1η Οκτωβρίου 1946 - 1η Οκτωβρίου 2024. Πέρασαν 78 χρόνια από τη μέρα που εκδόθηκε η απόφαση της ιστορικής δίκης της Νυρεμβέργης με κατηγορούμενους τα ηγετικά στελέχη του γερμανικού ναζιστικού καθεστώτος. Η δίκη ξεκίνησε επίσημα στη Νυρεμβέργη στις 20 Νοεμβρίου 1945, και ενώ λίγους μήνες πριν είχε σημειωθεί η συνθηκολόγηση των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων.

Τα κορυφαία στελέχη των Ναζί βρέθηκαν αντιμέτωπα με τις κατηγορίες εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας (μαζικές εκτελέσεις, γενοκτονία Εβραίων, τσιγγάνων, ομοφυλόφιλων και άλλων πληθυσμών), εγκλήματα πολέμου (εξόντωση αιχμαλώτων και αμάχων) και εγκλήματα κατά της ειρήνης.

Σημειώνεται ότι η εκδίκαση της υπόθεσης ολοκληρώθηκε σε μόλις έντεκα μήνες, ενώ τρεις εκ των αρχιτεκτόνων της γερμανικής θηριωδίας, οι Αδόλφος Χίτλερ, Χάινριχ Χίμλερ και Γιόζεφ Γκέμπελς δεν έμελλε να καθίσουν ποτέ στο εδώλιο καθώς είχαν αυτοκτονήσει προτού ολοκληρωθεί ο Β΄Παγκόσμιος Πόλεμος.

Πώς φτάσαμε στη Δίκη της Νυρεμβέργης

Η Διακήρυξη της Μόσχας το 1943, είχε υπογραφεί από τον Φραγκλίνο Ρούζβελτ, τον Ιωσήφ Στάλιν και τον Ουίνστον Τσώρτσιλ ανέφερε ότι όσοι θα κρίνονταν υπεύθυνοι για εγκλήματα πολέμου θα έπρεπε να μεταφέρονται στα κράτη όπου είχαν διαπραχθεί τα συγκεκριμένα εγκλήματα ενώ θα έπρεπε να δικάζονται με βάση τους εκεί νόμους.

Το Δικαστήριο που συστάθηκε ήταν αποτέλεσμα μιας συμφωνίας, την οποία υπέγραψαν οι κυβερνήσεις των Ηνωμένων Πολιτειών, της Μεγάλης Βρετανίας και της Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών στις 8 Αυγούστου 1945 στο Λονδίνο για την δίκη και πιθανή καταδίκη όλων των εγκληματιών πολέμου. Η συμφωνία προέβλεπε ότι το Δικαστήριο θα απαρτιζόταν από τέσσερα μέλη, καθένα από τα οποία θα είχε και ένα αναπληρωματικό. Τόσο τα τακτικά, όσο και τα αναπληρωματικά μέλη, θα ορίζονταν από τις κυβερνήσεις που υπέγραφαν τη συμφωνία.

Επίσης στο δικαστήριο συμμετείχε και η Γαλλία. Ως τόπος διεξαγωγής της δίκης αρχικά είχε προταθεί, από τους Σοβιετικούς, το Βερολίνο.  Αυτό, όμως, ήταν πρακτικά αδύνατο, λόγω των καταστροφών που είχε υποστεί η πόλη. Τελικά, επελέγη η Νυρεμβέργη και συγκεκριμένα το δικαστικό μέγαρο που είχε την ονομασία «Μέλαθρον της Δικαιοσύνης». 

Η επιλογή ήταν συμβολική καθώς στη συγκεκριμένη πόλη κάθε χρόνο πραγματοποιούνταν το Συνέδριο του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος. Η ακροαματική διαδικασία άρχισε στις 20 Νοεμβρίου 1945 και ολοκληρώθηκε την 1η Οκτωβρίου 1946.


Τα μέλη του Δικαστηρίου

  1. Αρχιδικαστής Τζέφρεϊ Φρέντερικ Λόρενς (Sir Geoffrey Lawrence) (Μ. Βρετανίας) - Πρόεδρος του Δικαστηρίου, τακτικό μέλος.

  2. Δικαστής Σερ Νόρμαν Μπίρκετ (Sir Norman Birkett) (Μ. Βρετανία) - Αντιπρόεδρος, αναπληρωματικό μέλος.

  3. Δικαστής Φράνσις Μπιντλ (Francis Biddle) (ΗΠΑ) - τακτικό μέλος.

  4. Δικαστής Τζον Πάρκερ (John Parker) (ΗΠΑ) - αναπληρωματικό μέλος

  5. Καθηγητής Ποινικού Δικαίου Ανρί Ντονεντιέ ντε Βαμπρ (Henri Donnedieu de Vabres) (Γαλλία) - τακτικό μέλος.

  6. Εφέτης Ρομπέρ Φαλκό (Robert Falco) (Γαλλία) - αναπληρωματικό μέλος.

  7. Αντιστράτηγος Ιονά Νικιτσένκο (Iona Nikitchenko) (Αντιπρόεδρος του Ανωτάτου Σοβιετικού Δικαστηρίου) - τακτικό μέλος.

