Το όνομα Μακάριος είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την Κύπρο. Ένα ιστορικό πρόσωπο, που έγραψε τη δική του ιστορία και καθόρισε σε μεγάλο βαθμό την πορεία και την ταυτότητα της νήσου. Πώς αλλιώς αφού διατέλεσε προκαθήμενος της αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας της Κύπρου από το 1950 μέχρι τον θάνατό του, καθώς επίσης και πρώτος Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας από τις 16 Αυγούστου 1960 μέχρι το θάνατό του στις 3 Αυγούστου 1977.


Της Μαριλούς Χατζηκλεάνθους

Σήμερα, 19 Ιανουαρίου τιμάται η μνήμη του Οσίου Μακαρίου του Αιγυπτίου και κατά συνέπεια γιορτάζουν όσοι φέρουν το όνομά του. Μια μέρα, που λόγω του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’, είχε ιδιαίτερη σημασία για το νησί και που ακόμα και στις μέρες μας είναι η μοναδική κατά τη διάρκεια της οποίας είναι «ανοικτό» για επισκέψεις στο κοινό το δωμάτιό του στην Αρχιεπισκοπή, εκεί όπου άφησε την τελευταία του πνοή πριν από 47 χρόνια.

Η γυναίκα "στη σκιά" του Εθνάρχη Μακαρίου: Μαρία Μούσκου-Χατζηκλεάνθους, η αδερφή του Αρχιεπισκόπου

Η «σχέση» μου με τον Μακάριο ξεκίνησε από τότε που γεννήθηκα. Όχι μόνο λόγω της καταγωγής του πατέρα μου από την Κύπρο, αλλά και λόγω της εξ αγχιστείας συγγένειας, που είχε ο ίδιος με την αδερφή του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, τη Μαρία Μούσκου - Χατζηκλεάνθους. Για τους περισσότερους ήταν η αδερφή του Εθνάρχη, για αρκετούς η κυρία Μαρία, για μένα όμως ήταν η «γιαγιά» μου.

makarios_kai_i_aderfi_tou2

Όπως κάθε σημαντικό πρόσωπο της ιστορίας, έτσι και ο Μακάριος είχε στο πλευρό του ανθρώπους που τον στήριξαν, με πρώτη και καλύτερη την αδερφή του. Αγέρωχη, με μαύρα πανέξυπνα φλογερά μάτια, ντυμένη πάντα στα μαύρα μετά το θάνατό του και με τον χαρακτηριστικό αρχοντικό της κότσο, η κυρία Μαρία ήταν πάντα σοβαρή, σε σημείο που ένιωθες να σου κόβεται η ανάσα, όμως όσοι είχαν την τύχη να την γνωρίσουν, ξέρουν πως η καρδιά της ήταν ένα κομμάτι μάλαμα.

Η γυναίκα αυτή υπήρξε το μικρότερο παιδί της οικογένειας του Χριστόδουλου και της Ελένης Μούσκου. Μεγαλύτερος της ήταν ο Γιακουμής, ο μοναδικός αδερφός, που είχε γνωρίσει στα πρώτα χρόνια της ζωής της και φυσικά ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ο Γ' (Μιχαήλ Χριστοδούλου Μούσκος τότε).


Η πρώτη γνωριμία και η επανασύνδεση

Τον Μακάριο δεν τον είχε γνωρίσει από τα πρώτα χρόνια της ζωής της, αφού ο Αρχιεπίσκοπος είχε ενταχθεί ως δόκιμος στην Μονή Κύκκου, όταν εκείνη ήταν μόλις 3 ετών. Ο δάσκαλος του χωριού ήταν αυτός, που είχε κάνει την εισήγηση να συνεχίσει τις σπουδές του, επειδή ο Μακάριος αγαπούσε πολύ τα γράμματα, ήταν πολύ καλός μαθητής και προερχόταν από φτωχή οικογένεια. Έτσι, είπε στον πατέρα του να τον αφήσει να πάει να σπουδάσει και η μικρή Μαρία δεν πρόλαβε να τον γνωρίσει.

