Επιχειρηματική επιλογή του ΟΠΑΠ, που ούτως ή άλλως δεν ήταν έτοιµος να ξεκινήσει τα «φρουτάκια» το καλοκαίρι του 2015, ήταν η απόφαση να αναστείλει το παιχνίδι και όχι αποτέλεσα του Κανονισµού Στεργιώτη, όπως αποφάσισε τον Ιούνιο του 2016 η ελληνική δικαιοσύνη.

Παρ’ όλα αυτά, η σχετική «εισαγγελική διάταξη» και τα επιχειρήµατά της δεν ελήφθησαν υπ’ όψιν από την κυβέρνηση και την Επιτροπή Παιγνίων, οι οποίες επέλεξαν να αλλάξουν τον προηγούμενο Κανονισµό, «πριµοδοτώντας» τον ΟΠΑΠ. Και αν και το κεντρικό επιχείρημα για την αλλαγή του Κανονισµού ήταν η απόσυρση της διεκδίκησης του ΟΠΑΠ για αποζημίωση 1 δισ. ευρώ, το ∆ηµόσιο είχε στα χέρια του την εν λόγω εισαγγελική διάταξη, που τονίζει ότι η ζηµία που υπέστησαν το ∆ηµόσιο και η ΕΕΕΠ από την αναστολή του παιχνιδιού δεν οφείλεται στην τροποποίηση του Κανονισµού Στεργιώτη και τα επιχειρήματα του ΟΠΑΠ είναι αυθαίρετα και υποθετικά.

Έτσι, η αμετάκλητη διάταξη της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών δίνει νέα διάσταση στον θόρυβο που έχει ξεσπάσει για τον νέο Κανονισµό για τα «φρουτάκια», αφού µε αυτήν καταρρέει κάθε επιχείρηµα της σηµερινής Επιτροπής Παιγνίων (ΕΕΕΠ) για τους λόγους που επέβαλαν την αλλαγή του Κανονισµού. Ταυτόχρονα, αποδεικνύει ότι ο κατηργηµένος Κανονισµός Στεργιώτη ήταν αποτέλεσµα διεξοδικής συζήτησης µεταξύ των µελών τη Επιτροπής και εξυπηρετούσε το δηµόσιο συµφέρον, τη στιγµή που ο νέος προέκυψε… σε τρεις ηµέρες (17-20 Οκτωβρίου 2016) και συγκεντρώνει σωρεία νοµικών αµφισβητήσεων. Επίσης… αδειάζει την τωρινή διοίκηση της ΕΕΕΠ, αφού τα ίδια πρόσωπα λίγους µήνες πριν από την απόφαση του νέου Κανονισµού κατέθεταν Παροχή Εξηγήσεων στην Εισαγγελία… µε ακριβώς τα ανάποδα επιχειρήµατα από αυτά µε τα οποία υπερασπίζονται τον σηµερινό Κανονισµό. Πρόκειται για την εισαγγελική διάταξη µε αριθµό 5/01Ε/2016 και ηµεροµηνία 23/6/2016 σχετικά µε τη µηνυτήρια αναφορά τριών συνεργατών του ΟΠΑΠ, οι οποίοι ζητούσαν την ποινική δίωξη του προέδρου της ΕΕΕΠ κ. Στεργιώτη για τον Κανονισµό του 2015, µε το επιχείρηµα ότι ακύρωσε τα σχέδια της ΟΠΑΠ, µε αποτέλεσµα ζηµία για το ελληνικό ∆ηµόσιο, την ΕΕΕΠ και τους ίδιους.

Η µηνυτήρια αναφορά κρίθηκε αβάσιµη από την Εισαγγελία και απορρίφθηκε, ενώ από την έφεση που κατέθεσαν οι εγκαλούντες παραιτήθηκαν στις 3/11/2016 (µετά τη δηµοσίευση του νέου Κανονισµού), καθιστώντας τη διάταξη της Εισαγγελίας αµετάκλητη. Μια τέτοια διάταξη από ελληνικό δικαστήριο θα ήταν σηµαντικό νοµικό όπλο, αν το ∆ηµόσιο επέλεγε να αντιµετωπίσει τα επιχειρήµατα της ΟΠΑΠ στη ∆ιαιτησία, όπου το ιδιωτικό µονοπώλιο διεκδικούσε από το ∆ηµόσιο αποζηµίωση 1 δισ. ευρώ…

