Οι πρωταγωνιστές της χρυσής εποχής του ΔΟΛ και οι λάθος επιλογές
Τα πρόσωπα - κλειδιά του Συγκροτήματος, το κύρος και η διατήρηση των ισορροπιών
Ήταν στις αρχές της δεκαετίας του ’80 ένας δηµοσιογράφος έµπαινε στο µισθολόγιο του ∆ΟΛ, οι συνάδελφοί του τον καλούσαν να κάνει… πάρτι διάρκειας µίας εβδοµάδας. «Πρόσληψη στον ∆ΟΛ ήταν κάτι ανάλογο µε διορισµό στην Τράπεζα της Ελλάδος, καθώς συνδύαζε την εργασιακή ασφάλεια διά βίου µε το κύρος και την ισχύ που είχαν όλα τα Μέσα του οργανισµού», όπως λέει χαρακτηριστικά στα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» επιφανής δηµοσιογράφος του Συγκροτήµατος, από εκείνους που πρόλαβαν να εγκαταλείψουν εγκαίρως το «υπερωκεάνιο», πριν αρχίσει να µπάζει νερά.
Ηταν η εποχή που όταν ένας συντάκτης του ∆ΟΛ τηλεφωνούσε σε πολιτικό στέλεχος κόµµατος τον είχε στην άλλη άκρη της γραµµής πριν συµπληρωθεί ένα λεπτό, µαζί µε την απάντηση στο ερώτηµα που είχε να θέσει. Ο Χρήστος Λαµπράκης, ως πρόεδρος του ∆ΟΛ, µαζί µε τον αείµνηστο Λέοντα Καραπαναγιώτη, ως διευθυντή των «Νέων» και αντιπρόεδρο του οργανισµού, ήταν τα δύο ισχυρότερα πρόσωπα στο µιντιακό τοπίο της εποχής, µε τεράστιο κύρος. Από κοντά και ο Σταύρος Ψυχάρης, όµως αυτός ως ο άνθρωπος που ασχολιόταν περισσότερο µε τη διαχείριση των οικονοµικών του ∆ΟΛ παράλληλα µε τη διεύθυνση του «Βήµατος».
Η ισορροπία διατηρήθηκε και όταν για λόγους υγείας ο Λέων Καραπαναγιώτης παρέδωσε τη διευθυντική σκυτάλη των «Νέων» στον Παντελή Καψή, καθώς όσα χρόνια ο Λ. Καραπαναγιώτης βρισκόταν στη ζωή η «γραµµή» της εφηµερίδας ήταν τέτοια που όλοι µιλούσαν για τα «Νέα» ως την «εφηµερίδα του Καραπαναγιώτη». Οι παλαιότεροι εργαζόµενοι του ∆ΟΛ θυµούνται τη µικρή «τελετή» παράδοσης των διευθυντικών καθηκόντων, όταν σε συναισθηµατικά φορτισµένη ατµόσφαιρα ο Λέων Καραπαναγιώτης, απευθυνόµενος στους εργαζοµένους, είπε: «Ζητώ συγγνώµη από όσους απογοήτευσα» και ο Παντελής Καψής απάντησε: «Εµείς σας ευχαριστούµε γιατί επί τριάντα χρόνια ζήσαµε µια αξέχαστη εργασιακή περίοδο». Ηταν η εποχή που οι µισθοί στο ∆ΟΛ ήταν οι υψηλότεροι στη δηµοσιογραφική πιάτσα, τα «µπόνους» τακτικά και οι απολύσεις σπάνιες.
«Στον ∆ΟΛ δεν απολύθηκε κανείς γιατί έχασε µια είδηση. Κάποιοι απολύθηκαν επειδή… είχαν µια είδηση που δεν έπρεπε να δηµοσιευτεί», λένε κάποιοι µε δηλητηριώδες χιούµορ, θέλοντας να δείξουν ότι σε αρκετές περιπτώσεις µέσα από δηµοσιεύµατα γίνονταν «παιχνίδια», που συνήθως είχαν σχέση µε επιχειρηµατικά συµφέροντα. Την ίδια περίοδο, επικεφαλής στο «Βήµα» (το οποίο άνοιξε κι έκλεισε δύο φορές ως καθηµερινό) παρέµενε ο Σταύρος Ψυχάρης. Η ισορροπία αυτή διατηρήθηκε µέχρι να φύγει από τη ζωή ο Χρήστος Λαµπράκης, το 2009, όταν τα ηνία του Συγκροτήµατος ανέλαβε ο Σταύρος Ψυχάρης, όπως και την ιδιοκτησία του. Η περίοδος συνέπεσε µε την έναρξη της µεγάλης οικονοµικής κρίσης στη χώρα και την αντίστοιχη στον χώρο των µέσων ενηµέρωσης.
