Σκανδάλισε, εξόργισε, λατρεύτηκε, λοιδορήθηκε, αποθεώθηκε. Μια γυναίκα που παντρεύτηκε οκτώ φορές, κινδύνεψε να πεθάνει άλλες τόσες, κι έμεινε στην ιστορία για τα ζαφειρένια της μάτια, την αμοιβή ενός εκατ. δολαρίων για την «Κλεοπάτρα», ένα θυελλώδη έρωτα και μια συλλογή διαμαντιών αμύθητης αξίας. Το νέο ντοκιμαντέρ για την Ελίζαμπεθ Τέιλορ, το οποίο έκανε πρεμιέρα στη βρετανική τηλεόραση, ρίχνει φως σε πτυχές της θρυλικής ζωής της, που δεν περιορίζονται μόνο στα πολυσυζητημένα σκάνδαλα, τους οκτώ γάμους και τα… διαμάντια.

Το ντοκιμαντέρ «Elizabeth Taylor: Rebel Superstar» αναδεικνύει τις πιο ανθρώπινες και αληθινές πτυχές της μέσα από τις προσωπικές της μάχες, τη φιλανθρωπική δράση της, τη συνεισφορά στον αγώνα κατά του AIDS και τη δύναμη του χαρακτήρα της πίσω από τη λάμψη.

Μάλιστα, η συμμετοχή της Κιμ Καρντάσιαν δίνει ένα φρέσκο αέρα στο αφήγημα, καθώς μοιράζεται την επιρροή που άσκησε η Τέιλορ στη δική της ζωή.

Το ντοκιμαντέρ αποτελείται από τρία μέρη και προβάλλεται στο BBC2. Μεταξύ των βασικών συντελεστών είναι και η εγγονή της, Ναόμι Γουάιλντινγκ, η οποία πιστεύει ότι αυτή η προσέγγιση έχει καθυστερήσει εδώ και χρόνια, όπως αναφέρει ο «Guardian». «Δίσταζα να συμμετάσχω, αλλά η σειρά αφηγείται την ιστορία της γιαγιάς μου από μια πιο ανθρώπινη οπτική γωνία» δήλωσε. «Διανύουμε μια περίοδο απολογισμού. Τα γεγονότα των τελευταίων ετών δείχνουν ότι είμαστε έτοιμοι να δούμε τις διασημότητες από διαφορετική οπτική. Μπορεί να έχουν χρήματα και δύναμη, αλλά εξακολουθούν να είναι άνθρωποι που είναι εύθραυστοι και έχουν συναισθήματα».

Το ντοκιμαντέρ περιλαμβάνει ηχογραφήσεις που δεν έχουν ακουστεί μέχρι σήμερα και μαρτυρίες από το στενό της κύκλο. «Ήταν απροκάλυπτα ο εαυτός της. Ήταν μαχήτρια. Ζωντανή απόδειξη ότι μπορείς να συνεχίσεις να εξελίσσεσαι, να αλλάζεις και να έχεις διαφορετικά κεφάλαια στη ζωή σου» δήλωσε η Κιμ Καρντάσιαν και πρόσθεσε: «Άνοιξε το δρόμο για όλους εμάς που ήρθαμε ύστερα από αυτήν. Είναι πρότυπο».



Τι λέει ο δεύτερος γιος της Τέιλορ 

Ο κόσμος τη λάτρεψε ως ελευθερίων ηθών Γκλόρια Γουοντρόους στο «Ζήσαμε στην Αμαρτία» ή ως Μάρθα στο «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;». Την ήξερε ως σύζυγο του Ρίτσαρντ Μπάρτον. Για τον Κρις Γουάιλντινγκ, όμως, ήταν η μαμά του. Αφορμή για να μιλήσει στον «Guardian» o δεύτερος γιος που απέκτησε η Τέιλορ στο πλαίσιο του γάμου της με τον Βρετανό ηθοποιό Μάικλ Γουάιλντινγκ αποτέλεσε το «Elizabeth Taylor: Rebel Superstar»: Ντρεπόταν όταν εκείνη πήγαινε στο σχολείο να συναντήσει τους δασκάλους, φοβόταν να μπει στο υπνοδωμάτιό της μην τυχόν και την αντικρίσει νεκρή από τις καταχρήσεις.

