Οι βασικές προκλήσεις που θα αντιμετωπίσει ο νέος καγκελάριος της Γερμανίας
Τώρα αρχίζουν τα δύσκολα για τον Μερτς
Η επόμενη κυβέρνηση της Γερμανίας καλείται να αντέξει τη μεγαλύτερη πίεση που έχει αντιμετωπίσει η χώρα από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου

«Θέλω να ηγηθώ μιας κυβέρνησης που θα σταματήσει να διαπληκτίζεται», δήλωσε ο Φρίντριχ Μερτς, ηγέτης της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU), εν μέσω των εντάσεων της προεκλογικής εκστρατείας στη Γερμανία.
Δεδομένης της κλίμακας και της επικτακτικότητας των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα του, αυτός ο πήχης μπορεί να φαίνεται χαμηλός. Ωστόσο, το να κερδίσει τις ψήφους ήταν σχετικά το εύκολο μέρος. Το πραγματικά δύσκολο έργο αρχίζει τώρα: τις επόμενες ημέρες και εβδομάδες, ο Μερτς πρέπει με κάποιον τρόπο να γεφυρώσει το χάσμα που υπάρχει στο κέντρο και να σχηματίσει έναν συνασπισμό που να είναι αρκετά ισχυρός ώστε να αντέξει τη μεγαλύτερη πίεση που έχουν αντιμετωπίσει οι Γερμανοί από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.
Απευθυνόμενος στους υποστηρικτές του λίγο μετά το κλείσιμο των εκλογικών κέντρων, ο Μερτς αναφέρθηκε στο μέγεθος του έργου που έχει μπροστά του: «Θα το αντιμετωπίσω με μεγάλο σεβασμό και ξέρω ότι δεν θα είναι εύκολο».
Με αυτόν τον τρόπο αναγνώρισε έμμεσα τον σημαντικό κίνδυνο που υπάρχει ότι η νέα κυβερνητική συμμαχία του θα αποδειχθεί εξίσου εύθραυστη και αναποφάσιστη όσο και η προηγούμενη υπό την ηγεσία του Όλαφ Σολτς.
Ο Θόρστεν Φράι, υπεύθυνος κομματικής πειθαρχίας του Μερτς, παραδέχτηκε το ίδιο, αναφέροντας ότι οι ψήφοι είχαν διασπαστεί σε τέτοιο βαθμό ώστε ο σχηματισμός μιας σταθερής κυβέρνησης θα ήταν «τεράστια πρόκληση».
Ο επόμενος καγκελάριος αντιμετωπίζει μια τρομερή σειρά προκλήσεων. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, ο ακρογωνιαίος λίθος της ασφάλειας στη Γερμανία εδώ και 70 χρόνια, έχουν πάρει εχθρική στάση. Το Βερολίνο είναι περιθωριοποιημένο στην Ευρώπη.
Δεν υπάρχει οικονομική ανάπτυξη εδώ και πέντε χρόνια, ενώ μέρος της παραγωγικής βάσης βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση. Μετά από μια σειρά τρομοκρατικών επιθέσεων καθώς και αδιάκριτων επιθέσεων με μαχαίρια από αλλοδαπούς, το κοινό ζητάει τη λήψη δραστικών μέτρων για τη μετανάστευση και την εθνική ασφάλεια.
Το κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD), το οποίο υποστηρίχθηκε από στελέχη της κυβέρνησης Τραμπ, έχει σημειώσει το ισχυρότερο εκλογικό αποτέλεσμα οποιουδήποτε κόμματος της ριζοσπαστικής δεξιάς μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, με προβλεπόμενο ποσοστό 20% των ψήφων. Η μεγαλύτερη ανησυχία για τον Μερτς είναι το πού συγκεντρώνονται αυτές οι ψήφοι: όχι μόνο στην Ανατολική Γερμανία, όπου το AfD είχε παραδοσιακά μεγάλη απήχηση, αλλά και στο νεότερο, φτωχότερο και πιο αβέβαιο μισό του εκλογικού σώματος.
Οι αριθμοί υποδεικνύουν μια γενιά Γερμανών που έχει χάσει σε μεγάλο βαθμό την πίστη της στο μέλλον και στην ικανότητα των κυρίαρχων κομμάτων να αλλάξουν τα πράγματα.
Το AfD ήταν το πιο δημοφιλές κόμμα μεταξύ ατόμων 25 έως 34 ετών, ενώ ήταν πρώτο μαζί με το CDU-CSU του Μερτς μεταξύ ατόμων 35 έως 44 ετών. Παρότι τα άτομα κάτω των 29 ετών στράφηκαν μαζικά προς το κόμμα της Αριστεράς, το AfD ήρθε δεύτερο σε αυτήν την ηλικιακή κατηγορία, με αρκετή διαφορά από το CDU-CSU.
