Θεσσαλονίκη 9-11 Μαΐου 1936. Οι καπνεργάτες της Θεσσαλονίκης κατέβηκαν σε απεργία διαρκείας με αιτήματα την αύξηση των ημερομισθίων, βελτίωση των παροχών του Ταμείου Ασφαλίσεως Καπνεργατών καθώς και πολιτικές και συνδικαλιστικές ελευθερίες.  

Το Καπνεργατικό Συνέδριο τότε είχε αποφασίσει να διεκδικήσει μεροκάματο 120-135 δραχμές, αλλά οι βιομήχανοι και οι έμποροι είπαν ότι δεν δίνουν πάνω από 80. Ακόμα, λόγω της ανεργίας πολλοί εργάτες και κυρίως γυναίκες δούλευαν δωρεάν για να τους επικολλούνται τα ένσημα του Ταμείου και να μην χάσουν την περίθαλψη.  

Η απεργία επεκτάθηκε αμέσως σε όλα τα καπνομάγαζα της Θεσσαλονίκης και κατόπιν στις Σέρρες, Λαγκαδά, Βόλο, Δράμα, Ξάνθη, Καρδίτσα και κατόπιν σε όλη την χώρα.   Η κυβέρνηση του Ιωάννη Μεταξά που ακόμα δεν είχε επιβάλλει την δικτατορία, ακολουθούσε παρελκυστική τακτική υποσχόμενη στους απεργούς ότι θα ικανοποιήσει τα αιτήματα τους και προετοιμαζόμενη ταυτόχρονα για την βίαιη καταστολή της απεργίας.  

Στις 7 Μαΐου σημειώθηκαν στον Βόλο αιματηρές συγκρούσεις μεταξύ αστυνομίας και απεργών. Σε πολλές πόλεις προκηρύχθηκαν πανεργατικές απεργίες αλληλεγγύης και ο αριθμός των απεργών σε όλη την Ελλάδα ξεπέρασε τις 50.000.  

Στις 8 Μαΐου, η Ενωτική Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδας, με προκήρυξή της καλούσε σε απεργίες αλληλεγγύης. Την ίδια μέρα 7.000 απεργοί στην Θεσσαλονίκη συγκεντρώθηκαν έξω από τα γραφεία του σωματείου τους και αφού ενέκριναν το ψήφισμα που ζητούσε άμεση επίλυση των αιτημάτων τους, ξεκίνησαν προς την Γενική Διοίκηση Βορείου Ελλάδος.      

Στην Εγνατία μεγάλες δυνάμεις Χωροφυλακής, πεζής και έφιππης, στρατού και αντλιών προσπάθησαν να τους εμποδίσουν. Οι απεργοί κατόρθωσαν να σπάσουν την ζώνη και τότε η Χωροφυλακή επιτέθηκε με λύσσα. Οι εργάτες προσπαθούν να αμυνθούν με τούβλα, πέτρες και ξύλα και η Χωροφυλακή αρχίζει να πυροβολεί στο ψαχνό.   Την ίδια ώρα σε άλλα σημεία της Θεσσαλονίκης σημειώνονται και άλλες συγκρούσεις απεργών και Χωροφυλακής. Μεγάλες ομάδες απεργών συγκεντρώνονται στην Γενική Διοίκηση όπου οι επικεφαλής διατάσσουν τον στρατό να επιτεθεί. Δεν κινείται κανένας. Η Χωροφυλακή μόνο επιτέθηκε ξανά με λύσσα.  

Όλοι οι συνοικισμοί της Θεσσαλονίκης είναι ανάστατοι. Οι καμπάνες των εκκλησιών χτυπούν ακατάπαυστα. Κόσμος κατεβαίνει στο κέντρο. Το βράδυ της 8ης Μαΐου, οι αυτοκινητιστές, οι τροχιοδρομικοί, οι εργάτες ηλεκτρισμού, οι φορτοεκφορτωτές, οι λιμενεργάτες και οι σιδηροδρομικοί Βορείου Ελλάδος κηρύσσουν απεργίες σε ένδειξη διαμαρτυρίας. Η κυβέρνηση προτείνει αύξηση ημερομισθίων.

Η αύξηση είναι πενιχρή και απορρίπτεται. Το ίδιο βράδυ η κυβέρνηση αποφασίζει επιστράτευση τροχιοδρομικών και σιδηροδρομικών.   Το ξημέρωμα της 9ης Μαΐου, βρίσκει την Θεσσαλονίκη νεκρή από κάθε επαγγελματική δραστηριότητα καθώς απεργία έχουν κηρύξει και οι έμποροι με τους βιοτέχνες.  

Η πόλη στρατοκρατείται και οι επιθέσεις της Αστυνομίας έχουν ξεκινήσει από νωρίς. Στις 10.30 το πρωί πέρασε από την οδό Εγνατίας αυτοκίνητο της Χωροφυλακής με συλληφθέντες αυτοκινητιστές. Όταν το αυτοκίνητο φθάνει κοντά στο σωματείο, όλοι οι οδηγοί και εισπράκτορες που ήταν εκεί όρμησαν και απελευθέρωσαν τους συναδέλφους τους. Η έφιππη Χωροφυλακή επιτέθηκε και οι απεργοί αμύνθηκαν με τούβλα και πέτρες. Αποκρούουν πέντε επιθέσεις των χωροφυλάκων και συμπτύσσονται. Η Χωροφυλακή επιτίθεται ξανά να τους διαλύσει και αρχίζει αληθινή μάχη.

