Έμαθε στους Γάλλους -και όχι μόνο- τι σημαίνει γνήσια ελληνική κουζίνα. Η Ντίνα Νικολάου, η διάσημη «βασίλισσα της γεύσης», ξέρει πώς να κάνει τα πιρούνια να… παίρνουν φωτιά! Η γνωστή σεφ έχει πάθος με ό,τι δημιουργεί και μια χειμαρρώδη προσωπικότητα, που σε αφήνει με το στόμα ανοιχτό, όπως κάθε πιάτο που ετοιμάζει. Είναι «ζυμωμένη» με τις αξίες της ελληνικής γης, όπου μεγάλωσε στα καπνοχώραφα κι έμαθε από παιδί να αγαπάει καθετί αγνό και υπέροχο, όπως το «μαμαδίστικο» φαγητό που λατρεύουν η ψυχή και ο ουρανίσκος.

Η Ντίνα Νικολάου, απλή παρά τη μεγάλη δημοσιότητα και τη διεθνή αναγνώρισή της ως «πρέσβειρα» της ελληνικής γαστρονομίας, μίλησε για το Παρίσι των ονείρων της, τα μυστικά της κουζίνας της, την Κατρίν Ντενέβ, η οποία λατρεύει τον περίφημο μουσακά της, τις… πισώπλατες μαχαιριές, τη σεξουαλική παρενόχληση, την εμμονή της, την ευτυχία της, το πρόσωπο στο οποίο κάνει ανοιχτή πρόσκληση για ένα γεύμα στο κομψό μαγαζί της στην Πόλη του Φωτός και τα πιο απίθανα φαγητά που έχει δοκιμάσει. Επίσης, μας αποκάλυψε ποια ήταν η μεγάλη απώλεια που την ταρακούνησε και την οδήγησε σε ψυχοθεραπεία, αλλά και τη δεύτερη ευκαιρία που της χάρισε ο Θεός.



Να πάμε πίσω, στις γεύσεις και τα αρώματα των παιδικών χρόνων της Ντίνας Νικολάου στην Κυρτώνη Φθιώτιδας, όπου γεννήθηκες και μεγάλωσες σε ένα υπέροχο καταπράσινο τοπίο. Τι θυμάσαι;

Μια γλύκα ήταν, ακόμα κι αν αυτά τα χρόνια είχαν κάποιες δυσκολίες. Ωραία παιδικά χρόνια, ξέγνοιαστα, σε ένα επαρχιακό περιβάλλον -καθώς είμαι γέννημα θρέμμα αγροτικής οικογένειας-, το οποίο για μένα ήταν και θα παραμένει για πάντα σημείο αναφοράς. Κι αυτό γιατί έμαθα να ζω στη φύση, να την αγαπώ, να την αφουγκράζομαι, να τη σέβομαι, να τη φοβάμαι. Όταν έχεις μεγαλώσει σε μια οικογένεια αγροτών, έχεις άμεση σχέση με τη φύση. Οι γονείς μου ήταν καπνοπαραγωγοί -είχαν κι άλλες καλλιέργειες-, αλλά τότε οι καπνοκαλλιέργειες άνθιζαν στην Ελλάδα και ειδικά στην Κωπαΐδα όπου είχαμε τα χωράφια μας. Μια πολύ δύσκολη καλλιέργεια, που εξαρτάται σε όλη τη φάση της από τη φύση. Εκεί έμαθα να καταλαβαίνω ότι δεν πας κόντρα στη φύση, έρχεσαι εσύ και εναρμονίζεσαι μαζί της. Όταν αυτό το καταλαβαίνεις από παιδάκι, είναι πλούτος, γιατί μετά μαθαίνεις να σέβεσαι την εποχικότητα, το καλό ποιοτικό υλικό, κάτι που στη δουλειά μου, όταν οι άλλοι έπρεπε να το διδαχτούν, εγώ το είχα ζήσει.