  8. Συνταγματάρχης, καθηγητής Ποινικού Δικαίου Αλεξάντερ Βολκόφ (Alexander Volchkov) - αναπληρωματικό μέλος.


Δημόσιοι Κατήγοροι ήταν οι εξής:

  1. Σερ Χάρτλεϋ Σόκρος (Sir Hartley Shawcross) (Γενικός εισαγγελέας του κράτους της Μ. Βρετανίας),
  2. Ρόμπερτ Τζάκσον (Robert H. Jackson) (Δικαστής των ΗΠΑ),
  3. Φρανσουά ντε Μαντόν (François de Menthon) και Όγκουστ Σαμπετιέ (Auguste Champetier) (Υπουργός Δικαιοσύνης της προσωρινής κυβέρνησης της Γαλλίας),
  4. Ρομάν Ρουντένκο (R. A. Rudenko), στρατηγός της Σοβ. Ένωσης.


Το κατηγορητήριο

Σύμφωνα με το κατηγορητήριο οι κατηγορούμενοι βρέθηκαν αντιμέτωποι με τέσσερις κατηγορίες:

  1. Συνωμοσία για το σχεδιασμό και την εξαπόλυση επιθετικών ενεργειών και άλλων εγκλημάτων κατά της Παγκόσμιας Ειρήνης.

  2. Εγκλήματα κατά της Ειρήνης: Σχεδιασμός, η προετοιμασία, η έναρξη, η εξαπόλυση πολέμου ή επίθεσης ή πολέμου κατά παράβαση των διεθνών συνθηκών, συμφωνιών ή διαβεβαιώσεων, ή συμμετοχή σε κοινό σχέδιο συνωμοσίας για την επίτευξη οποιουδήποτε από τους παραπάνω στόχους.

  3. Εγκλήματα Πολέμου: Παραβιάσεις των νόμων και των κανόνων του πολέμου. Σε αυτά περιλαμβάνονται δολοφονίες, κακομεταχείριση ή εκτόπιση για καταναγκαστική εργασία ή οποιοδήποτε άλλου σκοπό ιδιωτών από κατακτημένη χώρα, δολοφονία ή κακομεταχείριση αιχμαλώτων πολέμου ή ναυτικών, εκτέλεση ομήρων, λεηλασίες δημόσιας ή ιδιωτικής περιουσίας, απρόκλητη καταστροφή πόλεων, κωμοπόλεων ή χωριών ή καταστροφές μη υπαγορευόμενες από στρατιωτική ανάγκη.

  4. Εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας: Δολοφονία, εξόντωση, υποδούλωση, εκτόπιση και άλλες απάνθρωπες πράξεις διαπράχθηκαν κατά πολιτών πριν ή κατά τη διάρκεια του πολέμου. διώξεις λόγω πολιτικών, φυλετικών ή θρησκευτικών αιτίων ή σχετικών με οποιοδήποτε έγκλημα το Δικαστήριο ήθελε κρίνει ότι, εκτελέσθηκε, είτε παραβίασε την τοπική νομοθεσία είτε όχι, της χώρας στην οποία διαπράχθηκε.


Η ετυμηγορία

Από τους 24 κατηγορούμενους καταδικάστηκαν οι 19. Από αυτούς οι δώδεκα βρέθηκαν καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν οι δέκα δι απαγχονισμό. Ο Μάρτιν Μπόρμαν καταδικάστηκε ερήμην, ενώ ο Χέρμαν Γκέρινγκ αυτοκτόνησε πίνοντας υδροκυάνιο λίγες ώρες πριν από την εκτέλεσή του. Τρεις καταδικάστηκαν σε ισόβια. Δύο εξ αυτών δύο βγήκαν από τη φυλακή έπειτα από δέκα χρόνια λόγω προβλημάτων υγείας, ενώ ένας (ο Ρούντολφ Ες σε ηλικία 93 χρονών) φέρεται να αυτοκτόνησε μέσα στη φυλακή του Σπάνταου.

Άλλοι τέσσερις καταδικάστηκαν σε ποινές από δέκα έως είκοσι χρόνια. Τρεις εξ αυτών εξέτισαν ολόκληρη την ποινή τους και ένας βγήκε από τη φυλακή έπειτα από δεκαπέντε χρόνια για λόγους υγείας. Τέλος τρεις αθωώθηκαν και δύο δεν δικάστηκαν. Ο ένας επειδή είχε υποστεί ανήκεστο βλάβη στην υγεία του και ο άλλος αυτοκτόνησε πριν τη δίκη.


Η εκτέλεση των ποινών

Οι θανατικές ποινές εκτελέστηκαν σε ειδικά στημένη αγχόνη στις 16 Οκτωβρίου 1946. Οι εκπρόσωποι της Γαλλίας πρότειναν την εκτέλεση δια τυφεκισμού. Όμως κάτι τέτοιο δεν έγινε δεκτό τους Σοβιετικούς, με την αιτιολογία ότι οι κατηγορούμενοι είχαν προσβάλει το στρατιωτικό ήθος και δεν τους ταίριαζε εκτέλεση που αρμόζει σε στρατιωτικούς. Όσοι καταδικάστηκαν σε φυλάκιση μεταφέρθηκαν στη φυλακή του Σπάνταου.