Στήνονται οδοφράγματα. Αστυνομικοί με πολιτικά ανεβαίνουν στα γύρω κτίρια και πυροβολούν.        

Η δολοφονία του έδωσε το σύνθημα για την μεγάλη διαδήλωση. Ενώ οι υπερασπιστές των οδοφραγμάτων συμπτύσσονται κάτω από την πίεση, χιλιάδες διαδηλωτές ξεπηδούν από όλες τις γωνίες των κεντρικών δρόμων. Ξηλώνουν μια πόρτα και βάζουν πάνω της το νεκρό εργάτη. Οι καμπάνες των εκκλησιών χτυπούν ξανά στους συνοικισμούς. Χιλιάδες άνθρωποι κατεβαίνουν στο κέντρο με το σύνθημα κάτω οι δολοφόνοι.

Η Χωροφυλακή παίρνει τα όπλα από τους στρατιώτες και ρίχνει στο ψαχνό. Παντού βογγητά και άγριες φωνές. Οι στρατιώτες όρμησαν να αναχαιτίσουν τους λυσσασμένους χωροφύλακες. Η μάχη κράτησε 4 ώρες. 9 νεκροί και 300 τραυματίες.   Στις 3 το απόγευμα ο διοικητής του Γ Σώματος Στρατού Ζέππος κήρυξε στρατιωτικό νόμο. 2 ώρες αργότερα ο λαός ξαναέσπασε την «νομιμότητα» του Μεταξά και του Ζέππου και συγκρότησε νέες διαδηλώσεις. «Κάτω οι δολοφόνοι», «Κάτω ο Μεταξάς» φωνάζει και τραγουδώντας το «Πένθιμο εμβατήριο» βαδίζει προς το Διοικητήριο, ενώ ενώνονται μαζί του και οι στρατιωτικές περίπολοι. Να φύγει η κυβέρνηση Μεταξά που πνίγει την χώρα στο αίμα και οδηγεί στο γκρεμό του αφανισμού διακηρύσσει η ΚΕ του ΚΚΕ.      

Στις 10 Μαΐου φθάνουν στην Θεσσαλονίκη αντιτορπιλικά και ένα σύνταγμα πεζικού από την Λάρισα. Ο στρατηγός Ζέππος γίνεται τώρα αδιάλλακτος. Στις 10 Μαΐου όλη η Θεσσαλονίκη συμμετέχει στην κηδεία των θυμάτων. Στους δρόμους ο λαός συναδελφώνεται με τον στρατό. Οι φαντάροι των περιπόλων με δάκρυα στα μάτια αγκαλιάζονται με τους πολίτες. Οι χωροφύλακες είναι κλεισμένοι στα τμήματα που τα φρουρεί ο στρατός. Το πλήθος λιθοβολεί την Ασφάλεια και το Α’ Αστυνομικό Τμήμα. Στις 12 Μαΐου επέρχεται συμφωνία καπνεργατών καπνεμπόρων και γίνεται δεκτό το μεγαλύτερο μέρος των οικονομικών αιτημάτων. Η κυβέρνηση δεν αναλαμβάνει καμιά δέσμευση για απόλυση συλληφθέντων και τιμωρία των ενόχων. Ο στρατηγός Ζέππος εξαπολύει τρομοκρατία στην Θεσσαλονίκη.

Στις 13 Μαϊου κηρύσσεται πανελλαδική απεργία σε ένδειξη διαμαρτυρίας. 500 χιλιάδες εργαζόμενοι σε όλη την Ελλάδα κατέβηκαν στους δρόμους.   Με τη λήξη της απεργίας, η Θεσσαλονίκη γνώρισε νέα περίοδο στρατοκρατίας. Οι συλλήψεις έδιναν και έπαιρναν. Πιάστηκαν όλοι οι δραστήριοι συνδικαλιστές, με πρώτους τους κομμουνιστές. Πιάστηκαν εκατοντάδες άλλοι εργαζόμενοι για ασήμαντους λόγους και τους έκλεισαν στα κρατητήρια του στρατοπέδου Αεροπορίας, του 31ου Συντάγματος Πεζικού και μέσα στην Έκθεση.

Σε πολλές περιπτώσεις, οι κρατούμενοι, ακόμα και έγκυες γυναίκες, κακοποιήθηκαν άγρια για να ομολογήσουν δήθεν «ότι τα γεγονότα ήταν ...πραξικόπημα των κομμουνιστών για να καταλάβουν την εξουσία!».   Τα συνδικαλιστικά στελέχη – και στελέχη του ΚΚΕ - Ζαφείρης Βεκίδης, πρόεδρος του Ενωτικού Εργατικού Κέντρου, Δημήτρης Κωνσταντινίδης, πρόεδρος Τροχιοδρομικών, Χαράλαμπος Μελανεφίδης, πρόεδρος Ενωτικής Επιτροπής Καπνεργατών, Σάββας Σαββόπουλος, πρόεδρος Σωματείου Κλινοποιών, Νίκος Μανέκας, πρόεδρος Αυτοκινητιστών, Αδάμ Μουζενίδης, Ανδρέας Αξαρλής, καθώς και άλλοι συνδικαλιστές, οδηγούνται εξόριστοι στον Αη Στράτη και αλλού.

Πηγή: iefimerida.gr