Δηλαδή, πήγαινα στους μπαξέδες μας κι έκοβα τις ντομάτες ή το κολοκυθάκι, ήξερα σε κάθε εποχή ποιο είναι το λαχανικό το οποίο έπρεπε να πάρουμε. Βάζαμε το σποράκι ή τη φύτρα και μεγάλωνε∙ έτσι έμαθα να έχω υπομονή και να το περιμένω, και ότι δεν επεμβαίνουμε στη φύση, στον καιρό. Πιστεύω ότι αυτό πρέπει να το μάθουν όλα τα παιδιά. Μόνο έτσι θα μπορούν στο μέλλον, καθώς θα μεγαλώνουν, να σέβονται αυτό που παίρνουν από τη φύση και αυτό που της δίνουν πίσω. Αυτόματα, σεβόμενος τη φύση, σέβεσαι τον εαυτό σου. Τα παιδιά των αγροτών πάντα βοηθούσαμε στις αγροτικές εργασίες. Μιλάμε για μια οικογένεια που δεν της έλειπε τίποτα, αλλά ούτε και περίσσευε τίποτα. Οι γονείς μου βίωσαν τις δυσκολίες της φύσης και ήθελαν τα παιδιά τους -είμαστε τρία κορίτσια- να σπουδάσουμε. Έπρεπε να είμαστε αυτάρκεις. Με την αδελφή μου, τη Μαρία, η οποία είναι ένα χρόνο μεγαλύτερή μου, πήγαμε στο Παρίσι και ό,τι κάναμε εκεί, τα έχουμε φτιάξει όλα μαζί, είναι το alter ego μου. Η τρίτη είναι η Γωγώ, που βρίσκεται στην Αθήνα και είναι ο άνθρωπός μου εδώ, πάντα δίπλα μου στις εκπομπές και στις δουλειές μου. Είμαι πολύ ευλογημένη. Ήμουν ένα παιδί με μεγάλη εξωστρέφεια και κοινωνικότητα. Πάνω απ’ όλα, ήμουν ένα παιδί που δεν είχα όρια στα όνειρα. Από μικρή έχτιζα πράγματα στο μυαλό μου και κοιτούσα πάρα πολύ ψηλά. Είχα στόχους. Πάντα δουλεύω με στρατηγική. Δεν αφήνω τίποτα στην τύχη.



Είχες σκεφτεί να γίνεις σεφ;

Ποτέ.


Αυτό φαίνεται, γιατί πήγες να σπουδάσεις διοίκηση επιχειρήσεων στη Θεσσαλονίκη. Πώς βρέθηκες στο Παρίσι, που έμελλε να είναι το ταξίδι μιας ζωής;


Στο Παρίσι ήταν ο μικρός αδελφός του πατέρα μου, ο Κώστας Νικολάου, ο οποίος έφυγε από το χωριό -ήταν εκπληκτικός ράφτης-, έκανε τη δική του εταιρεία και το brand του, έφτιαχνε ρούχα prêt-à-porter με εκπληκτικές ποιότητες κασμίρ, μάλλινα και άλλα. Έκανε φασόν για τον Ιβ Σεν Λοράν και τον Ντιόρ. Αυτός ο θείος μου είναι πάντα ο αγαπημένος μου και λίγο ο μέντοράς μου. Θυμάμαι ότι έλεγα από μικρή: «Εγώ θα πάω στο θείο μου στο Παρίσι». Οι γονείς μας ήταν πολύ προχωρημένοι και μας έκαναν δώρο, όταν γινόμασταν δώδεκα χρόνων, ένα ταξιδάκι στον θείο ή αλλού. Ταξίδεψα λοιπόν δώδεκα χρόνων στο Παρίσι, ήρθαν με πήραν από το αεροδρόμιο ο θείος με τη θεία μου και ξαφνικά έπαθα ένα πράγμα του τύπου «εγώ το ξέρω αυτό». Δεν μου ήταν ξένο. Το Παρίσι τότε ήταν μια «κούκλα» και ξαφνικά… κόλλησα. Από δώδεκα χρόνων ήξερα ότι εκεί θα είμαι. Δεν υπήρχε περίπτωση να είμαι κάπου αλλού.



