Βαρβιτσιώτης: Όταν ένας πολιτικός είναι ανιστόρητος υποκύπτει σε λάθη
Συνέντευξη του ιστορικού στελέχους της ΝΔ στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ και στη Σάσα Σταμάτη
Έχει συνδεθεί όσο λίγοι με τη σύγχρονη πολιτική ιστορία της χώρας. Ο ίδιος, άλλωστε, είναι ταυτισμένος όχι μόνο με την ίδρυση, αλλά και με τη μετέπειτα ιστορία της Νέας Δημοκρατίας.
Παρ’ όλα αυτά, παραμένει πάντα απλός, προσηνής και φιλικός.
Ο Γιάννης Βαρβιτσιώτης μάς υποδέχθηκε στο σπίτι του στη Φιλοθέη, όπου σε μια μοναδική κατάθεση ψυχής μάς μίλησε για όλα: για την πολιτική επικαιρότητα, τη φιλία και συνεργασία του με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, την απώλεια της συζύγου του, τον γιο του, Μιλτιάδη, αλλά και το νέο του βιβλίο.
Είστε ο τελευταίος από τους βασικούς υπουργούς και συνεργάτες του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Πέραν της δικαίωσης των βασικών στρατηγικών επιλογών του, ποια θα λέγατε ότι είναι η πιο επίκαιρη παρακαταθήκη του για τη σημερινή Ελλάδα;
Πολλές παρακαταθήκες θα μπορούσε να αντιληφθεί κανείς από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Η μεγαλύτερη νομίζω, όμως, παρακαταθήκη πηγάζει από τον ίδιο τον βίο του και το παράδειγμα που έδινε σε εμάς. Και αυτή δεν είναι άλλη από τη λιτή ζωή που ακολουθούσε. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ήταν ένας ηγέτης. Ενας ηγέτης που δεν απαιτούσε τόσο από τους άλλους όσο, κυρίως, από τον εαυτό του. Ηταν αυστηρός, όχι επειδή επέβαλλε την αυστηρότητα, αλλά επειδή ο ίδιος έδινε και ακολουθούσε το παράδειγμα της αυστηρότητας. Οπως έδινε και το παράδειγμα της σοβαρότητας και της συνέπειας. Οσοι διατελέσαμε υπουργοί του Καραμανλή το ζούσαμε αυτό καθημερινά.
Τι θα έκανε ο ίδιος αν ήταν σήμερα στα πράγματα σε σχέση με τη διεθνή θέση της χώρας σε όλα τα επίπεδα;
Θα έκανε το απλούστατο: θα μάζευε δίπλα του τους αξιότερους Έλληνες. Τους σοβαρότερους. Τους εντιμότερους. Τους ικανότερους. Και όλους θα τους ενέπνεε να εργαστούν μαζί, προκειμένου να βγάλουν τη χώρα από τα αδιέξοδα τα θλιβερά στα οποία βρίσκεται.
Αν σας ζητούσα να ξεχωρίσετε μια στιγμή που ζήσατε δίπλα του, ποια θα ήταν αυτή;
Μια πολύ σημαδιακή στιγμή που ξεχωρίζω ήταν το 1979, όταν ήμουν υπουργός Παιδείας και έγινε η μεγάλη διαρροή των θεμάτων την παραμονή των πανελληνίων εξετάσεων. Εχοντας πλήρη ευθιξία και συνείδηση της ευθύνης, τον πήρα άμεσα τηλέφωνο και του είπα: «Κύριε πρόεδρε, σας υποβάλλω την παραίτησή μου. Κάποιος πρέπει να πληρώσει. Τα παιδιά ταλαιπωρούνται». Μου είπε αυθόρμητα: «Γιατί; Εσύ φταις;». Και του απάντησα: «Οχι, πρόεδρε, δεν θεωρώ πως φταίω εγώ». Αυθόρμητα και χωρίς να το πολυσκεφτεί, ο Καραμανλής μού δήλωσε: «Ασε να τελειώσει η υπόθεση και είμαι βέβαιος ότι θα αποδειχθεί στο τέλος ότι δεν φταις. Και τότε δεν πρόκειται να κάνω την παραίτησή σου δεκτή. Αν, όμως, αποδειχθεί ότι κατά κάποιον τρόπο φταις, θα την κάνω αποδεκτή». Τελικά, όλα έγιναν όπως τα είπε και η αλήθεια αποκαλύφθηκε πλήρως, δηλαδή ότι δεν είχα την παραμικρή ευθύνη.