Λίγο καιρό αργότερα, λένε πολλοί στον ∆ΟΛ, ο Σταύρος Ψυχάρης, αν και άνθρωπος µε ισχυρό ένστικτο, έκανε δύο επιλογές που δεν απέδωσαν: Ανέθεσε στον Παντελή Καψή το «Βήµα της Κυριακής» και στον Χρήστο Μεµή τη διεύθυνση των «Νέων». Ταυτόχρονα, έκανε µια προσπάθεια «οµογενοποίησης» των δύο εφηµερίδων, κάτι που ουδέποτε θέλησε ο Χρήστος Λαµπράκης, ο οποίος ήθελε να λειτουργούν σε ένα καθεστώς δηµιουργικού ανταγωνισµού. Ο Παντελής Καψής δεν µπόρεσε ποτέ να µπει στη λογική του «Βήµατος», µε αποτέλεσµα σε σύντοµο διάστηµα να αποµακρυνθεί, αναµειγνυόµενος µε την πολιτική τον Αύγουστο του 2011. Στη θέση του βρέθηκε ο Αντώνης Καρακούσης, άνθρωπος ικανός και έξυπνος, όπως λένε γι’ αυτόν.
Η προσέγγιση με τον ΣΥΡΙΖΑ
Ο Χρήστος Μεμής, από τα αγαπηµένα παιδιά του Χρήστου Λαµπράκη, προσπαθούσε µεν στα «Νέα», αλλά η δουλειά του δεν είχε τα αναµενόµενα κυκλοφοριακά αποτελέσµατα. «Ο Χρήστος είναι πολύ καλός όταν είναι νούµερο 2, αλλά δεν µπορούσε να είναι ο “ηγέτης”», λένε οι… άσπονδοι φίλοι του. Ετσι, τον Μάιο του 2014 τη θέση του πήρε ο ∆ηµήτρης Μητρόπουλος, για τον οποίο ο Σταύρος Ψυχάρης θεωρούσε ότι µπορούσε να πετύχει την προσέγγιση του Συγκροτήµατος µε τον Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος τότε «κάλπαζε» προς την εξουσία.
∆εν είναι τυχαίο ότι λίγους µήνες αργότερα έγιναν τα περίφηµα ραντεβού «Τσίπρα Ψυχάρη» µε τη µεσολάβηση, λέγεται, δύο προσώπων του ∆ΟΛ, που διατηρούσαν επίσης προνοµιακή σχέση µε τον σηµερινό πρωθυπουργό.
Πρόκειται για τον Βασίλη Μουλόπουλο, ο οποίος ήταν ήδη βουλευτής Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ, και τον Παύλο Παπαδόπουλο, πρώην λογογράφο του Κώστα Σηµίτη, ο οποίος όµως εκείνη την περίοδο -σε αντίθεση µε σήµερααρθρογραφούσε υπέρ του Αλέξη Τσίπρα µέσα από τις σελίδες του «Βήµατος».
Η προσέγγιση δεν τελεσφόρησε τελικά. Αξίζει να σηµειωθεί ότι για τη θέση του ∆ηµήτρη Μητρόπουλου προοριζόταν ένα πολύ γνωστό στέλεχος του ∆ΟΛ, ο Νότης Παπαδόπουλος, ο οποίος τελικά την έχασε αναλαµβάνοντας τον «Βήµα» FM, µετά την αποχώρηση του Βασίλη Χιώτη. Ο ∆ηµήτρης Μητρόπουλος (γιος του γνωστού σκιτσογράφου Βασίλη Μητρόπουλου) χρεώθηκε την αδυναµία των «Νέων» να ανθήσουν κυκλοφοριακά, αν και φίλοι λένε πως αυτό είναι άδικο, καθώς είχε να διαχειριστεί µια «πρώην ∆ΕΚΟ σε εκκαθάριση». Τα οικονοµικά του οργανισµού πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο και οι εκατοντάδες απολύσεις ήταν αρκετές για την ανάκαµψη του οργανισµού. Ο υπερβολικός δανεισµός και η αδυναµία της διοίκησης να αντεπεξέλθει οδήγησαν τελικά στις τελευταίες δραµατικές εξελίξεις.
Aντιπάθεια για τον Γιάννη Πρετεντέρη
Ο Σταύρος Ψυχάρης στο διάστηµα της παντοδυναµίας του είχε πάντοτε πρόσωπα που βρίσκονταν κοντά του και άλλα τα οποία δεν συµπαθούσε ιδιαίτερα και τους το έδειχνε. Ισως από τα πλέον αντιπαθή πρόσωπα σε αυτόν ήταν και είναι ο Γιάννης Πρετεντέρης (ο οποίος, αντιθέτως, ήταν αγαπηµένο παιδί του Χρ. Λαµπράκη). Ο γνωστός δηµοσιογράφος και σχολιαστής, αν και βρισκόταν δεκαετίες στον ∆ΟΛ, ουδέποτε ανέλαβε διευθυντική θέση, καθώς ο Σταύρος Ψυχάρης δεν τον εµπιστευόταν.