Στο εστιατόριό σου, το κομψό «Evi Evane» στο Παρίσι, το οποίο δημιούργησες μαζί με την αδελφή σου, τη Μαρία, το 2005, έχεις μόνο καθαρά ελληνική κουζίνα;

Ναι, αλλά τι σημαίνει καθαρά ελληνική κουζίνα, όταν εγώ κάνω ένα εκμέκ κανταΐφι και του βάζω μέσα κρέμα από φιστίκι Αιγίνης; Κάνω τα «πολυσπόρια», που το λέω «Palikaria» (παλικαριά), που είναι μια σαλάτα με σιτάρι, ρεβίθια, φακές, ρόδια, μικρά κομματάκια από κολοκύθα, το οποίο είναι ένα superfood ελληνικό που το έκαναν στην Κρήτη στη Μινωική Εποχή και το βρίσκουμε και στην Αρχαία Ελλάδα. Από την άλλη, ο χαρακτηριστικός μουσακάς του «Evi Evane», που είναι σαν μπάλα, έχει μέσα το κρέας, την κρέμα από γιαούρτι, απέξω τη μελιτζάνα και μια σος φέτας - τον έχω διαφοροποιήσει.

Θέλω να πω ότι η ελληνική κουζίνα εξελίσσεται, οι επιρροές είναι πολλές και μέσα στις επιλογές που κάνεις είναι ο χαρακτήρας σου. Εγώ στα πιάτα βλέπω… εμένα. Και οι άλλοι με ξεχωρίζουν και βλέπουν ότι δεν κάνω τώρα την κουζίνα που έκανα το 2005, γιατί δεν είμαι η ίδια. Και είναι πολύ λογικό. Ένας άνθρωπος αλλάζει, εξελίσσεται. Θεωρώ ότι τώρα βρίσκομαι στην καλύτερη φάση της σχέσης μου με τη μαγειρική, γιατί απολαμβάνω την αφαίρεση.
Όταν ήμουν πιο μικρή, είχα πάντα μια τάση να μου αποδείξω κάτι, γιατί θεωρώ ότι θέλεις να αποδείξεις ότι ξέρεις και να το δουν και οι άλλοι και να σ’ το επιβεβαιώσουν, τώρα δεν το έχω ανάγκη. Δεν λέω, ο άνθρωπος έχει πάντα την ανάγκη να αρέσει αυτό που κάνει, αλλά τώρα θέλω να δημιουργώ συναίσθημα. Θέλω να φας αυτό που έφτιαξα και να αισθανθείς μια πληρότητα, ένα χάδι σαν να σ’ το έκανε η μαμά σου - κι αυτό για μένα είναι το παν. Παλιά είχα μια αγωνία για το πιάτο, αυτό που βλέπω τώρα που κάνουν τα νέα παιδιά, μια αμηχανία, ένα μπέρδεμα. Έχω περάσει κι εγώ από αυτά και μπορώ να τα κατανοήσω.



Αναρωτιέμαι, σου έχει συμβεί ποτέ να φτιάξεις ένα φαγητό και μετά να κλαις πάνω από το πιάτο, όχι γιατί είναι τέλειο, αλλά γιατί απογοητεύτηκες;

Νομίζω ότι δεν το έχω ζήσει αυτό, γιατί είμαι της παρατήρησης, οπότε πάω πολύ σιγά, σταδιακά. Δηλαδή, ενώ είμαι παρορμητική σε πολλά πράγματα, στις προσωπικές μου σχέσεις, ή να σκεφτώ κάτι και να το κάνω, με το φαγητό έχω ανάγκη να συγκεντρωθώ. Έχω μια πολύ ιδιαίτερη σχέση με το φαγητό. Με παρασύρει το φαγητό, δεν παρασύρομαι. Παρατηρώ, αφουγκράζομαι… ακούω την κατσαρόλα, μυρίζω, λειτουργούν όλες μου οι αισθήσεις.



Ποιο είναι το αγαπημένο σου συστατικό που δεν το αποχωρίζεσαι στη μαγειρική σου;

Το πετιμέζι (γέλια). Έχω λατρεία, τρέλα μ’ αυτό. Έχω μάθει στους Γάλλους το πετιμέζι. Πουλάμε στα ντελικατέσεν που έχουμε δεν ξέρω πόσο πετιμέζι! Βγαίνω στη γαλλική τηλεόραση και κάνω συνταγές με πετιμέζι. Τελευταία έκανα κάτι λαδοκούλουρα Κρήτης, όπου έβαλα ελαιόλαδο και πετιμέζι. Είναι η φυσική γλυκαντική ουσία που βάζω παντού. Για μένα δεν υπάρχει σάλτσα ντομάτας ή ένα ντρέσινγκ σαλάτας, αν δεν βάλω πετιμέζι. Δεν υπάρχει περίπτωση να γλασάρω ένα χοιρινό χριστουγεννιάτικο αν δεν βάλω στο γλάσο πετιμέζι.



