Το νομοσχέδιο ταυτότητας φύλου που έφερε η κυβέρνηση στην αρχή της προηγούμενης εβδομάδας προς ψήφιση στη Βουλή αποτέλεσε τη θρυαλλίδα για να ξεσπάσει μία ακόμα κοινωνική αντιπαράθεση ανάμεσα στους υποστηρικτές του νομοσχεδίου, αλλά και σε όσους διαφωνούν με αυτό.  Ο κοινωνικός διάλογος που ακολούθησε τη νομοπαρασκευαστική διαδικασία στη Βουλή ανέδειξε πολλά από τα προβλήματα που αντιμετωπίζει δεκαετίες τώρα η κοινότητα των τρανς αλλά και μία παραπληροφόρηση και παρανοήσεις γύρω από το ίδιο το νομοθέτημα, καθώς ψηφίστηκε η νομική αναγνώριση ταυτότητας φύλου και όχι η αλλαγή φύλου.

Τι είναι όμως αυτός ο νέος νόμος; Ποιούς αφορά; Ποιούς επηρεάζει και ποια είναι η επιστημονική προσέγγιση σε αυτό το ζήτημα;

Όλα αυτά τα ερωτήματα μας απασχόλησαν και ψάξαμε να βρούμε απαντήσεις.

«Άλλο η αλλαγή κι άλλο η νομική αναγνώριση ταυτότητας φύλου»

Ο νόμος για τη νομική αναγνώριση ταυτότητας φύλου δεν αφορά την αλλαγή φύλου. Αυτό μας ξεκαθάρισε ρητά και κατηγορηματικά ο δικηγόρος Βασίλης Σωτηρόπουλος ο οποίος μας είπε πως « η "αλλαγή φύλου" σχετίζεται με την χειρουργική επέμβαση στα αναπαραγωγικά όργανα του ατόμου, ώστε αυτά να τροποποιηθούν προς τα αναπαραγωγικά όργανα του αντίθετου φύλου. Η μοναδική προϋπόθεση που θέτει ο νόμος για την "αλλαγή φύλου" είναι λοιπόν αυτή που ίσχυε από πάντα, η συναίνεση του ασθενούς. Το θέμα της συναίνεσης ρυθμίζεται από το ιατρικό δίκαιο και τον Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας. Αυτό το κεφάλαιο λοιπόν δεν έχει καμία απολύτως σχέση με την "Νομική Αναγνώριση της Ταυτότητας Φύλου", η οποία δεν αφορά καθόλου το χειρουργείο ή άλλες ιατρικές πράξεις όπως η ορμονοθεραπεία. Η νομική αναγνώριση ταυτότητας φύλου αφορά αποκλειστικά και μόνο την διόρθωση των επίσημων εγγράφων στα οποία καταγράφεται η αστική κατάσταση του ατόμου, το ονοματεπώνυμό του, το φύλο του, η ημερομηνία γέννησής του και τα στοιχεία των γονέων του. Η μήτρα από την οποία παράγονται όλα τα επίσημα κρατικά έγγραφα είναι η ληξιαρχική πράξη γέννησης του ατόμου. Από αυτή την ληξιαρχική πράξη "αντιγράφει" το κράτος όλα τα στοιχεία του ατόμου και δημιουργεί τις αστυνομικές ταυτότητες, την άδεια οδήγησης, τα πιστοποιητικά των σχολείων και τα πτυχία των πανεπιστημίων. Ένα άτομο λοιπόν του οποίου το φύλο δεν αντιστοιχεί με αυτό που καταγράφηκε κατά την γέννησή του έχει κάθε λόγο να ζητήσει την ευθυγράμμιση των στοιχείων του με την πραγματική κατάσταση της ταυτότητας φύλου του. Η ταυτότητα φύλου είναι το προσωπικό βίωμα με το οποίο κάθε άτομο αντιλαμβάνεται το φύλο του, ανεξάρτητα από το αν αυτό το βίωμα αντιστοιχεί ή όχι στο φύλο που αποδόθηκε κατά την γέννηση. Ως δικηγόρος έχω χειριστεί πολλές τέτοιες υποθέσεις ατόμων, πηγαίνοντας μαζί τους στα δικαστήρια και ζητώντας από τον δικαστή να αναγνωρίσει ότι η ταυτότητα φύλου του ατόμου δεν αντιστοιχεί με το φύλο που του αποδόθηκε κατά την γέννηση. Όλα τα δικαστήρια που έχω πάει μέχρι τώρα έχουν αναγνωρίσει αυτή την αναντιστοιχία ανάμεσα σε ληξιαρχικό φύλο και πραγματικό φύλο και έχουν οδηγήσει στην αλλαγή των ληξιαρχικών πράξεων. Αυτή τη διαδικασία θέλει ο νομοθέτης τώρα να την ρυθμίσει με αυτό το νομοσχέδιο, αντιγράφοντας όλες αυτές τις δικαστικές υποθέσεις που έχουμε κερδίσει στα δικαστήρια. Αλλά δυστυχώς η νομοθετική ρύθμιση προσθέτει απαγορεύσεις εκεί που δεν υπήρχαν. Βάζει ως προϋπόθεση το άτομο να είναι άγαμο για να επιτρέπεται νομικά να διορθώσει τα έγγραφά του, ενώ αυτό δεν προβλεπόταν ως σήμερα. Και βάζει και έναν περιορισμό ως προς την ηλικία του προσώπου ενώ ούτε αυτός ο περιορισμός προβλεπόταν ως σήμερα. Οι γονείς είχαν κάθε λόγο να επιδιώξουν ως ασκούντες την γονική μέριμνα την διόρθωση της ληξιαρχικής πράξης του παιδιού τους σε οποιαδήποτε ηλικία. Δυστυχώς ο νομοθέτης θεσμοθέτησε αυτές τις δύο αντισυνταγματικές προϋποθέσεις με αυτό το νομοσχέδιο το οποίο είναι οπισθοδρομικό σε σχέση με τον απλό νόμο που εφαρμοζόταν ως σήμερα».

