Για την ίδια ημέρα θα μπορούσαν να δοθούν πολλοί διαφορετικοί τίτλοι, όπως «η μέρα που ο Γιάνης νόμισε ότι κέρδισε τον Σόιμπλε», «η μέρα που ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε Μνημονιακός» και «η μέρα που θα ξεκινούσε η πορεία προς το Grexit». Το σίγουρο είναι ότι σαν σήμερα το 2015 ξημέρωνε η μέρα μετά το πιο αμφιλεγόμενο Eurogroup των τελευταίων ετών, η απόφαση του οποίου έγινε δεκτή με πανηγύρια από την ελληνική κυβέρνηση και τον Γιάνη Βαρουφάκη που την εκπροσώπησε, αμφισβητήθηκε έντονα από τη Νέα Δημοκρατία και σύμφωνα με τον τότε υπουργό Οικονομικών πολεμήθηκε από τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.

Ξημέρωνε επίσης μία ημέρα που μας κληροδότησε έναν από τους πλέον διάσημους όρους, αυτόν την δημιουργικής ασάφειας στις διαπραγματεύσεις ελληνικής κυβέρνησης – Θεσμών.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Μέχρι να γίνει το Eurogroup της 20ης Φεβρουαρίου είχαν πραγματοποιηθεί δύο άκαρπες συνεδριάσεις. Οι ελληνικές τράπεζες είχαν αποκλειστεί από το waiver της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που τους παρείχε ρευστότητα, τα ομόλογα δεν γίνονταν δεκτά ως ενέχυρα και τα ταμεία τους είχαν αρχίσει να στεγνώνουν επικίνδυνα. Το τότε πρόγραμμα τελείωνε και οι Ευρωπαίοι δεν έδειχναν διατεθειμένοι να υποχωρήσουν σε όσα ζητούσε η κυβέρνηση.

Στο Eurogroup που πραγματοποιείται στις 20 Φεβρουαρίου επιτυγχάνεται συμφωνία επί του αιτήματος της ελληνικής κυβέρνησης για εξάμηνη επέκταση του προγράμματος μέχρι τον Αύγουστο εκείνου του έτους. Τελικά η επέκταση που εγκρίθηκε ήταν για τέσσερις μήνες. Παράλληλα όμως η κυβέρνηση αναγνωρίζει τις δανειακές υποχρεώσεις που απορρέουν από τα προηγούμενα προγράμματα.

Την επόμενη μέρα ο Γιάνης Βαρουφάκης επέστρεφε στην Αθήνα ως νικητής, έχοντας στα χέρια του μία απόφαση Eurogroup που έδινε διορία στο οικονομικό επιτελείο για να παρουσιάσει δέσμη προτάσεων εντός 3 ημερών.

Ο Γιάνης Βαρουφάκης στο, διάσημο πλέον, βιβλίο του «Ανίκητοι Ηττημένοι» παρουσιάζει την απόφαση του Eurogroup με διθυράμβαους, ως μία μεγάλη επιτυχία της κυβέρνησης και της διαπραγματευτικής της στρατηγικής, φέρνοντας ως απόδειξη το ότι δεν υπήρχε σαφής αναφορά στα πρωτογενή πλεονάσματα. Ήταν ο θρίαμβος της «δημιουργικής ασάφειας».

Ενδεικτικός ήταν ο τρόπος με τον οποίο ολοκλήρωσε τις δηλώσεις του κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου:

«Η Ελλάδα σήμερα, βγήκε από τη μοναχική απομόνωση στην οποία βρισκόταν τα τελευταία πέντε χρόνια των μνημονίων στο Eurogroup. Σήμερα, πετύχαμε, η Ελλάδα -μέσα από τη διαπραγματευτική της στρατηγική, επειδή διανοηθήκαμε τη ρήξη και είπαμε την αλήθεια, δεν χρησιμοποιήσαμε απειλές, δεν μπλοφάραμε- να δημιουργήσουμε ερείσματα εντός του Eurogroup, εντός της ΕΕ».

Τελικά οι προτάσεις τις οποίες δεσμεύθηκε να παρουσιάσει η ελληνική πλευρά δεν έγινε ποτέ δεκτές, η Ελλάδα οδηγήθηκε σε αδιέξοδο με τα γνωστά αποτελέσματα.

