Η συνέντευξη με τον Μπόρις Τζόνσον είναι σαν να προσπαθείς να καρφώσεις σοκολάτα στο ταβάνι: πολλή ενέργεια μπορεί να σπαταληθεί στην επιδίωξη ενός σε μεγάλο βαθμό μάταιου αποτελέσματος, αλλά αν χτυπήσεις στο σωστό σημείο, μπορεί να πέσουν καλά πράγματα στο στόμα σου. Κι έτσι, προς το τέλος της ώρας που σκαρφαλώνω στον καταρράκτη των λέξεων του Τζόνσον, ο πρώην πρωθυπουργός σταματά για λίγο να σκεφτεί την ερώτησή μου: Μήπως θα ήταν καλύτερο για τη φήμη του αν είχε πεθάνει από κορονοϊό το 2020, όταν ήταν ο πιο δημοφιλής πρωθυπουργός μετά τον ήρωά του, τον Τσώρτσιλ;

Μπορώ μόνο να φανταστώ τον εκνευρισμό στο πρόσωπο της Τερέζα Μέι υπό αυτές τις συνθήκες, την αγανάκτηση του Ντέιβιντ Κάμερον, τη θλίψη και τον πόνο στα μάτια του Ρίσι Σούνακ. Ο Τζόνσον, ωστόσο, ορμάει μπροστά, με τα χέρια να αρπάζουν τον αέρα, κυριευμένος από την κωμική τόλμη της ιδέας. «Νομίζεις ότι θα ήταν μια καλή κίνηση καριέρας; Να παραιτηθείς όσο προηγείσαι! Αν ήσουν ο ατζέντης μου στο Χόλιγουντ, θα έλεγες: “Τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή να φύγεις”»!

Ο Τζόνσον επέζησε, φυσικά, μόνο και μόνο για να τινάξει στον αέρα την πρωθυπουργία του δύο χρόνια αργότερα. Αν το είχε «τερματίσει» (δική του φράση), δεν θα υπήρχαν καθόλου απομνημονεύματα για να συζητήσουμε: «Unleashed» (απελευθερωμένος), ένας τίτλος που πέφτει στην κουβέντα μας 11 φορές, συνοδευόμενος από μια ενθουσιώδη χειρονομία και μια ανόητη φωνή: «UnLEEEEEashed»! Δεν σταματάει μέχρι να του το επισημάνω: «Το γράφω μόνο μία φορά, Μπόρις».

Το βιβλίο είναι η τελευταία λέξη για την εποχή που ήταν δήμαρχος του Λονδίνου και υπουργός Εξωτερικών, αλλά δεν υπάρχει καμία αναφορά στη δύσκολη παιδική του ηλικία και η περιγραφή της πρωθυπουργίας του έχει να κάνει τόσο με την υποστήριξη των πολιτικών του όσο και με την υπεράσπιση των πράξεών του. «Ήθελα να μιλήσω για το πώς το κόμμα μου αποφάσισε, για δεύτερη φορά στη ζωή μου, να με χρησιμοποιήσει για να κάνω ένα ιδιαίτερα δύσκολο έργο», εξηγεί, εννοώντας τη δημαρχία του Λονδίνου και στη συνέχεια το Brexit.

Ωστόσο, το βαθύτερο νόημα όλης της συζήτησής μας είναι ότι αναρωτιέται αν μπορεί να υπάρξει μια τρίτη στιγμή στο κοντινό μέλλον, αν ο επόμενος ηγέτης του κόμματος τα θαλασσώσει. «Το θέμα είναι αν αυτή η χώρα έχει το θάρρος να πιστέψει στον εαυτό της». Ή αν το κόμμα του έχει το θάρρος να πιστέψει ξανά στον Μπόρις. Στην παρουσίαση του βιβλίου του, στη μεγαλοπρέπεια του Institute of Directors (Ινστιτούτου Διευθυντών), στο οποίο ο Τζόνσον, όπως είναι χαρακτηριστικό, έφτασε με 41 λεπτά καθυστέρηση, η ομιλία του ήταν μια λίστα από «αν μόνο», που κατέληγε: «Τα πράγματα θα ήταν πολύ καλύτερα αν εξακολουθούσα να είμαι το αφεντικό».

