Τι είδε ο μπάτλερ: "Η ημέρα που η Μαρία Κάλλας πέθανε στην αγκαλιά μου"
Η ιστορία της ζωής του Μετσάντρι
Καθώς κυκλοφορεί η ταινία με πρωταγωνίστρια την Αντζελίνα Τζολί στον ρόλο της ντίβας, ο μπάτλερ της τραγουδίστριας της όπερας, Φερούτσιο Μετσάντρι, μιλάει στον James Imam για το πώς προσπάθησε να την προστατεύσει τις τελευταίες ημέρες της
Όταν στις 16 Σεπτεμβρίου 1977 ο Φερούτσιο Μετσάντρι έφερε στη Μαρία Κάλλας τον συνηθισμένο πρωινό καπουτσίνο της, δεν είχε ιδέα ότι θα ήταν ο τελευταίος της. Στεκόμενη στο μπάνιο της, η σοπράνο σταρ είπε στον Μετσάντρι, τον μπάτλερ της, ότι αισθανόταν αδιαθεσία. Αυτός αστειεύτηκε ότι, αν δεν έπινε γρήγορα τον καφέ της, ο αφρός θα γινόταν υγρός και θα έπρεπε να τον ξαναφτιάξει. «Χαζέ, μην αστειεύεσαι. Δεν αισθάνομαι καλά», του απάντησε απότομα η Κάλλας. Ο Μετσάντρι παρατήρησε τότε ότι το πρόσωπό της είχε χάσει το χρώμα του. Η υπηρέτριά της έτρεξε να καλέσει τον γιατρό. «Το χέρι της έπεσε, ο γιατρός πήδηξε να την πιάσει και πέθανε», μου λέει ο 90χρονος Μετσάντρι. «Για μένα ήταν κάτι απίστευτο. Ηταν αδύνατο», συνεχίζει, με τη φωνή του να είναι ακόμη γεμάτη δυσπιστία. Η αιτία θανάτου της Κάλλας ήταν καρδιακή προσβολή. Ηταν 53 ετών.
Ως μπάτλερ και οδηγός της Κάλλας για σχεδόν 20 χρόνια, ο Μετσάντρι στάθηκε στο πλευρό της κυρίας του στα ιλιγγιώδη σκαμπανεβάσματα και τις καταστροφικές χαμηλές στιγμές της, που καθόρισαν τη ζωή και την καριέρα της. Γεννημένος από φτωχούς αγρότες στη Βόρεια Ιταλία, ξεκίνησε να εργάζεται για εκείνη την περίοδο που συναναστρεφόταν με αστέρες του κινηματογράφου και μερικούς από τους πλουσιότερους ανθρώπους του κόσμου. «Απλώς προσπάθησα να κάνω σωστά τη δουλειά μου», λέει. «Ηταν το σπίτι της, όχι το δικό μου, και έπρεπε να κάνω ό,τι μου ζητούσε».
Τώρα, η ιστορία της ζωής του Μετσάντρι βγήκε από τη σκιά: ο μπάτλερ είναι ένας από τους τρεις βασικούς χαρακτήρες της νέας ταινίας «Maria», στην οποία πρωταγωνιστούν η Αντζελίνα Τζολί ως Κάλλας και ο Ιταλός ηθοποιός Πιερφραντσέσκο Φαβίνο ως Μετσάντρι. Με επίκεντρο τις τελευταίες ημέρες της Κάλλας στο Παρίσι, όπου η τραγουδίστρια αποσύρθηκε 14 χρόνια πριν από τον θάνατό της για να γλυτώσει από τους παπαράτσι του Μιλάνο, η ταινία την παρουσιάζει ως μια μοναχική σκιά του εαυτού της, εθισμένη σε ένα παραισθησιογόνο ηρεμιστικό φάρμακο και ξαναζώντας τις μέρες της δόξας της καθώς κάνει πρόβες σε ένα άδειο θέατρο.