Η διάταξη όµως και τα επιχειρήµα τά της αγνοήθηκαν και το ∆ηµόσιο, µέσω της ΕΕΕΠ, επέλεξε να δηµοσιεύσει την 1η Νοεµβρίου έναν Κανονισµό στα µέτρα της ΟΠΑΠ.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ

Η διάταξη αυτή, εξηγώντας τους λόγους που απορρίπτει τους ισχυρισµούς των τριών υποψήφιων συνεργατών της ΟΠΑΠ, επισηµαίνει τα σηµεία που αποδεικνύουν ότι η απόφαση της ΟΠΑΠ να αναστείλει την ανάπτυξη των VLTs το καλοκαίρι του 2015 δεν σχετίζεται µε τον Κανονισµό Στεργιώτη, αλλά οφείλεται στη γενικότερα δυσµενή οικονοµική συγκυρία και στο ότι η εταιρεία δεν ήταν έτοιµη. Ειδικότερα επισηµαίνεται ότι: ∆εν προέκυψε από κανένα έγγραφο ότι είχε γίνει οποιοσδήποτε συσχετισµός του ανταλλάγµατος των 560 εκατ. ευρώ της σύµβασης για τα VLTs µε κάποιο συγκεκριµένο ρυθµιστικό πλαίσιο, αφού τέτοιο δεν υπήρχε το 2011. Σύµφωνα µε τον επιχειρηµατικό σχεδιασµό της ΟΠΑΠ, σκόπευε να έχει θέσει σε λειτουργία 3.500 VLTs τον Μάρτιο του 2015, 7.000 τον Απρίλιο του 2015, 12.500 τον Μάιο του 2015 και το σύνολο των 16.500 µηχανών µέχρι τον Ιούλιο του 2015 και µέχρι το τέλος του 2015 τα υπόλοιπα 18.500 των παραχωρησιούχων.

Οµως, µέχρι τις 16/4/2015 είχαν υποβληθεί συνολικά 52 αιτήσεις για πιστοποίηση και µόνο τέσσερα ήταν έτοιµα για επιχειρησιακή δοκιµή, εποµένως το σχέδιο της ΟΠΑΠ για 12.500 εγκατεστηµένες µηχανές µέχρι τον Μάιο του 2015 δεν ήταν αντικει µενικά εφικτό, ακόµη και πριν από την έκδοση του Κανονισµού Στεργιώτη, που έγινε τον Ιούνιο του 2015. Με βάση αυτά τα δεδοµένα, αναφέρει η διάταξη, «η ΟΠΑΠ δεν ήταν έτοιµη, όπως η ίδια ισχυρίζεται, να υλοποιήσει στα τέλη Μαΐου του 2015 το επιχειρηµατικό της σχέδιο, όπως το είχε εκπονήσει, όχι µόνο λόγω δικής της υπαιτιότητας, αλλά και λόγω του ρευστού έως τότε ρυθµιστικού πλαισίου».

Χαρακτηρίζει υποθετικούς έως αυθαίρετους τους ισχυρισµούς της ΟΠΑΠ, ότι ο Κανονισµός Στεργιώτη κατέστησε το σχέδιο µη βιώσιµο, όπως και την εκτίµηση ότι µε βάση τον προηγούµενο -προ ΣτεργιώτηΚανονισµό ο τζίρος του κάθε καταστήματος ανά µηχάνηµα ανά ηµέρα θα ήταν 800 ευρώ και 65 ευρώ το µικτό του κέρδος και ότι αυτά τα ποσά θα µειώνονταν κατά 50% λόγω της αλλαγής του Κανονισµού. «Με βάση τις επιστολές, τις µελέτες, τις ένορκες καταθέσεις και τα λοιπά έγγραφα είναι αδύνατο να καταλήξει κανείς σε ασφαλές συµπέρασµα για το αν οι επελθούσες από τον Κανονισµό Στεργιώτη τροποποιήσεις θα οδηγούσαν από µόνες τους σε παταγώδη αποτυχία του επιχειρηματικού σχεδίου, ώστε να δικαιολογείται η αναστολή εφαρµογής της σύµβασης».