Η Τέιλορ ήταν τότε η πιο γνωστή ηθοποιός στον κόσμο, έχοντας καταστεί παγκόσμια διασημότητα μόλις στα δώδεκα χρόνια της, αφού πρωταγωνίστησε στην ταινία «National Velvet» του 1944. Έως τα τριάντα πέντε, είχε κερδίσει δύο Όσκαρ, το πρώτο για το ρόλο της ελευθερίων ηθών Γκλόρια Γουοντρόους στην ταινία «Butterfield 8» («Ζήσαμε στην Αμαρτία») του 1960 και στη συνέχεια, έξι χρόνια αργότερα, για την εξαιρετική της ερμηνεία ως Μάρθα στο έργο «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;». Υπήρξε ζευγάρι με έναν από τους πιο γνωστούς ηθοποιούς στον κόσμο, τον Ρίτσαρντ Μπάρτον, ενώ μαζί αποτέλεσαν ένα από τα πιο διάσημα ζευγάρια του Χόλιγουντ. Συνολικά στη ζωή της είχε επτά συζύγους. Υπήρξε επίσης μητέρα τεσσάρων παιδιών. Στο απόγειο της δόξας της χαρακτηριζόταν ως η πιο όμορφη γυναίκα στον κόσμο, ζητούσε και λάμβανε τις υψηλότερες αμοιβές και απαιτούσε την απόλυτη προσοχή.

«Ακόμη και στην εποχή της Τέιλορ Σουίφτ και της Μπιγιονσέ είναι δύσκολο να φανταστούμε πόσο τεράστια υπήρξε η Τέιλορ» γράφει χαρακτηριστικά ο Σάιμον Χατενστόουν του «Guardian». Συνομιλώντας μαζί του, ο Κρις Γουάιλντινγκ σημείωσε πως οι φωτογράφοι ξημεροβραδιάζονταν συνεχώς έξω από το σπίτι τους, ενώ κάθε φορά που περνούσε από σημεία πώλησης εφημερίδων και περιοδικών, έβλεπε σχεδόν πάντα τη μητέρα του σε εξώφυλλα και πρωτοσέλιδα, συχνά με σκανδαλώδεις τίτλους.

Ο Κρις Γουάιλντινγκ σήμερα ζει σε μια μικρή πόλη της Καλιφόρνια, ενώ πρόσφατα βγήκε στη σύνταξη, έχοντας εργαστεί στη βιομηχανία του κινηματογράφου, τα τελευταία χρόνια ως ένας «άσημος» μοντέρ.


Πώς χτίστηκε ο θρύλος της Ελίζαμπεθ Τέιλορ

Η Ελίζαμπεθ Τέιλορ γεννήθηκε το 1932 στο Λονδίνο από Αμερικανούς γονείς. Η οικογένεια μετακόμισε στην Καλιφόρνια το 1939 λόγω της επικείμενης απειλής πολέμου στην Ευρώπη. Ο πατέρας της, ονόματι Φράνσις, ήταν έμπορος έργων τέχνης. Η μητέρα της Σάρα ήταν ηθοποιός και αποφασισμένη ότι η Ελίζαμπεθ θα ακολουθούσε τα βήματά της. Στην ηλικία των εννέα ετών, η Τέιλορ είχε ήδη υπογράψει συμβόλαιο με τη Universal Studios και έπειτα από μερικούς δευτερεύοντες ρόλους πήρε μεταγραφή στην MGM, όπου πέρασε από οντισιόν για την ταινία «National Velvet», διεκδικώντας το ρόλο της «Βέλβετ Μπράουν», του 12χρονου κοριτσιού που ονειρευόταν να λάβει μέρος και να κερδίσει ένα διάσημο ιππικό αγώνα αποκλειστικά για άντρες. Της είπαν ότι θα έπαιρνε το ρόλο εάν ήταν ψηλότερη, οπότε εκείνη επέστρεψε στο σπίτι της και βάλθηκε να ψηλώσει. Άρχισε να κρεμιέται από τις πόρτες, ενώ για κάποιο διάστημα έτρωγε αποκλειστικά κρέας για πρωινό, μεσημεριανό και βραδινό, καταφέρνοντας να κερδίσει τρεις πόντους μέσα σε τρεις μήνες. Λαμβάνοντας υπόψη το αξιοσημείωτο πείσμα της, οι παραγωγοί τής πρόσφεραν τελικά το ρόλο και κάπως έτσι άρχισε να χτίζεται ο θρύλος της Ελίζαμπεθ Τέιλορ.

Στο ντοκιμαντέρ παρουσιάζονται ιστορίες εκμετάλλευσης της Τέιλορ από την MGM τη δεκαετία του 1950, με την ανήλικη ηθοποιό να εξαναγκάζεται να γυρίσει πολλές ταινίες, αλλά και να κάθεται στα πόδια του μεγάλου αφεντικού της MGM, του Λούις Μπερτ Μέιερ, για φωτογραφίες. Όταν, ωστόσο, ο Μέιερ μια μέρα έβρισε τη μητέρα της, η Τέιλορ του είπε: «Εσύ και το στούντιό σου μπορείτε να πάτε κατευθείαν στην Κόλαση». Διατάχθηκε να ζητήσει συγγνώμη, αλλά αρνήθηκε. Ωστόσο δεν απολύθηκε, καθώς στην ηλικία των δεκαπέντε ετών είχε ήδη εξουσία. Όταν της ζητήθηκε να υποδυθεί την Κλεοπάτρα το 1958, ζήτησε ένα εκατ. δολάρια, ποσό αδιανόητο για μια ηθοποιό. Παρ’ όλα αυτά το στούντιο ενέδωσε, ακριβώς επειδή επρόκειτο για την Τέιλορ.

