο τα όσα συνέβησαν προσφάτως, το άνοιγµα άλλης µιας υπόθεσης που θα µπορούσε να δηµιουργήσει κοινωνική ένταση, αυτή τη φορά στην όχθη του Κέντρου και της Κεντροαριστεράς, κάθε άλλο παρά ορθολογική πολιτική διαχείριση θα συνιστούσε.

Δημοσιεύτηκε στην Κυριακάτικη Απογευματινή