Κλάους-Μίκαελ Κουν: Ο πλουσιότερος Γερµανός και η σχέση µε τους ναζί - Η αντισημιτική δράση του πατέρα και του θείου του, την οποία δε θέλει να θυμάται κανείς
Η περιουσία ανέρχεται στα 44 δισ. δολάρια
Πώς ο μεγιστάνας, ιδιοκτήτης της μεγαλύτερης μεταφορικής εταιρείας στον κόσμο, υπεραμύνεται του παρελθόντος του
Είναι ο πλουσιότερος Γερµανός αυτήν τη στιγµή, µε περιουσία που ζαλίζει: 44 δισ. δολάρια. «Η πηγή του πλούτου του; Οι ναζί γνωρίζουν». Πρόκειται για τον πηχυαίο τίτλο του «Vanity Fair» στο αφιέρωµά του στον Κλάους-Μίκαελ Κουν. Γεννηµένος το 1937, ο υπερήλικος µεγιστάνας απολαµβάνει τα κέρδη του. «Μόνο», επισηµαίνει ο ρεπόρτερ του διάσηµου περιοδικού, «µην τον ρωτήσε τε πώς τα απέκτησε».
Από τα παλιά, αριστοκρατικά τζάκια της Γερµανίας, µε lifestyle αντίστοιχο των «προδιαγραφών» τους, συµπεριλαµβανόµενου σκι σε θέρετρα στις ελβετικές Αλπεις, όπου διατηρεί σαλέ -βρίσκεται κοντά στη Ζυρίχη, όπου µεταφέρθηκε η έδρα της εταιρείας το 1975, για φορολογικούς λόγους-, µε λίαρ τζετ, διαµονή σε πεντάστερα ή στη βίλα του στη Μαγιόρκα, παραµένει µοναχικός. Κι ας είναι παντρεµένος από τα 52 του χρόνια µε την κοινωνική Κριστίν, τον βλέπει κανείς σπάνια. Κυρίως σε οικονοµικά συνέδρια ή σε πριβέ επιχειρηµατικές λέσχες. Ο ίδιος έχει περιγράψει τον εαυτό του ως «δυσάρεστο και ανικανοποίητο» και σε αυτό, γράφουν τα ΜΜΕ της αλλοδαπής, «συναινούν οι µνήµες της οικογένειάς του, που τον κατατρύχουν»: «Εµαθα τα πάντα σχεδόν απ’ αυτόν», υπεραµύνεται ο Κουν, αναφερόµενος στον πατέρα του. «Οι εταιρείες επιβάλλε ται να διοικούνται ατοµικά. Οπως µια οικογενειακή επιχείρηση», προσθέτει, δείχνοντας το συγκεντρωτικό πνεύµα που τον διέπει.
Αλλά η εκµετάλλευση, από την πλευρά του πατέρα του και του θείου του, Βέρνερ, της γενοκτονίας των Εβραίων από τους ναζί τον στοιχειώνουν. Αφότου ο Χίτλερ κατέλαβε την εξουσία, τα δύο αδέρφια -για αρχή- εκτόπισαν από την εταιρεία τον Εβραίο µεγαλοµέτοχο και συνεργάτη τους. Από το 1942-1944, εν µέσω Β' Παγκοσµίου Πολέ µου, µετέφεραν εβραϊκή περιουσία που υφάρπαξαν από τις Κάτω Χώρες -Βέλγιο, Ολλανδία, Λουξεµβούργο- και τη Γαλλία. Επρόκειτο κυρίως για έπιπλα, βιβλία και έργα Τέχνης που µετέφεραν στη ναζιστική Γερµανία, στο πλαίσιο της λεγόµενης «M-Aktion» («Möbelaktion» - «επιχείρηση µεταφοράς επίπλων») και αφού οι ιδιοκτήτες των σπιτιών τα οποία λεηλάτησαν, έχοντας επιστρατεύσει ειδική οµάδα, εστάλησαν σε στρατόπεδα θανάτου. Το τιµ τους απο τελούνταν από ναζί, που αποσκοπούσαν στην ιδιοποίη ση των περιουσιών των Ισραηλιτών και η οργάνωσή τους πήρε το όνοµά της από τον Αλφρεντ Ρόζενµπεργκ, «κύριο ιδεολόγο του ναζιστικού κόµµατος», αναφέρει το «Vanity Fair». «Μετά τον πόλεµο, οι αδελφοί Κουν διέφυγαν τις επιπτώσεις της εγκληµατικής τους δράσης, λόγω των στενών δεσµών τους µε τις αµερικανικές, βρετανικές και γερµανικές µυστικές υπηρεσίες», υποστηρίζει.