Οπως σηµειώνει η διάταξη, όταν, σύµφωνα µε την ΟΠΑΠ, µόνο το 8% των παικτών ξοδεύουν πάνω από 50 ευρώ την ηµέρα και παράγουν το 60% του τζίρου, «δεν γίνεται αντιληπτό από την ανάλυση αυτή πόσο πάνω από 50 ευρώ την ηµέρα υπολογιζόταν να ξοδεύουν οι παίκτες σε VLTs, ώστε το όριο των 80 ευρώ να καθίσταται τροχοπέδη στη βιωσιµότητα των καταστηµάτων».

Και συνεχίζει: «Με ποια στοιχεία υπολογίστηκε ότι έστω και αυτό το 8% εν καιρώ κρίσης θα ξόδευε πάνω από 2.400 ευρώ τον µήνα σε τυχερά παίγνια;».

Μάλιστα, τονίζει ότι στις 28/6/2015 επιβλήθηκαν στην Ελλάδα τραπεζικοί περιορισµοί, λόγω των οποίων ούτε το όριο των 80 ευρώ απωλειών ανά ηµέρα θα µπορούσε να επιτευχθεί από τους υποψήφιους παίκτες. Η εισαγγελική διάταξη καταλήγει ότι η ζηµία που υπέστησαν το ∆ηµόσιο και η ΕΕΕΠ από τη µη εφαρµογή της σύµβασης δεν µπορεί να καταλογιστεί σε βάρος της ΕΕΕΠ, ως ζηµιά που προκλήθηκε από την τροποποίηση του Κανονισµού. Αντίθετα, σημειώνεται, «προκύπτει ότι η αναστολή της σύµβασης ήταν µια επιχειρηματική επιλογή που συνδέεται περισσότερο µε τις τρέχουσες τότε πολιτικές, κοινωνικές και οικονοµικές συνθήκες, που δηµιούργησαν αντικειµενική αδυναµία επίτευξης των οικονοµικών στόχων της εταιρείας».

Αλλα έλεγαν τότε, άλλα λένε τώρα

ΛΙΓΟΥΣ µήνες πριν από την έκδοση του νέου Κανονισµού Καραγρηγορίου της 1ης Νοεµβρίου 2016, τα µέλη της Επιτροπής Παιγνίων -πέντε από τα οποία είναι και σήµερα µέληκατέθεσαν στην Εισαγγελία Παροχή Εξηγήσεων, όπου τονίζεται:

  • Το ρυθµιστικό πλαίσιο της Ιταλίας -και των άλλων χωρών που µνηµονεύονται στην αναφορά των συνεργατών του ΟΠΑΠδεν µπορεί να συγκριθεί µε το ελληνικό, καθώς η εκµετάλλευση στην Ελλάδα έχει µονοπωλιακό χαρακτήρα και στην Ιταλία δεν επικρατεί παρατεταµένη οικονοµική κρίση.
  • Η ΟΠΑΠ ήταν κάθε άλλο παρά έτοιµη να ξεκινήσει τα VLTs τον Ιούνιο του 2015.
  • Η συνεπής και συστηµατική περιοριστική πολιτική και η προστασία των ευάλωτων κοινωνικών οµάδων αποτελεί θεµελιώδη προϋπόθεση για τη συµβατότητα του παραχωρηθέντος από το ∆ηµόσιο στην ΟΠΑΠ µονοπωλιακού δικαιώµατος.
  • Η απόφαση για το όριο των 80 ευρώ ανά παίκτη ελήφθη σε ένα αρνητικό οικονοµικό και κοινωνικό περιβάλλον, µε µειώσεις µισθών και συντάξεων, απολύσεις, φτώχεια και ανεργία… Τι άραγε άλλαξε από αυτά λίγους µήνες µετά; Σύµφωνα µε τα πρακτικά της συνεδρίασης που είχε πραγµατοποιηθεί για τη λήψη απόφασης για τον Κανονισµό του 2015 (Στεργιώτη), τα µέλη της Επιτροπής ζητούσαν χαµηλότερο όριο των 80 ευρώ και ειδικότερα ο Π. Βαγιανός αντιπρότεινε αρχικά το ποσό των 50 ευρώ, «το οποίο µπορεί να φτάσει τα 60 ευρώ, αλλά σε καµιά περίπτωση δεν µπορεί να ξεπεράσει το ποσό αυτό. Ο στόχος είναι να προστατευτεί η ελληνική κοινωνία και αυτό αποτελεί προτεραιότητα… Η επιχείρηση γνωρίζει πώς θα γίνει βιώσιµη.

