Internet, smartphones, μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ηλεκτρονικά παιχνίδια. Μια νέα πραγματικότητα για τους νέους ή απειλή για την ψυχική τους υγεία; Ενας στους τρεις εφήβους στη χώρα μας έχει συνεχή επικοινωνία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με φίλους. Ενας στους οκτώ εκδηλώνει συμπεριφορές εθισμού στα social media, ποσοστό σημαντικά υψηλότερο συγκριτικά με πριν από μία τετραετία, που αφορά κυρίως 15χρονους, 13χρονους και κορίτσια. Ενας στους πέντε παίζει ηλεκτρονικά παιχνίδια πάνω από 4 ώρες ημερησίως, ενώ επίσης ένας στους πέντε εφήβους συζητά ευκολότερα για τα συναισθήματά του διαδικτυακά από ό,τι διά ζώσης. Την ίδια ώρα, η Ελλάδα κατατάσσεται διεθνώς 5η και 6η στους 13χρονους και 15χρονους, αντίστοιχα, με τα υψηλότερα ποσοστά προβληματικής ενασχόλησης με τα κοινωνικά μέσα. Αυτά είναι τα στοιχεία της «Πανελλήνιας έρευνας για τις συμπεριφορές που συνδέονται με την υγεία των εφήβων μαθητών» του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγείας (ΕΠΙΨΥ) το 2022 σε δείγμα 6.250 μαθητών 11, 13 και 15 ετών στην Ελλάδα. Και κάπως έτσι εντείνονται τα ερωτήματα για το παζλ των συνεπειών της προβληματικής χρήσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, που μπορούν δυνητικά να επηρεάσουν την ψυχική υγεία των εφήβων την εποχή της ψηφιακής ζωής.

Τα «Π», που έχουν ανοίξει τον φάκελο «Εφηβοι», σε αναζήτηση απαντήσεων, μίλησαν με τον κ. Τάσο Φωτίου, κοινωνιολόγο, δρ Κοινωνικής Ιατρικής, Ψυχιατρικής-Νευρολογίας της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ και κύριο ερευνητή του ΕΠΙΨΥ. Διαβάζοντας στοιχεία όπως τα παραπάνω, είναι εύκολο να ανησυχήσει κανείς και ίσως να προχωρήσει σε αφορισμούς. «Η κοινωνία για τον σύγχρονο έφηβο, όμως, είναι πλέον σε μεγάλο βαθμό ψηφιακή», όπως μας επισημαίνει ο κ. Φωτίου, που δίνει μια άλλη διάσταση στη δυσκολία των νέων να ελέγξουν τη χρήση του Διαδικτύου και των social media. Οπως εξηγεί, στους εφήβους η χρήση οθονών είχε συνδεθεί παλαιότερα με τα ηλεκτρονικά παιχνίδια. Σήμερα, επιπλέον, οι έφηβοι χρησιμοποιούν τις οθόνες για κοινωνική δικτύωση και επικοινωνία. «Αν λάβει κανείς υπόψη ότι και η τεχνολογία των ηλεκτρονικών παιχνιδιών έχει εξελιχθεί με τρόπο ώστε να αποτελούν πεδία συναναστροφής, τότε, ναι, θα μπορούσε κανείς να πει ότι είμαστε ήδη μπροστά σε μια νέα τάξη πραγμάτων στους νέους».

Υπάρχει λόγος ανησυχίας για τον εθισμό των εφήφων στα social media;