Σε συνέντευξή του, το 2022, στη «SonntagsZeitung», ο Κουν απάντησε στην κριτική για «εγκληµατική δράση της εταιρείας - συνέργεια στη ναζιστική», στο ότι «στον ιστότοπο της επιχείρησής του δεν υφίσταται καν το section “ιστορικό”», αλλά και στο ότι «είναι γνώστης των αποτρόπαιων δραστηριοτήτων των προγόνων του», τα εξής: «Θα το αντιλαµβανόµουν, αν αµφισβητούνταν η δράση τους δέκα-είκοσι χρόνια µετά τον Β' Παγκόσµιο Πόλεµο, όταν ακόµα οι µνήµες ήταν νωπές. Εχουν, όµως, παρέλθει 70 χρόνια και το βρίσκω παράξενο. Είναι σηµαντικό να διδασκόµαστε από το παρελθόν, αλλά µέχρις εκεί».
Δημοσιεύθηκε στο ένθετο "Secret""’ της εφημερίδας «Παραπολιτικά»
Κλάους-Μίκαελ Κουν: Ο πλουσιότερος Γερµανός και η σχέση µε τους ναζί
Ο πατέρας του, Αλφρεντ, διοικούσε την εταιρεία µεταφορών Kuehne+Nagel (που ιδρύθηκε από τον παππού του και τον Φρίντριχ Νάγκελ το 1890), προτού την αναλάβει ο ίδιος, στα 29 του. Οµως, πολλοί εκ φράζουν ευθέως την εναντίωσή τους στη δράση της. Ο οικογενειακός τάφος του µεγιστάνα τον Νοέµβριο του 2023 βανδαλίστηκε. Τυχαίο; Οχι. Μικρό το κακό, όταν µιλάµε για κροίσο, µεταξύ άλλων µεγαλοµέτοχο της Lufthansa, του ναυτιλιακού κολοσσού Hapag-Lloyd, του διανοµέα χηµικών προϊόντων Brenntag, της ποδοσφαιρικής οµάδας του Αµβούργου HSV και της Greyhound, της εταιρείας στην οποία ανήκουν οι λεωφορειακές γραµµές της Βόρειας Αµερικής. Και ο οποίος το 2023 από µερίσµατα -µόνο- έβαλε στο ταµείο του 4,5 δισ. δολάρια.Από τα παλιά, αριστοκρατικά τζάκια της Γερµανίας, µε lifestyle αντίστοιχο των «προδιαγραφών» τους, συµπεριλαµβανόµενου σκι σε θέρετρα στις ελβετικές Αλπεις, όπου διατηρεί σαλέ -βρίσκεται κοντά στη Ζυρίχη, όπου µεταφέρθηκε η έδρα της εταιρείας το 1975, για φορολογικούς λόγους-, µε λίαρ τζετ, διαµονή σε πεντάστερα ή στη βίλα του στη Μαγιόρκα, παραµένει µοναχικός. Κι ας είναι παντρεµένος από τα 52 του χρόνια µε την κοινωνική Κριστίν, τον βλέπει κανείς σπάνια. Κυρίως σε οικονοµικά συνέδρια ή σε πριβέ επιχειρηµατικές λέσχες. Ο ίδιος έχει περιγράψει τον εαυτό του ως «δυσάρεστο και ανικανοποίητο» και σε αυτό, γράφουν τα ΜΜΕ της αλλοδαπής, «συναινούν οι µνήµες της οικογένειάς του, που τον κατατρύχουν»: «Εµαθα τα πάντα σχεδόν απ’ αυτόν», υπεραµύνεται ο Κουν, αναφερόµενος στον πατέρα του. «Οι εταιρείες επιβάλλε ται να διοικούνται ατοµικά. Οπως µια οικογενειακή επιχείρηση», προσθέτει, δείχνοντας το συγκεντρωτικό πνεύµα που τον διέπει.