Στην ταινία, την οποία σκηνοθετεί ο Πάμπλο Λαρέν, διαφαίνεται η στενή, αν και ενίοτε ακανθώδης, σχέση της Κάλλας με τον Μετσάντρι. Παρουσιάζεται ως μια ανήσυχη, αν και μακρόθυμη πατρική φιγούρα, που προσπαθεί απεγνωσμένα να σώσει την τραγουδίστρια από την αυτοκαταστροφή. Μαζί με την υπηρέτριά της, Μπρούνα Λούπολι (η οποία πέθανε το 2017 και την οποία υποδύεται στην ταινία η Αλμπα Ρορβάχερ), την ενθαρρύνει να ζητήσει ιατρική βοήθεια.
Σήμερα, ο Μετσάντρι προστατεύει εξίσου τη μνήμη της Κάλλας και πολλοί με προειδοποιούν για την απροθυμία του να μιλήσει σε δημοσιογράφους. Δοκιμάζω την τύχη μου σε μια επίσκεψη στη Βιλανόβα σουλ’ Αρντα, μια κοινότητα πιο διάσημη για τη Βίλα Βέρντι, το σπίτι στο οποίο ο Τζουζέπε Βέρντι έγραψε μερικές από τις πιο γνωστές όπερές του. Βρίσκεται κοντά στο μέρος όπου γεννήθηκε ο Μετσάντρι το 1935, που ζει εκεί σε μια μονοκατοικία με θέα σε χωράφια. Μόλις πάτησα το κουδούνι, μια εύσωμη φιγούρα ανέβηκε στο μπαλκόνι, με τα άγρυπνα μάτια του να είναι ταυτόχρονα φιλόξενα και επιφυλακτικά. «Δεν αισθάνομαι πολύ καλά», μουρμουρίζει. «Τώρα δεν είναι κατάλληλη στιγμή».
Ωστόσο, όταν τελικά συνδεόμαστε για μια σπάνια τηλεφωνική συνέντευξη, ο Μετσάντρι μοιράζεται μερικές από τις πιο δυνατές αναμνήσεις του από την Κάλλας, συμπεριλαμβανομένων της σχέσης της με τη μουσική, των άσχημων χωρισμών και του θανάτου της. Ποτέ στο παρελθόν δεν έχει μιλήσει τόσο ειλικρινά στον ξένο Τύπο.
Ο ρόλος του στην έμπνευση τμημάτων της ταινίας -καθώς και του βιογράφου του, Λουίτζι Κίνι- αναγνωρίζεται στους τίτλους τέλους. Ο Μετσάντρι, τον οποίο επισκέφθηκαν μία φορά οι ερευνητές της ταινίας και απάντησε στις ερωτήσεις τους μέσω του Κίνι, δεν έχει μιλήσει με κανέναν από τους ηθοποιούς, αν και η Τζολί τού έστειλε μια κασμιρένια κουβέρτα. Δεν έχει δει ακόμη την ταινία (απέρριψε την πρόσκληση για την πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας), αλλά σκοπεύει να την παρακολουθήσει όταν βγει στους κινηματογράφους. «Θα ήθελα να παρουσιαστεί με το πραγματικό της ταμπεραμέντο και την προσωπικότητά της», λέει ο Μετσάντρι για την Κάλλας. Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας στο Κόμο, το 1956, ο στρατηγός τον οποίο υπηρετούσε τον επέλεξε να γίνει σερβιτόρος και βοηθός της Μαρίας Μασκάνι, εγγονής του συνθέτη Πιέτρο Μασκάνι και φίλης της Κάλλας στο Μιλάνο. Αργότερα έλαβε ένα ανυπόγραφο τηλεγράφημα, που τον καλούσε σε μια μυστηριώδη διεύθυνση στην πόλη. Οταν εμφανίστηκε, ανακάλυψε ότι επρόκειτο για το σπίτι της Κάλλας και του Τζιοβάνι Μπατίστα Μενεγκίνι, του πλούσιου επιχειρηματία, που ήταν σύζυγός της από το 1949 έως το 1959. Η τραγουδίστρια του πρόσφερε αμέσως δουλειά. Ο Μετσάντρι, ο οποίος είδε για πρώτη φορά την Κάλλας σε μια παραγωγή της «Τραβιάτα» στη Σκάλα το 1956, αφού η Μασκάνι τού έδωσε ένα