Ξεχωρίζει ο χαρακτήρας κάποιου από τον τρόπο που τρώει;

Φυσικά. Εμένα τα τελευταία μου πλάνα έχουν να κάνουν με την ψυχολογία του ανθρώπου που τρώει- επιδιώκω να καταλάβω πάρα πολλά πράγματα για εκείνον από τον τρόπο που τρώει. Ποιο είναι το αγαπημένο μου πείραμα; Π.χ., έχω ένα επαγγελματικό ραντεβού, έχω κάποιον απέναντί μου, παρατηρώ τον τρόπο που τρώει και ξέρω πώς θα πάει μετά η συνεργασία μου μαζί του. Ξέρω πολύ καλά τι άνθρωπος είναι αυτός. Δεν έχω πέσει έξω ποτέ. Καταλαβαίνω τον άλλο ακόμα και από τον τρόπο που θα πιάσει το μαχαιροπίρουνο να φάει! Θα φάει με μαχαιροπίρουνο ή μόνο με πιρούνι; Τον καταλαβαίνω από το τι θα παραγγείλει, πώς θα σκύψει το κεφάλι για να φάει, αν θα ξεχωρίσει στο πιάτο του τις τροφές. Είναι υπέροχο όλο αυτό.



Σχεδόν σε όλες τις εκπομπές βλέπουμε να υπάρχει ο/η τάδε σεφ. Πλέον, υπάρχουν και πολλές ταξιδιωτικές εκπομπές που μας μαθαίνουν τοπικές κουζίνες ή πάνε στην κουζίνα της τάδε κυρίας που μαγειρεύει τοπικά φαγητά. Εσύ πώς το βλέπεις όλο αυτό;

Πουλάει η κουζίνα. Κατ’ αρχάς, δεν είναι όλοι αυτοί σεφ, με την έννοια του επαγγελματία σεφ. Είναι άνθρωποι που μαγειρεύουν. Κανείς δεν έχει βάλει όρια σε αυτήν τη δουλειά. Εσύ αύριο γράφεις ένα βιβλίο μαγειρικής, έχεις επιτυχία, κάνεις εκπομπή στην τηλεόραση. Δεν θα σε ρωτήσει κανείς αν έχεις γνώσεις μαγειρικής, αν έχεις βγάλει σχολή, αν έχεις πτυχίο. Είναι ξέφραγο αμπέλι επαγγελματικά η δικιά μας δουλειά. Βλέπετε τι γίνεται στα social media; Μαγειρεύουν ηθοποιοί, τραγουδιστές, μαγειρεύουν όλοι.



Πόσα χρόνια το πάλεψες για να σε ξεχωρίζουν από τα πιάτα σου; Για να λένε αυτή είναι «η κουζίνα της Ντίνας Νικολάου»;

Νιώθω ότι από πολύ νωρίς έδωσα το στίγμα μου. Άρχισα εγώ να με «αναγνωρίζω» στα πιάτα μου, οπότε αυτόματα έγινε και από τους πελάτες μου. Αυτό όμως μπορεί να μη γίνει και ποτέ, γιατί κάποιοι δεν έχουν βγάλει την προσωπικότητά τους στο φαγητό, παρά μόνο επαναλαμβάνουν τεχνικές και συνταγές που υπάρχουν αριστερά και δεξιά. Ο δημιουργός σεφ βάζει τη δική του προσωπικότητα και αυτή δεν έχει να κάνει μόνο με τη γνώση και την τεχνική. Έχει να κάνει με το συναίσθημα, το βίωμα, τις επιθυμίες, τα όνειρα, καμιά φορά ακόμα και με το παράλογο… Δηλαδή, δεν είναι απόλυτα λογική όλη η δημιουργία, ακόμα κι εγώ, που είμαι ένας άνθρωπος που βασίζομαι σε ρεαλιστικά πλαίσια, που το έχω ανάγκη για την οργάνωση του μυαλού μου, όταν δημιουργώ, δεν είμαι απόλυτα μέσα στα όριά μου. Πολλές φορές δοκιμάζω και κάτι πιο ακραίο στη γεύση. Το κάνω συνέχεια κι έτσι διασκεδάζω. Αυτή είναι η ευχαρίστησή μου.



