Χιλιάδες είναι οι πιστοί που κατέφθασαν και φέτος στη Μονή Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στη Σουρωτή Θεσσαλονίκης, στον τάφο του Αγίου Παϊσίου, ενός από τους πλέον αγαπητούς σύγχρονους αγίους της Ορθοδοξίας. Άνθρωποι από κάθε μέρος της χώρας, αλλά και του εξωτερικού, ταξίδεψαν χιλιόμετρα προκειμένου να τιμήσουν τη μνήμη του Αγίου.

Ο Άγιος Παΐσιος στις 12 Ιουλίου 1994 εκοιμήθη εν Κυρίω κι ετάφη δίπλα στο ναό του Αγίου Αρσενίου. Η συμμετοχή των πιστών είναι μεγάλη, καθώς οι προσκυνητές έρχονται να αποτίσουν φόρο τιμής και να ζητήσουν την ευλογία του Αγίου. Οι εκδηλώσεις περιλαμβάνουν αγρυπνίες, Θεία Λειτουργία, παρακλήσεις και άλλες λατρευτικές ακολουθίες.

Άνθρωποι όλων των ηλικιών και κοινωνικών στρωμάτων συγκεντρώνονται στη Σουρωτή, αναζητώντας παρηγοριά, θεραπεία και πνευματική καθοδήγηση. Όλο το χρόνο, αλλά ιδιαίτερα αυτές τις ημέρες, η Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννου Θεολόγου, όπως είναι η αρχική ονομασία της, δέχεται χιλιάδες κόσμο απ’ όλα τα μέρη της Ελλάδας, έχοντας φροντίσει με υποδειγματικό τρόπο για το προσκύνημά τους, με δεκάδες μικρά λεωφορεία να ανεβάζουν τους προσκυνητές στη μονή, αλλά και δεκάδες εθελοντές να συνδράμουν στην εξυπηρέτηση των προσκυνητών.

Ο Άγιος Παΐσιος γεννήθηκε ως Αρσένιος Εζνεπίδης στις 25 Ιουλίου 1924 στα Φάρασα της Καππαδοκίας. Η οικογένειά του μετανάστευσε στην Ελλάδα το 1924. Αφού υπηρέτησε στο στρατό κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου, ακολούθησε το μοναχισμό κι έγινε μοναχός στο Άγιο Όρος. Εκεί έζησε μια ζωή ασκητική και αφιερωμένη στην προσευχή και τη βοήθεια των ανθρώπων. Ο Άγιος Παΐσιος κοιμήθηκε στις 12 Ιουλίου 1994 και ανακηρύχθηκε άγιος από το Οικουμενικό Πατριαρχείο το 2015. Μετά το 1993 ο Άγιος Παΐσιος παρουσίαζε αιμορραγίες για τις οποίες αρνούνταν να νοσηλευτεί λέγοντας ότι «όλα θα βολευτούν με το χώμα».

Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους βγήκε για τελευταία φορά από το Άγιο Όρος και πήγε στη Σουρωτή, στο ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, για τη γιορτή του Αγίου Αρσενίου (10 Νοεμβρίου). Εκεί έμεινε για λίγες μέρες κι ενώ ετοιμαζόταν να φύγει, ασθένησε και μεταφέρθηκε στο Θεαγένειο, όπου έγινε διάγνωση για όγκο στο παχύ έντερο. Στις 4 Φεβρουαρίου του 1994 χειρουργήθηκε. Παρότι η ασθένεια δεν έπαυσε, αλλά παρουσίασε μεταστάσεις στους πνεύμονες και στο ήπαρ, ο γέροντας ανακοίνωσε την επιθυμία του να επιστρέψει στο Άγιο Όρος στις 13 Ιουνίου. Ο υψηλός πυρετός όμως και η δύσπνοια τον ανάγκασαν να παραμείνει.

Στο τέλος Ιουνίου οι γιατροί τού ανακοίνωσαν ότι τα περιθώρια ζωής του ήταν δύο με τρεις εβδομάδες το πολύ. Τη Δευτέρα 11 Ιουλίου (γιορτή της Αγίας Ευφημίας) κοινώνησε για τελευταία φορά γονατιστός μπροστά στο κρεβάτι του. Τις τελευταίες μέρες της ζωής του αποφάσισε να μην παίρνει φάρμακα ή παυσίπονα, παρά τους φρικτούς πόνους της ασθένειάς του. Εκοιμήθη την Τρίτη 12 Ιουλίου 1994 και ώρα 11.00 κι ενταφιάστηκε στο Ιερό Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στη Σουρωτή Θεσσαλονίκης.


