avatar

Πρώτο Πρωινό
Αλέξανδρος Κλώσσας

Bill Gates: O Tραμπ, ο Mασκ και η νευροδιαφορετικότητά μου

Τι συνέβη όταν συνάντησε τον Τραμπ τον περασμένο μήνα

Στο σχολείο ήταν ως επί το πλείστον ένας κακός μαθητής - Πώς λοιπόν ο "περίεργος" έφηβος Bill Gates έγινε ιδρυτής της microsoft και δισεκατομμυριούχος στα 31 του

bill-gates1
Οταν πέθανε ο Κεντ, δεν ήξερα με ποιον θα έκανα παρέα μετά», μου λέει ο Μπιλ Γκέιτς. «Ηταν ο καλύτερός μου φίλος. Περνούσαμε ώρες γράφοντας κώδικα και σκεφτόμασταν αν θέλαμε να γίνουμε πρεσβευτές, στρατηγοί ή επιστήμονες. Συνηθίζαμε να διαβάζουμε τις βιογραφίες διάσημων ανδρών και μετέπειτα διευθυνόντων συμβούλων και να αναρωτιόμαστε πώς θα ήταν να έχει κάποιος 15 εκατομμύρια δολάρια και αν θα χωρούσαν τόσο πολλά χαρτονομίσματα σε ένα αυτοκίνητο. Διαβάζαμε το περιοδικό “Fortune”, για να μάθουμε πώς θα γίνουμε επιτυχημένοι επιχειρηματίες. Με βοήθησε να εστιάσω εκεί όπου έπρεπε. Και μετά ξαφνικά χάθηκε. Σκεφτόμουν ότι πλέον είμαι μόνος μου και αυτό μου ήταν πολύ δύσκολο.

Δεν σκεφτόμουν ότι έπρεπε να ζήσω και για τους δυο μας, αλλά το γιατί εγώ έπρεπε να προχωρήσω μόνος μου». Τα δύο σπασικλάκια, τα πιο αδέξια παιδιά του σχολείου, ο ψηλός Κεντ με τον χαρτοφύλακά του και ο αδύνατος Μπιλ με την τσιριχτή φωνή, είχαν δημιουργήσει έναν ισχυρό δεσμό. «Ο Κεντ Εβανς είχε πάει για ορειβασία το Σαββατοκύριακο και υποσχέθηκε να μου τηλεφωνήσει όταν θα επέστρεφε. Ακόμη θυμάμαι τον αριθμό του απέξω και τη στιγμή που ο διευθυντής μού τηλεφώνησε για να μου πει ότι πέθανε. Είπε ότι είχε ένα ατύχημα. Ο Κεντ έπεσε. Μια ομάδα έρευνας και διάσωσης τον βρήκε και τον μετέφερε με ελικόπτερο σε νοσοκομείο.

Περίμενα να μου πουν πότε θα μπορούσα να τον επισκεφτώ. “Δυστυχώς, Μπιλ, δεν τα κατάφερε. Ο Κεντ πέθανε χθες το βράδυ”, μου είπαν. Δεν θυμάμαι να κλείνω το τηλέφωνο». Στην κηδεία, ο 16χρονος Γκέιτς, γνωστός ως Τρέι στην οικογένειά του (ο πατέρας του ήταν ο Μπιλ Γκέιτς ο Δεύτερος), κάθισε στα σκαλιά του παρεκκλησίου του σχολείου και έκλαιγε, χωρίς να μπορεί να μιλήσει. Η φωνή του σβήνει και πάλι. Περιπλανιόμαστε στο παλιό λύκειο του Γκέιτς, το Lakeside (που σημαίνει κυριολεκτικά δίπλα στη λίμνη), στη γενέτειρά του, το Σιάτλ. «Παρά το όνομα, το σχολείο δεν βρισκόταν κοντά σε καμία λίμνη», λέει ο Γκέιτς.

Μαθητής κατά τη δεκαετία του ’70, μου δείχνει πού κάπνισε το πρώτο του τσιγάρο, πού μέθυσε για πρώτη φορά με ουίσκι («Δεν το έχω αγγίξει από τότε») και πού κάπνισε τον πρώτο του μπάφο. Φτάσαμε σε ένα μέρος που η μικρότερη κόρη του αποκαλεί «ιερό», ένα δωμάτιο με ένα αρχαίο τερματικό, συνδεδεμένο σε έναν παμπάλαιο υπολογιστή, και το γραφείο όπου ο Γκέιτς περνούσε ώρες γράφοντας κώδικα με τον Κεντ και έναν μεγαλύτερο συμμαθητή τους, τον Πολ Αλεν, ο οποίος είχε φαβορίτες και του άρεσε ο Τζίμι Χέντριξ. «Υπάρχει μια φωτογραφία μου, όπου προσπαθώ να δείχνω cool, αλλά ποτέ δεν ήμουν cool», λέει, φορώντας τη στολή του με το γκρι παντελόνι, το μπλε πουκάμισο και το πουλόβερ.

«Δυστυχώς, δεν υπάρχει φωτογραφία του Κεντ. Κανείς από εμάς δεν περίμενε ότι θα τα πήγαινα τόσο καλά - ούτε και εκείνος το περίμενε και είχε μεγάλα σχέδια για να γίνουμε διάσημοι. Θυμάμαι όταν βγήκε η πρώτη λίστα των πλουσίων του “Forbes”, εγώ μόλις εγκατέλειπα τις σπουδές μου στο Χάρβαρντ για να ξεκινήσω τη Microsoft, πιστεύοντας ότι ο Κεντ θα ενθουσιαζόταν με το εγχείρημα. Ηθελα να μπω σε αυτήν τη λίστα. Επτά χρόνια αργότερα βρέθηκα στην κορυφή». Μέχρι τα 31 του ήταν δισεκατομμυριούχος και στα 40 του η περιουσία του άγγιζε σχεδόν τα 100 δισεκατομμύρια δολάρια (σήμερα η καθαρή του αξία είναι λίγο πάνω από 100 δισεκατομμύρια δολάρια ή 82 δισεκατομμύρια λίρες).

bil_gates_2


«Θα γελούσαμε προσπαθώντας να τα χωρέσουμε όλα αυτά σε ένα αυτοκίνητο». «Δεν μου αρέσει να ανατρέχω πολύ πίσω στο παρελθόν - αλλά είχε πλάκα τότε». Ο Γκέιτς μόλις ολοκλήρωσε την αυτοβιογραφία των πρώτων χρόνων της ζωής του, το «Source Code», και βρίσκεται σε διάθεση στοχασμού, προσπαθώντας να εξηγήσει την εκπληκτική του καριέρα. «Φέτος γίνομαι 70, η Microsoft είναι 50 ετών και το Ιδρυμα Γκέιτς είναι 25 ετών, οπότε αποφάσισα να γράψω για αυτό το πρώτο κομμάτι της ζωής μου. Δεν μου αρέσει να ανατρέχω πολύ πίσω στο παρελθόν, γιατί το μέλλον είναι πιο σημαντικό -οι καινοτομίες στα εμβόλια, η Τεχνητή Νοημοσύνη, η διατροφή, η καθαρή ενέργεια-, αλλά τελικά έχει πλάκα».