Γενικότερα, είχε µια αντιπάθεια στους «γόνους», µε εξαίρεση τον Παντελή Καψή, που εκτιµούσε τη δουλειά του και κρατούσε χαµηλό προφίλ, ενώ για τον ∆ηµήτρη Μητρόπουλο επικράτησαν οι προσδοκίες της επίτευξης µιας προσέγγισης µε τον ΣΥΡΙΖΑ, αν και τελικά δεν επιβεβαιώθηκαν. Τα χρόνια αυτά υπήρξαν και άλλα πρόσωπα που βρέθηκαν σε επιτελικές θέσεις του ∆ΟΛ, αλλά για διαφορετικούς λόγους αποχώρησαν, όχι πάντοτε σε καλό κλίµα. Ανάµεσά τους ο Αγγελος Στάγκος, ο Νίκος Νικολάου, ο Ηλίας Μάτσικας κ.ά. Το 1999, ο ∆ΟΛ βρίσκεται φαινοµενικά στην καλύτερη εποχή του. Κυβερνά ο Κώστας Σηµίτης. Εναν χρόνο πριν, κι ενώ η αλµατώδης άνοδος του Χρηµατιστηρίου ξεκινά, ο ∆ΟΛ εισέρχεται σε αυτό. Στις 25 Σεπτεµβρίου 1998, ο ∆ΟΛ δηµοσιεύει στα «Νέα» την είσοδό του στο Χρηµατιστήριο και την εγγραφή των µετόχων στις αρχές Οκτωβρίου. Λίγες ηµέρες αργότερα, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εγκρίνει την είσοδο του οµίλου στο ΧΑΑ. Σαράντα χιλιάδες δυνητικοί επενδυτές υπερκαλύπτουν 31,5 φορές το ζητούµενο ποσό.
«Φυτώριο» υπουργών και βουλευτών του ΠΑΣΟΚ
Ο ΔΟΛ ήταν για πολλά χρόνια «τροφοδότης» της πολιτικής µε δηµοσιογράφους που εργάζονταν σε αυτόν. Η συντριπτική τους πλειονότητα δραστηριοποιήθηκε στον χώρο του ΠΑΣΟΚ, όταν αυτό ήταν ακόµα ισχυρό, ενώ επί πρωθυπουργίας Κ. Σηµίτη το 1996 ο κ. Ψυχάρης διορίστηκε διοικητής του Αγίου Ορους, θέση που διατήρησε µέχρι το 2001.
Αρχικά ήταν ο Γιάννης Καψής (διευθυντής επί σειράν ετών) που διετέλεσε υπουργός των κυβερνήσεων του Ανδρέα Παπανδρέου, όπως και ο Γιώργος Ρωµαίος. Την ίδια περίπου περίοδο εξελέγησαν βουλευτές ο Γιώργος Λιάνης και ο Γιάννης ∆ηµαράς.
Τη σκυτάλη πήραν νεότερα στελέχη, όπως ο Πέτρος Ευθυµίου, ο οποίος υπήρξε µέλος των κυβερνήσεων Σηµίτη, η Σοφία Γιαννακά, βουλευτής την περίοδο της προεδρίας του Γιώργου Παπανδρέου, η Αννυ Ποδηµατά, η οποία διετέλεσε ευρωβουλευτής, όπως και η Συλβάνα Ράπτη. ∆εν ήταν όµως µόνο η πλευρά του ΠΑΣΟΚ που «φιλοξένησε» πρόσωπα του οργανισµού.
Ο Γιάννης Μαρίνος, διευθυντής επί χρόνια του «Οικονοµικού Ταχυδρόµου», υπήρξε ευρωβουλευτής της Ν.∆. επί Κώστα Καραµανλή, ενώ από τον ∆ΟΛ πέρασε και ο πρώην βουλευτής της Ν.∆. Αργύρης Ντινόπουλος, ο οποίος όµως δεν παρέµεινε παρά για µικρό χρονικό διάστηµα στο εκδοτικό συγκρότηµα.
Η τελευταία περίπτωση ήταν ο Βασίλης Μουλόπουλος, που µετά τη συνταξιοδότησή του έγινε βουλευτής Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ. Ο τελευταίος µάλιστα ήταν και το πρόσωπο που προσπάθησε να φέρει σε επαφή τον Αλέξη Τσίπρα µε τον Σταύρο Ψυχάρη (σ.σ.: Είναι γνωστή η υπόθεση της «γάτας των Ιµαλαΐων»). Στη Βουλή δεν µπήκε ποτέ ο Παντελής Καψής, ο οποίος δεν κατάφερε να βγει ευρωβουλευτής µε την «Ελιά» το 2014, ωστόσο νωρίτερα υπήρξε υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος επί Παπαδήµου