Νέες πληροφορίες για τον τρόπο με τον οποίο τα γονίδιά μας επηρεάζουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου ενίσχυσαν την ιδέα ότι η φλεγμονή συμβάλλει στην ανάπτυξη αρκετών κοινών μορφών της νόσου.

Ένα γονίδιο αποτελείται συχνά από περισσότερα από 10.000 μεμονωμένα δομικά στοιχεία γνωστά ως «νουκλεοτίδια», τα μεμονωμένα δηλαδή «γράμματα» που επιτρέπουν στο DNA να μεταφέρει πληροφορίες. Γονίδια που περιλαμβάνουν 100.000 νουκλεοτίδια δεν είναι ασυνήθιστα.

Η μελέτη, με επικεφαλής τη Δρ. Λόρα Κέλμαν, η οποία πραγματοποίησε την εργασία στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, εξέτασε πώς μια αλλαγή σε ένα μόνο νουκλεοτίδιο σε ένα γονίδιο μπορεί να επηρεάσει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου ενός ατόμου.

Η Κέλμαν και οι συνεργάτες της εντόπισαν σχεδόν 400 «παραλλαγές ενός νουκλεοτιδίου» που φαίνεται να εκκινούν και να συμβάλουν στην ανάπτυξη των 13 συνηθέστερων τύπων της νόσου, όπως είναι, μεταξύ άλλων, ο καρκίνος του μαστού, του πνεύμονα, του παχέος εντέρου και του προστάτη.

Τα δεδομένα θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην αναζήτηση νέων θεραπειών. Ενδέχεται επίσης να οδηγήσουν σε νέο γενετικό έλεγχο, ο οποίος θα μπορούσε να βοηθήσει τα άτομα που διατρέχουν κίνδυνο να προβούν σε αλλαγές στον τρόπο ζωής τους με γνώμονα την προστασία τους.

Αυτές οι παραλλαγές βοήθησαν στον έλεγχο διαφόρων βιολογικών διεργασιών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ρυθμίζουν εάν και πόσο καλά ένα κύτταρο μπορεί να αποκαταστήσει βλάβες στο DNA του και πώς παράγει ενέργεια. «Πολλά από αυτά τα γονίδια έχουν νόημα στο πλαίσιο όσων γνωρίζουμε για την ανάπτυξη του καρκίνου», δήλωσε ο καθηγητής Πολ Καβάρι του Στάνφορντ, υπεύθυνος συγγραφέας της μελέτης, η οποία δημοσιεύθηκε στο Nature Genetics.

«Κάποια εμπλέκονται σε μονοπάτια κυτταρικού θανάτου [που προκαλούν το τέλος της ζωής των ελαττωματικών κυττάρων] και άλλα επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο τα κύτταρα αλληλεπιδρούν με το εξωκυτταρικό περιβάλλον, για παράδειγμα».

Ένα από τα πιο σημαντικά βιολογικά μονοπάτια αφορά τη λειτουργία των κυτταρικών μιτοχονδρίων, δηλαδή των μικροσκοπικών «εργοστασίων παραγωγής ενέργειας» που τροφοδοτούν τα κύτταρα με ενέργεια και υποστηρίζουν την κυτταρική ανάπτυξη και διαίρεση, τα οποία είναι ανεξέλεγκτα στους καρκίνους.

«Ένα άλλο μονοπάτι που πραγματικά ξεχώρισε περιλαμβάνει έναν αριθμό γονιδίων που συνδέονται στενά με τη φλεγμονή», πρόσθεσε ο Καβάρι.

«Ενώ έχει αποδειχθεί ότι υφίσταται μια σύνδεση μεταξύ φλεγμονής και καρκίνου, δεν έχει καταστεί σαφές τι συνέβαλε σε αυτή τη διεργασία: τα καρκινικά κύτταρα ή το ανοσοποιητικό σύστημα. Το εύρημα αυτό υποδηλώνει ότι μπορεί να υπάρχει διασταυρούμενη επικοινωνία μεταξύ των κυττάρων και του ανοσοποιητικού συστήματος που οδηγεί σε χρόνια φλεγμονή και αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου».

Η φλεγμονή αποτελεί μέρος της φυσικής άμυνας του οργανισμού ενάντια σε ένα επιβλαβές εξωτερικό αντικείμενο, είτε πρόκειται για μια ακίδα είτε για έναν ιό. Ωστόσο, μπορεί να ξεφύγει επικίνδυνα από τον έλεγχο, με το σώμα να στέλνει χημικά σήματα συναγερμού για μεγάλο χρονικό διάστημα, διατηρώντας το ανοσοποιητικό σύστημα σε υπερενεργοποιημένη κατάσταση.

 Η παχυσαρκία, η καθιστική ζωή, η κακή διατροφή και τα αυτοάνοσα νοσήματα μπορούν να προκαλέσουν χρόνια φλεγμονή, η οποία με τη σειρά της έχει συνδεθεί με μια σειρά ασθενειών, όπως η νόσος Αλτσχάιμερ, οι καρδιακές παθήσεις και το άσθμα.

Η νέα μελέτη επικεντρώθηκε στην αλληλουχία του DNA που κληρονομεί ένα άτομο από τους γονείς του, γνωστή ως γονιδίωμα της γαμετικής σειράς, και όχι στις μεταλλάξεις που μπορούν να συσσωρευτούν κατά τη διάρκεια της ζωής, καθώς τα κύτταρα διαιρούνται κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης ή για την αποκατάσταση τραυματισμών.

Παραδείγματα γνωστών κληρονομικών μεταλλάξεων που σχετίζονται με τον καρκίνο είναι τα γονίδια BRCA1 και BRCA2, τα οποία αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού και των ωοθηκών. Ωστόσο, μόνο λίγες από αυτές τις μεταλλάξεις χρησιμοποιούνται σήμερα για την πρόβλεψη του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου.

Οι παραλλαγές που εντοπίστηκαν στη μελέτη δεν βρέθηκαν στα λεγόμενα «κωδικοποιητικά» γονίδια, τα οποία μεταφέρουν τις οδηγίες για την παραγωγή πρωτεϊνών. Αντίθετα, βρίσκονται σε «ρυθμιστικές» περιοχές που ελέγχουν εάν, πότε και πόσο εκφράζονται αυτά τα γονίδια.

Ο Καβάρι δήλωσε: «Τώρα έχουμε έναν χάρτη πρώτης γενιάς με λειτουργικές παραλλαγές ενός νουκλεοτιδίου που καθορίζουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου ενός ατόμου κατά τη διάρκεια της ζωής του. Αναμένουμε ότι οι πληροφορίες αυτές θα ενσωματωθούν σε όλο και πιο κατατοπιστικά τεστ γενετικού ελέγχου που θα γίνουν διαθέσιμα κατά την επόμενη δεκαετία».

ΠΗΓΗ: Times Media Ltd / News Licensing