Την τελευταία φορά που συναντηθήκαμε ήταν όταν η πανδημία τελείωνε και ο Γκέιτς υπέφερε από το σύνδρομο της άδειας (τεράστιας) φωλιάς. Ο επί 27 χρόνια γάμος του με τη Μελίντα Φρεντς είχε μόλις τελειώσει, τα τρία παιδιά του είχαν φύγει από το σπίτι για να σπουδάσουν και ο ίδιος τριγυρνούσε στην έπαυλή του στη λίμνη Ουάσινγκτον των περίπου 6.100 τετραγωνικών μέτρων, ένα σπίτι που είχε το παρατσούκλι «Xanadu 2.0», με 6 κουζίνες και 24 μπάνια, άμμο από την Καραϊβική και το χειρόγραφο του Λεονάρντο ντα Βίντσι στη βιβλιοθήκη, ζώντας με ντελίβερι.

Το Ιδρυμα «Μπιλ και Μελίντα Γκέιτς» σύντομα θα γινόταν μόνο του Μπιλ. Δεν είχαν πια την κοινή τους λέσχη βιβλίου, δεν διαλογίζονταν μαζί και δεν έκαναν βόλτες, με εκείνον να καθαρίζει τους ιστούς αράχνης από όπου περνούσε εκείνη. «Είμαι πιο χαρούμενος τώρα», λέει. Ως ένας από τους λίγους δισεκατομμυριούχους που κατάφεραν να έχουν μια φυσιολογική οικογενειακή ζωή, φαινόταν να τα έχει όλα. «Αυτό ήταν το λάθος για το οποίο μετανιώνω περισσότερο», παραδέχεται για τον διαλυμένο γάμο του. Το βιβλίο είναι παράδοξα συγκινητικό για το πώς ο πανέξυπνος, νευροδιαφορετικός προγραμματιστής έφτασε να ιδρύσει τη Microsoft μαζί με τον Πολ Αλεν και να ηγηθεί της τεχνολογικής έκρηξης, πριν αποφασίσει να σώσει τον κόσμο, δίνοντας περισσότερα από 59 δισεκατομμύρια δολάρια μέσω του ιδρύματός του για να βοηθήσει στην εξάλειψη της πολιομυελίτιδας, της ελονοσίας και του HIV, ζώντας σχεδόν αποκλειστικά με Diet Coke.

Είναι το συναρπαστικό πορτραίτο ενός περίπλοκου, δύσκολου παιδιού, που, αν γεννιόταν σήμερα, θα είχε διαγνωστεί με αυτισμό, εξηγεί. «Οι γονείς μου δεν είχαν οδηγούς ή εγχειρίδια που θα τους βοηθούσαν να καταλάβουν γιατί ο γιος τους είχε τόσο μεγάλη εμμονή με ορισμένα έργα, δεν ήταν κοινωνικός και γινόταν αγενής ή και ανάρμοστος, χωρίς να φαίνεται να παρατηρεί την επίδρασή του στους άλλους». Εξακολουθεί να κουνιέται μπρος-πίσω σαν μετρονόμος καθώς μιλάει, αλλά έχει αποδεχτεί τη διαφορετικότητά του. «Αυτό θα μπορούσε να βοηθήσει όσους μεγαλώνουν ένα παιδί που δεν εμπίπτει σε καμία νόρμα», λέει.

Ο Τόνι Μπλερ μού είχε πει κάποτε ότι οι εξαιρετικά επιτυχημένοι άνθρωποι, όπως ο Γκέιτς, έχουν συνήθως ένα τραυματικό γεγονός από την παιδική τους ηλικία που τους έχει σημαδέψει. «Αυτό είναι αλήθεια», λέει ο Γκέιτς. «Αλλά το μόνο αρνητικό πράγμα που μου συνέβη ήταν ο θάνατος του Κεντ, αφού η ανταγωνιστική μου φύση υπήρχε και πριν. Η παιδική μου ηλικία ήταν εύκολη - ήμουν τυχερός, αφού είχα δύο γονείς που με αγαπούσαν.

Εγώ ήμουν ο δύσκολος στην οικογένεια». Η άνετη παιδική του ηλικία στο Σιάτλ με τις δύο αδελφές του, την Κρίστι και τη Λίμπι, μοιάζει βγαλμένη από το αμερικανικό όνειρο. Φορούσαν ασορτί πιτζάμες τα Χριστούγεννα, πήγαιναν σε θεατρικές παραστάσεις και συναυλίες, έκαναν μαθήματα μουσικής και είχαν πάντα δύο σετ παζλ, ώστε να βλέπουν ποιος θα τελειώσει πρώτος. Οι άλλοι γίγαντες της Silicon Valley, ο Μπέζος, ο Ζούκερμπεργκ και ο Μασκ, είχαν, όπως λέει, πιο δύσκολη παιδική ηλικία. «Δεν ήμουν ορφανός, όπως ο Στιβ Τζομπς». Στο βιβλίο ο Γκέιτς είναι πιο ωμός: «Μεγαλώσαμε και γαλουχηθήκαμε για να μεγαλουργήσουμε».

Αλλά ο Γκέιτς πιστεύει ότι η υπερδύναμή του είναι η νευροδιαφορετικότητα και η ικανότητά του να υπερσυγκεντρώνεται -θυμάται ακόμα όλες τις πινακίδες των αυτοκινήτων των πρώτων του υπαλλήλων- σε συνδυασμό με μια τρελή ορμή και ενέργεια. «Χρειάζεται αντοχή. Ημουν επίσης αισιόδοξος, δεν απέφευγα το ρίσκο και η όρεξή μου για το “πάμε και όπου βγει” ήταν μεγάλη». Ακόμη του αρέσει το τρενάκι του τρόμου, όσο και η δημιουργία μιας νέας εταιρείας.

Γυναικία πρότυπα 

Για τον Γκέιτς, όλα ξεκίνησαν από την τράπουλα. «Η γιαγιά μου, από την πλευρά της μητέρας μου, ήταν πολύ κοντά μας. Μας πήγαινε στη βιβλιοθήκη και έπαιζε μαζί μας άπειρα παιχνίδια με την τράπουλα, όπως το τζιν ράμι και οι κούπες, και πάντα έπαιζε για να κερδίζει.

Τα χαρτιά απαιτούν ικανότητα και τύχη - είναι αδύνατο να κερδίζεις συνέχεια. Αλλά, όταν έγινα ελαφρώς καλύτερος από αυτήν, ήταν ένα εκπληκτικό συναίσθημα και κάπως έτσι έμαθα πώς να ξεπερνάω τους αντιπάλους μου». Ηταν έξι ετών. Η μητέρα του, ωστόσο, ήταν η πραγματική κινητήρια δύναμη και σαφώς ένα πρότυπο μητέρας-τίγρη. «Η μητέρα μου ήταν το κεντρικό πρόσωπο στη ζωή μου. Ο πατέρας μου, που ήταν δικηγόρος, έφευγε πολύ νωρίς από το σπίτι και γυρνούσε αργά το βράδυ για φαγητό. Μας μάθαινε πώς να είμαστε πάντα οι καλύτεροι, να προσφέρουμε και να δουλεύουμε πολύ σκληρά. Αλλά η ιδέα του να ντύνεσαι σωστά, να έχεις καλούς τρόπους και “να ντρέπεσαι αν δεν τα πηγαίνεις καλά” ήταν της μητέρας μου.