Φαντάζομαι ότι θα έχεις πετάξει αρκετά υλικά, καθώς σου αρέσει να πειραματίζεσαι στην κουζίνα.

Όχι. Εγώ έχω τη δική μου εμμονή στην κουζίνα: Δεν πετάω τίποτα! Είμαι ικανή να δω να πετάνε φλούδες από καρότα άνθρωποι που δουλεύουν για μένα και να με πιάσει υστερία (γέλια.) Αυτή είναι η εμμονή μου. Ανακυκλώνω τα πάντα. Θεωρώ ότι αυτός/ή που δεν έχει μια σοφή αντιμετώπιση των υλικών δεν είναι μάγειρας/ισσα. Είχα ακούσει σε ένα φεστιβάλ μαγειρικής στη Χαλκιδική, γιατί τα φεστιβάλ μαγειρικής είναι η δεύτερη φύση μου -έχω πάει καλεσμένη σε 180 φεστιβάλ σε όλο τον κόσμο για να δείξω ελληνική μαγειρική-, μια γνωστή Ελληνίδα σεφ να λέει: «Εγώ έχω εκπαιδευτεί να παίρνω το φιλέτο από το κοτόπουλο, να βγάζω το παραφίλετο και αυτό να χρησιμοποιώ, ενώ το άλλο δεν με αφορά και με ενδιαφέρει να βγει μόνο αυτό το πιάτο αριστούργημα». Σοκαρίστηκα! Πώς είναι δυνατόν επαγγελματίας της γεύσης, της γαστρονομίας να μιλάει με τέτοια απαξίωση για το υπόλοιπο υλικό; Και δυστυχώς, είναι πολλοί και πολλές που δεν ασχολούνται. Για μένα, οφείλεις να ασχολείσαι μέχρι και με το τελευταίο κομματάκι του υλικού που μαγειρεύεις. Π.χ., τα καρότα, όταν τα πλύνεις σωστά και χρησιμοποιήσεις το εσωτερικό, εγώ κάνω όλους μου τους ζωμούς από τις φλούδες των καρότων και τόσα άλλα. Δεν γίνεται να πετάς. Το υλικό το σέβεσαι. Γι’ αυτό και παίρνω πάντα υλικά τα οποία είναι πολύ καλής ποιότητας. Δεν μπορώ να λειτουργήσω με υλικό δεύτερης ποιότητας. Δεν το θέλω. Με εκνευρίζει. Δεν θέλω να χαλάσω χρόνο για να κάνω νόστιμο ένα υλικό το οποίο εκ των πραγμάτων είναι «σκουπίδι».


Ποιο φαγητό είναι το αγαπημένο σου και ποιο δεν το τρως καθόλου;

Τρώω τα πάντα. Το λατρεμένο μου είναι οι λαδερές μελιτζάνες της μανούλας μου. Έχω δοκιμάσει τα πάντα: Από κατσαρίδες μέχρι αυγό που το είχαν τοποθετήσει σε ηφαιστειογενές περιβάλλον κι έμεινε εκεί για τρία χρόνια, που μετά το σπάνε και είναι σαν σκόνη, το οποίο οι Κινέζοι το θεωρούν πολύ σπουδαίο έδεσμα. Τις κατσαρίδες τις δοκίμασα σε ένα γαστρονομικό φεστιβάλ αφιερωμένο στην ασιατική κουζίνα - ήταν ένα είδος κατσαρίδας που το τηγανίζανε Ασιάτες σεφ! Για το μόνο φαγητό που μετά αισθάνθηκα λίγο περίεργα και άσχημα που το έφαγα ήταν όταν, τα πρώτα χρόνια που πήγα στη Γαλλία, μου έδωσαν και δοκίμασα κρέας αλόγου, αλλά δεν το ήξερα.