Ταυτόχρονα, η ακροδεξιά έχει κατακτήσει δεσπόζουσα θέση στους ψηφοφόρους της εργατικής τάξης και στα άτομα που αξιολογούν την οικονομική τους κατάσταση ως «κακή», με το 37% και των δύο κατηγοριών να υποστηρίζουν το AfD.
Φαίνεται να υπάρχει έντονος σκεπτικισμός απέναντι στην υπόσχεση του Μερτς ότι, όπως αναφέρει ένας από τους στενότερους συμμάχους του, θα κάνει «ξανά ισχυρή τη Γερμανία».
Η «άμεση ατζέντα» του για τον πρώτο μήνα διακυβέρνησης χωράει σε μόλις μία σελίδα Α4. Η παράνομη μετανάστευση πρέπει να «σταματήσει», διατάσσοντας τους παράνομους μετανάστες στα σύνορα να γυρίσουν πίσω. Όσοι προορίζονται για απέλαση πρόκειται να συγκεντρωθούν και να τεθούν σε κράτηση επ' αόριστον. Όσοι έχουν λάβει «επικουρική προστασία» (μια πιο αδύναμη μορφή του καθεστώτος πρόσφυγα) θα απαγορεύεται να φέρνουν άλλα μέλη των οικογενειών τους.
Σε μια προσπάθεια ώθησης της οικονομίας, οι φόροι ηλεκτρικής ενέργειας θα μειωθούν στο ελάχιστο νόμιμο όριο και θα καθιερωθούν φορολογικά κίνητρα για την υπερωριακή απασχόληση και τους συνταξιούχους που επιλέγουν να εργαστούν.
Στη συνέχεια ακολουθούν ακόμα μεγαλύτερα έργα. Η συνολική φορολογία πρέπει να περικοπεί και τα επιδόματα ανεργίας να μειωθούν. Το Βερολίνο πρέπει να αναλάβει έναν πιο αποφασιστικό «ηγετικό ρόλο» στη διαμόρφωση μιας Ευρώπης που θα μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό της χωρίς τις ΗΠΑ, αν χρειαστεί.
Αξιοποιώντας τη μακρόχρονη εμπειρία του ως επικεφαλής του Atlantic Bridge, ενός γερμανοαμερικανικού φόρουμ διαλόγου υψηλού επιπέδου, ο Μερτς ελπίζει να αντιμετωπίσει τον Πρόεδρο Τραμπ από μια θέση μέγιστης ισχύος, συζητώντας ως παλαίμαχοι επιχειρηματίες.
Ωστόσο, πριν συμβεί οτιδήποτε από αυτά, ο Μερτς χρειάζεται έναν συνασπισμό. Το σχέδιο προβλέπει να ηγηθεί μιας ομάδας τριών μόνο διαπραγματευτών, μαζί με τον Φράι και τον αρχηγό των Βαυαρών συντηρητικών Αλεξάντερ Ντόμπριντ. Στόχος τους είναι να διαμορφώσουν κάτι πιο ευέλικτο και χαλαρό από τις ιδιαίτερα περιοριστικές «συνθήκες συνασπισμού» στις οποίες βασίζονταν οι προηγούμενες γερμανικές κυβερνήσεις. Ο Μερτς ελπίζει να συγκεντρώσει όσο το δυνατόν περισσότερη εξουσία στην καγκελαρία, συμπεριλαμβανομένου ενός συμβουλίου εθνικής ασφάλειας που θα επιβλέπει τα πάντα, από την εξωτερική και την αμυντική πολιτική μέχρι το εμπόριο, την παροχή αρωγής και τις υπηρεσίες πληροφοριών.
Οι υποψήφιοι συνεργάτες του έχουν άλλη γνώμη. Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) του Σολτς, η πρώτη του επιλογή, έχει όρεξη για μάχη. Ένας ανώτερος πολιτικός του SPD δήλωσε ότι πολλοί είναι ακόμη θυμωμένοι με τον Μερτς, επειδή βασίστηκε στις ψήφους του AfD για να περάσει μια πρόταση για το άσυλο στο Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο, προσθέτοντας: «Πραγματικά δεν μπορώ να σκεφτώ πώς θα μπορούσε να πάρει αυτό που θέλει από εμάς».
ΠΗΓΗ: Times Media Ltd / News Licensing