Οι προσδοκίες της ήταν πολύ υψηλές». Ακόμα και για τον σκύλο τους, όπως φαίνεται. Ολα τα ρολόγια έτρεχαν στους ρυθμούς της μαμάς, πάντα οκτώ λεπτά νωρίτερα, και υπήρχε ενδοεπικοινωνία στην κουζίνα, ώστε να μπορεί να τους καλεί όταν τα γεύματα ήταν έτοιμα και να τους υπενθυμίζει να στρώνουν τα κρεβάτια τους. Αλλά το δωμάτιο του Γκέιτς ήταν πάντα ακατάστατο. Αρνιόταν συχνά να βάλει το παλτό του, έπαιρνε Β και Γ στο Γυμνάσιο και ήταν ο κλόουν της τάξης. «Υπήρχε περίοδος που νόμιζαν ότι είμαι καθυστερημένος», λέει. «Υπήρχαν στιγμές που έλεγαν: “Μαζέψτε πια αυτό το παιδί”.

Είχα μια νευρική ενέργεια, έτρεμα ολόκληρος. Ημουν ανοργάνωτος». Ο νεαρός Γκέιτς κρυβόταν στη βιβλιοθήκη ή στο δωμάτιό του. «Υπήρχαν στιγμές που ως παιδί σκεφτόμουν: “Θα αποτύχω τελείως μόνο και μόνο για να τσιτώνω τη μητέρα μου”. Αλλά μετά σκεφτόμουν: “Θα τα πάω τόσο καλά, που θα αναγκαστεί να παραδεχτεί ότι ξεπέρασα τον πήχη της”. Ακόμα και όταν αποφάσισαν να μαζέψουν χρήματα και να με γράψουν στο (ιδιωτικό σχολείο) Lakeside, σκέφτηκα μήπως θα έπρεπε να αποτύχω στις εισαγωγικές εξετάσεις, καθώς είχα ακούσει ότι τα παιδιά έπρεπε να διαβάζουν πάρα πολύ. Αλλά πήγα και ήταν τεράστια τύχη για μένα που είχα αυτή την ευκαιρία.

Δεν ιδρύεις μια εταιρεία σαν τη Microsoft και δεν γίνεται να βρίσκεσαι στην κορυφή του κόσμου, αν δεν συγκλίνουν απίστευτα πολλά πράγματα


Υπήρχαν 15 παιδιά σε μια τάξη σε σύγκριση με 30 στα δημόσια σχολεία, αλλά είχα το 20% της προσοχής του δασκάλου, γιατί ήμουν πολύ απαιτητικός». Το μικρό, κοκκαλιάρικο αγόρι με τα ξανθά μαλλιά δυσκολευόταν να ενσωματωθεί στο σύνολο. «Αυτή η ιδέα ότι ήμουν διαφορετικός εγώ δεν την καταλάβαινα, αλλά φαινόταν κατά καιρούς. Εξακολουθούσα να χαζολογάω δεξιά κι αριστερά, αλλά, όταν έπρεπε να γράψω μια έκθεση για μια πολιτεία, παρέδωσα 200 σελίδες για το Ντέλαγουερ, ενώ τα άλλα παιδιά έγραψαν λιγότερες από 10. Ηξερα ότι μπορούσα να συγκεντρωθώ σε ένα θέμα όταν είχα την περιέργεια να το διερευνήσω. Αλλά αυτό με έκανε να φαίνομαι παράξενος. Οι κοινωνικές μου δεξιότητες άργησαν να αναπτυχθούν». Οι γονείς του έκαναν ό,τι μπορούσαν.

Η μητέρα του ενθάρρυνε τον μη αθλητικό γιο της να εγγραφεί σε μαθήματα τένις, σκι, ποδοσφαίρου, ακόμα και στους προσκόπους. «Κέρδιζα μόνο στον αγώνα με τα βαρέλια. Είχαμε πάντα πολλούς ενήλικους καλεσμένους και η μητέρα μου με πίεζε να σερβίρω ορεκτικά και καφέ και να συζητάμε». Ο νεαρός Γκέιτς γινόταν όλο και πιο εριστικός και απομονωνόταν. «Στα μάτια τους ήμουν δύσκολος και καθόλου επικοινωνιακός, αλλά αυτό αποδείχτηκε καλό, καθώς με πήγαν σε ψυχολόγο, ο οποίος με βοήθησε να εστιάσω από το να μάχομαι τους γονείς μου στο να μάχομαι τον κόσμο». Εκείνη την εποχή ο Γκέιτς γνωρίζει τον Κεντ, βγαίνει πρώτος στους περιφερειακούς αγώνες Μαθηματικών και στο σχολείο φέρνουν έναν υπολογιστή. «Από κλόουν και το παιδί που δεν έδινε δεκάρα για τίποτα, έγινα εκείνος που πραγματικά νοιαζόταν, όταν όλοι με θεωρούσαν σκουπίδι. Συνειδητοποίησα ότι με έβαζαν να συνεργάζομαι με παιδιά που στα μάτια μου δεν ήταν έξυπνα και σκεφτόμουν ότι νόμιζαν πως είμαι χαζός», λέει αυτός με τη μηδενική ανοχή στη βλακεία. «Ετσι, στην Γ’ Γυμνασίου (στα 14-15) αποφάσισα να γίνω ο καλύτερος μαθητής του σχολείου.

Ο Κεντ βοήθησε σε αυτό. Είχε καλούς βαθμούς σε όλα τα μαθήματα και ήταν επιμελής. Αγόρασα δύο σετ βιβλίων, ένα για το σπίτι, ώστε κανείς να μην καταλάβει ότι διάβαζα στο δωμάτιό μου». Και οι δύο γονείς του είχαν πεθάνει, αλλά ο ίδιος νιώθει τώρα ενσυναίσθηση και ευγνωμοσύνη για την υπομονή τους με ένα παιδί που ήταν σαφώς δύσκολο. «Η μητέρα μου δεν χρησιμοποιούσε ποτέ τη λέξη “προπέτης” χωρίς τη λέξη “κακομαθημένος” όταν γινόμουν αρκούντως ενοχλητικός. Νόμιζα ότι ήταν προσβολή, μέχρι που με αποκάλεσε έτσι ο μέντοράς μου στο Χάρβαρντ. Ο μπαμπάς μου κάποτε με περιέλουσε με νερό. Σε όλη την παιδική μου ηλικία είχε θυμώσει μόνο τρεις φορές, αλλά, όταν γινόταν, ήταν τρομακτικό. Συνειδητοποίησα ότι είχα ξεπεράσει τα όρια».