Πώς βλέπετε τους χειρισμούς της κυβέρνησης στο «Μακεδονικό»;
Νομίζω ότι πιο επιπόλαιοι χειρισμοί δεν μπορούσαν να γίνουν. Οι σημερινοί εμπλεκόμενοι που κλήθηκαν να χειριστούν το «Μακεδονικό» δεν ήξεραν τι είχε συμβεί στο παρελθόν. Δεν είχαν διαβάσει την ιστορία του θέματος. Δεν γνώριζαν τις κινήσεις και τα εθνικά κεκτημένα που είχαμε με κόπο επιτύχει. Το ίδιο παθαίνουν συνεχώς και με άλλα θέματα. Οταν ένας πρωθυπουργός ή υπουργός δεν είναι επαρκώς διαβασμένος, αλλά εμφανίζεται είτε ανιστόρητος είτε πλημμελής γνώστης ενός θέματος, υποκύπτει σε λάθη τα οποία έπρεπε κατ’ εξοχήν να αποφύγει. Μόνο που εδώ ένα λάθος προσωπικό επιφέρει συνέπειες εθνικές.
Εχετε διατελέσει υπουργός Αμυνας. Φοβάστε ενδεχόμενο θερμής εμπλοκής με την Τουρκία; Εσείς πώς θα χειριζόσασταν την κατάσταση;
Είμαστε σε μια περίοδο που η Τουρκία έχει επιλέξει να κλιμακώνει τις προκλήσεις της. Και με λυπεί που η σημερινή κυβέρνηση δεν έχει πάρει την πρωτοβουλία συγκρότησης ενός εθνικού μετώπου. Γιατί αυτό είναι που σήμερα λείπει από τη χώρα: ένα εθνικό μέτωπο απέναντι στα θέματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας. Αντίθετα, παρακολουθώ τους υπουργούς να τα ανάγουν σε πεδίο άσκησης προσωπικών τους στρατηγικών. Προσωπικά, δεν θα διανοούμουν να μιλώ πρόχειρα και επιπόλαια όπως ο νυν υπουργός Αμύνης. Πρέπει να αντιληφθεί ότι έχει μία από τις κρισιμότερες θέσεις της κυβερνήσεως. Και η θέση αυτή προϋποθέτει σωφροσύνη, πράγμα το οποίο δεν φαίνεται να έχει. Ιδίως, μάλιστα, όταν δύο μήνες τώρα η Τουρκία κρατάει παράνομα και απαράδεκτα δύο στρατιωτικούς μας.
Ποιες είναι οι διαφορές μεταξύ της δικής σας γενιάς πολιτικών και της σημερινής;
Πολλές. Είναι μια άλλη εποχή. Με άλλη πρόοδο της τεχνολογίας και άλλες συνθήκες να έχουν μπει, πλέον, στην καθημερινή μας ζωή. Δεν ζούμε μόνο στην εποχή της πληροφορίας, αλλά και στην εποχή της παραπληροφόρησης. Πολλές φορές, τα ΜΜΕ επιχειρούν να διαστρεβλώνουν την πολιτική, είτε υποβαθμίζοντας είτε υπερ-προβάλλοντας μια είδηση. Εγώ πίστευα πάντα ότι η πολιτική γίνεται με πράξεις και όχι με λόγια. Και οι πολιτικοί οφείλουν να διαμορφώνουν από μόνοι τους τις καταστάσεις και όχι να διαμορφώνονται οι ίδιοι από αυτές.
Η απώλεια της αγαπημένης σας συζύγου πώς επηρέασε την καθημερινότητα και τη σκέψη σας;
Πολύ. Πάρα πολύ. Δεν έχασα μόνο τη σύντροφο της ζωής μου, αλλά και το στήριγμα μιας κοινής, πεντηκονταετούς πορείας. Αυτό επηρέασε την καθημερινότητά μου.
Σας φοβίζει η μοναξιά;
Δεν με φοβίζει η μοναξιά. Με φοβίζει ότι δεν έχω άνθρωπο να κουβεντιάσω τα προβλήματα που με απασχολούν.
Σε λίγες ημέρες θα γίνει η παρουσίαση του δεύτερου τόμου του βιβλίου σας «Όπως τα έζησα».