Ο πρώην υπουργός όμως αναφέρει ότι η κυβέρνηση έχασε τότε την ευκαιρία να ενεργοποιήσει όλα όσα προέβλεπε το πολυθρύλητο Plan X με το σύστημα παράλληλων πληρωμών, έτσι ώστε να υπάρχει μέσο πίεσης αν δεν έβαιναν όλα καλώς.

Η συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου όμως δεν έγινε δεκτή με τον ίδιο ενθουσιασμό σε όλο το υπουργικό συμβούλιο του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Παναγιώτης Λαφαζάνης είχε δείξει από πριν τις διαθέσεις του. «Αν οι λεγόμενοι εταίροι επιμείνουν στην παράταση, με εκείνη ή την άλλη μορφή και παραλλαγή, του υπάρχοντος προγράμματος, δηλαδή του αμαρτωλού μνημονίου, γιατί αυτό εννοούν ως πρόγραμμα, τότε συμφωνία δεν πρόκειται να υπάρξει. Τότε, οι λεγόμενοι εταίροι και για να λέμε τα πράγματα με το όνομα τους, η Γερμανία, θα έχουν κάνει μια συνειδητή επιλογή ρήξης» δήλωνε πέντε μέρες πριν και όταν η συμφωνία ήρθε από τα χέρια του Γιάνη Βαρουφάκη στην Αθήνα, η ρωγμή στο κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ είχε ήδη ανοίξει.

Το ίδιο και στη Νέα Δημοκρατία. Η πρώτη αντίδραση της αξιωματικής αντιπολίτευσης ήταν ότι το Μνημόνιο συνεχιζόταν και ότι η κυβέρνηση έλεγε ψέματα. Σχεδόν έναν μήνα μετά ο Αντώνης Σαμαράς έδινε συνέντευξη Τύπου.

«Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, όχι μόνο δεν το «έσκισε» το Μνημόνιο, αλλά το συνυπέγραψε» υποστήριζε ο πρώην πρωθυπουργός αναφέροντας την πρόσφατη δήλωση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF), σύμφωνα με την οποία, το Μνημόνιο δεν έληγε και εξακολουθούσε να υπάρχει, όσο υπήρχε Σύμβαση.

«Η Σύμβαση που υπέγραψε η παρούσα Κυβέρνηση είναι τροποποίηση της Κύριας Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης. Για να πάρει, δηλαδή, παράταση τέσσερις επί πλέον μήνες… Όπως ακριβώς είχε κάνει και η δική μας Κυβέρνηση, τον περασμένο Δεκέμβριο, για να πάρει τότε δύο μήνες παράταση» τόνιζε ο τότε πρόεδρος της ΝΔ διευκρινίζοντας πως «η ορολογία, τότε και τώρα, είναι ταυτόσημη» και ότι οι δύο επικαιροποιήσεις συνδέονται άρρηκτα με το Μνημόνιο».

Η μέρα μετά το Eurogroup της 20ης Φεβρουαρίου δεν ξημέρωσε για όλους το ίδιο, όπως δεν αποτιμάται και σήμερα το ίδιο. Η Νέα Δημοκρατία πιστεύει ότι η κυβέρνηση είπε ψέματα, η Αριστερή Πλατφόρμα ότι Τσίπρας-Βαρουφάκης έγιναν μνημονιακοί, ο Γιάνης Βαρουφάκης ότι κέρδισε τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο Αλέξης Τσίπρας ότι έχασε μία ευκαιρία.

Ασάφεια

Τελικά, ίσως η κυβέρνηση έπεσε τότε θύμα της «δημιουργικής ασάφειας» για την οποία πανηγύριζε και διαφήμιζε. Όταν ο δαιμόνιος Αμερικανός πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Χένρι Κίσινγκερ, εμπνεύστηκε τον όρο ως μία τακτική, είχε στο νου του την ηθελημένα ασαφή ή αμφίσημη με αφαίρεση των σημείων αιχμής διατύπωση, ώστε όλες οι εμπλεκόμενες πλευρές να μπορούν να δώσουν τη δική τους ερμηνεία για το περιεχόμενο και άρα να γίνει δυνατόν να την υπογράψουν. Τελικά μάλλον την ασάφεια μάλλον την επέβαλαν οι εταίροι, η κυβέρνηση υπέγραψε, έκανε την μικρή της επανάσταση και μετά από λίγους μήνες η τάξη επανήλθε στο σύμπαν…