Ήταν, όπως σημείωσε ένας επισκέπτης, ακόμα ένα «έργο θέατρου βαριετέ». Ο Τζόνσον υπερασπίζεται τη θεατρική του προσέγγιση: «Αν θέλετε να προσπαθήσετε να εξηγήσετε ένα περίπλοκο πρόβλημα, όπως το πρωτόκολλο της Βόρειας Ιρλανδίας ή τη λύση των δύο κρατών στη Μέση Ανατολή ή τον πληθωρισμό και τη μετανάστευση, τότε πρέπει να κρατήσετε την προσοχή των ανθρώπων και οφείλετε να το κάνετε ενδιαφέρον». Το βιβλίο του, όπως και οι ομιλίες του, είναι «οργανωμένο όπως ένας από εκείνους τους μεγαλοπρεπείς πύργους με μπισκότα σοκολάτας που παίρνεις όταν κάνεις επανάληψη στις τελικές εξετάσεις», λέει. Κάθε κεφάλαιο «περιέχει πλήρη τροφή που είναι γεμάτη γεγονότα, αλλά υπάρχει και ένα σοκολατένιο κίνητρο που σας κρατάει για να κατεβάζετε το πακέτο».

Προς έκπληξή μου, ενώ το βιβλίο σκορπάει τις ευθύνες για τις αποτυχίες του, συνοδεύεται από ένα σημαντικό mea culpa για τις «γκάφες» του (παραδέχεται την «αλαζονεία», τον «εφησυχασμό» και τη μοιραία αποτυχία να κρατήσει ευχαριστημένους τους βουλευτές του). Στη συζήτησή μας παραδέχεται ότι η απόφασή του να αποσυρθεί από την κούρσα για την ηγεσία το 2016, αφού τον μαχαίρωσε πισώπλατα ο Μάικλ Γκοβ, η εμπειρία του παρ' ολίγον πολιτικού θανάτου, τον στοιχειώνει ακόμη: «Αναρωτιέμαι γι' αυτό. Το πρόβλημα ήταν ότι δεν ήμουν οργανωμένος και δεν είχα έτοιμη μια εκστρατεία». Σχετικά με την εμπειρία του παρ' ολίγον πραγματικού θανάτου κατά τη διάρκεια της πανδημίας, λέει ότι δεν πίστευε ότι θα πέθαινε. «Ένιωσα το φυσιολογικό αίσθημα του αήττητου». Όσον αφορά όμως τη λήψη αποφάσεων γύρω από το lockdown, είναι πολύ λιγότερο αισιόδοξος. Στο βιβλίο αναφέρεται στις «τρομακτικές, μοναχικές αποφάσεις» για τον κορονοϊό. «Είσαι μόνος σου», μου είπε. «Τελικά, δεν υπάρχει κανείς άλλος που μπορεί να πάρει την απόφαση. Το ίδιο συνέβη και με τη Θάτσερ όταν αποφάσισε να βυθίσει το ''Belgrano'', υποθέτω».

Ο ίδιος εξακολουθεί να αμφιταλαντεύεται σχετικά με το πού βρίσκονται οι συμβιβασμοί μεταξύ του περιορισμού της νόσου και των οικονομικών, κοινωνικών, εκπαιδευτικών και υγειονομικών συνεπειών του lockdown. «Νομίζω ότι τα μέτρα εγκλεισμού ανέστειλαν την εξάπλωση της νόσου, μείωσαν την επιδημική καμπύλη», λέει. «Αυτό για το οποίο δεν είμαι σίγουρος είναι ποιο ποσοστό της πτώσης της επιδημικής καμπύλης οφειλόταν στο lockdown και ποιο ποσοστό ήταν το φυσικό μοτίβο μιας πανδημίας. Όταν εξετάζεις τις βακτηριακές καμπούρες της νόσου, ήταν ένα γνωστό μοτίβο είτε είχατε τη [δρακόντεια] κινεζική προσέγγιση είτε την [ελαφριά] σουηδική προσέγγιση».

Σίγουρα έχει δίκιο όταν λέει: «Νομίζω ότι αυτό είναι το βασικό στοιχείο που πρέπει να εξετάσει η έρευνα».