Αν κάποιος καταφέρει να ενθουσιάσει τον πρόεδρο Τραμπ για τα σωστά πράγματα, αυτό θα είναι έργο του Θεού

Στη δεκαετία του ’70, κανείς δεν καταλάβαινε την έννοια της νευροδιαφορετικότητας. «Αν ποτέ εφεύρουν ένα χάπι με το οποίο θα βελτιώνονται οι κοινωνικές δεξιότητες, καθώς και η δυνατότητα συγκέντρωσης, εγώ δεν θα το πάρω. Ισως ξεχνάω πόσο επώδυνο ήταν, αλλά χρειαζόμουν αυτήν τη νευροδιαφορετικότητα για να γράψω κώδικα. Μπορούσα να κάνω όλους τους υπολογισμούς στο κεφάλι μου. Αυτό απαιτεί μεγάλη συγκέντρωση. Εγραψα τον πρώτο μου κώδικα ως νεαρός έφηβος κατά τη διάρκεια μιας πεζοπορίας στα χιόνια, όταν ήμουν κουρασμένος και βρεγμένος έως το κόκκαλο, και τον χρησιμοποίησα αργότερα για τη Microsoft».

bill_gates_3

Σύντομα ο Γκέιτς δίδασκε στους συμμαθητές του πληροφορική, ενώ παράλληλα πληρωνόταν για να βρει έναν τρόπο να μηχανογραφήσει το ωρολόγιο πρόγραμμα του σχολείου. «Ηταν απλώς ένα μικρό παιδί που είχε αντιληφθεί τη σημασία αυτής της μηχανής. Ηταν επίσης σπουδαίος στα τυχερά παιχνίδια και τρομερός χάκερ. Αλλά χωρίς αυτόν τον υπολογιστή, θα μπορούσε να είχε ξεφύγει από την πορεία του», είπε ο παλιός του καθηγητής Μαθηματικών Φρέντερικ Ράιτ.

Η εποχή του Χάρβαρντ 

Το Χάρβαρντ ήταν το προφανές επόμενο βήμα. «Πήρα τα διπλάσια μαθήματα από όλους τους άλλους - παραλίγο να αυτοκτονήσω. Ακόμα και το μάθημα ελληνικών ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρον». Αλλά για πρώτη φορά συνειδητοποίησε ότι δεν επρόκειτο να γίνει ο καλύτερος μαθηματικός, όσο σκληρά και αν προσπαθούσε.

Ολα τα παιδιά στην τάξη των προχωρημένων Μαθηματικών ήταν τα καλύτερα στο σχολείο τους. «Η φάση ήταν “Ωχ, γαμώτο, υπάρχουν και καλύτεροι από μένα στα Μαθηματικά”». Θα προτιμούσε να κερδίσει ένα βραβείο Νόμπελ αντί να γίνει δισεκατομμυριούχος; «Δεν υπάρχει βραβείο Νόμπελ στα Μαθηματικά και αυτό είναι το ενδιαφέρον, γιατί η γυναίκα του ίδιου του Νόμπελ είχε σχέση με μαθηματικό», λέει. «Οι φίλοι μου έλεγαν: “Είσαι τυχερός (πάλι αυτή η λέξη), γιατί είσαι ο καλύτερος στην πληροφορική”.

Αλλά για πολύ καιρό έλεγα: “Παραείναι εύκολο”». Λίγες μέρες μετά, ο Γκέιτς είχε αφοσιωθεί πλήρως στην πληροφορική, αφιερώνοντας 674 ώρες έναν Μάρτιο και ξεχνώντας να αλλάξει ακόμα και σεντόνια στο κρεβάτι του. Ο Χάρι Λιούις, ένας καθηγητής του στο Χάρβαρντ, που του δίδαξε Εφαρμοσμένα Μαθηματικά, μου περιγράφει: «Ηταν πιο ώριμος από τους άλλους μαθητές και πρόθυμος να αμφισβητήσει τις θεωρίες ενηλίκων. Την πρώτη ημέρα τούς έδειξα το πρόβλημα της τηγανίτας (ένα μαθηματικό ερώτημα ταξινόμησης, που αφορούσε τηγανίτες διαφορετικού μεγέθους) και δύο ημέρες αργότερα επέστρεψε για να μου δείξει ότι μπορούσε να το κάνει καλύτερα. Πάντα του άρεσαν οι προκλήσεις.

Δεν εξεπλάγην όταν εγκατέλειψε τη σχολή. Απλά ευχόμουν να είχα επενδύσει σε αυτόν». Ο Γκέιτς χαμογελά. Αυτή ήταν μια άλλη διαφορά μεταξύ του Γκέιτς και των άλλων τιτάνων της Silicon Valley, της Google, του Facebook και της Apple: ήταν προγραμματιστής. «Ο Στιβ (Τζομπς) με τα μακριά, μαύρα μαλλιά του ήταν επίσης μια ιδιοφυΐα, αλλά είχαμε πολύ λίγα κοινά. Η διορατικότητα, το να παραπλανούμε τους άλλους ώστε να δουλεύουν πολλές ώρες και η φιλοδοξία ήταν οι κοινοί μας παρονομαστές. Ωστόσο, αν του έδειχνες το τμήμα ενός κώδικα, δεν καταλάβαινε τίποτα, ενώ εμένα, αν με ρωτούσες περί αισθητικής υπολογιστών, δεν είχα ιδέα. Ο Στιβ είχε πει κάποτε: “Αν ο Μπιλ είχε πάρει περισσότερο LSD, οι υπολογιστές του θα ήταν πολύ πιο εύχρηστοι και ελκυστικοί”, και εγώ λέω: “Πήρα LSD, αλλά δεν με ενέπνευσε να σχεδιάζω υπολογιστές”. Εγώ είμαι μηχανικός υπολογιστών, εκείνος ήταν σχεδιαστής, αλλά ήταν ένα τόσο μοναδικό άτομο όσον αφορά τις ικανότητές του». Τι γίνεται με τον συνεργάτη του, Πολ Αλεν, ο οποίος σκέφτηκε αρχικά το όνομα Micro-soft με παύλα, όταν ήταν 23 ετών και ο Μπιλ μόλις 20, για το λογισμικό που δημιούργησαν για τους πρώτους οικιακούς υπολογιστές; «Ηταν στοχαστής. Η νοημοσύνη του ήταν διαφορετική. Αν κάποιος έβαζε κάτι στον πίνακα, συνήθως ήξερα αν ήταν λάθος. Ο Πολ δεν ήταν έτσι - διάβαζε και σκεφτόταν. Ηταν εγκεφαλικός, αλλά ψυχρός. Ενδιαφερόταν για το ροκ εντ ρολ, έπαιζε κιθάρα. Υπήρχε πάντα ένταση μεταξύ μας. Δούλευε λιγότερο - τον έπαιρνα τηλέφωνο το πρωί και του έλεγα: “Ει, γιατί δεν είσαι εδώ;” και έπρεπε να του κάνω εγώ τις φορολογικές δηλώσεις». Ο Γκέιτς δεν αισθάνεται ένοχος που επέμενε στην κατοχή του πλειοψηφικού πακέτου των μετοχών της εταιρείας όταν την ίδρυσαν για πρώτη φορά. «Οχι ακριβώς. Δούλεψα πάρα πολύ σκληρά».

Αλλά επανέρχεται συνεχώς στη λέξη «τύχη». «Δεν ιδρύεις μια εταιρεία σαν τη Microsoft και δεν γίνεται να βρίσκεσαι στην κορυφή του κόσμου, αν δεν συγκλίνουν απίστευτα πολλά πράγματα: η χρονιά που γεννήθηκα, η προσωπικότητα των γονιών μου, το να είμαι ένας λευκός άνδρας στις Ηνωμένες Πολιτείες, το να έχω μια γιαγιά που να θέλει να με κάνει ανταγωνιστικό, οι δάσκαλοι που έλεγαν: “Το παιδί σου είναι παράξενο, αλλά έξυπνο”. Ο γάμος μου με τη Μελίντα με κράτησε προσγειωμένο».