Είµαι εξουσιοδοτηµένος από το κράτος να προστατέψω τον Ελληνα παίκτη». Εναν χρόνο µετά ωστόσο, ως µέλος της Επιτροπής, ψήφισε υπέρ του απεριόριστου ορίου απωλειών… αλλάζοντας προτεραιότητα… Ο σηµερινός πρόεδρος της ΕΕΕΠ, κ. Καραγρηγορίου, που το 2016 εισηγήθηκε τον νέο Κανονισµό, το 2015 είχε πει: «∆εν έχουµε στοιχεία για τη βιωσιµότητα της επένδυσης.

Συµφωνώ µε την εισήγηση του προέδρου για το όριο των 80 ευρώ και µπορούµε να επανέλθουµε όταν έχουµε περισσότερα στοιχεία». Τώρα, ωστόσο, ερωτώµενος για το θέµα, δηλώνει στα «Π»: «Η ΕΕΕΠ στο πλαίσιο άσκησης των αρµοδιοτήτων της δύναται να καθορίζει και να επανακαθορίζει, να επανεξετάζει και να αξιολογεί, να συµπληρώνει και να τροποποιεί το ρυθµιστικό πλαίσιο των τυχερών παιγνίων, λαµβάνοντας υπόψη τα δεδοµένα που κάθε φορά ισχύουν και τις τρέχουσες βέλτιστες διεθνείς πρακτικές. Ο νέος Κανονισµός βασίστηκε στις βέλτιστες διεθνείς και ευρωπαϊκές πρακτικές, προασπίζει το δηµόσιο συµφέρον, είναι από τους πιο αυστηρούς σε ευρωπαϊκό επίπεδο και θα συµβάλει στην καταπολέµηση του παράνοµου τζόγου».

«Γνώµονας το κοινωνικό συµφέρον»

Η ΕΙΣΑΓΓΕΛΙΚΗ διάταξη σηµειώνει ότι δεν διαπιστώνεται ούτε η πράξη (αντικειµενική υπόσταση) ούτε η πρόθεση (υποκειµενική υπόσταση) της απιστίας και παράβασης καθήκοντος για την Επιτροπή υπό τον Στεργιώτη, µε την έκδοση του Κανονισµού του 2015. Τονίζεται ότι γνώµονας της απόφασης ήταν η διαφύλαξη του δηµοσίου συµφέροντος και η προστασία των ευάλωτων οµάδων. Αναφέρει: «Προκύπτει µε σαφήνεια ότι επρόκειτο για µια απόφαση που δεν ελήφθη αβασάνιστα, αλλά µετά από διεξοδική συζήτηση µεταξύ των µελών της, τα οποία εµφανίζονταν ιδιαίτερα προβληµατισµένα για τον τρόπο που θα κατάφερναν εν καιρώ οικονοµικής κρίσης, φτώχειας και ανεργίας να διαφυλάξουν το δηµόσιο συµφέρον και να προστατέψουν τις ευάλωτες κοινωνικές οµάδες από τον εθισµό στα τυχερά παιχνίδια, χωρίς όµως να θέσουν σε άµεσο κίνδυνο τη βιωσιµότητα της επένδυσης». Επίσης, αναφέρεται ότι η ΕΕΕΠ απέδειξε την πρόθεσή της «να βρεθεί µια χρυσή τοµή ανάµεσα στα αντικρουόµενα συµφέροντα και όχι να προκαλέσουν ζηµία στην περιουσία του ∆ηµοσίου ή της ίδιας της ΕΕΕΠ, ανεξαρτήτως αν τελικά δεν επείσθησαν από τα επιχειρήµατα του ΟΠΑΠ». «Τα επιχειρήµατα των µελών της ΕΕΕΠ στα οποία στηρίχτηκε η εισαγγελική διάταξη δικαιώνουν τις θέσεις µου. Το περίεργο είναι ότι κάποια από τα µέλη αυτά, τέσσερις µήνες µετά, στις 20 Οκτωβρίου του 2016, άλλαξαν γνώµη χωρίς να έχουν αλλάξει καθόλου οι αντικειµενικές συνθήκες», σχολιάζει ο πρώην πρόεδρος της επιτροπής, Αντ. Στεργιώτης.