Η «βροντερή» φιλανθρωπική του δράση στο Αμβούργο
Γέννηµα-θρέµµα του Αµβούργου, διακρίνεται -τα τελευταία τουλάχιστον χρόνια- για τη «βροντερή» φιλανθρωπική του δράση. Εχει µεν επενδύσει περισσότερα από 100 εκατ. ευρώ στην HSV και άλλα τόσα στο πεντάστερο ξενοδοχείο Castell Son Claret στη Μαγιόρκα, αλλά, επισηµαίνουν οι υποστηρικτές του, έχει δωρίσει περισσότερα από 70 εκατ. ευρώ στο ιδιωτικό πανεπιστήµιο του Αµβούργου Kuehne Logistics University και εκατοµµύρια στη Φιλαρµονική της πόλης.Αλλά η εκµετάλλευση, από την πλευρά του πατέρα του και του θείου του, Βέρνερ, της γενοκτονίας των Εβραίων από τους ναζί τον στοιχειώνουν. Αφότου ο Χίτλερ κατέλαβε την εξουσία, τα δύο αδέρφια -για αρχή- εκτόπισαν από την εταιρεία τον Εβραίο µεγαλοµέτοχο και συνεργάτη τους. Από το 1942-1944, εν µέσω Β' Παγκοσµίου Πολέ µου, µετέφεραν εβραϊκή περιουσία που υφάρπαξαν από τις Κάτω Χώρες -Βέλγιο, Ολλανδία, Λουξεµβούργο- και τη Γαλλία. Επρόκειτο κυρίως για έπιπλα, βιβλία και έργα Τέχνης που µετέφεραν στη ναζιστική Γερµανία, στο πλαίσιο της λεγόµενης «M-Aktion» («Möbelaktion» - «επιχείρηση µεταφοράς επίπλων») και αφού οι ιδιοκτήτες των σπιτιών τα οποία λεηλάτησαν, έχοντας επιστρατεύσει ειδική οµάδα, εστάλησαν σε στρατόπεδα θανάτου. Το τιµ τους απο τελούνταν από ναζί, που αποσκοπούσαν στην ιδιοποίη ση των περιουσιών των Ισραηλιτών και η οργάνωσή τους πήρε το όνοµά της από τον Αλφρεντ Ρόζενµπεργκ, «κύριο ιδεολόγο του ναζιστικού κόµµατος», αναφέρει το «Vanity Fair». «Μετά τον πόλεµο, οι αδελφοί Κουν διέφυγαν τις επιπτώσεις της εγκληµατικής τους δράσης, λόγω των στενών δεσµών τους µε τις αµερικανικές, βρετανικές και γερµανικές µυστικές υπηρεσίες», υποστηρίζει.
Μονοπώλιο στην “επιχείρηση µεταφοράς επίπλων”
«Η Kuehne+Nagel απολάµβανε το µονοπώλιο στην “επιχείρηση µεταφοράς επίπλων”», υποστηρίζει το «Vanity Fair», αναφερόµενο σε προγενέστερες δηλώσεις του Φρανκ Μπάγιορ, επικεφαλής του Κέντρου Μελετών Ολοκαυτώµατος στο Ινστιτούτο Σύγχρονης Ιστορίας του Μονάχου. Προσθέτοντας ότι έχει τονίσει πως η εταιρεία του Κουν «ανήκει στην ίδια κατηγορία µε αυτές τις “βρώµικες”, που πούλησαν το Zyklon B για χρήση στους θαλά µους αερίων και κατασκεύασαν κρεµατόρια στα στρα τόπεδα εξόντωσης». Στο διά ταύτα, όπως και οι Deutsche Bank, Volkswagen και Bertelsmann, έτσι και ο Κουν το 2000 συµφώνησε να καταβληθούν περί τα 2,5 δισ. δολάρια σε ταµείο οικονοµικών αποζηµιώσεων για τους επιζώντες από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τα εργοστάσια καταναγκαστικής εργασίας - τα ποσά δόθηκαν προφανώς στους κληρονόµους τους. Οµως, σε αντίθεση µε τους προαναφερθέντες κολοσσούς, η Kuehne+Nagel δεν άνοιξε τα αρχεία της, που εξακολουθούν να παραµένουν «σκοτεινά», ερµητικά κλειστά.Σε συνέντευξή του, το 2022, στη «SonntagsZeitung», ο Κουν απάντησε στην κριτική για «εγκληµατική δράση της εταιρείας - συνέργεια στη ναζιστική», στο ότι «στον ιστότοπο της επιχείρησής του δεν υφίσταται καν το section “ιστορικό”», αλλά και στο ότι «είναι γνώστης των αποτρόπαιων δραστηριοτήτων των προγόνων του», τα εξής: «Θα το αντιλαµβανόµουν, αν αµφισβητούνταν η δράση τους δέκα-είκοσι χρόνια µετά τον Β' Παγκόσµιο Πόλεµο, όταν ακόµα οι µνήµες ήταν νωπές. Εχουν, όµως, παρέλθει 70 χρόνια και το βρίσκω παράξενο. Είναι σηµαντικό να διδασκόµαστε από το παρελθόν, αλλά µέχρις εκεί».
Δημοσιεύθηκε στο ένθετο "Secret""’ της εφημερίδας «Παραπολιτικά»