Οι γονείς του έζησαν ευτυχισμένοι μαζί για 45 χρόνια. Μήπως ήθελε να αντιγράψει τον γάμο τους και την παιδική του ηλικία για τη δική του οικογένεια; «Απολύτως. Ενθάρρυνα τη Μελίντα να είναι λίγο πιο ήρεμη από ό,τι η μητέρα μου, αλλά είχαμε και οι δύο έντονες προσωπικότητες. Περνούσα περισσότερο χρόνο με τα παιδιά από ό,τι ο πατέρας μου, αλλά η αναλογία εξακολουθούσε να είναι 10:1, με τη Μελίντα να κάνει τα περισσότερα πράγματα για τα παιδιά. Περάσαμε υπέροχα». Πάντα φαινόταν ότι ταίριαζαν μεταξύ τους. Εκείνη τον πείραζε όταν φαινόταν απόμακρος και αφηρημένος και τον έβαζε να στρώσει το τραπέζι και να βοηθήσει με τα μαθήματα. Είπε ότι αισθάνεται τυχερός στη ζωή και στον έρωτα. «Υπάρχει μια θαυμαστότητα στο να περνάς ολόκληρη την ενήλικη ζωή σου με ένα άτομο, λόγω των αναμνήσεων και του βάθους των πραγμάτων που έχετε κάνει και έχοντας παιδιά.

Οταν γνωριστήκαμε με τη Μελίντα, ήμουν αρκετά επιτυχημένος, αλλά όχι υπερβολικά επιτυχημένος - αυτό συνέβη κατά τη διάρκεια του χρόνου που ήμασταν μαζί. Ετσι, με είδε να περνάω πολλά. Οταν πήραμε διαζύγιο, ήταν δύσκολο, και μετά πήρε την απόφαση να εγκαταλείψει το ίδρυμα - απογοητεύτηκα που έκανε την επιλογή να φύγει». Ο Γκέιτς κατηγορήθηκε ότι είχε συναντήσει τον Τζέφρι Επστιν πριν πεθάνει, έναν άνθρωπο που η Μελίντα χαρακτήρισε ως τον «Σατανά προσωποποιημένο». Μέσα σε μία νύχτα μετατράπηκε από άγιος σε αμαρτωλός. Αλλά έχοντας πάρει συνέντευξη από τον Γκέιτς έξι φορές τα τελευταία χρόνια, είναι δύσκολο να μην τον συμπαθήσεις, καθώς σε βομβαρδίζει με ενθουσιασμό με αριθμούς και γραφήματα. Είναι ακριβής, ευγενικός και λογικός. Το μυαλό του στριφογυρίζει συνεχώς καθώς μουτζουρώνει σε ένα σημειωματάριο - αν και σπάνια σε κοιτάζει στα μάτια. Είναι το διαζύγιό του η μόνη αποτυχία στη ζωή του; «Θα πρέπει να μπει στην κορυφή της λίστας. Υπάρχουν και άλλες αποτυχίες, αλλά καμία δεν έχει σημασία όσο αυτή. Το θέμα του διαζυγίου ήταν μια πολύ δύσκολη διαδικασία για μένα και τη Μελίντα και κράτησε τουλάχιστον δύο χρόνια». Τώρα είναι με την Πόλα Χερντ, τη χήρα του πρώην επικεφαλής της Oracle, Μαρκ Χερντ. «Η Μελίντα και εγώ εξακολουθούμε να βλεπόμαστε - έχουμε τρία παιδιά και δύο εγγόνια, οπότε υπάρχουν οικογενειακές εκδηλώσεις. Τα παιδιά τα πάνε καλά. Εχουν καλές αξίες».

Θεμέλια ηθικής

Ο Γκέιτς μεγάλωσε σε μια οικογένεια με ισχυρή ηθική. Προτού η μητέρα του παντρευτεί τον πατέρα του, είχε γράψει στον Μπιλ Γκέιτς τον Πρεσβύτερο ότι ήθελε να δημιουργήσει μια οικογένεια με αξίες, όπου θα δινόταν έμφαση στην επιτυχία, αλλά όχι στο να πατά ποτέ κανείς επί πτωμάτων. Η γιαγιά του δεν έκλεψε ποτέ, ενσταλάζοντάς του τη σημασία της «δικαιοσύνης, της ακεραιότητας και... της ακεραιότητας». Ο Γκέιτς είναι από τους λίγους μεταξύ των δισεκατομμυριούχων που έχουν δώσει τόσο μεγάλο μέρος των εσόδων τους για φιλανθρωπικές δράσεις. «Ελπίζω ότι όλοι όσοι αποκτούν πάρα πολλά χρήματα θα θέλουν να δώσουν κάτι πίσω στην κοινωνία και δεν θα σκέφτονται μόνο πώς θα τα πολλαπλασιάσουν ή πώς θα ασκούν επιρροή.

Οι τέσσερις παππούδες μου ήταν βαθιά θρησκευόμενοι χριστιανοί επιστήμονες. Ο πατέρας μου δεν ήταν ιδιαίτερα θρησκευόμενος, αλλά πίστευε ότι έχεις ηθικό καθήκον να προσφέρεις στην κοινωνία. Η μητέρα μου πίστευε ακράδαντα στην κοινωνική προσφορά. Πήγα σε κατηχητικό σχολείο». Εξακολουθεί να προσπαθεί να τηρεί τα ιδανικά τους ακόμα και τώρα, που πλησιάζει τα 70. «Προσπαθώ να είμαι ηθικός - το να εξετάζω τον τρόπο με τον οποίο ένα σύστημα που καθοδηγείται από την αγορά επιτυγχάνει ή όχι ηθικούς στόχους είναι συναρπαστικό. Θυμάμαι ότι αναρωτιόμουν αν η ίδρυση της Microsoft θα με ικανοποιούσε το ίδιο με μια φιλανθρωπική δράση.

Ανησυχώντας ότι άλλοι φιλάνθρωποι είχαν ήδη επιλέξει τους πιο σημαντικούς στόχους. Τότε συνειδητοποίησα πόσο πολλά παιδιά πέθαιναν και πόσο λίγα γίνονταν γι’ αυτό και ότι θα μπορούσα να σώσω εκατοντάδες χιλιάδες ζωές αντιμετωπίζοντας ασθένειες».

Οταν πήρα συνέντευξη από τον Γκέιτς σχετικά με το έργο του στην Αιθιοπία πριν από οκτώ χρόνια, μου είπε ότι σχεδόν δεν κοιμόταν σκεπτόμενος τις πανδημίες. Το ανέφερα ελάχιστα στη συνέντευξη. Τότε χτύπησε η πανδημία του κορονοϊού και ήταν ένας από τους λίγους που ήταν καλά προετοιμασμένοι. Ωστόσο, έγινε το επίκεντρο εκστρατείας μίσους και αντιμετωπίστηκε ως παρίας όταν βοήθησε στη δημιουργία των εμβολίων που θα αντιμετώπιζαν τη νόσο COVID. «Ο Ρόμπερτ Κένεντι Τζούνιορ με αποκάλεσε παιδοκτόνο, που προσπαθεί να βγάλει δισεκατομμύρια δολάρια.