Ο πιο ήσυχος ασθενής

Ο χειρουργός-ογκολόγος Γεώργιος Μπλάτζας, γιατρός του Αγίου Παϊσίου και αναπληρωτής καθηγητής του ΑΠΘ, ο οποίος έφυγε από τη ζωή πριν από τρία χρόνια, είχε πει πως ο άγιος άφησε ανεξίτηλα σημάδια χαραγμένα στην ψυχή του.

«Έβλεπες έναν άνθρωπο που ήταν όλος αγάπη, τα μάτια του εξέπεμπαν αγάπη. Εντυπωσιάστηκα, σε αιχμαλώτιζε από την πρώτη στιγμή. Όταν ζήτησε να τον επισκεφθώ, είχε μια απλή κήλη, με την οποία δεν ήθελε να ασχοληθεί, αλλά κάνοντας υπακοή σε έναν επίσκοπο, μου ζήτησε να τον χειρουργήσω. Την πρώτη φορά νοσηλεύτηκε με το όνομα Εζνεπίδης (το επώνυμό του), όπως ο ίδιος ζήτησε, ώστε να μην ενοχλούνται οι γιατροί και το προσωπικό από τον κόσμο. Το θεώρησα κάπως υπερβολικό, αλλά όταν όλοι έμαθαν τη δεύτερη φορά που νοσηλεύτηκε στο Θεαγένειο την παρουσία του, κατάλαβα πόσο δίκιο είχε αυτός ο σοφός γέροντας. Η πίεση ήταν φοβερή απ’ όλες τις μεριές!».

Τρία χρόνια αργότερα, ο Παΐσιος του ανέφερε τα προβλήματα που είχε στο έντερο. «Παρότι υπέφερε πάρα πολύ, μόνο αν ήσουν γιατρός καταλάβαινες ένα μικρό σπασμό στο πρόσωπό του. Δεν εξέφρασε ποτέ κανένα παράπονο. Φυσικά, ήταν γνώστης της κατάστασής του και των σταδίων που θα ακολουθήσουν, έχοντας πλήρη εμπιστοσύνη στον Θεό. Την αγωγή του την έπαιρνε πλήρως. Έκανε τα πάντα. Ό,τι του λέγαμε. Ήταν ο πιο καλός, ο πιο τυπικός, ο πιο ήσυχος ασθενής. Την ώρα που του ανακοινώσαμε ότι έχει νεόπλασμα και ότι πρέπει να κάνουμε ακτινοβολία, εκείνος αστειεύτηκε: “Εντάξει, πρώτα το Πυροβολικό και μετά θα έρθει το Πεζικό να μας κάνει την εγχείρηση”»!

«Όσο νοσηλευόταν ο Άγιος Παΐσιος στο Θεαγένειο, τον επισκέπτονταν δεκάδες πιστοί. Όχι μόνο δεν ενοχλούνταν, αλλά έδινε κουράγιο στους άλλους ασθενείς. Μόνο την τελευταία εβδομάδα της ζωής του με κάλεσε και μου είπε: “Τώρα θα σε παρακαλέσω να με αφήσετε με τον Θεό. Έκανα τα πάντα, έφαγα ακόμη και κρέας το οποίο μου είπες να φάω”. Ήταν η τελευταία του επιθυμία... Θα εκμυστηρευτώ κάτι που δεν το ξέρουν πολλοί. Ο Άγιος Παΐσιος αγαπούσε υπερβολικά τον κόσμο, έτσι την ημέρα που έβγαινε από το Θεαγένειο και τον αποχαιρετούσαν όλοι, μου είπε: “Θα ήθελα να ζήσω λίγο ακόμη”. Αμέσως κατάλαβα γιατί το είπε, ήθελε να συνεχίσει να δίνει αγάπη στον κόσμο, παρά την ασθένεια και την κόπωσή του» περιέγραφε ο γιατρός του.