εισιτήριο, είχε ακούσει τους καλεσμένους της κυρίας του εκείνη την εποχή να συζητούν για τον φλογερό χαρακτήρα της. «Αν ήξερα ότι ήταν η Κάλλας και ο Μενεγκίνι, δεν θα πήγαινα», παραδέχεται. Ωστόσο, έπειτα από επιμονή της Κάλλας, αποδέχτηκε την προσφορά της για δουλειά, γεγονός που σηματοδότησε την αρχή μιας νέας, λαμπερής ζωής. Τα χρόνια που ακολούθησαν, ο Μετσάντρι συνόδευσε την τραγουδίστρια στις παγκόσμιες περιοδείες της. Ηταν δίπλα σε διασημότητες όπως η Ελίζαμπεθ Τέιλορ και ο Ρίτσαρντ Μπάρτον στο «Christina O», το γιοτ που ανήκε στον Αριστοτέλη Ωνάση, τον Ελληνα εφοπλιστή για τον οποίο η Κάλλας χώρισε τον Μενεγκίνι, και σέρβιρε τη Σοφία Λόρεν και τον πρίγκιπα της Γιουγκοσλαβίας στο σπίτι της Κάλλας στο Παρίσι, ένα ευρύχωρο διαμέρισμα στον δεύτερο όροφο ενός αρ νουβό κτιρίου στην Avenue Georges Mandel, όπου έμενε και η Κατρίν Ντενέβ.
Ο Μετσάντρι απορρίπτει την άποψη ότι η Κάλλας ήταν μια οξύθυμη ντίβα, αδίστακτη στις αποδοκιμασίες των αντιπάλων της. «Ηταν μια εξαιρετική γυναίκα, μια πραγματική σινιόρα», λέει. «Μου δίδαξε σεβασμό, ειλικρίνεια και όλα τα υπόλοιπα. Εμαθα πολλά πράγματα από αυτήν». Στο Παρίσι, όπου η Κάλλας ζούσε με τον Μετσάντρι, τη Λούπολι και την Ελενα Ποτσάν (τη μαγείρισσά της, η οποία δεν εμφανίζεται στην ταινία), η τραγουδίστρια είχε μια ζωή σχετικά κανονική, χαιρετώντας τους περαστικούς που τη θαύμαζαν καθώς περπατούσε στα Ηλύσια Πεδία συνοδευόμενη από τα δύο αγαπημένα της κανίς (πάντα παρόντα στην ταινία) και φιλοξενώντας συχνά τον Ωνάση, ακόμα και μετά τον γάμο του με την Τζάκι Κένεντι, τη χήρα του προέδρου των ΗΠΑ, Τζον Φ. Κένεντι.
Υπάρχει μια υπόνοια στην εκδοχή της ιστορίας του Λαρέν ότι ο θάνατος της Κάλλας προήλθε από ακατάσχετη λήψη φαρμάκων (κρύβει χάπια στις τσέπες των σακακιών της μόνο και μόνο για να τα αφαιρέσει το προσωπικό της), αφήνοντας τον θεατή να αποφασίσει αν πέθανε από αυτοκτονία. Ο Μετσάντρι αρνείται να το σχολιάσει αυτό, αλλά παρέχει ενδείξεις για το αίσθημα απομόνωσής της. «Συχνά, όταν ένιωθε μοναξιά, προτιμούσε να είναι με παρέα. Ερχόταν στην κουζίνα και έτρωγε μαζί μας», λέει, προσθέτοντας ότι μερικά από τα αγαπημένα της γεύματα ήταν φιλέτα κοτόπουλου, ριζότο, ψάρια και πιάτα ζυμαρικών. «Ήμασταν η οικογένειά της».
Η ταινία παρουσιάζει την Κάλλας ως μια γυναίκα που προσπαθεί απεγνωσμένα να ξαναβρεί τον εαυτό της μέσα από τη φωνή της και απρόθυμα πείθεται από έναν οξυδερκή πιανίστα να ξεσκονίσει τις παρτιτούρες της. Στην πραγματικότητα, λέει ο Μετσάντρι, γνώρισε κάτι σαν φωνητική αναγέννηση προς το τέλος της ζωής της, καλώντας τη φίλη της, την Ελληνίδα πιανίστα Βάσω Δεβετζή, να τη συνοδεύει κατά τη διάρκεια των προβών στο σπίτι της, ενώ τη στιγμή του θανάτου της συζητούσε μια πιθανή επιστροφή στη σκηνή με την «Τραβιάτα» του Ουκρανού ιμπρεσάριου Σάντερ Γκορλίνσκι.