Πρέπει να διατηρείς την αίσθηση του χιούμορ. Ο κόσμος δεν είναι λογικός και πρέπει να δεχτείς ότι μπορεί να σε αντιμετωπίσουν ως αντίχριστο, επειδή προσπαθείς να βοηθήσεις», είπε, έχοντας ένα ύφος που μαρτυρούσε πως αισθανόταν ελαφρώς μπερδεμένος. «Αλλά τα εμβόλια ήταν η προφανής λύση. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας οι άνθρωποι ήρθαν και μου φώναζαν ότι τους παρακολουθούσα. Ελεγα: “Ουάου, υπάρχουν πραγματικά άνθρωποι αρκετά ηλίθιοι που το πιστεύουν αυτό”. Τώρα είναι αντιμέτωπος με μυριάδες συνωμοσίες που τον αφορούν και μόλις είδε την ορκωμοσία ενός προέδρου που όχι μόνο μπορεί να πιστεύει κάποιες από αυτές, αλλά έχει διορίσει τον Κένεντι ως υπουργό Υγείας.

bill-gates_1

Ο Γκέιτς υποστήριξε την Κάμαλα Χάρις για τον Λευκό Οίκο τον περασμένο Νοέμβριο και λέγεται ότι έδωσε 50 εκατομμύρια δολάρια για την πολιτική της καμπάνια. Ωστόσο, ο Ντόναλντ Τραμπ μόλις πριν από λίγες εβδομάδες έγραφε στο Truth Social ότι ο Γκέιτς θα ερχόταν να τον δει στο Μαρ-α-Λάγκο. Ο Γκέιτς δεν το αρνείται. «Ναι, στις 27 Δεκεμβρίου είχα ένα τρίωρο δείπνο με τον Τραμπ... Ηταν μια αρκετά ενδιαφέρουσα συζήτηση, όπου με άκουσε να μιλάω για τον HIV και την ανάγκη να παραμείνουμε γενναιόδωροι και να καινοτομήσουμε για να βρούμε θεραπεία.

Μίλησα πολύ για την πολιομυελίτιδα, την ενέργεια και τα πυρηνικά και δεν ήταν απορριπτικός». Υποψιάζομαι ότι ο Τραμπ μπορεί να σταμάτησε να τον προσέχει κάποια στιγμή, αλλά ήταν καθ’ όλα γοητευτικός. «Κατά κάποιον τρόπο αισθάνεται πιο άνετα και πιο δικαιωμένος από ποτέ άλλοτε στη ζωή του, οπότε έχει αυτοπεποίθηση» και όχι τσαμπουκά. Γιατί ο Γκέιτς αισθάνθηκε την ανάγκη να τον δει και να μιλήσει μαζί του; Με κοιτάζει σαν να είμαι χαζός. «Προφανώς γιατί είναι ο πιο ισχυρός άνθρωπος στον κόσμο αυτήν τη στιγμή και η απόφασή του σχετικά με το αν θα εξετάσει το ενδεχόμενο να αλλάξει τη χρηματοδότηση για τον HIV και μόνο θα έκανε το ταξίδι να αξίζει τον κόπο ή να ενθαρρύνει το Πακιστάν και το Αφγανιστάν να πάρουν στα σοβαρά την εξάλειψη της πολιομυελίτιδας». Οι δύο άνδρες συγκρούστηκαν επανειλημμένα για τους εμβολιασμούς κατά τη διάρκεια της πανδημίας. «Μπορεί να συμβάλει στην προώθηση της καινοτομίας, για την οποία ενδιαφέρομαι πολύ, ή μπορεί να την τερματίσει - έχει πολλές δυνατότητες να με βοηθήσει. Δεν ήξερα αν θα φτάναμε σε τέτοιο επίπεδο... Αλλά ήταν αρκετά εποικοδομητικός ο διάλογος». Μήπως πείραξε τον Τραμπ το ότι ο Γκέιτς έδωσε χρήματα στους Δημοκρατικούς; Πρέπει να προκάλεσε ελαφρά αμηχανία. «Το γνώριζε πολύ καλά, αλλά ήταν γενναιόδωρος. Συναντηθήκαμε περίπου έξι φορές την τελευταία φορά που ήταν πρόεδρος και, βασικά, τον είδα περισσότερες φορές από ό,τι τον πρόεδρο Μπάιντεν.

Πολλές φορές πήγαινα στον Λευκό Οίκο και μου έλεγαν: “Πιστεύουμε ότι θα δείτε τον πρόεδρο Μπάιντεν σήμερα”, αλλά έξι συνεχόμενες φορές αυτό δεν συνέβη. Αντ’ αυτού, θα συναντούσα τον Τζέικ Σάλιβαν (τον σύμβουλο εθνικής ασφαλείας) ή κάποιο άλλο μέλος του προσωπικού του». Και αυτό συνέβαινε γιατί ο Μπάιντεν ήταν άρρωστος ή γιατί ήταν πολύ μεγάλος και ξεχνούσε; «Ισως, είναι δύσκολο να πω... Αλλά οι συναντήσεις θα αφορούσαν πολύπλοκα ζητήματα, οπότε ίσως ήταν πιο εύκολο κάποιος να τα εξηγήσει στον Μπάιντεν, παρά να τα ακούσει ο ίδιος απευθείας. Δεν αισθάνθηκα προσβεβλημένος, αλλά ο Τραμπ θέλει να ακούει ο ίδιος τις σκέψεις μου και είναι πολύ πρακτικός». Ακούγεται σαν να έχει συμβιβαστεί με την προεδρία Τραμπ και ίσως και να την καλωσορίζει. «Κανείς δεν είναι σίγουρος για το τι πρόκειται να κάνει - πρόκειται να απελάσει εννέα εκατομμύρια ή ένα εκατομμύριο; Θα έχει δασμούς 60% ή 5%; Θα χρηματοδοτήσει την καινοτομία για τις μολυσματικές ασθένειες ή θα την τερματίσει; Πρέπει να τον έχω από κοντά. Αν κάποιος καταφέρει να ενθουσιάσει τον πρόεδρο Τραμπ για τα σωστά πράγματα, αυτό θα είναι έργο του Θεού».

«Και ο Μασκ; Είναι τρελό ότι μπορεί να προκαλέσει πολιτική αποσταθεροποίηση».

Προς το παρόν, είναι ακόμα ένας νέος «γκουρού» της τεχνολογίας, που τον ακούει ο Τραμπ. Εύχεται ο Γκέιτς να είχε ασχοληθεί περισσότερο με την πολιτική, όπως ο Ελον Μασκ; «Ούτε καν. Νόμιζα ότι οι κανόνες του παιχνιδιού ήταν να διαλέγεις έναν πεπερασμένο αριθμό πραγμάτων για τα οποία ενδιαφέρεσαι, να εστιάζεις σε μερικά κρίσιμα πράγματα και όχι να λες στον κόσμο ποιον πρέπει να ψηφίσει... Για μένα το θέμα είναι πάντα μόνο η βοήθεια. Πίστευα ότι το Brexit ήταν λάθος, αλλά δεν το τουίταρα κάθε μέρα».

Ο Γκέιτς και ο Μασκ ανήκουν σε διαφορετικές γενιές (οι υπεύθυνοι baby boomers έναντι των τυχοδιωκτών της γενιάς Χ) και οι προσωπικότητές τους δεν θα μπορούσαν να είναι πιο διαφορετικές, παρόλο που και οι δύο θέλουν να κατακτήσουν τον κόσμο. Ο Γκέιτς είναι αφοσιωμένος στο να σώζει ζωές τώρα, αλλά ο Μασκ θέλει να φτάσει στο Διάστημα και να κυριαρχήσει και στις δύο σφαίρες. Στον Γκέιτς δεν αρέσει η σύγκριση. «Είμαι τόσο διαφορετικός.