Για ποιους επώνυμους έχεις μαγειρέψει; Ποιον ή ποια θυμάσαι πιο πολύ, που σου έκανε εντύπωση;

Να σου πω κάτι, για εμένα όλοι οι πελάτες μου είναι επώνυμοι, γιατί όλους τους αντιμετωπίζω με τον ίδιο τρόπο. Να φανταστείς ότι η Κατρίν Ντενέβ, που μένει κοντά, περνάει από το μαγαζί μας και τρώει το μουσακά μας και πολλοί άλλοι, αλλά εμένα δεν με αφορά αν κάποιος είναι διάσημος. Εμένα με ενδιαφέρει ότι έρχονται οι άνθρωποι και τρώνε και φεύγοντας με κοιτάνε στα μάτια και είναι σαν να μου λένε: «Σε ευχαριστώ, μου δημιούργησες συναίσθημα με το φαγάκι σου» . Αυτό είναι η ωραιότερη ανταμοιβή μου. Το καλύτερο κομπλιμέντο που έχω πάρει ποτέ μου ήταν από τον Γκι Σαβουά, ο οποίος για μένα είναι ο μεγαλύτερος σεφ του κόσμου, ο οποίος ήρθε ένα Σάββατο μεσημέρι και έφαγε στο «Evi Evane» και μου είπε: «Ντίνα μου, έφαγα το φαΐ σου και αισθάνθηκα ότι με έκανες μια μεγάλη αγκαλιά».


Σε ποια προσωπικότητα θα ήθελες να κάνεις το τραπέζι και τι θα του μαγείρευες;

Αν ταξίδευα στο χρόνο, θα διάλεγα τον Μέγα Αλέξανδρο, από την άποψη ότι θα ήθελα να τον έχω απέναντί μου να τον βλέπω να τρώει. Και φυσικά, με τόση αδρεναλίνη και τεστοστερόνη, θα του έφτιαχνα κάτι με κρέας (γέλια). Στη σημερινή εποχή αυτός που με εντυπωσιάζει είναι ο μαέστρος-συνθέτης Θεόδωρος Κουρεντζής. Έχει μια ισχυρή προσωπικότητα, παρακολουθώ το έργο του, τις συνεντεύξεις του. Με γοητεύει η τέχνη του και το μυαλό του. Του στέλνω ανοιχτή πρόσκληση να έρθει στο Παρίσι να φάει στο «Εvi Evane».



Όλα αυτά τα χρόνια -και μιλάω κυρίως για την Ελλάδα- έχεις δεχτεί στο χώρο σου μισογυνισμό, πισώπλατες «μαχαιριές»;

Αυτά συμβαίνουν. Απλά είχα και έχω πάντα τόσο πολλή δουλειά, που δεν προλαβαίνω να τα βλέπω αριστερά-δεξιά. Τα καταλαβαίνω όταν είναι πίσω πια κι έχουν τελειώσει.



Στην κουζίνα του εστιατορίου έχεις πάθει κάποιο σοβαρό ατύχημα;

Γενικά, από την ενασχόλησή μου με την κουζίνα έχω πολύ σοβαρές επιπτώσεις στο σώμα μου. Έχω κάνει στα πόδια μου τρεις φορές εγχείρηση για φλεβίτη από την ορθοστασία. Έχω μεγάλο πρόβλημα στη μέση, γιατί πάντα σηκώνεις βάρη, τα οποία είναι πέρα από τη φυσική σου αντοχή, καταπονείσαι συνέχεια. Βέβαια, οφείλω να ομολογήσω πως το γεγονός ότι ήμουν σε δικούς μου χώρους, βάζοντας τους δικούς μου κανόνες, με βοήθησε πάρα πολύ, γιατί όλα τα έφερνα κάπως στα μέτρα μου. Είναι ένα επίπονο επάγγελμα για μια γυναίκα. Είχα κι ένα σοβαρό ατύχημα, έπεσε καυτό λάδι πάνω στο χέρι μου, έφυγε το πάνω κομμάτι από το δέρμα μου -έχουμε ειδικές κρέμες για τα εγκαύματα στην κουζίνα-, αλλά ήταν σοβαρό, οπότε πήγα στο νοσοκομείο για να το δει γιατρός. Όμως, πρώτα έπρεπε να σερβιριστεί ο κόσμος, έκανα κουράγιο και έφυγα για το νοσοκομείο όταν είχε μείνει το επιδόρπιο.