Ο Μετσάντρι λάτρευε να την ακούει να εξασκείται. «Έλεγε: “Φερούτσιο, αύριο θέλω να μελετήσω. Οταν σηκωθείς, φέρε μου τον καφέ μου και μετά δεν θέλω να ακούσω ούτε έναν ήχο: ούτε τηλέφωνο ούτε διαφωνίες ούτε λόγια ούτε γκρίνια. Απόλυτη σιωπή, γιατί πρέπει να μελετήσω”». Εκανε ό,τι του έλεγε, έφευγε και μετά επέστρεφε κρυφά. «Προσποιήθηκα ότι ξέχασα ένα πανί στον προθάλαμό της... και μπήκα για να την ακούσω να τραγουδάει. Αλλά τα δύο σκυλάκια της ήταν πάντα μαζί της. Οταν άκουσαν ότι πλησιάζω, κινήθηκαν και γρύλλισαν και εκείνη (η Κάλλας) κατάλαβε ότι κάτι συνέβαινε. Ανοιξε την πόρτα και είπε: “Τι κάνεις εκεί;”. Απάντησα: “Τίποτα, κυρία. Ξέχασα αυτό και ήρθα να το πάρω”. Είπε: “Φύγε αμέσως. Μη στέκεσαι εκεί και μη λες ψέματα. Με άκουγες να τραγουδάω. Πήγαινε!”».
Ο Μετσάντρι που βλέπουμε στην οθόνη αρπάζει από τον λαιμό έναν δημοσιογράφο ο οποίος καταγράφει κρυφά την ιδιωτική πρόβα της Κάλλας και απειλεί να γράψει ένα υποτιμητικό άρθρο. Στην πραγματική ζωή, επίσης, ο μπάτλερ την υπερασπίστηκε από τα γαλλικά μέσα ενημέρωσης. «Τους έλεγα: “Αφήστε την ήσυχη, σταματήστε να την ενοχλείτε. Είναι ένας άνθρωπος, όπως κι εμείς”». Ήταν ο κόσμος κακός με την Κάλλας; «Δεν μπορούσε να κάνει ούτε ένα βήμα χωρίς να γράψουν κάτι οι εφημερίδες. Πολύ συχνά υπερέβαλλαν». Κατά τη διάρκεια μιας βόλτας στο Παρίσι, αφηγείται ο Μετσάντρι στη βιογραφία του Κίνι, η Κάλλας αγόρασε ένα παγωτό και τον έπιασε από το χέρι. «Απλώς σκέψου, Φερούτσιο, αν υπήρχε ένας φωτογράφος, θα έλεγε ότι η Κάλλας κάνει βόλτα στα Ηλύσια Πεδία με έναν νέο εραστή», είπε η τραγουδίστρια. «Για μένα θα ήταν τιμή, αλλά για εσάς δεν θα ήταν, γιατί ξέρουν ότι είμαι ο οδηγός και μπάτλερ σας», απάντησε.
Ένα πρωί, ο Μετσάντρι πήγε να πάρει τις εφημερίδες της ημέρας και παρατήρησε ότι υπήρχε μια ιστορία στην οποία αναφερόταν ψευδώς ότι η Κάλλας είχε εισαχθεί στο Αμερικανικό Νοσοκομείο του Παρισιού καθώς είχε πάρει πολλά υπνωτικά χάπια. Η φήμη, λέει, αναφέρθηκε από έναν δημοσιογράφο που κρυφάκουγε σε ένα πάρτι από το οποίο η Κάλλας είχε αποχωρήσει λέγοντας ότι δεν είχε κοιμηθεί το προηγούμενο βράδυ. Δείχνοντας την προστατευτική του πλευρά, ο Μετσάντρι ανέφερε στην Κάλλας ότι δεν υπήρχαν εφημερίδες προς πώληση λόγω απεργίας. Λίγα λεπτά αργότερα, ένας φίλος τηλεφώνησε στην Κάλλας αφού διάβασε το άρθρο. «Μου έριξε μια γερή κατσάδα», λέει για την κυρία του. «Θύμωσα και της είπα: “Σινιόρα, αντί να αφήνετε αυτά τα πράγματα να ξεφεύγουν, προσέχετε τι λέτε”».
