Το 1977, ο επιφανής Έλληνας αρχαιολόγος Μανόλης Ανδρόνικος προχώρησε σε µια σπουδαία αρχαιολογική ανακάλυψη στη Βεργίνα.

Πιο συγκεκριµένα, στις 8 Νοεµβρίου 1977 ήρθε στο φως ο τάφος του Φιλίππου Β’. Σε αυτόν εντοπίστηκαν µοναδικά ευρήµατα, όπως όπλα, χάλκινα σκεύη, η χρυσή λάρνακα µε τον ήλιο της Βεργίνας, το χρυσό στεφάνι µυρτιάς κ.ά.

Η συστηµατική µελέτη των συγκεκριµένων ευρηµάτων έκανε τον Ανδρόνικο να καταλήξει στο συµπέρασµα πως ο τάφος αυτός ανήκει στον βασιλιά Φίλιππο Β’ της Μακεδονίας, πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

Από τότε οι έρευνες, αλλά και οι υποθέσεις αναφορικά µε τους «ενοίκους» του εντυπωσιακού ταφικού συγκροτήµατος και την ενδεχόµενη σχέση τους µε τον Μέγα Αλέξανδρο συνεχίζονται µε αµείωτους ρυθµούς.

Μάλιστα, προ ηµερών ήρθε να προστεθεί ακόµα ένα επεισόδιο στο συγκεκριµένο ζήτηµα.

Πιο συγκεκριµένα, µια οµάδα αρχαιολόγων, µε επικεφαλής τον οµότιµο καθηγητή Φυσικής Ανθρωπολογίας και Παλαιοανθρωπολογίας του Τµήµατος Ιστορίας και Εθνολογίας του ∆ηµοκρίτειου Πανεπιστηµίου Θράκης, Αντώνιο Μπαρτζιώκα, προχώρησε σε µια ανακάλυψη που έχει προκαλέσει έντονη συζήτηση στην αρχαιολογική κοινότητα αναφορικά µε τον Μέγα Αλέξανδρο.


Η ανακάλυψη του ιερού χιτώνα του Μεγάλου Αλεξάνδρου

Η οµάδα ισχυρίζεται ότι ταυτοποίησε τον ιερό χιτώνα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ενώ η ανακάλυψη δηµοσιεύτηκε στο «Journal of Field Archaeology».

Πρόκειται για ένα κοµµάτι πορφυρού υφάσµατος που βρέθηκε σε βασιλικό τάφο στη Βεργίνα.

Το ύφασµα ανακαλύφθηκε εντός της χρυσής λάρνακας του «Τάφου ΙΙ», δίπλα στα λείψανα ενός άνδρα και σε ένα χρυσό στεφάνι.

Ωστόσο, η αρχαιολόγος Αγγελική Κοτταρίδη, η οποία επί σειρά ετών υπήρξε συνεργάτιδα του Μα νόλη Ανδρόνικου, µε µια µακροσκελή ανάρτησή της στα social media κατέρριψε τους ισχυρισµούς, τονίζοντας πως δεν στηρίζονται σε επιστηµονικά τεκµήρια και δηµιουργούν ψευδείς εντυπώσεις.

Το «Secret» συνοµίλησε µε τον Αντώνη Μπαρτζιώκα, ενώ απευθύνθηκε και στην κυρία Κοτταρίδη, η οποία δήλωσε πως ό,τι ήταν να πει επί του θέµατος το είπε µέσα από την ανάρτησή της.

«Το αντικείµενο (σ.σ.: το κοµµάτι του υφά σµατος) περιγράφεται στις αρχαίες αναφορές και απεικονίζεται στην πρόσοψη του “Τάφου II”. Η δοµή του είναι αυτή που περιγράφεται και απεικονίζεται. Ο χιτώνας περιγράφεται στις αρχαίες αναφορές ως µεσόλευκος.

Το υλικό που βρέθηκε µέσα στη χρυσή λάρνακα έχει λευκά στρώµατα, που “σαντουιτσάρονται” µεταξύ των πορφυρών χρωµάτων, που αποτελούνται από βαµβά κι, το οποίο είναι χρωµατισµένο µε πορφύρα που χρησιµοποιούσαν οι βασιλιάδες.

Ο πορφυρός χιτώνας, που λεγόταν σάραπις, δεν ήταν ελληνικός, αλλά ο Μέγας Αλέξανδρος τον είχε υιοθετήσει από τους Πέρσες. Είναι όπως παρουσιάζεται και ζωγραφίζεται στην πρόσοψη της ζωφόρου του “Τάφου II”. Έτσι έγινε η ταυτοποίησή του», αναφέρει ο κ. Μπαρτζιώκας.

Οι διαφωνούντες εκτιμούν ότι πρόκειται για μια εξωτική χρωστική ουσία, που μπορεί να είναι αντικείμενο αρχαίου εμπορίου



«Είναι πολύ σπάνιο να έχουµε το ίδιο υλικό, την περιγραφή του και τη ζωγραφική του αναπαράσταση», τονίζει ο καθηγητής του ∆ηµοκρίτειου Πανεπιστηµίου Θράκης και συµπληρώνει: «Αµφισβητώ την ερµηνεία που δίνει ο Μανόλης Ανδρόνικος και όχι την ανακάλυψή του».

Από την πλευρά τους, αρχαιολόγοι µε τους οποίους συνοµιλήσαµε θεωρούν ότι µία εξωτική χρωστική ουσία µπορεί να είναι αντικείµενο αρχαίου εµπορίου και να µην αλλάζει την ιστορική αποτίµηση ενός µνη µειώδους τάφου.

*Δημοσιεύθηκε στο ένθετο Secret της εφημερίδας «Παραπολιτικά» στις 2/11/2024