Τα γεγονότα της εποχής είναι γνωστά και χιλιοειπωµένα, διότι παραµένει ανεξίτηλο από το 1974 το σύνθηµα στα χείλη του Ελληνισµού «∆εν Ξεχνώ». Στις 15 Ιουλίου, µε εντολή της στρατιωτικής χούντας των Αθηνών, έγινε πραξικόπηµα σε βάρος του Μακαρίου και της εκλεγµένης κυβέρνησής του. Αυτό το γεγονός αποτέλεσε την αφορµή για την Τουρκία να προωθήσει τα διχοτοµικά της σχέδια µε το πρόσχηµα της προστασίας των Τουρκοκυπρίων.

Από πλευράς των πραξικοπηµατιών, ως αφορµή της προσπάθειάς τους να ανατρέψουν τον Μακάριο επικαλούνταν ότι είχαν ως πατριωτικό στόχο την ένωση µε την Ελλάδα, στην οποία ήταν αντίθετος ο Μακάριος. Μπορεί ενδεχοµένως ο Εθνάρχης της Κύπρου µε το πέρασµα των χρόνων και µε βάση τις διεθνείς εξελίξεις να ήταν επιφυλακτικός για τηνένωση µε την Ελλάδα, όµως την εποχή που ακόµη κατείχαν οι Αγγλοι την Κύπρο -δηλαδή πριν αρχίσει ο απελευθερωτικός αγώνας της ΕΟΚΑο Μακάριος ζητούσε την ένωση. Είναι χαρακτηριστικό το εξής περιστατικό, που καταγράφηκετο 1950.

Ο Μακάριος είχε επισκεφτεί τον τότε πρωθυπουργό, Νικόλαο Πλαστήρα, και εκείνος, απορρίπτοντας το κυπριακό αίτηµα περί ενώσεως µε την Ελλάδα, του είπε µε την καρδιτσιώτικη προφορά του: «Ακουσε, Μακαριώτατε, αν ερχόσουν στο πτωχικό µου καλύβι καιµου ζητούσες να πάω να πολεµήσω για την Κύπρο, θα το έκανα ευχαρίστως, διότι είµαι στρατιώτης. Αλλά έρχεσαι στο γραφείο του  πρωθυπουργού της Ελλάδας και µου ζητάς να κάψω την Ελλάδα, χωρίς να µπορώ να ωφελήσω την Κύπρο. Κάθ’σε, λοιπόν, ήσυχα!...».

Ασφαλώς, το παρασκήνιο πριν από την προσπάθεια ανατροπής του Μακαρίου και οι θεωρίες περί υπόγειας αµερικανικής ανάµειξης, που οδήγησε τελικώς στη διχοτόµηση της Κύπρου µε την τουρκική εισβολή, εξακολουθούν να απασχολούν τους αναλυτές της εξωτερικής πολιτικής. Στο βιβλίο που είχε εκδώσει µε τίτλο «Η αλήθεια» ο χουντικός αρχηγός των Ενόπλων ∆υνάµεων, στρατηγός Μπονάνος, αναφέρει τα εξής, όσον αφορά την ανάµειξη της αµερικανικής πλευράς
στα δραµατικά γεγονότα της Κύπρου: «Ο αρχηγός του κλιµακίου της CIA στην Ελλάδα είπε στον διοικητή της ΚΥΠ, αντιστράτηγο Σταθόπουλο, ότι τώρα είναι η κατάλληλη ευκαιρία για επέµβαση στην Κύπρο, διότι οι Αµερικανοί δεν θέλουν τον
Μακάριο.

Ο Ιωαννίδης ανακοίνωσε το σχέδιο. Ο Ιωαννίδης διαβεβαίωνε (σ.σ.: ποιος, άραγε, τον είχε εξαπατήσει;) ότι οι Τούρκοι δεν θα αναµειγνύονταν. Στις 15 Ιουλίου του 1974 έγινε η ενέργεια κατά του Μακαρίου. Ο Ιωαννίδης, ο αφελής, ανακοίνωσε ότι ο Μακάριος ήταν νεκρός, ενώ ο Μακάριος είχε διαφύγει στην Πάφο και από εκεί είχε µεταβεί στο Λονδίνο. Την Πέµπτη 18.7.1974 ήλθε η πληροφορία ότι τουρκικά πολεµικά πέρασαν τα ∆αρδανέλια µε κατεύθυνση προς τον νότο..

Στο µεταξύ (τι εµπαιγµός!) ο Σίσκο µεσολαβούσε για τη µη όξυνση της κατάστασης... (Σ.σ.: Ο γράφων ήταν ο µοναδικός Ελληνας δηµοσιογράφος που είδε τον Μακάριο σε σπίτι συγγενών του και πολύ στενών φίλων του Αρχιεπισκόπου, στην Αθήνα, όταν επέστρεψε, περί τα τέλη του 1974, από το Λονδίνο, όπου είχε καταφύγει. Ηταν τότε που τους ανακοίνωσε το πρόβληµα της καρδιάς του, από το οποίο έχασε την ζωή του τρία χρόνια µετά)».


Ο Γρίβας

Ενα αποκαλυπτικό στοιχείο των αρχείων του βρετανικού υπουργείου Εξωτερικών είναι ότι η ελληνική πρεσβεία στη Λευκωσία την περίοδο της χούντας ήλεγχε τον στρατηγό Γρίβα και καθοδηγούσε τη συνωµοσία των µητροπολιτών εναντίον του Προέδρου Μακαρίου. Στα έγγραφα αναφέρεται ότι ο τότε πρεσβευτής
στη Λευκωσία, Κωνσταντίνος Παναγιωτάκος, είχε ζητήσει, εκτελώντας οδηγίες των Ελλήνων δικτατόρων, αποµάκρυνση του Μακαρίου από την Προεδρία, ύστερα από την εισαγωγή φορτίου όπλων που είχε κάνει από την Τσεχοσλοβακία.