«Αντιλαμβανόταν τη δύναμη και την αξία της ομορφιάς της» σημείωσε ο γιος της. «Έλεγε: “Φίλε, εάν πρόκειται να με εκμεταλλευτείς εσύ, θα σε εκμεταλλευτώ και εγώ”. Μου άρεσε αυτή η στάση της» πρόσθεσε. Όταν άρχισε να προβάλλεται η «Κλεοπάτρα», το 1963, ο Κρις Γουάιλντινγκ ήταν οκτώ χρόνων και άρχιζε να αντιλαμβάνεται πόσο διάσημη ήταν η μητέρα του. Συνήθιζε επίσης το γεγονός ότι οι άντρες στη ζωή της Τέιλορ και οι μπαμπάδες στη δική του ζωή άλλαζαν συνέχεια. Ο πρώτος της σύζυγος ήταν ο κληρονόμος Κόνραντ Χίλτον, ένας αλκοολικός κοινωνιοπαθής, που έβλεπε την Τέιλορ ως σάκο του μποξ. Ο γάμος τους κράτησε μόλις ένα χρόνο. Στη συνέχεια παντρεύτηκε τον ηθοποιό Μάικλ Γουάιλντινγκ, τον οποίο εγκατέλειψε, τελικά, έπειτα από μία πενταετία και δύο παιδιά. Ο αυτοδημιούργητος μεγιστάνας Μάικ Τοντ σκοτώθηκε ένα χρόνο μετά το γάμο τους, όταν συνετρίβη το ιδιωτικό του αεροπλάνο, το οποίο είχε βαφτίσει «Lucky Liz». Μαζί του επρόκειτο να ταξιδέψει και η Τέιλορ, αλλά το ανέβαλε την τελευταία στιγμή λόγω ασθένειας. Μετά το θάνατό του σκεφτόταν να αυτοκτονήσει, αλλά φέρεται ότι είχε ένα όραμα, στο οποίο ο Τοντ τής είπε ότι δεν είχε έρθει ακόμα η ώρα της. Τότε αποφάσισε να ασπαστεί τον ιουδαϊσμό, ως έναν τρόπο να μείνει πιστή στο μακαρίτη Εβραίο σύζυγό της. Άρχισε επίσης μια σχέση με τον καλύτερό του φίλο, τον τραγουδιστή και ηθοποιό Έντι Φίσερ, ο οποίος ήταν παντρεμένος με την Ντέμπι Ρέινολντς. Όταν ο Φίσερ κατέστη ο τέταρτος σύζυγος της Τέιλορ, εκείνη δεν ήταν καν τριάντα χρόνων. Στη συνέχεια ήρθε ο Ρίτσαρντ Μπάρτον.

Ο γιος της θεωρεί πως η σχέση της μητέρας του με τον Μπάρτον ήταν καταδικασμένη εξαρχής λόγω των εκρηκτικών προσωπικοτήτων τους. Ο Ρίτσαρντ πάλευε με το αλκοόλ, η μητέρα μου επίσης, και με τα παυσίπονα. Δεν νομίζω ότι θα μπορούσαν να βρουν το δρόμο τους, ώστε να βγουν από αυτή την κατάσταση. Δεν νομίζω ότι ήξεραν καν ότι βρίσκονταν μέσα σε αυτήν» είπε. Ερωτηθείς εάν ήταν βίαιοι μεταξύ τους, απάντησε: «Όχι, δεν νομίζω. Σίγουρα όχι μπροστά σε εμάς τα παιδιά» εξήγησε. Έως το 1974, ο Μπάρτον είχε φτάσει σε σημείο να πίνει τρία μπουκάλια βότκα την ημέρα, ενώ η Τέιλορ ήταν επίσης αλκοολική και εθισμένη στα παυσίπονα. Ο Γουάιλντινγκ αποκάλυψε πως υπήρχαν μέρες που φοβόταν να πάει στην κρεβατοκάμαρά της, επειδή σκεφτόταν πως θα μπορούσε να τη βρει νεκρή. Την παρακολούθησαν γιατροί που της συνταγογραφούσαν ό,τι τους ζητούσε και σήμερα κατά πάσα πιθανότητα θα κατέληγαν στη φυλακή. Όσο για το ποιος υπήρξε ο μεγάλος έρωτας της ζωής της, ο γιος της αποκάλυψε: «Είχε δύο: τον Μάικ Τοντ και τον Ρίτσαρντ. Ήμουν πολύ μικρός όταν ήταν με τον Μάικ. Δεν τον θυμάμαι. Αλλά ο έρωτάς της για τον Μπάρτον δεν έσβησε ποτέ. Η σχέση τους ήταν καταδικασμένη, αλλά κανένας δεν έχασε την αγάπη του για τον άλλο» κατέληξε.

Δημοσιεύθηκε στην Ontime