Είναι πραγματικά τρελό ότι μπορεί να αποσταθεροποιήσει την πολιτική κατάσταση άλλων χωρών. Νομίζω ότι στις ΗΠΑ οι ξένοι δεν επιτρέπεται να δίνουν χρήματα - άλλες χώρες ίσως θα πρέπει να υιοθετήσουν δικλίδες ασφαλείας για να διασφαλίσουν ότι οι πάμπλουτοι ξένοι δεν στρεβλώνουν τις εκλογές τους. Είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς γιατί κάποιος που έχει εργοστάσιο αυτοκινήτων τόσο στην Κίνα όσο και στη Γερμανία, του οποίου οι επιχειρήσεις πυραύλων εξαρτώνται εξαιρετικά από τις σχέσεις με κυρίαρχα έθνη και ο οποίος είναι απασχολημένος με την περικοπή δαπανών της αμερικανικής κυβέρνησης ύψους 2 τρισεκατομμυρίων δολαρίων και τη διοίκηση πέντε εταιρειών, έχει εμμονή με αυτή την ιστορία “απαλλοτρίωσης” του Ηνωμένου Βασιλείου. Και σκέφτηκα “τι;”».

Είναι ιδιαίτερα εξοργισμένος με την υποτιμητική συμπεριφορά του Μασκ απέναντι σε δημοκρατικά εκλεγμένους ηγέτες και με τη στήριξη των ακροδεξιών. «Θέλεις να προωθήσεις τη Δεξιά, αλλά λες ότι ο Φάρατζ δεν είναι αρκετά δεξιός... Αυτό είναι τρελό. Είσαι υπέρ του AfD (στη Γερμανία)». Ντρέπεται που ένας δισεκατομμυριούχος οπαδός της τεχνολογίας έχει ξεφύγει; «Ολοι μπορεί να υπερβάλουμε κάποια στιγμή... Αν κάποιος είναι πολύ έξυπνος -και αυτός είναι-, θα πρέπει να σκεφτεί πώς μπορεί να βοηθήσει. Αλλά, έτσι, το μόνο που κάνει είναι να ξεσηκώνει τα πλήθη». Η πολιτική τον ανησυχεί τώρα όσο και η πιθανότητα να ξεσπάσει ακόμα μία πανδημία. «Η όλη πολιτική κατάσταση με την πόλωση είναι πολύ επικίνδυνη. Σίγουρα, αν σκεφτείτε όπως εγώ, ότι πρέπει να βοηθήσουμε τις φτωχές χώρες, είναι πολλά αυτά που πρέπει να γίνουν».

Τώρα η Αριστερά έχει στραφεί προς τα δεξιά, λέει με ανησυχία. «Η κυβέρνηση των Εργατικών ήρθε και είναι λιγότερο γενναιόδωρη σε ό,τι αφορά τη βοήθεια από ό,τι οι Συντηρητικοί που προηγήθηκαν. Το πρόβλημά μας είναι η γήρανση της κοινωνίας, οι σφιχτοί Προϋπολογισμοί και μια δεξιά εσωστρέφεια, με μίσος για όλους τους ξένους, και ως εκ τούτου άρνηση βοήθειας σε αυτούς, ακόμα και αν δεν βρίσκονται στη χώρα μας. Βρισκόμαστε σε μια δύσκολη κατάσταση». Θα μπορούσε να μιλήσει ως ένας από τους πιο προβεβλημένους φιλελεύθερους ή ακόμα και να θέσει υποψηφιότητα - είναι εννέα χρόνια νεότερος από τον Τραμπ, άλλωστε.

«Θα μιλήσω, αλλά όχι με την έννοια του να πω στον κόσμο ποιο κόμμα να ψηφίσει. Θα μιλήσω και θα πω: “Η Βρετανία έχει χρηματοδοτήσει τα εμβόλια και οι Βρετανοί ψηφοφόροι θα πρέπει να είναι υπερήφανοι γι’ αυτό”». Ενας άλλος τεχνολογικός «αδελφός», ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ, κατάργησε τον έλεγχο των αναρτήσεων μετά την επιστροφή του Τραμπ, σηματοδοτώντας το τέλος της λογοκρισίας. «Με ανησυχεί το πρόβλημα με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, συμπεριλαμβανομένου του τρόπου με τον οποίο επηρεάζουν τους νέους και του πώς επιτρέπουν σε τρελά ψεύτικα πράγματα να έχουν απήχηση στις μάζες. Είμαι πολύ απογοητευμένος που ούτε οι κυβερνήσεις ούτε οι εταιρείες φαίνεται να διορθώνουν ή να βελτιώνουν αυτή την κατάσταση. Αυτή η προσέγγιση δεν θα είναι πολύ καλή. Πάρτε για παράδειγμα την παραπληροφόρηση για τα εμβόλια: Αυτό μπορεί να γίνει επικίνδυνο. Τα παιδιά μπορεί να πεθάνουν από ιλαρά». Οι συνωμοσίες που τον αφορούν, λέει, γουρλώνοντας τα μάτια του, είναι επίσης παλαβές. «Υπήρχε ανεμοστρόβιλος στη Βόρεια Καρολίνα και οι άνθρωποι είπαν ότι τροποποιούσα τον καιρό. Σε λίγο θα με κατηγορήσουν και για τις πυρκαγιές στο Λος Αντζελες... Με ανησυχεί όλο αυτό, γιατί έχει ξεφεύγει από κάθε έλεγχο».

Αλλά ο Γκέιτς ήταν πάντα αισιόδοξος. «Ο κόσμος γίνεται όλο και πιο χαοτικός. Εργάζομαι στον τομέα της καινοτομίας, των νέων τρόπων παρασκευής φαρμάκων, της Τεχνητής Νοημοσύνης, των εμβολίων, της κατανόησης του υποσιτισμού, της κλιματικής αλλαγής - όλα αυτά εξελίσσονται καλύτερα από ό,τι περίμενα... Αλλά είναι ο κόσμος στον οποίο υλοποιείται αυτή η καινοτομία -είτε πρόκειται για την πόλωση στις ΗΠΑ ή στην Ευρώπη είτε για την αστάθεια στην Κίνα, τη Ρωσία και την Αφρική- που με ανησυχεί».

«Η Τεχνητή Νοημοσύνη και τα ρομπότ θα μπορούσαν να μας αντικαταστήσουν»

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, πιστεύει, μπορεί να έχουν φτάσει σε σημείο καμπής. Ο γιος του τον ενημερώνει για το τι κάνει ο Μασκ στο Χ. Ο Γκέιτς δεν έχει αναρτήσει τίποτε εδώ και δύο μήνες.

«Η μικρότερη κόρη μου ασχολείται πολύ με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αλλά χαίρομαι που αυτά δεν υπήρχαν όταν ήμουν νέος. Ο χρόνος που μπορείς να σπαταλήσεις σε αυτό τώρα... Ως έφηβος θα μπορούσα να είχα σπαταλήσει ολόκληρη τη ζωή μου». Καθώς συζητάμε με μια ομάδα φοιτητών για τις εκπληκτικές και ανατρεπτικές δυνατότητες της Τεχνητής Νοημοσύνης, εξακολουθεί να ασχολείται με νέα έργα και καινοτομίες, αλλά υποψιάζομαι ότι δεν θα ήθελε να είχε γεννηθεί τώρα.