Το Brexit και ο κορονοϊός έκαναν τον Τζόνσον τον πιο διχαστικό Βρετανό ηγέτη αυτού του αιώνα. Στο βιβλίο λέει ότι οι ηγέτες πρέπει να αντιμετωπίζουν την αγάπη και το μίσος των ψηφοφόρων ως «αγύρτες» του Κίπλινγκ, ένα εντυπωσιακό συμπέρασμα από έναν άνθρωπο που πάντα φαινόταν ότι θα προτιμούσε να τον αγαπούν παρά να τον σέβονται. «Είμαστε όλοι άνθρωποι. Όλοι θα προτιμούσαμε να είμαστε αποδέκτες της αγάπης παρά του μίσους», λέει. «Το θέμα είναι ότι σε μια δημοκρατία οι ψηφοφόροι πρέπει να βρουν έναν τρόπο να προσωποποιήσουν τον σκληρό φορέα που τους έχει προκαλέσει τα προβλήματα που βρίσκουν στη ζωή τους. Και αν θέτετε υποψηφιότητα για αιρετό αξίωμα και παίρνετε τις αποφάσεις, τότε φυσικά θα είστε το πρόσωπο που θα επωμιστεί το βάρος όλων αυτών. Και αυτό είναι απολύτως σωστό».

Ο πρώην δημοσιογράφος δεν έχει τελειώσει. «Το άλλο πράγμα που πρέπει να συνειδητοποιήσετε, και κάποιοι πολιτικοί για κάποιον λόγο δεν το βλέπουν αυτό, είναι ότι τα μέσα ενημέρωσης μιλούν για εκείνους που δεν έχουν φωνή και εξουσία και για εκείνους που δεν μπαίνουν ποτέ στο δωμάτιο με τους πολιτικούς, που δεν έχουν ποτέ την ευκαιρία να κάνουν θυμωμένες ή αυθάδεις ερωτήσεις. Δεν υπάρχει λόγος οι πολιτικοί να αισθάνονται προσωπικά θιγμένοι από τους δημοσιογράφους».

Εδώ οδηγούμαστε σε λεπτό σχολιασμό της κούρσας για την ηγεσία των Συντηρητικών. Η Κέμι Μπάντενοχ, η επικρατέστερη υποψήφια, επιτέθηκε με σθένος στα μέσα ενημέρωσης μετά τις δικές της γκάφες. Ο Τζόνσον δεν λέει τι θα ψηφίσει (αν και ο Τζέιμς Κλέβερλι ήταν παρών στην παρουσίαση του βιβλίου το βράδυ πριν από την αποχώρησή του). «Σας υπόσχομαι ότι θα είμαι απόλυτα πιστός σε όποιον κερδίσει». Αλλά όταν μιλάει για τη στέγαση, η εύνοιά του φαίνεται ξεκάθαρη. «Οι Εργατικοί δεν έχουν καν αρχίσει να διευθετούν το ζήτημα της στέγασης. Τα πράγματα που σχεδιάζουν είναι γελοία. Αποτυγχάνουν να εκμεταλλευτούν τις ευκαιρίες στο Λονδίνο. Νομίζω ότι πολλά από αυτά που λέει ο Ρομπ [Τζένρικ] είναι σωστά».

Αυτό που πραγματικά θέλει είναι ο νέος ηγέτης να αγκαλιάσει το πρόγραμμα δράσης της «προαγωγής» του για να εξισορροπήσει την οικονομία της Βρετανίας. Αυτό, υποθέτω, ήταν το σημείο στο οποίο ο Τζόνσον τα θαλάσσωσε ως πρωθυπουργός, πυροβολώντας τον εαυτό του στο πόδι πριν προλάβει να προσφέρει στους ψηφοφόρους που τον στήριξαν το 2016 και το 2019. Ποιον κατηγορεί για την αποτυχία;

«Το υπουργείο Οικονομικών», λέει. «Θυμάμαι ότι την Πρωτοχρονιά του 2021 είχαμε νικήσει τον κορονοϊό. Ο Ρίσι [Σούνακ, τότε καγκελάριος] έρχεται στο Τσέκερς με τη λιμουζίνα του και λέει: “Νομίζω ότι πρέπει να σταματήσουμε να μιλάμε τόσο πολύ για προαγωγή”. Τη λάμβανε από τους αξιωματούχους. Θέλετε να καταλάβετε γιατί ο κόσμος ψήφισε υπέρ του Brexit. Είναι εξαιτίας αυτής της ανοησίας».

Ο Τζόνσον προειδοποιεί επίσης τον επόμενο ηγέτη να εγκαταλείψει τον αρνητικό τόνο που έβγαλε ο Σούνακ ως πρωθυπουργός για το περιβάλλον και τις μηδενικές καθαρές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. «Ο κόσμος θέλει να προστατεύσει τη φύση. Μην το χλευάζετε. Αυτό ήταν λάθος, κατά τη γνώμη μου».