Η ίδια πριν πολλά χρόνια είχε περιγράψει σε συνέντευξή της την πρώτη φορά, που γνώρισε τον αδερφό της: «Εγώ τον εγνώρισα ή 7 χρονών ήμουν ή 8. Ήρθε στην Μάντρα (Παναγιά) από τον Κύκκο. Μόλις τον είδα τρόμαξα.. Εστάθηκε στην κορυφή και μου λέει ''Έλα πουλάκι μου, έλα. Εγώ για σένα ήρθα''.. Πάλι τον εκοίταζα και μου λέει ''Έλα κι είμαι κι εγώ αδερφός σου.''. Λέω ''Όχι, δεν είσαι. Ο Γιακουμής είναι αδερφός μου'' και μου απαντά ο Γιακουμής ''Είναι κι αυτός αδερφός μας''».

Η πρώτη συνάντηση των δύο αδερφιών ήταν αρκετά «δυνατή» συναισθηματικά. Ο Μακάριος συνέχισε τις σπουδές του και το 1938 έλαβε υποτροφία για να σπουδάσει στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του το 1942, ωστόσο λόγω του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, δεν μπόρεσε να επιστρέψει στην Κύπρο και παρέμεινε στην Αθήνα, σπουδάζοντας Νομική. Αργότερα έφυγε με υποτροφία του Παγκόσμιου Συμβουλίου Εκκλησιών για τη Βοστώνη και επέστρεψε στην Κύπρο το 1948 ως Επίσκοπος Κιτίου. Τότε ξανάσμιξε με την αδερφή του.

Με την άφιξη του στην Κύπρο πρότεινε στην κυρία Μαρία να τον ακολουθήσει στην Μητρόπολη Κιτίου, προκειμένου να την έχει κοντά του κι εκείνη φυσικά το δέχτηκε. Τα χρόνια της απουσίας του και τα επόμενα, που ακολούθησαν, η γυναίκα αυτή μεγάλωσε, στη συνέχεια παντρεύτηκε και έκανε τη δική της οικογένεια. Πάντα όμως βρισκόταν στο πλευρό του Αρχιεπισκόπου, όχι μόνο με τρόπο νοερό, αλλά και στην πράξη.

makarios_kai_i_aderfi_tou1

Τη θυμάμαι ακόμα να περιγράφει περιστατικά από τη ζωή αυτού του σπουδαίου ανθρώπου, το όνομα του οποίου έρχεται πρώτο στο μυαλό του καθενός, όταν ακούει τη λέξη «Κύπρος». Στο πλάι του έζησε σημαντικά γεγονότα της ιστορίας, είτε εξ αποστάσεως, όπως την εξορία του στις Σεϋχέλλες, είτε από κοντά, όπως ήταν η ενθρόνισή του ως Επίσκοπος Κιτίου, η εκλογή του ως Αρχιεπίσκοπος της Κύπρου και μετά ως Πρώτος Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Επίσης, έζησε δίπλα του το Εκκλησιαστικό πραξικόπημα του 1972-1973 από τους τρεις επισκόπους της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Κύπρου, τη μετέπειτα δικαίωσή του και καθαίρεση αυτών από τη Μείζονα και Υπερτελή Σύνοδο, αλλά και το πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή του 1974, αυτή που σημάδεψε για πάντα ολόκληρο το νησί και τον ίδιο τον Μακάριο.

Είχε την ευκαιρία να γνωρίσει προσωπικότητες από όλο τον κόσμο, αφού στεκόταν πάντα διακριτικά, με σεβασμό, σεμνότητα και αξιοπρέπεια δίπλα του. Η κυρία Μαρία δεν είχε καμία ακαδημαϊκή μόρφωση κι όμως αυτό ήταν ένα γεγονός, που δεν περνούσε από το μυαλό κανενός. Θυμάμαι, όταν λίγα χρόνια πριν το θάνατό της το 2008, σε κάποια γενέθλιά της, τής είχα ετοιμάσει μια κάρτα και της την έδωσα δώρο. Με απόλυτη φυσικότητα μου είπε: «Μπορείς, σε παρακαλώ, να μου τη διαβάσεις, γιατί δε ξέρω γράμματα;». Έμεινα αποσβολωμένη. Αυτή τη γυναίκα τη γνώριζα από παιδί, έχω ζήσει πολλές στιγμές μαζί της και δε μου πέρασε ποτέ από το μυαλό ότι δεν ήξερε γράμματα, καθώς εκτός του ότι ήταν πανέξυπνη, είχε ευφράδεια λόγου, που πολλοί ακαδημαϊκοί σίγουρα θα ζήλευαν.