Ο στόχος ήταν να κάνουμε τους ανθρώπους πιο παραγωγικούς. Η Τεχνητή Νοημοσύνη και τα ρομπότ θα μπορούσαν να μας αντικαταστήσουν

«Ο στόχος ήταν να κάνουμε τους ανθρώπους πιο παραγωγικούς - η Τεχνητή Νοημοσύνη και τα ρομπότ θα μπορούσαν να μας αντικαταστήσουν», τους λέει. «Ισως πρέπει να σκεφτώ την περίοδο από το 2000 μέχρι την πανδημία ως μια περίοδο ακμής, όταν όλοι συνδεθήκαμε περισσότερο, δημιουργήσαμε το παγκόσμιο ταμείο και συνεργαζόμασταν για να λύσουμε προβλήματα. Τώρα τα πάντα έχουν γίνει εγωκεντρικά. Ισως έχουμε γίνει πιο εγωιστές και εγωκεντρικοί, όμως το εκκρεμές πάει μεν μπροστά, αλλά γυρίζει και πίσω. Νομίζω ότι ο κόσμος νοιάζεται». Ο Γκέιτς δεν επιθυμεί να παρατείνει τη ζωή του, όπως κάποιοι σύγχρονοί του της Δυτικής Ακτής, που προσπαθούν απεγνωσμένα να ελέγξουν τη θνητότητα - δεν θα παγώσει το σώμα του και δεν ψάχνει για ένα ασύλληπτο ελιξίριο. «Φαίνεται αρκετά εγωκεντρικό, ενώ εξακολουθούμε να έχουμε ελονοσία και φυματίωση».

Ελπίζω ότι όλοι όσοι αποκτούν πάρα πολλά χρήματα θα θέλουν να δώσουν κάτι πίσω στην κοινωνία και δεν θα σκέφτονται μόνο πώς θα τα πολλαπλασιάσουν ή πώς θα ασκούν επιρροή

Διατηρεί τη φυσική του κατάσταση παίζοντας τένις και γκολφ, αλλά εξακολουθεί να τρώει μπέργκερ. Η ζωή του συνεχίζει να είναι χρονομετρημένη στο λεπτό. Θα επιβραδύνει λίγο τους ρυθμούς του στα 70 του χρόνια; «Αν έβλεπες πώς ζούσα όταν ήμουν 20! Ηταν τρέλα. Δεν υπήρχαν Σαββατοκύριακα ούτε διακοπές. Στα 30 μου αναθεώρησα λίγο τους ρυθμούς μου, γνώρισα τη Μελίντα και έκανα παιδιά, αλλά εξακολουθούσα να εργάζομαι απίστευτα σκληρά. Τώρα κάνω διακοπές. Μετά τις εκλογές, πήρα λίγο χρόνο για να συνέλθω». Επίσης, τώρα ντρέπεται λιγότερο να συζητά για τον προσωπικό του πλούτο. «Εχω τρία σπίτια. Συνήθιζα να πετάω σε οικονομική θέση, να βάζω τους ανθρώπους να μοιράζονται τα δωμάτια του ξενοδοχείου και πίστευα ότι το ιδιωτικό αεροπλάνο ήταν σπατάλη». Παραδέχεται ότι απολαμβάνει τα χρήματά του αγοράζοντας άλογα και σημειωματάρια του Λεονάρντο ντα Βίντσι, αλλά δεν μιλάει για τις μεγαλύτερες σπατάλες του.

Δεν θέλει να δείχνει πολύ χλιδάτος, προτιμώντας να συζητά για την αγαπημένη του τηλεοπτική σειρά, «Slow Horses», και το αγαπημένο του βιβλίο, «The Women» της Kristin Hannah. Η μητέρα του; Θα τον έβλεπε με καλό μάτι από εκεί ψηλά; «Αυτό είναι ενδιαφέρον. Θα πίστευε ότι ήμουν σπάταλος ή ότι έκανα επίδειξη; Μήπως πρέπει να εργάζομαι για το Ιδρυμα χωρίς να παίρνω το ιδιωτικό μου τζετ; Αυτό θα ήταν τελείως αντιπαραγωγικό. Μπορεί να ακούγομαι αλαζόνας, αλλά δεν θα ήταν πρακτικό. Ξοδεύω 9 εκατομμύρια δολάρια τον χρόνο για αντισταθμίσεις CO₂». Κάνει μια παύση. «Το σπίτι μου στο Σιάτλ, το παραδέχομαι, είναι τεράστιο. Οι αδελφές μου ζουν σε μικρότερα σπίτια. Εγώ δεν μπορώ. Μου αρέσουν τα σπίτια που έχω. Στα παιδιά μου αρέσει να έρχονται στο σπίτι και αυτό είναι πολυτέλεια. Δεν μαγειρεύω, δεν στρώνω το κρεβάτι μου, αλλά δεν με πειράζει αν δεν το έχει στρώσει κανείς - δεν με ενδιαφέρει».

Ο κόσμος δεν είναι λογικός και πρέπει να δεχτείς ότι μπορεί να σε αντιμετωπίσουν ως αντίχριστο, επειδή προσπαθείς να βοηθήσεις

Ο Γκέιτς δεν είναι πια ο πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο και δεν θα είναι ο πρώτος τρισεκατομμυριούχος - θα ρωτούσε η μητέρα του γιατί δεν είναι πια ο πρώτος; «Τα χρήματα δεν ήταν το κύριο μέλημά της. Μια φορά ο πατέρας μου, που έπασχε από Αλτσχάιμερ, είπε: “Γιε μου, άκουσα ότι είσαι ο πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο. Είναι αλήθεια;” και του είπα: “Ναι, είναι αλήθεια” και μου είπε: “Αυτό είναι απίστευτο”. Επειδή μεγάλωσε στην περίοδο της ύφεσης, ανησυχούσε πάντα για τα χρήματα. Αλλά, κατά τα άλλα, κανείς δεν ανέφερε τα δικά μου». Ο προ-προ-προπάππους του πήγε στη Δυτική Ακτή για να βρει χρυσό, αλλά δεν βρήκε ποτέ ούτε ένα ψήγμα. Ο προπάππους του βρήκε χρυσάφι.

«Οι παππούδες μου μάζευαν κάθε χάρτινη σακούλα, κάθε κομμάτι σπάγκου και περισσευούμενο φαγητό - ήταν λιτοί άνθρωποι. Τώρα που η οικογένειά μας τα έχει καταφέρει οικονομικά, δεν το βιώνω πια αυτό. Πετάω συνεχώς τις σακούλες και τους σπάγκους. Πρέπει να μας δεις τα Χριστούγεννα να πετάμε το χαρτί περιτυλίγματος». Υπάρχουν ακόμη πολλά να κάνει τα επόμενα 30 χρόνια πριν φτάσει τα 100, λέει καθώς τον αποχαιρετάμε, αλλά τελικά φαίνεται να χαλαρώνει. «Το Ιδρυμα τα πάει καλά. Τα παιδιά έχουν τους δικούς τους στόχους. Το μεγαλύτερο εγγόνι μου είναι μόλις 2 ετών. Δεν παίζει ακόμη χαρτιά, αλλά σύντομα θα αρχίσουμε και δεν θα την αφήσω να κερδίσει».


ΠΗΓΗ: Times Media Ltd / News Licensing