Και έτσι τίθεται το ερώτημα: Να ανησυχούμε; Η απάντηση είναι μάλλον σύνθετη, καθώς, όπως λέει ο κ. Φωτίου, χρειάζεται πολλή έρευνα για να κατανοήσουμε εάν και, κυρίως, πώς οι οθόνες, τα ηλεκτρονικά παιχνίδια και η υπερβολική ενασχόληση με τα social επιδρούν στην ανάπτυξη του εγκεφάλου και την ψυχοκοινωνική υγεία των παιδιών. Kαι εξηγεί: «Οι επιστημονικές μελέτες προσφέρουν όλων των ειδών τις ενδείξεις. Η ενασχόληση με τα social έχει φανεί να ενισχύει την κοινωνική διασύνδεση, να διευκολύνει την κυκλοφορία της πληροφορίας, της γνώσης και της εμπειρίας και να δημιουργεί τις προϋποθέσεις για έκφραση της ταυτότητας και της δημιουργικότητας των εφήβων. Από την άλλη, η υπερβολική ενασχόληση με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αποδεδειγμένα επηρεάζει τις λειτουργίες του εύπλαστου εφηβικού εγκεφάλου και μπορεί να οδηγήσει σε καταστάσεις εσφαλμένης αυτοεικόνας, χαμηλής αυτοεκτίμησης, άγχους αλλά και κατάθλιψης. Εχει επίσης συνδεθεί με διαταραχές ύπνου, μειωμένη ακαδημαϊκή απόδοση και αυξάνει τον κίνδυνο έκθεσης στον ηλεκτρονικό εκφοβισμό και, φυσικά, στον εθισµό». Εικόνες εφήβων που βλέπουµε καθηµερινά προβληµατίζουν: παιδιά που είναι έξω, αλλά κάθονται κρατώντας τα κινητά στα χέρια, που αντί να παίζουν µπάλα, παίζουν ηλεκτρονικά παιχνίδια, που αντί να συνοµιλούν, ανταλλάσσουν µηνύµατα στο TikTok.

«Οι έφηβοι σήµερα βιώνουν µεγάλα κοµµάτια της ζωής τους στο ∆ιαδίκτυο», τονίζει ο κ. Φωτίου. «Μοιάζει µε πρόβληµα για τους ενήλικες, αλλά είναι “φυσιολογικό” και δείχνει να λειτουργεί µια χαρά για εκείνους. Η διάκριση, δηλαδή, µεταξύ του διαδικτυακού και του... πραγµατικού κόσµου είναι κατασκευή των ενηλίκων».

Οπως µας εξηγεί, σε πρόσφατη έρευνα στις ΗΠΑ οι έφηβοι δήλωσαν σε πολύ υψηλά ποσοστά ότι «τα µέσα κοινωνικής δικτύωσης τους κάνουν να αισθάνονται πιο συνδεδεµένοι µε τη ζωή των φίλων τους και µε την παρέα γενικότερα» και ότι τα social «τους κάνουν να νιώθουν ότι υπάρχει πάντα κάποιος που µπορεί να τους στηρίξει». Σε επίσης υψηλό ποσοστό ανέφεραν ότι «στα social αισθάνονται µεγαλύτερη αποδοχή».

«Το ότι µια µερίδα εφήβων αξιοποιεί τα µέσα κοινωνικής δικτύωσης προκειµένου να αντλήσει στήριξη, να νιώσει καλύτερα και ότι αποτελεί ένα (ενηµερωµένο) µέλος της παρέας δεν θα πρέπει να εκληφθεί ως πρόβληµα. Αντίθετα, φαίνεται να λειτουργεί ευεργετικά για τα αγόρια και τα κορίτσια που, λόγω προσωπικότητας ή ειδικών συνθηκών, θα το έβρισκαν δύσκολο να εκφραστούν και να µοιραστούν διά ζώσης µε την παρέα τα αισθήµατα και τις εµπειρίες τους», παρατηρεί ο κ. Φωτίου.