Δεν έχει καλή γνώμη για τον Κιρ Στάρμερ («Συνήθιζε να στέκεται εκεί και να ανοιγοκλείνει τα μάτια σαν ζαλισμένο μπαρμπούνι. Ήταν πολύ αργός στην αλλαγή») και δείχνει αποφασισμένος να χαντακωθεί. «Είναι ολοφάνερο ότι δεν πιστεύει στη Βρετανία. Διότι, αν πίστευε, δεν θα έλεγε: “Θα υπακούσουμε στους κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης” ή δεν θα παρέδιδε τα νησιά Τσάγκος [στον Μαυρίκιο]. Πρόκειται για πράξεις αυτοακρωτηριασμού, αυτοτραυματισμού. Είναι ένα απόλυτο λάθος και εντελώς περιττό».

Αφού κατακεραυνώνει τα δωρεάν ρούχα του Στάρμερ, παρατηρώ ότι το κοστούμι του Τζόνσον είναι καλύτερης ποιότητας από το συνηθισμένο. Το πλήρωσε; «Αυτό το κοστούμι το απέκτησα αφότου αποσύρθηκα, και πλήρης αποκάλυψη, μου το έδωσαν οι νέοι μου εργοδότες στην Daily Mail». Αυτό το βρίσκει πολύ διασκεδαστικό, προφανώς επειδή τον πληρώνουν πάνω από 500.000 λίρες τον χρόνο για μια στήλη.

Μια από τις μεγαλύτερες κόντρες του με τον Στάρμερ αφορά την Ουκρανία. «Μιλάω με πολλούς από τους παλιούς μου φίλους που εξακολουθούν να προσπαθούν να ασκούν πολιτική και η αίσθηση ότι η Βρετανία μπορεί να είναι μπροστά στο θέμα της Ουκρανίας δεν υπάρχει πλέον», λέει. «Δεν τους υπερασπιζόμαστε. Μακάρι να το έκανε». Ο Τζόνσον επιθυμεί ένα «τεράστιο πρόγραμμα δανεισμού-μίσθωσης» για την Ουκρανία με ένα «δάνειο τρισεκατομμυρίων δολαρίων», πιστεύοντας ότι αυτό θα «κομπλάρει εντελώς τον Πούτιν, επειδή αυτός δεν έχει τόσα χρήματα».

Στο βιβλίο, ο Τζόνσον παραδέχεται ότι η «κακιά πλευρά» του μυαλού του θέλει τον Ντόναλντ Τραμπ να κερδίσει την προεδρία των ΗΠΑ. Παρά την προφανή αδιαφορία του Τραμπ για το δράμα του φίλου του Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ο Τζόνσον πιστεύει ότι ο κόσμος δεν πρέπει να φοβάται την επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο. Θα προδώσει τους Ουκρανούς; «Δεν το πιστεύω αυτό. Ο Τραμπ, όχι οι Δημοκρατικοί, ήταν αυτός που έδωσε στους Ουκρανούς τα Javelin, σοβαρά, θανατηφόρα όπλα, τα οποία ήταν πολύ σημαντικά στη μάχη για το Κίεβο. Είναι πιθανό να θέλει το πρώτο έτος της επόμενης προεδρικής του θητείας, αν την πάρει, να κυριαρχείται από τη συνθηκολόγηση της Δύσης;».

Ο Τζόνσον παραδέχεται ότι οι Αμερικανοί που φοβούνται την προσέγγιση του Τραμπ στη δημοκρατία θα έχουν τις ανησυχίες τους. «Του έχω πει επανειλημμένα ότι τα πράγματα της 6ης Ιανουαρίου ήταν πολύ λάθος». Ωστόσο, λέει ότι η «δύναμη» που έχει προβάλει ο Τραμπ μέσω ενεργειών όπως η δολοφονία του ηγέτη της ιρανικής Επαναστατικής Φρουράς, Κασέμ Σολεϊμανί, σημαίνει ότι «ειλικρινά» πιστεύει ότι η Κίνα θα ήταν λιγότερο πιθανό να εισβάλει στην Ταϊβάν υπό τον Τραμπ. «Όσοι, από την αριστερή φιλελεύθερη πλευρά, πιστεύουν ότι θα ήταν κακό για τον κόσμο αν κέρδιζε ο Τραμπ νομίζω ότι κάνουν λάθος. Κοιτάζοντας τι έχει κάνει, κοιτάζοντας τη δύναμη που προβάλλει, ξέρεις, θα μπορούσε να είναι ακριβώς αυτό που χρειάζεται ο κόσμος. Κατά τη διάρκεια της θητείας του δεν είχαμε εισβολή στην Ουκρανία».