Είσαι πολύ επιτυχημένη επαγγελματικά, αλλά έχεις ισορροπήσει υπέροχα και στην προσωπική σου ζωή. Είσαι 31 χρόνια παντρεμένη με τον Κώστα Γρηγοριάδη.

Με τον Κώστα είμαστε από παιδιά μαζί. Κι έχουμε την τύχη να μεγαλώνουμε ταυτόχρονα και οι δύο και να εξελισσόμαστε κατά τον ίδιο τρόπο. Νομίζω ότι εκεί έγκειται τις πιο πολλές φορές η επιτυχία να έχεις μια ωραία, μακροχρόνια σχέση. Σε εμάς υπήρχε ένας συγχρονισμός, χωρίς να τον επιδιώξουμε, απλά συνέβη. Είναι και θέμα τύχης όλο αυτό. Από την άλλη, αυτό που κάνουμε πάντα είναι η απόλυτη ειλικρίνεια. Δουλεύουμε και οι δύο πάρα πολύ, λατρεύουμε τις δουλειές μας. Με τον Κώστα κάνουμε εντελώς διαφορετικά πράγματα -εκείνος είναι διοικητικός υπάλληλος στο υπουργείο Εξωτερικών-, αλλά ο ένας θαυμάζει πολύ την προσωπικότητα του άλλου και αγαπάει ο ένας την ψυχή του άλλου. Δεν θα μπορούσα να είμαι τόσα χρόνια δίπλα σε έναν άνδρα που δεν τον θαυμάζω. Αυτό είναι πολύ σημαντικό. Γιατί όλοι ξέρουμε πως, όταν περνάνε τα χρόνια, λογικό είναι ότι δεν έχεις τον πρώτο ενθουσιασμό, ούτε τον παθιασμένο έρωτα, αλλά έρχονται τόσο δυνατά συναισθήματα μετά. Με τον Κώστα ο έρωτάς μας εξελίχθηκε σε μεγάλη αγάπη. Για μένα είναι πολύ σημαντικό να θαυμάζω αυτό τον άνθρωπο, την προσωπικότητά του, τον πατέρα, τον τρόπο που φέρεται στα αγόρια μας - ήταν και είναι πάντα δίπλα τους. Αγαπάει τους ανθρώπους. Δεν θα μπορούσα να είμαι με έναν άνθρωπο ο οποίος θα γκρίνιαζε και θα του φταίγανε όλοι δίπλα του. Ευτυχώς, είμαι ευλογημένη και με τον άνδρα μου και με τα αγόρια μας.



Οι γιοι σας είναι ο Γιώργος, ο οποίος είναι αρχιτέκτονας, και ο Στυλιανός, που έχει σπουδάσει μάνατζμεντ και οικονομικές επιστήμες. Μάλιστα, με τον Στυλιανό κάνατε πρόσφατα και το delivery «Healthy Μαγειρευτό-Dina Nikolaou»: Μπαίνοντας κάποιος online στο dinanikolaou-comfort.gr, καθώς και απ’ όλες τις πλατφόρμες food delivery, μπορεί να απολαύσει σε όλες τις περιοχές της Αθήνας «μαμαδίστικο» φαγητό από τα χεράκια σου, σε πολύ προσιτές τιμές.

Ναι και είμαι πολύ χαρούμενη για το καινούριο μας εγχείρημα. Είναι φαγάκια που αγαπάει ο κόσμος και έχουν τη δική μου σφραγίδα. Αυτό σημαίνει ότι είναι απαλλαγμένα από λιπαρά, διότι απευθυνόμαστε σε κόσμο που έχει όλο και λιγότερη δράση, που βρίσκεται πίσω από ένα γραφείο, με πλήρη όμως συνδυασμό πρωτεϊνών και βιταμινών. Ο Στυλιανός και οι άνθρωποι της εταιρείας StiQ έχουν αναλάβει όλο αυτό το δύσκολο εγχείρημα, ώστε το φαγητό -ακόμα κι αν είναι μια ώρα μακριά ο πελάτης- να φτάνει όπως πρέπει.