Σε ένα άλλο έγγραφο αποκαλύπτεται ότι ο Πρόεδρος Μακάριος είχε αποστείλει στο Λονδίνο τον τότε αναπληρωτή γενικό διευθυντή του υπουργείου Εξωτερικών, Γεώργιο Πελαγία, προκειµένου να συναντηθεί µε τον Βρετανό τότε πρωθυπουργό, Εντουαρντ Χιθ. Ο Πελαγίας ανέφερε στον Βρετανό πρωθυπουργό ότι ο στρατηγός Γρίβας ήταν εκτός ελέγχου και ότι ο Αρχιεπίσκοπος πίστευε πως η ελληνική κυβέρνηση θα έπρεπε να τηρήσει µια σταθερή στάση.

Σε ερώτηση του Χιθ για τα µέτρα που θα µπορούσαν να ληφθούν, ο απεσταλµένος του Μακαρίου απάντησε ότι η Αθήνα έπρεπε να δηλώσει πως η Εθνική Φρουρά θα αναλάµβανε ενεργό ρόλο για να καταστείλει οποιεσδήποτε ταραχές. Περίπου δυόµισι χρόνια, πάντως, πριν εκδηλωθεί το πραξικόπηµα κατά του Μακαρίου, και συγκεκριµένα τον Φεβρουάριο του 1972, ο Γλαύκος Κληρίδης, που ήταν τότε πρόεδρος της κυπριακής Βουλής, είχε αναφέρει στον Βρετανό ύπατο αρµοστή, Ρίτσαρντ Εντµοντ, ότι πίστευε πως η Εθνική Φρουρά ή η ΕΛ∆ΥΚ ή και οι δύο ∆υνάµεις µαζί θα αναλάµβαναν δράση εναντίον του Αρχιεπισκόπου. Αυτό αποκαλύπτεται, µεταξύ άλλων, στα αρχεία του Φόρεϊν Οφις, τα οποία αποδεσµεύθηκαν λόγω της παρόδου, ως είθισται, τριάντα ετών.

Στα ίδια αρχεία τα οποία αναφέρονται στο 1972, την περίοδο που η ΕΟΚΑ Β’ βρισκόταν στο αποκορύφωµα της δράσης της, αποκαλύπτεται επίσης ότι σχετικό διάβηµα είχε κάνει ο κ. Κληρίδης και προς τον Αµερικανό πρεσβευτή στη Λευκωσία και ίσως αυτό είχε ως αποτέλεσµα να αποτραπεί, αρχικώς, η ενέργεια που είχε καταγγείλει ο Κληρίδης.


Τετελεσμένα

Τα ψηφίσµατα και οι αποφάσεις του Συµβουλίου Aσφαλείας δεν εφαρµόσθηκαν ποτέ - µε τη σαθρή δικαιολογία ότι δεν υπάρχει µηχανισµός που να επιβάλει την εφαρµογή των αποφάσεων. Ετσι, κάθε µέρα, µήνας και έτος που περνούσε ουσιαστικώς παγίωνε τα τετελεσµένα. Παρ’ όλα αυτά, συνεχίζαµε να πιστεύουµε ότι θα ήταν δυνατόν να αλλάξουν οι συνθήκες που διαµόρφωσε η εισβολή. Σχέδια επί σχεδίων συνετάγησαν, χωρίς καµία διάθεση της Tουρκίας να συµµορφωθεί ή να συγκατανεύσει σε µια λύση οριστική, δίκαιη, βιώσιµη και µε βάση τις αποφάσεις του OHE, που ήταν ο µονότονος επίλογος Aθηνών και Λευκωσίας επί σειράν ετών.

Στη θέση του ελληνικού αυτού επιλόγου, από τουρκικής πλευράς, είχαµε την ανακήρυξη ενός ψευδοκράτους. Eίδαµε, ακόµα, να αυξάνεται η εποίκιση της Μεγαλονήσου και να διαµορφώνονται στο ψευδοκράτος, µε τη βοήθεια της Tουρκίας, όλες εκείνες οι παράµετροι που δηµιουργούν την αίσθηση µιας κρατικής οντότητας. Παράνοµης. Και όλες οι λύσεις που επιδιώχθηκαν, στο πλαίσιο βεβαίως του OHE, µε κατάληξη τα αλλεπάλληλα σχέδια Aνάν, αυτές τις συνθήκες που είχαν διαµορφωθεί αναγνώριζαν! ∆ηλαδή, τα τετελεσµένα.

H ουσία είναι ότι το Kυπριακό χάθηκε ουσιαστικά πολλά χρόνια πριν, όταν το ζήτηµα παλινδροµούσε µεταξύ της ένωσης ή της ανεξαρτησίας. O παράφρων Iωαννίδης, µε την προδοτική του στάση, το αποτέλειωσε. Kαι η διεθνής κοινότητα, πρωτοστατούσης της Aµερικής, που για λόγους δικούς της έτρεφε µια συµπάθεια προς το «επιτήδειο ουδέτερο», που ήταν απών από κάθε αγώνα για την παγκόσµια ειρήνη και ελευθερία, επικύρωσε µε τη νοµιµοποιητική της στάση τα τετελεσµένα. Eτσι απλά...

* Δημοσιεύθηκε στα "ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ"