"Ο Τραμπ μισεί την Ουκρανία" − Mέσα στην εμμονή του προέδρου με το Κίεβο
Σε πλήρη αντίθεση με τον θαυμασμό του για τον πρόεδρο Πούτιν
Η αντιπάθεια του Αμερικανού προέδρου ξεκινά από την πρώτη του θητεία και την άρνηση, τότε, του Ζελένσκι να ερευνήσει τον Μπάιντεν για παρέμβαση σε εισαγγελική έρευνα ουκρανικής εταιρείας ενέργειας

Στα μισά της επίθεσης του προέδρου Τραμπ στον πρόεδρο Ζελένσκι, ο Αμερικανός ηγέτης σταμάτησε για ένα δευτερόλεπτο και ανέφερε: «Τον συμπαθώ προσωπικά, είναι εξαιρετικός». Ακόμα και για τον άνθρωπο που έγραψε την «Τέχνη της συμφωνίας», η «πώληση» ήταν δύσκολη: μιλώντας στο Μαρ-α-Λάγκο, ο Τραμπ κατηγόρησε ψευδώς τον Ζελένσκι ότι ξεκίνησε τον πόλεμο με τη Ρωσία και επέφερε εκτεταμένα δεινά στην Ουκρανία.
Ωρες αργότερα, χαρακτήρισε τον Ζελένσκι «δικτάτορα» και κατέδειξε ότι παρατείνει τη σύγκρουση για οικονομικό όφελος. Ηταν ένα παραλήρημα που απηχούσε την ψευδή αφήγηση του Κρεμλίνου.
Η εχθρότητα του Αμερικανού προέδρου προς τον Ζελένσκι και την Ουκρανία ανάγεται στην πρώτη θητεία του στον Λευκό Οίκο. Το 2019, ο Τραμπ παραπέμφθηκε σε δίκη λόγω των ισχυρισμών ότι είχε παρακρατήσει από το Κίεβο σχεδόν 400 εκατ. δολάρια σε αμερικανική βοήθεια για την ασφάλεια, για να το αναγκάσει να ξεκινήσει έρευνα για τον Τζο Μπάιντεν, τον πρώην αντιπρόεδρο των ΗΠΑ, και τον γιο του, Χάντερ.
Ο Τραμπ άφησε να εννοηθεί ότι ο Μπάιντεν ο πρεσβύτερος, ο οποίος ήταν τότε ο επικρατέστερος υποψήφιος για να τον προκαλέσει στις προεδρικές εκλογές του 2020, πίεσε την Ουκρανία να απολύσει τον εισαγγελέα της, επειδή διερευνούσε την Burisma, μια ουκρανική ενεργειακή εταιρεία, στην οποία ο γιος του ήταν μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου. Δεν προέκυψαν ποτέ πειστικές αποδείξεις για αδικήματα από οποιονδήποτε από τους δύο Μπάιντεν.
Ο Τραμπ έστειλε ακόμα και τον Ρούντι Τζουλιάνι, τον δικηγόρο του, στην Ουκρανία, για να προσπαθήσει να πιέσει τον Ζελένσκι, τον τότε εκλεγμένο πρόεδρο της Ουκρανίας, να ανακοινώσει μια έρευνα που θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά τις πιθανότητες του Μπάιντεν στις εκλογές. «Ο Τραμπ μισεί την Ουκρανία», δήλωσε πέρυσι στο Politico ο Λεβ Πάρνας, ένας Αμερικανός επιχειρηματίας σοβιετικής καταγωγής, ο οποίος ήταν κάποτε ο σύνδεσμος του Τζουλιάνι στην Ουκρανία. «Ο ίδιος και οι άνθρωποι γύρω του πιστεύουν ότι η Ουκρανία ήταν η αιτία όλων των προβλημάτων του». Ο Τραμπ ζήτησε επίσης από τον Ζελένσκι να ξεκινήσει έρευνα για το αν η Ουκρανία ήταν υπεύθυνη για την παραβίαση της Εθνικής Επιτροπής των Δημοκρατικών το 2016.
Η Ρωσία κατηγορήθηκε για την επίθεση, τροφοδοτώντας τους ισχυρισμούς ότι η Μόσχα βοήθησε τον Τραμπ να κερδίσει την πρώτη του προεδρική κούρσα. Ο ισχυρισμός απορρίφθηκε από τις αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών και τους ίδιους τους συμβούλους του Τραμπ. Για τον Ζελένσκι, η απαίτηση να ερευνήσει τους Μπάιντεν ήταν ένα δίλημμα. Το Κίεβο βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στη βοήθεια της Ουάσινγκτον για τη χρηματοδότηση του αγώνα του κατά των ρωσικών δυνάμεων στην Ανατολική Ουκρανία. Μια καθυστέρηση ή ο τερματισμός της αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας θα αποδεικνυόταν καταστροφή.
Ωστόσο, ο Ζελένσκι ήταν επίσης επιφυλακτικός ως προς την ανάμειξη στην αμερικανική εσωτερική πολιτική. Οι αναφορές δείχνουν ότι ο Ζελένσκι και οι σύμβουλοί του αποφάσισαν τελικά ότι ο κίνδυνος αποξένωσης του Δημοκρατικού Κόμματος υπερέβαινε τα οφέλη της αμερικανικής βοήθειας για την ασφάλεια. Ωστόσο, λίγες ημέρες προτού ο Ζελένσκι ανακοινώσει την έρευνα στο CNN, ξέσπασε καυγάς στην Αμερική υπό την απειλή της κυβέρνησης Τραμπ να παγώσει τη βοήθεια. Η απόφαση γρήγορα ανατράπηκε, η ενίσχυση καταβλήθηκε και ο Ζελένσκι ακύρωσε τη συνέντευξη, σύμφωνα με τους «New York Times».
Ο Τραμπ επέμεινε ότι ποτέ δεν άσκησε πίεση στον Ζελένσκι και ότι «δεν υπήρξε κανένα αντάλλαγμα». Ωστόσο, αρκετοί Αμερικανοί αξιωματούχοι δήλωσαν ότι τους είπαν πως η αποδέσμευση της βοήθειας εξαρτάται από την έναρξη έρευνας από την Ουκρανία σχετικά με τους Μπάιντεν. Ο Γκόρντον Σόντλαντ, πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Ε.Ε. εκείνη την περίοδο, δήλωσε ότι η πίεση προς το Κίεβο έγινε κατόπιν «ρητής εντολής» του Τραμπ. Ανέφερε επίσης ότι η πρόσκληση προς τον Ζελένσκι να επισκεφθεί τον Λευκό Οίκο έγινε υπό την προϋπόθεση ότι θα ξεκινούσε την έρευνα. Δύο εβδομάδες αφότου ο Τραμπ ενέκρινε τη βοήθεια, ο Ζελένσκι ρωτήθηκε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου με τον Αμερικανό πρόεδρο στα Ηνωμένα Εθνη αν είχε ασκηθεί οποιαδήποτε πίεση.
Η απάντησή του ήταν απίθανο να ικανοποιήσει τον Τραμπ. «Είχαμε, κατά τη γνώμη μου, μια καλή τηλεφωνική επικοινωνία... Ηταν όλα καλά. Μιλήσαμε για πολλά πράγματα. Νομίζω ότι διαβάσατε πως κανείς δεν με πίεσε», δήλωσε. Ο Τραμπ έδωσε τη δική του ερμηνεία: «Με άλλα λόγια, χωρίς πίεση». Τον Σεπτέμβριο του 2019, μιλώντας μαζί με τον Ζελένσκι στον Πύργο Τραμπ στη Νέα Υόρκη, προσέφερε μια πιο εκτεταμένη εκδοχή για τα σχόλια του Ουκρανού ηγέτη: «Για να είμαι ειλικρινής, δεν σας το έχω πει ποτέ αυτό, αλλά ήταν σκληρός σαν ατσάλι. Θα μπορούσε να παριστάνει τον μεγαλοπρεπή και τον χαριτωμένο, αλλά δεν το έκανε αυτό. Επίσης, δήλωσε ότι ο πρόεδρος Τραμπ δεν έκανε κανένα απολύτως λάθος».
Κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας για την παραπομπή, ο Κερτ Βόλκερ, ο οποίος ήταν ο ειδικός απεσταλμένος των ΗΠΑ στην Ουκρανία υπό τον Τραμπ, δήλωσε ότι ο πρόεδρος είχε περιγράψει την Ουκρανία ως «μια διεφθαρμένη χώρα, γεμάτη τρομερούς ανθρώπους».
Ο Τραμπ αθωώθηκε από τη Γερουσία των ΗΠΑ το 2020, αλλά η εμπειρία αυτή -ήταν μόλις ο τρίτος Αμερικανός πρόεδρος που αντιμετώπισε πρόταση μομφής- τον μετέτρεψε σε πικρόχολο και θυμωμένο. Εγινε εννέα μήνες προτού διεκδικήσει, ανεπιτυχώς, την επανεκλογή του και η ιστορία αυτή μπορεί να έχει επηρεάσει ορισμένους αναποφάσιστους ψηφοφόρους.
Η αντιπάθεια του Τραμπ για τον Ζελένσκι και την Ουκρανία έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον θαυμασμό του για τον πρόεδρο Πούτιν, έναν πρώην αξιωματικό της KGB, που έχει συντρίψει κάθε πολιτική αντιπολίτευση στη Ρωσία. Αν και η Δύση συσπειρώθηκε για να βοηθήσει την Ουκρανία μετά την εισβολή της Ρωσίας το 2022, ο Τραμπ επανειλημμένα «χτύπησε» τον Ζελένσκι κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, αποκαλώντας τον «τον μεγαλύτερο θεατρίνο στη Γη» για την επιτυχία του να εξασφαλίσει στρατιωτική βοήθεια των ΗΠΑ για τη χώρα του.
Ωρες αργότερα, χαρακτήρισε τον Ζελένσκι «δικτάτορα» και κατέδειξε ότι παρατείνει τη σύγκρουση για οικονομικό όφελος. Ηταν ένα παραλήρημα που απηχούσε την ψευδή αφήγηση του Κρεμλίνου.
Η εχθρότητα του Αμερικανού προέδρου προς τον Ζελένσκι και την Ουκρανία ανάγεται στην πρώτη θητεία του στον Λευκό Οίκο. Το 2019, ο Τραμπ παραπέμφθηκε σε δίκη λόγω των ισχυρισμών ότι είχε παρακρατήσει από το Κίεβο σχεδόν 400 εκατ. δολάρια σε αμερικανική βοήθεια για την ασφάλεια, για να το αναγκάσει να ξεκινήσει έρευνα για τον Τζο Μπάιντεν, τον πρώην αντιπρόεδρο των ΗΠΑ, και τον γιο του, Χάντερ.
Ο Τραμπ άφησε να εννοηθεί ότι ο Μπάιντεν ο πρεσβύτερος, ο οποίος ήταν τότε ο επικρατέστερος υποψήφιος για να τον προκαλέσει στις προεδρικές εκλογές του 2020, πίεσε την Ουκρανία να απολύσει τον εισαγγελέα της, επειδή διερευνούσε την Burisma, μια ουκρανική ενεργειακή εταιρεία, στην οποία ο γιος του ήταν μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου. Δεν προέκυψαν ποτέ πειστικές αποδείξεις για αδικήματα από οποιονδήποτε από τους δύο Μπάιντεν.
Ο Τραμπ έστειλε ακόμα και τον Ρούντι Τζουλιάνι, τον δικηγόρο του, στην Ουκρανία, για να προσπαθήσει να πιέσει τον Ζελένσκι, τον τότε εκλεγμένο πρόεδρο της Ουκρανίας, να ανακοινώσει μια έρευνα που θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά τις πιθανότητες του Μπάιντεν στις εκλογές. «Ο Τραμπ μισεί την Ουκρανία», δήλωσε πέρυσι στο Politico ο Λεβ Πάρνας, ένας Αμερικανός επιχειρηματίας σοβιετικής καταγωγής, ο οποίος ήταν κάποτε ο σύνδεσμος του Τζουλιάνι στην Ουκρανία. «Ο ίδιος και οι άνθρωποι γύρω του πιστεύουν ότι η Ουκρανία ήταν η αιτία όλων των προβλημάτων του». Ο Τραμπ ζήτησε επίσης από τον Ζελένσκι να ξεκινήσει έρευνα για το αν η Ουκρανία ήταν υπεύθυνη για την παραβίαση της Εθνικής Επιτροπής των Δημοκρατικών το 2016.
Η Ρωσία κατηγορήθηκε για την επίθεση, τροφοδοτώντας τους ισχυρισμούς ότι η Μόσχα βοήθησε τον Τραμπ να κερδίσει την πρώτη του προεδρική κούρσα. Ο ισχυρισμός απορρίφθηκε από τις αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών και τους ίδιους τους συμβούλους του Τραμπ. Για τον Ζελένσκι, η απαίτηση να ερευνήσει τους Μπάιντεν ήταν ένα δίλημμα. Το Κίεβο βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στη βοήθεια της Ουάσινγκτον για τη χρηματοδότηση του αγώνα του κατά των ρωσικών δυνάμεων στην Ανατολική Ουκρανία. Μια καθυστέρηση ή ο τερματισμός της αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας θα αποδεικνυόταν καταστροφή.
Ωστόσο, ο Ζελένσκι ήταν επίσης επιφυλακτικός ως προς την ανάμειξη στην αμερικανική εσωτερική πολιτική. Οι αναφορές δείχνουν ότι ο Ζελένσκι και οι σύμβουλοί του αποφάσισαν τελικά ότι ο κίνδυνος αποξένωσης του Δημοκρατικού Κόμματος υπερέβαινε τα οφέλη της αμερικανικής βοήθειας για την ασφάλεια. Ωστόσο, λίγες ημέρες προτού ο Ζελένσκι ανακοινώσει την έρευνα στο CNN, ξέσπασε καυγάς στην Αμερική υπό την απειλή της κυβέρνησης Τραμπ να παγώσει τη βοήθεια. Η απόφαση γρήγορα ανατράπηκε, η ενίσχυση καταβλήθηκε και ο Ζελένσκι ακύρωσε τη συνέντευξη, σύμφωνα με τους «New York Times».
Ο Τραμπ επέμεινε ότι ποτέ δεν άσκησε πίεση στον Ζελένσκι και ότι «δεν υπήρξε κανένα αντάλλαγμα». Ωστόσο, αρκετοί Αμερικανοί αξιωματούχοι δήλωσαν ότι τους είπαν πως η αποδέσμευση της βοήθειας εξαρτάται από την έναρξη έρευνας από την Ουκρανία σχετικά με τους Μπάιντεν. Ο Γκόρντον Σόντλαντ, πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Ε.Ε. εκείνη την περίοδο, δήλωσε ότι η πίεση προς το Κίεβο έγινε κατόπιν «ρητής εντολής» του Τραμπ. Ανέφερε επίσης ότι η πρόσκληση προς τον Ζελένσκι να επισκεφθεί τον Λευκό Οίκο έγινε υπό την προϋπόθεση ότι θα ξεκινούσε την έρευνα. Δύο εβδομάδες αφότου ο Τραμπ ενέκρινε τη βοήθεια, ο Ζελένσκι ρωτήθηκε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου με τον Αμερικανό πρόεδρο στα Ηνωμένα Εθνη αν είχε ασκηθεί οποιαδήποτε πίεση.
Η απάντησή του ήταν απίθανο να ικανοποιήσει τον Τραμπ. «Είχαμε, κατά τη γνώμη μου, μια καλή τηλεφωνική επικοινωνία... Ηταν όλα καλά. Μιλήσαμε για πολλά πράγματα. Νομίζω ότι διαβάσατε πως κανείς δεν με πίεσε», δήλωσε. Ο Τραμπ έδωσε τη δική του ερμηνεία: «Με άλλα λόγια, χωρίς πίεση». Τον Σεπτέμβριο του 2019, μιλώντας μαζί με τον Ζελένσκι στον Πύργο Τραμπ στη Νέα Υόρκη, προσέφερε μια πιο εκτεταμένη εκδοχή για τα σχόλια του Ουκρανού ηγέτη: «Για να είμαι ειλικρινής, δεν σας το έχω πει ποτέ αυτό, αλλά ήταν σκληρός σαν ατσάλι. Θα μπορούσε να παριστάνει τον μεγαλοπρεπή και τον χαριτωμένο, αλλά δεν το έκανε αυτό. Επίσης, δήλωσε ότι ο πρόεδρος Τραμπ δεν έκανε κανένα απολύτως λάθος».
Κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας για την παραπομπή, ο Κερτ Βόλκερ, ο οποίος ήταν ο ειδικός απεσταλμένος των ΗΠΑ στην Ουκρανία υπό τον Τραμπ, δήλωσε ότι ο πρόεδρος είχε περιγράψει την Ουκρανία ως «μια διεφθαρμένη χώρα, γεμάτη τρομερούς ανθρώπους».
Ο Τραμπ αθωώθηκε από τη Γερουσία των ΗΠΑ το 2020, αλλά η εμπειρία αυτή -ήταν μόλις ο τρίτος Αμερικανός πρόεδρος που αντιμετώπισε πρόταση μομφής- τον μετέτρεψε σε πικρόχολο και θυμωμένο. Εγινε εννέα μήνες προτού διεκδικήσει, ανεπιτυχώς, την επανεκλογή του και η ιστορία αυτή μπορεί να έχει επηρεάσει ορισμένους αναποφάσιστους ψηφοφόρους.
Η αντιπάθεια του Τραμπ για τον Ζελένσκι και την Ουκρανία έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον θαυμασμό του για τον πρόεδρο Πούτιν, έναν πρώην αξιωματικό της KGB, που έχει συντρίψει κάθε πολιτική αντιπολίτευση στη Ρωσία. Αν και η Δύση συσπειρώθηκε για να βοηθήσει την Ουκρανία μετά την εισβολή της Ρωσίας το 2022, ο Τραμπ επανειλημμένα «χτύπησε» τον Ζελένσκι κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, αποκαλώντας τον «τον μεγαλύτερο θεατρίνο στη Γη» για την επιτυχία του να εξασφαλίσει στρατιωτική βοήθεια των ΗΠΑ για τη χώρα του.
ΠΗΓΗ: Times Media Ltd / News Licensing