Οι τελευταίες στιγμές στο πλευρό του Αρχιεπισκόπου

Η κυρία Μαρία δίπλα στο Μακάριο δεν έζησε μόνο ευχάριστες στιγμές, αλλά και ώρες που αγωνιούσε για τη ζωή του, όπως ήταν οι απόπειρες δολοφονίας εναντίον του, καθώς και η στιγμή, που λίγο μετά το πραξικόπημα του 1974 τα ραδιόφωνα μετέδωσαν την είδηση του θανάτου του. Αργότερα κλήθηκε να αντιμετωπίσει και τα πραγματικά προβλήματα υγείας του Εθνάρχη και στο τέλος το θάνατό του, που τη σημάδεψε για πάντα.

Όταν ο Μακάριος έπαθε την πρώτη καρδιακή προσβολή στις 3 Απριλίου του 1977, η κυρία Μαρία βρισκόταν στον Χολαργό Αττικής. Η πρώτη αντίδραση του Αρχιεπισκόπου ήταν «Ειδοποιείστε τη Μαρία... Να' ρθει η Μαρία». Η ίδια θυμάται να της τηλεφωνεί ο προσωπικός του γιατρός, ο Βάσσος Λυσσαρίδης: «Μου τηλεφώνισε ο Λυσσαρίδης 12 τα μεσάνυχτα. Μόλις έπιασα το τηλέφωνο, είπα του ''Έπαθε τίποτα ο αδερφός μου; Γιατρέ, μήπως είναι η καρδία του;''». Είχαν ήδη κανονιστεί όλα, προκειμένου να πάει κοντά του άμεσα.



Έχει περιγράψει σε τηλεοπτική της συνέντευξη το 1987, τί συνέβη στις 3 Αυγούστου 1977, όταν ο Αρχιεπίσκοπος υπέστη πάλι καρδιακή προσβολή, αυτήν η οποία έμελλε να αποβεί και μοιραία… «Την Τρίτη, που ήταν και η τελευταία του, ξημερώματα Τετάρτης, ήταν με τον Μοδινό μέσα (σ.σ. ο Αρχιεπίσκοπος είχε συνάντηση με τον Πρέσβη της Κύπρου στο Παρίσι, κ.Πόλυ Μοδινό). Πήγα να του πάρω το φαγητό του, γιατί πλέον ανάλαβα και το φαγητό εγώ στο σπίτι. Έφυγε ο κ.Μοδινός και έφαγε. Ήταν η ώρα 10.00 μ.μ. Εγώ πήγα στο σπίτι. Μόλις πήγα στο σπίτι μου τηλεφωνεί η Αστυνομία: ''Κυρία Μαρία τρέξε και ο Μακαριώτατος είναι άρρωστος, πονεί το στομάχι του''..

Πήγα και τι να δω.. Στο κρεβάτι ξαπλωμένος και το νερό εβλάσταν από το κορμί του και τρέχαν οι ιδρώτες του, έστασαν από τα αυτιά του. Πήγε ο πρώτος ο γιος μου κι ένας αστυνομικός και τον σκουπίζανε κι έφτασα κοντά εγώ, προτού να φτάσουν οι γιατροί. Μετά έφτασαν οι γιατροί κοντά κι αμέσως ετρέξαν, εβάλαν του μηχανήματα, εβάλαν του ορό κι ήταν έτσι κλειστά τα μάτια του. Την ώρα που φρόντιζαν να του βάλουν ορό, μάλιστα πετάχτηκε και το αίμα και λέρωσε τα σεντόνια. Και τα σεντόνια εκείνα τα έχω να τα πάρω μαζί μου, όταν πεθάνω. Το αιματωμένο σεντόνι…

Μετά του δώσαν ένα χάπι για να τον πάρει ο ύπνος και τον επήρε και κοιμήθηκε και μετά, που ξύπνησε, οι γιατροί μιλούσαν σιγά-σιγά από πάνω του κι αυτός τ' άκουγε και μετά που άρχισε και συνέρχεται από την καρδία του, άρχισε να τους λέει ''Μα δεν είναι η πρώτη φορά που το έπαθα. Το' παθα και χθες στο Προεδρικό και πήρα ένα χαπάκι και κράτησε 45 λεπτά και μου πέρασε ο πόνος''... Ώρες-ώρες άνοιγε τα μάτια του και με κοίταζε να δει την αντίδραση μου...