Επίσης, κάνεις την τηλεοπτική εκπομπή «Open Kitchen» στο Οpen.

Για μένα πάντα η τηλεοπτική μαγειρική έχει ένα στόχο: να εκπαιδεύσει και μετά να διασκεδάσει. Προσπαθώ να τους δώσω πράγματα που θα τους κάνουν πιο εύκολη τη μαγειρική τους. Θέλω όλοι να καταλάβουν ότι το να μαγειρεύω σαφώς είναι διασκεδαστικό, αλλά πρέπει να ξέρεις και πέντε πράγματα.



Στις κουζίνες που έχεις δουλέψει και στην τηλεόραση έχεις δεχτεί σεξουαλική παρενόχληση;

Εγώ σεξουαλική παρενόχληση δεν έχω δεχτεί, γιατί έχω μια πολύ δυναμική προσωπικότητα και από την αρχή βάζω κανόνες. Αυτό που έχω δεχτεί, ειδικά από κάποιους Γάλλους σε διάφορες περιοχές που πάω σε καλέσματα λόγω δουλειάς, είναι του τύπου «είσαι ξένη, είσαι γυναίκα». Μέχρι να καταλάβουν τι κάνω. Νομίζω ότι είναι και τα περιθώρια που αφήνεις. Υπάρχουν όμως τέτοιοι άνθρωποι. Αυτούς θα πρέπει από την αρχή να τους βάλεις στη θέση τους. Οι συμπεριφορές αυτές δυναμώνουν όταν τους αφήνεις. Πρέπει από την αρχή να είσαι αυστηρή. Βέβαια, τώρα που είμαι πιο έμπειρη, είναι πιο εύκολο. Όταν ήμουν είκοσι πέντε χρόνων, είχα κι εγώ τις δυσκολίες μου.



Η μεγαλύτερη απώλεια που σε έχει πληγώσει στη ζωή σου ποια είναι;

Ο θάνατος του πατέρα μου Στυλιανού, πριν από δύο χρόνια. Αυτό ήταν σοκ για μένα. Επειδή είχα και μια ιδιαίτερη σχέση με τον πατέρα μου, προσπάθησα πάρα πολύ τους τελευταίους μήνες να τον κρατήσω, ενώ ήταν σε πολύ άσχημη κατάσταση. Νομίζω ότι τον κρατούσα. Πήγαινα εκεί και ήταν σαν να τον τραβούσα… (κομπιάζει). Τις τελευταίες μέρες που έπρεπε να κάνει μια επέμβαση και οι γιατροί μού έλεγαν ότι δεν έχει νόημα και μόνο ένας μού έδωσε μια ελπίδα, τον έβαλα να κάνει την επέμβαση. Δεν μπορούσα να το αποδεχτώ ότι θα «φύγει». Όταν «έφυγε» ο μπαμπάς μου, χρειάστηκα τουλάχιστον ένα χρόνο για να ’ρθω σε… ειρήνη με μένα. Δηλαδή, το πρόβλημα ήταν δικό μου. Αισθανόμουν πως δεν έκανα ό,τι μπορούσα. Πάλεψα πολύ για να το ξεπεράσω. Δεν είναι εύκολο. Χρειάστηκε να κάνω ψυχοθεραπεία. Πάντα χρειαζόμαστε σε κάποια φάση της ζωής μας να βάλουμε σε μια σειρά τα πράγματα. Επίσης, ένα άλλο σοκ που πέρασα ήταν η αρρώστια ενός πολύ αγαπημένου μου προσώπου, που, ευτυχώς, όλα πήγαν καλά. Μέχρι όμως να το ξεπεράσει, ήταν πολύ δύσκολο. Ένιωθα σαν να πρέπει να ξεκινήσω ξανά τη ζωή μου και δεν το άντεχα (η φωνή της «σπάει»). Μετά, που όλα πήγαν καλά, αισθάνθηκα σαν να μας έδωσε ο Θεός μια δεύτερη ευκαιρία στη ζωή.

Δημοσιεύθηκε στην Ontime