Tο υγρό, θαλάσσιο, πολεμικό ή ελληνικό πυρ, η "ναπάλμ" των Βυζαντινών δεν ήταν το πρώτο εμπρηστικό όπλο της ιστορίας, αλλά ήταν αναμφισβήτητα από το πιο σημαντικά. Μάλιστα, η σημασία του οδήγησε στη δημιουργία ενός μύθου που του απέδιδε θεϊκή προέλευση. 

Σύμφωνα με τον χρονογράφο Θεοφάνη τον Ομολογητή, εφευρέθηκε γύρω στο 672 μ.Χ. από τον Καλλίνικο από την Ηλιόπολη της Συρίας. Πρώτη φορά χρησιμοποιήθηκε τον 7ο αιώνα κατά την εισβολή των Αράβων. Υπάρχουν αναφορές ότι χρησιμοποιήθηκε και στην πολιορκία της Κωνσταντινούπολης το 1204 και το 1453.

Βασικό και καταστροφικότερο χαρακτηριστικό του ότι δεν έσβηνε στο νερό. Αναφλεγόταν αμέσως μόλις ερχόταν σε επαφή με το νερό και έκαιγε τόσο στην επιφάνεια του όσο και λίγο κάτω από αυτή. Όσο προσπαθούσαν τα εχθρικά πληρώματα να σβήσουν με νερό τη φωτιά από το υγρό πυρ, αυτή άναβε περισσότερο. Μόνος τρόπος για να σβήσει, η κάλυψη του με άμμο ή δυνατό ξύδι και μόνος τρόπος προστασίας τα εμποτισμένα δέρματα με ξύδι.

Κύρια χρήση του θανατηφόρου όπλου της Αυτοκρατορίας ήταν στη θάλασσα. Οι Βυζαντινοί το εκτόξευαν μέσω σιφώνων στην πλώρη των πολεμικών πλοίων τους. Τους τοποθετούσαν σε τεράστιες χάλκινες κεφαλές λιονταριών ως ακρόπρωρα για να σκορπίζουν τρόμο. Κατά την εκτόξευση το υγρό πυρ παρήγαγε τρομακτική βροντή και καπνό, σαν την πύρινη ανάσα δράκου. Το υγρό πυρ εκτοξευόταν και από βαλλίστρες ή καταπέλτες σε μορφή εμπρηστικών βομβών. Μπορούσε να εκτοξεύεται και μέσα σε πήλινα δοχεία σαν χειροβομβίδα. Στη φορητή εκδοχή του, τον χειροσίφωνα, ήταν κάτι σαν φλογοβόλο.

Η φόρμουλά του ήταν το μεγαλύτερο μυστικό της Αυτοκρατορίας. Το απόρρητο μυστικό αποκαλυπτόταν από αυτοκράτορα σε αυτοκράτορα με φοβερούς όρκους. Οι θεωρίες που έχουν αναπτυχθεί πολλές. Φαίνεται πως ήταν ένα μίγμα υγρό πετρέλαιο, πίσσα, θειάφι, ρητίνη, οξείδιο του ασβεστίου και άλλα εύφλεκτα υλικά. Ακόμα και όταν οι εχθροί το πήραν στα χέρια τους, δεν μπόρεσαν να το αναδημιουργήσουν. Με την ανακάλυψη νέων και φονικότερων όπλων, η μυστική συνταγή χάθηκε στα βάθη της ιστορίας και έγινε θρύλος.