Τον έπιασε 10:00 (η καρδιακή προσβολή), έπιασεν τον 11:00, μετά η ώρα 1:00 και η ώρα 3:00 ήταν η τελική του. Αρχίσαν να τον χτυπούν (ηλεκτροσόκ).. Κατεβάσαν τον κάτω στο πάτωμα.. Αυτοί οι χτύποι δε θα τους ξεχάσω ποτέ, διότι βούιζε η Αρχιεπισκοπή, που του κάναν το ηλεκτροσόκ. Την ώρα που τον έπιασε, αμέσως πέθανε ο Μακάριος..».

kideia_makariou1_
kideia_makariou2_
kideia_makariou3
kideia_makariou4_

Ο θάνατός του δε ξεπεράστηκε ποτέ από την ίδια. Πέθανε ο αδερφός της, αλλά εκείνη δε σταμάτησε να μιλάει ποτέ για εκείνον. Πάντα με σεβασμό και απέραντη αγάπη.

Δείτε τη συνέντευξη της Μαρίας Μούσκου - Χατζηκλεάνθους ΕΔΩ



«Αφιέρωσε τη ζωή της στον Εθνάρχη Μακάριο»

Στις 8 Δεκεμβρίου 2024 συμπληρώθηκαν 16 χρόνια από το θάνατό της. Θυμάμαι σαν τώρα την ώρα που χτύπησε το τηλέφωνο στο πατρικό μου και μας ανακοινώθηκε το δυσάρεστο γεγονός. Πέθανε σε ηλικία 85 ετών.

Στην κηδεία της ήρθε πλήθος κόσμου. Παρευρέθηκαν ο τότε Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Δημήτρης Χριστόφιας, ο τότε Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Μάριος Καρογιάν, διάφοροι άλλοι πολιτικοί και επίσημοι, συγγενείς, φίλοι και φυσικά απλός κόσμος.

Τον λιτό επικήδειο λόγο εκφώνησε ο επίτιμος Πρόεδρος του Κεντρικού Συμβουλίου της ΕΔΕΚ και προσωπικός γιατρός του Μακάριου, Βάσσος Λυσσαρίδης, ο οποίος ανέφερε χαρακτηριστικά πως εκείνη: «Αφιέρωσε τη ζωή της στον Εθνάρχη Μακάριο και παρά το γεγονός ότι δεν είχε καμία ακαδημαϊκή μόρφωση, η παρουσία της είχε φυσική αρχοντιά».

Η μορφή της μέσα στο φέρετρο είναι μια εικόνα, που θα θυμάμαι πάντα. Αγέρωχη και συνάμα γαλήνια, γιατί θα συναντούσε ξανά τον αδερφό της. Μαζί της θάφτηκε και το σεντόνι με το αίμα του Αρχιεπισκόπου, το «αιματωμένο σεντόνι», που φύλαγε σαν κόρη οφθαλμού όλα τα χρόνια μετά το θάνατό του. Έτσι ακριβώς όπως ήταν η επιθυμία της.

Στο μνήμα της γράφτηκε η επιγραφή «Η μάννα τους φτωχούς», ένας τίτλος που πραγματικά της άξιζε, αφού είχε βοηθήσει ποικιλοτρόπως, πολλούς ανθρώπους, πάντα με ανιδιοτέλεια.

timitiki-plaketa_aderfi_makariou

Προσωπικά θα ήθελα να ζούσε ακόμα.. Σα δημοσιογράφος, για να είχα την ευκαιρία να μιλήσω μαζί της και να μάθω νέα πράγματα για τη ζωή της δίπλα στον Μακάριο, τώρα που είμαι μεγαλύτερη κι έχω αποκτήσει παραπάνω εμπειρία και κριτική σκέψη. Μα και σαν «εγγονή» της, για να μπορούσα να νιώσω ξανά το ζεστό άγγιγμά της, να κουβεντιάσω μαζί της, να με συμβουλέψει και στο τέλος να την ακούσω για πολλοστή φορά να διηγείται ξανά τα ιστορικά αυτά γεγονότα, που για μένα σαν παιδί-έφηβη ήταν οι ιστορίες των νεανικών μου χρόνων.

Είμαι βέβαιη πως εκεί ψηλά, αυτή η μεγάλη κυρία θα είναι σίγουρα καλά. «Παρέα» με τον αδερφό της, εκείνη δε χρειάζεται τίποτα άλλο..