Είναι ο δεύτερος τόμος των πολιτικών μου απομνημονευμάτων. Εχω μια μακρά πολιτική ζωή, αφού πρωτοεκλέχτηκα βουλευτής το 1961. Τα τελευταία χρόνια γράφω, όχι μόνο από μεράκι, αλλά και από καθήκον. Επειδή πιστεύω βαθιά ότι το χρέος ενός πολιτικού άνδρα δεν πρέπει να περιορίζεται στα αξιώματα. Καθήκον και ευθύνη σε μια πολιτική διαδρομή δεν είναι μόνο να διαμορφώνεις τα γεγονότα της γενιάς σου, αλλά και να τα μεταφέρεις στις νεότερες. Να μεταδίδεις γνώσεις και εμπειρία. Προσωπικά, δεν είχα μικρός διάθεση να πολιτευτώ. Οταν πέθανε ο πατέρας μου, τον Ιούλιο του ’60, η μάνα μου με ρώτησε: «Δεν θα με πας φέτος στα Καμένα Βούρλα που πήγαινα κάθε χρόνο να κάνω τα λουτρά μου;».
Με έπιασε απελπισία γιατί στα Καμένα Βούρλα δεν υπήρχε τίποτα άλλο παρά μόνο γερουσία. Πήγαμε, όμως, και ένα μεσημέρι που τρώγαμε στην τραπεζαρία μπήκε ο Κ. Καραμανλής, πρωθυπουργός τότε, και ήρθε στη μητέρα μου να τη συλλυπηθεί για τον πατέρα μου. Και εγώ τον υποδέχτηκα όρθιος. Αφού μίλησαν με τη μητέρα μου, με ρώτησε: «Εσύ τι κάνεις;». Του είπα ότι έχω κάνει διδακτορική διατριβή στο Εμπορικό Δίκαιο, ότι ετοιμάζω την εισήγησή μου και ότι το βιβλίο είναι στο τυπογραφείο και θα τυπωθεί. Και τότε μου είπε: «Οταν βγει το βιβλίο, να μου το στείλεις και θα τα πούμε αργότερα». Φεύγοντας, του είπε η μητέρα μου -και το θυμόταν ο Καραμανλής-: «Κώστα μου, το παιδί μου στα χέρια σου».
Είστε και φιλόζωος. Μιλήστε μας για τον σκύλο σας, τον Γιούρι.
Τον έχουμε πολλά χρόνια. Τον ήθελε η γυναίκα μου και τον κληρονόμησα και εγώ.
Τι κάνετε στον ελεύθερο χρόνο σας;
Περπατάω στη φύση. Τύχη αγαθή, απέκτησα ένα κτήμα στον Μυστρά. Εκεί μου αρέσει να πηγαίνω. Εχω τη μανία να κάνω μια μεγάλη βόλτα μέσα στο κτήμα. Με ηρεμεί το να μελετώ, να περπατάω και να θαυμάζω τη φύση. Είναι φοβερό το συναίσθημα όταν βλέπεις τον Ταΰγετο χιονισμένο.
«Είχε πάθος από μικρός»
Πώς βλέπετε την πορεία του γιου σας, Μιλτιάδη;
Ο Μιλτιάδης από μικρός είχε πάθος με την πολιτική. Οταν άρχισε να μεγαλώνει, από την πρώτη κιόλας τάξη του Γυμνασίου, μας δήλωσε την επιθυμία του να πολιτευτεί. Τότε η μάνα του, που ήταν μια σοφή γυναίκα, του είπε: «Παιδί μου, γιατί θες να ταλαιπωρηθείς όπως ταλαιπωρείται ο πατέρας σου;». Και εκείνος είπε: «Δεν ταλαιπωρείται ο πατέρας μου. Του αρέσει και το κάνει. Και δίνει την ψυχή του για αυτό».
Ετσι, λοιπόν, ασχολήθηκε με την πολιτική. Νομίζω ότι αυτή τη στιγμή είναι στην καλύτερή του στιγμή. Εχει καλές σπουδές, έχει μυαλό, έχει σωφροσύνη. Κυρίως, όμως, έχει εντιμότητα. Αλλοτε, η εντιμότητα ήταν μια αυτονόητη προϋπόθεση για έναν πολιτικό. Τώρα, δυστυχώς, αποτελεί προσόν.
Στον Μιλτιάδη λέτε να παντρευτεί και να κάνει οικογένεια;
Εχει μεγαλώσει και νομίζω ότι δεν χρειάζεται υποδείξεις. Αν το έχει αποφασίσει και το αισθάνεται, είμαι σίγουρος ότι θα το κάνει. Θέλω, όμως, ένα τέτοιο βήμα να το νιώθει και να μην το κάνει επειδή απλά «πρέπει».
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ, Σάββατο 28 Απριλίου 2018