Ανάγκη για προγράμματα ψηφιακού εγγραματισμού

Ανησυχία προκαλούν τα υψηλά ποσοστά εφήβων που αναφέρουν συµπτώµατα και καταστάσεις εθισµού στα µέσα κοινωνικής δικτύωσης στην Ελλάδα. «Είναι επιτακτική η ανάγκη εκπαίδευσης στον ψηφιακό εγγραµµατισµό, αλλά και παρέµβασης στο γενικότερο πλαίσιο», σχολιάζει ο κ. Φωτίου. «Προγράµµατα ψηφιακού εγγραµµατισµού υπάρχουν στα σχολεία και αναµένεται να βοηθήσουν στο να µπορεί ένας έφηβος να διακρίνει τα όριά του σε σχέση µε τον χρόνο και την ενέργεια που επενδύει καθηµερινά στα social. Ωστόσο, από µόνος του ο ψηφιακός εγγραµµατισµός δεν αρκεί», τονίζει και σηµειώνει πως αυτός είναι ο λόγος που επιχειρούνται αλλαγές και σε κανονιστικό (ρυθµιστικό) πλαίσιο, όπως η απαγόρευση χρήσης κινητών στο σχολείο. Μάλιστα, σε Ευρώπη και Αµερική συζητείται η πρόταση να υποχρεωθούν οι εταιρείες µε δηµοφιλείς πλατφόρµες social να εµφανίζουν στην οθόνη µηνύµατα για τους κινδύνους εθισµού από τη χρήση τους.


Αποτελεί "κοινή ευθύνη" των εμπλεκόμενων φορέων 

«Χρειάζεται σύµπραξη των εµπλεκοµένων, προκειµένου η χρήση των social από τους εφήβους να γίνεται µε µέτρο και να είναι ασφαλής. Πρέπει να ιδωθεί ως ‘‘κοινή ευθύνη’’, που προϋποθέτει µια ταυτόχρονη και συντονισµένη δράση από τους γονείς, το σχολείο, την Πολιτεία, αλλά πλέον και από τις εταιρείες που έχουν τις εφαρµογές κοινωνικής δικτύωσης», προσθέτει.

«Οι γονείς αποτελούν τον βασικότερο παράγοντα πρόληψης. Είναι σηµαντικό τα παιδιά να αναπτύξουν δεξιότητες που θα τα βοηθήσουν να κάνουν υπεύθυνες επιλογές όταν είναι στο ∆ιαδίκτυο και -τελικά- να γίνουν υπεύθυνοι ψηφιακοί πολίτες», υπογραµµίζει ο κ. Φωτίου.

Τι πρέπει να κάνουν; «Να δηµιουργήσουν τα θεµέλια µιας ανοιχτής επικοινωνίας, µέσω της οποίας θα καθοδηγήσουν τα παιδιά τους στο πώς µπορούν να αντιληφθούν τους κινδύνους, να εντοπίσουν τα σηµεία στα οποία υπάρχουν θέµατα ηθικής φύσης και σεβασµού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και, τελικά, να απολαύσουν τα οφέλη που το ∆ιαδίκτυο και τα µέσα κοινωνικής δικτύωσης µπορούν να τους προσφέρουν».

Γιατί, όπως εξηγεί ο κ. Φωτίου, «το ξέρουν οι γονείς, το ξέρουν και τα παιδιά ότι υπάρχουν διαδικτυακοί χώροι οι οποίοι µπορούν να βοηθήσουν τους νέους να διαχειριστούν σηµαντικά θέµατα της εφηβείας και της ψυχοκοινωνικής τους υγείας, ενώ από άποψη ηθικής τα παιδιά και οι έφηβοι έχουν δικαιώµατα πρόσβασης στον πλούτο της πληροφορίας που προσφέρουν το ∆ιαδίκτυο και η ψηφιακή συναναστροφή µε άλλους».

Θα αναρωτηθεί, όµως, κανείς: Εχουν οι γονείς τις δεξιότητες να κάνουν τα παραπάνω αποτελεσµατικά; «Οι περισσότεροι θα δυσκολευτούµε ή θα αυτοσχεδιάσουµε, χωρίς το αποτέλεσµα να είναι πάντα αυτό που θα θέλαµε. Εκτός από τους εφήβους, µια εξίσου σηµαντική οµάδα-στόχος για παρεµβάσεις στην περίπτωση των social είµαστε και εµείς οι ίδιοι, οι γονείς. ∆ιότι κάθε παιδί πλέον που έρχεται στον κόσµο µεγαλώνει και αναπτύσσεται σε νοικοκυριό µε γονείς που οι ίδιοι ζουν και “αναπνέουν” σε περιβάλλον ∆ιαδικτύου και µέσων κοινωνικής δικτύωσης».