Ένας ακόμα επιστήμονας που έχει χειριστεί τέτοιες υποθέσεις είναι ψυχίατρος και ψυχοθεραπευτής Δημήτρης Παπαδημητριάδης ο οποίος μας υποδέχτηκε στο ιατρείο του και μας τόνισε πως «ο σεβασμός στην αξιοπρέπεια του κάθε ανθρώπου, ανεξάρτητα φύλου και γενετήσιου προσανατολισμού και όχι μόνο, αποτελεί το μεγαλύτερο κεκτημένο της ανθρωπότητας μέσω της Οικουμενικής Διακήρυξης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του ΟΗΕ, αλλά και του Χάρτη Θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ε.Ε. Ο εναρμονισμός των πρακτικών στη χώρας μας με αυτή την επιταγή, καθώς επίσης με τα ψηφίσματα του Συμβουλίου της Ευρώπης, που καταργούν τις ιατρικές πράξεις, αλλά και τη διάγνωση ψυχικής υγείας ως αναγκαίων προϋποθέσεων για την αναγνώριση της ταυτότητας φύλου, θα έπρεπε να είναι εντελώς αυτονόητος. Παρόλα αυτά, αισθάνομαι ότι υπάρχει μια μεγάλη παρεξήγηση στην κοινή γνώμη. Ο προτεινόμενος νόμος δεν καθιερώνει την αλλαγή φύλου. Αυτή συνέβαινε έτσι κι αλλιώς. Έρχεται για να απλοποιήσει τις διαδικασίες στην αλλαγή των ταυτοποιητικών στοιχείων. Αυτό θα διευκολύνει και επομένως θα ανακουφίσει εκείνους τους συνανθρώπους μας που πραγματικά χρειάζονται την αλλαγή φύλου, με όφελος σε χρόνο, χρήμα και περαιτέρω ψυχική φθορά. Προσωπικά, λοιπόν, απορώ με την υπερβολική αντίδραση μέρους της κοινωνίας. Ωστόσο, την καταλαβαίνω - σε κάποιο βαθμό - γιατί πάντοτε τείνουμε να φοβόμαστε περισσότερο εκείνα για τα οποία γνωρίζουμε τα λιγότερα. Και δυστυχώς, όπως συχνά συμβαίνει στην πατρίδα μας, η φωνή των πιο ειδικών είναι ένας ψίθυρος μέσα στο θόρυβο της αντίδρασης των πολλών, αλλά λιγότερο ειδικών. Την ίδια στιγμή, αναγνωρίζω ότι κάτω από το πετσί μας υφέρπει κι ένα σταθερό ποσοστό ρατσισμού, δηλαδή μίσους για τους διαφορετικούς ανθρώπους».

Ο Δημήτρης Παπαδημητριάδης συνέχισε στη συζήτηση που είχαμε παραθέτοντας στοιχεία και  επισημαίνοντας πως «με την εμπειρία των συνανθρώπων μας που προσέρχονται συχνά στη βοήθειά μας με τις ψυχολογικές συνέπειες της ταλαιπωρίας στην οποία όλοι εμείς - οι λιγότερο διαφορετικοι - τους υποβάλλουμε, έχω να σας πω ότι συμφωνώ εμφατικά με το νομοσχέδιο. Βλέπετε, εμείς οι ψυχίατροι γνωρίζουμε καλά τι σημαίνει στίγμα κι ο νέος νόμος, με τις όποιες ατέλειές του, μας δίνει την ευκαιρία να αμφισβητήσουμε νοσηρά στερεότυπα. Οι τρανσεξουαλικοί συνάνθρωποί μας έχουν 41% μεγαλύτερη πιθανότητα ότι θα αποπειραθούν να αυτοκτονήσουν σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό. Καταγράφεται ποσοστό 14.5% αυτοκτονικού ιδεασμού ακόμη - ακόμη και στην τρυφερή ηλικία των 5 έως 11 ετών. Όμως, αυτή τη δυστυχία δεν την προκαλεί η διαφορά μεταξύ της ταυτότητας του φύλου και του γενετικώς προσδιορισμένου φαινότυπου του φύλου, αλλά εμείς που πεισματικά επιμένουμε να ορίζουμε, ενίοτε και να ψυχιατρικοποιούμε, τη ζωή των υπολοίπων. Γιατί με όρους σύγχρονης νοσολογίας, τα ζητήματα του φύλου δεν αποτελούν ψυχική διαταραχή, εφόσον οι τρανσεξουαλικοί συνάνθρωποί μας δεν αντιμετωπίζουν το πραγματικά επιθυμητό φύλο τους ως δυσάρεστο ή στρεσογόνο, ή περιοριστικό για την ποιότητα της ζωής τους, ή πολύ περισσότερο ως αιτία οποιασδήποτε αναπηρίας. Αυτό που πραγματικά πάσχει, είναι η δογματική μας αντίληψη, η δυσανεξία μας απέναντι στη διαφορετικότητα και ο έμφυτος σαδισμός μας, ο οποίος εξαντλείται πανεύκολα πάνω στον αδύναμο που του έλαχε να ανήκει σε μία οποιαδήποτε μειονότητα».