Στην εκδήλωση παρουσίασης επενδύσεων της βρετανικής κυβέρνησης, τέσσερις μεγάλες αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας διαλαλούσαν ότι επενδύουν 6,3 δισεκατομμύρια δολάρια στα κέντρα δεδομένων της Βρετανίας, αυτά τα βαρετά, αλλά εξαιρετικά σημαντικά κέντρα, γεμάτα με διακομιστές, που υποστηρίζουν τις υπολογιστικές μας ανάγκες.

Η CyrusOne, η ServiceNow, η CoreWeave και η CloudHQ διακρίνουν μια τεράστια ευκαιρία στο Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς η ζήτηση για τις εγκαταστάσεις τους αυξάνεται μαζί με την ολοένα αυξανόμενη εξάρτησή μας από τον ψηφιακό κόσμο. Το «χαρμόσυνο» κυβερνητικό δελτίο Τύπου ανέφερε ότι η συγκεκριμένη καινοτομία θα συμβάλει στην ταχύτερη εξάπλωση της Tεχνητής Nοημοσύνης στο Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς θα του παρέχει «την απαραίτητη υποδομή για την εκπαίδευση και την ανάπτυξη της επόμενης γενιάς τεχνολογιών Tεχνητής Nοημοσύνης, όπως πολύπλοκα μοντέλα και αλγόριθμους μηχανικής μάθησης». Αν και η εξαγγελία είναι σαφώς καλοδεχούμενη, δημιούργησε περαιτέρω ερωτήματα στους κόλπους του τομέα των logistics. Τα μετρητά είναι το εύκολο κομμάτι.

Η δυσκολία έγκειται στο τι θα συμβεί στις υπόλοιπες υποδομές του Ηνωμένου Βασιλείου, ιδίως στην ενέργεια, την οποία ο Τζον Πέτιγκριου, διευθύνων σύμβουλος της National Grid, αποκάλεσε, διπλωματικά, «περιορισμένη». Από τον περασμένο μήνα, όταν χαρακτηρίστηκαν ως ζωτικής σημασίας εθνική υποδομή, τα κέντρα δεδομένων εξομοιώνονται με τις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, γεγονός που σημαίνει ότι η κυβέρνηση θα επέμβει σε περίπτωση κινδύνου όσον αφορά τη συνδεσιμότητα. Παρ’ όλα αυτά, όπως αναφέρει ο Ρόχαν Κέλκαρ, εκτελεστικός αντιπρόεδρος του τομέα προϊόντων ενέργειας της Schneider Electric, η «έλλειψη χωρητικότητας του δικτύου θέτει σε κίνδυνο τις φιλοδοξίες του Ηνωμένου Βασιλείου για την Τεχνητή Νοημοσύνη και τα κέντρα δεδομένων, καθώς και τους στόχους της ενεργειακής μετάβασης».

Οι δήμοι του δυτικού Λονδίνου, Hillingdon, Ealing και Hounslow, απέρριψαν όλα τα έργα κέντρων δεδομένων, προκειμένου να διατηρήσουν την προσφορά για στέγαση. Ωστόσο, το εν λόγω ζήτημα δεν αφορά μόνο το Ηνωμένο Βασίλειο. Στην Ιρλανδία, η πίεση που ασκείται στο εθνικό δίκτυο από τις υπολογιστικές απαιτήσεις είναι τόσο έντονη, ώστε χρειάστηκε να αναστείλουν ορισμένες εγκρίσεις κέντρων δεδομένων λόγω ανησυχιών ότι η υπερβολική ζήτηση θα μπορούσε να οδηγήσει σε διακοπές ρεύματος. Στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, οι εταιρείες Big Tech παλεύουν επίσης με το ενεργειακό αίνιγμα: με ποιον τρόπο θα βρουν αξιόπιστες πηγές ενέργειας, με χαμηλές εκπομπές άνθρακα, για τις ενεργοβόρες αποθήκες τους, χωρίς να θέσουν σε κίνδυνο τις ανάγκες των πελατών ή τους στόχους μηδενικού άνθρακα;

Σε συνδυασμό με τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας και την καλύτερη αποθήκευση μπαταριών, προς το παρόν όλα φαίνεται να στρέφονται προς μία κατεύθυνση: την πυρηνική ενέργεια. Η Microsoft υπέγραψε συμφωνία τον περασμένο μήνα για να βοηθήσει στην αναβίωση μιας μονάδας του εργοστασίου Three Mile Island, στην Πενσιλβάνια. Η Amazon αγόρασε ένα πυρηνικό κέντρο δεδομένων νωρίτερα μέσα στο έτος. Τη Δευτέρα η Google ανακοίνωσε τη σύναψη συμφωνίας για την πυρηνική ενέργεια, προκειμένου να καλύψει τις ανάγκες των κέντρων δεδομένων της, μελετώντας μίνι αντιδραστήρες που αναπτύχθηκαν από μια καλιφορνέζικη εταιρεία.

Η κατασκευάστρια εταιρεία Rolls-Royce πρωτοπορεί στην ανάπτυξη μίνι αντιδραστήρων και ήδη συζητά με φορείς εκμετάλλευσης στο Ηνωμένο Βασίλειο για τη χρήση τους. Ενώ τα μίνι πυρηνικά δεν θα μπορούσαν να λειτουργήσουν εμπορικά στο παρελθόν, τώρα, που η ζήτηση για κέντρα δεδομένων έχει αυξηθεί κατακόρυφα, η πιθανή χρήση τους έχει γίνει πιο εφικτή. Μια άλλη βασική συνιστώσα του μελλοντικού «γάμου» της πληροφορικής και της πυρηνικής ενέργειας έγκειται στο γεγονός ότι τα κέντρα δεδομένων εξαρτώνται όλο και λιγότερο από την τοποθεσία τους, λόγω των βελτιώσεων στη χρονοκαθυστέρηση, στον χρόνο δηλαδή που χρειάζονται τα δεδομένα για να ταξιδέψουν από το ένα σημείο στο άλλο. Οι εργασίες μπορούν πλέον να γίνουν σε πιο απομακρυσμένες τοποθεσίες, με αποτέλεσμα οι φορείς εκμετάλλευσης να εξετάζουν περιοχές που προηγουμένως ήταν εκτός ορίων. Επί του παρόντος, τα βασικά ζητήματα αφορούν τον σχεδιασμό και τη σύνδεση με το δίκτυο.

Μια ανεξάρτητη πηγή πυρηνικής ενέργειας δίνει στις εταιρείες την ελευθερία να κατασκευάζουν εγκαταστάσεις σε μη συνδεδεμένες περιοχές. Η τοποθέτηση ενός αντιδραστήρα εντός ενός κέντρου δεδομένων εξαλείφει επίσης τη μεταβλητότητα της αγοράς ενέργειας στην αγορά. Ποιο είναι, λοιπόν, το βασικό πρόβλημα με την εισαγωγή των μικρών πυρηνικών αντιδραστήρων; Η Rolls-Royce εκτιμά ότι οι αντιδραστήρες χρειάζονται μία δεκαετία ή και περισσότερο έως ότου τεθούν σε λειτουργία, ενώ επί του παρόντος κανείς δεν έχει τεθεί σε λειτουργία. Στο μεταξύ, η σύνδεση με το «περιορισμένο» δίκτυο παραμένει σημαντικό αντικείμενο προβληματισμού για όσους επιθυμούν να κατασκευάσουν κέντρα δεδομένων.

ΠΗΓΗ: Times Media Ltd / News Licensing