Όσον αφορά την πατρίδα, τι θα έκανε ο Τζόνσον για να νικήσει τον άλλο λαϊκιστή ηγέτη, τον Νάιτζελ Φάρατζ, και το κόμμα του, το Reform UK. «Σας θυμίζω απλώς ότι, όταν ήμουν πρωθυπουργός, αυτοί οι τύποι ήταν στο μηδέν ή γύρω στο μηδέν τοις εκατό». Για να επιστρέψουν οι ψηφοφόροι του Reform UK σημαίνει ότι πρέπει να ακουστούν. «Αν δείχνουμε ότι αγνοούμε τον κόσμο και αντιμετωπίζουμε τις απόψεις του ως παράλογες, τότε δεν θα εκλεγούμε». Ο Τζόνσον, βέβαια, έθεσε σε εφαρμογή ένα μεταναστευτικό σύστημα πόντων που αύξησε την ετήσια καθαρή μετανάστευση στο Ηνωμένο Βασίλειο κατά περίπου 400.000 άτομα, ένα βασικό πρόβλημα των ψηφοφόρων του Reform UK.

Ο ίδιος ισχυρίζεται ότι αυτό συνέβη επειδή η κυβέρνησή του έπρεπε να «αντιμετωπίσει τον πληθωρισμό» μετά την πανδημία και αυτό σήμαινε ότι έπρεπε «να ανεβάσει τα μανίκια και να δουλέψει» για να αποτρέψει την εκτίναξη του μισθολογικού κόστους. Ο ίδιος, λέει, θα το είχε περιορίσει αργότερα. «Η ομορφιά του Brexit είναι ότι μπορούσαμε να το κόψουμε και έχουμε τώρα την ελευθερία να κάνουμε ό,τι θέλουμε. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο πιστεύω ότι ο Στάρμερ θα ήταν κυριολεκτικά τρελός αν έκανε κάποιου είδους συμφωνία ελεύθερης μετακίνησης για τους νέους με την ΕΕ».

Παραμένει οπαδός του σχεδίου απέλασης των αιτούντων άσυλο στη Ρουάντα, το οποίο εγκαταλείφθηκε από τους Εργατικούς, οι οποίοι άφησαν ανοιχτή την πόρτα σε μια συμφωνία μετεγκατάστασης με την Αλβανία. «Θα έπρεπε να είχαμε μείνει στο σχέδιο με τη Ρουάντα. Γιατί βάζουν στο στόχαστρο την Αλβανία; Νομίζω ότι στο Εργατικό Κόμμα υπάρχει ρατσισμός σχετικά με τη Ρουάντα. Ήταν μια πολύ καλή ιδέα με μια φιλική αφρικανική χώρα. Το χλεύαζαν αυτό για ρατσιστικούς λόγους, νομίζω. Είναι απολύτως ποταπό».

Πιστεύει ότι οι Συντηρητικοί «θα επανέλθουν», αλλά, σε κάθε απάντηση, έχει κανείς την εντύπωση ότι πιστεύει ότι αυτό θα επιτευχθεί γρηγορότερα με τον ίδιο στο τιμόνι. Στην ερώτηση γιατί χάθηκαν οι εκλογές του 2024, είναι απότομος: «Το θεμελιώδες λάθος ήταν, κατά την άποψή μου, και νομίζω ότι δικαιούμαι αυτή την άποψη, ότι θα μπορούσαν να τα φέρουν βόλτα μια χαρά χωρίς εμένα και χωρίς το πρόγραμμα δράσης που κέρδισε το 2019».

Αμφιβάλλω αν θα είναι η τελευταία φορά που θα προσπαθήσω να καρφώσω σοκολάτα στο ταβάνι.

* Το «Unleashed» του Μπόρις Τζόνσον κυκλοφορεί από τη HarperCollins στις 30 λίρες

ΠΗΓΗ: Times Media Ltd / News Licensing