Ο Μετσάντρι αναγνωρίζει ότι ο γάμος του Ωνάση με την Κένεντι το 1968 και ο θάνατός του επτά χρόνια αργότερα έπληξαν σκληρά την Κάλλας. Εμαθε για το πρώτο όταν ένας δημοσιογράφος της τηλεφώνησε για να σχολιάσει. Ο Μετσάντρι θυμάται ότι, το επόμενο πρωί, ο Ωνάσης τηλεφώνησε στην Κάλλας ζητώντας της να πάρει μια πτήση για να μπορέσει να παραστεί στον γάμο. «Η σινιόρα είπε: “Όχι, δεν θα έρθω στην Ελλάδα. Είσαι μόνος σου”». Η ταινία υπαινίσσεται ότι η Κάλλας υπέστη αποβολές και ότι ο Ωνάσης την ανάγκασε να κάνει έκτρωση. Ο Μετσάντρι αναφέρει στο βιβλίο του Κίνι ότι η σοπράνο γέννησε ένα παιδί που συνελήφθη με τον Ωνάση, τον Όμηρο, ο οποίος πέθανε λίγες ώρες μετά τη γέννησή του (άλλοι βιογράφοι της Κάλλας λένε ότι, ενώ το παιδί αυτό υπήρξε, δεν ήταν γιος της Κάλλας). Κατά τη διάρκεια της συνέντευξής μας, ωστόσο, παρακάμπτει με εκνευρισμό τις ερωτήσεις σχετικά με την υποτιθέμενη έκτρωση. Πιστεύει ότι ο Ωνάσης ήταν καλός για την Κάλλας; «Είδα ότι ήταν ευτυχισμένοι μαζί».
Ο θάνατος της Κάλλας ήταν, επιμένει ο Μετσάντρι, απροσδόκητος, δεδομένου ότι εκείνη την ημέρα είχε κλείσει ραντεβού για κομμωτήριο. Όταν της έφερε το πρωινό της, εκείνη ακουμπούσε στον τοίχο, συνοδευόμενη από τη Λούπολι. «Εβαλε το χέρι της στον ώμο μου. Ετρεμα», θυμάται ο Μετσάντρι. Συνοδεύοντάς τη στην κρεβατοκάμαρά της, όπου την ξάπλωσε στο κρεβάτι της, η Κάλλας τον επέπληξε για μία από τις απειλές του να φύγει. «Δεν θα πας ποτέ στο σπίτι σου, γιατί το σπίτι σου είναι εδώ», είπε. «Πήγαινε στο μπάνιο και κοίταξε τον νιπτήρα». «Μου έλεγε ότι τα γράμματα Κ και Φ ήταν γραμμένα στις βρύσες: Κάλλας και Φερούτσιο. Εκείνη τη στιγμή μπήκε ο γιατρός και δεν πρόλαβα να πάρω τον δίσκο πριν πέσει το χέρι της. Είχε πεθάνει».
Μετά τον θάνατο της Κάλλας, ο Μετσάντρι εργάστηκε για τη Χριστίνα Ωνάση, την κόρη του Αριστοτέλη, και τον Γερμανό ηθοποιό Φρίντριχ Μπένφερ. Επέστρεψε στη Βιλανόβα σουλ’ Αρντα μετά τον θάνατο του ηθοποιού, το 1996. «Είμαι περήφανος που δούλεψα γι’ αυτήν», λέει ο Μετσάντρι για την Κάλλας. «Δεν υπήρχε κανείς σαν αυτήν και θα το θυμάμαι μέχρι ο Θεός να με αναπαύσει εν ειρήνη».
ΠΗΓΗ: Times Media Ltd / News Licensing