Την ημέρα μετά τις εκλογές στη Γερμανία συχνά αναφέρεται ένα πολυχρησιμοποιημένο απόφθεγμα του συγγραφέα Έρμαν Έσσε: «Κάθε αρχή και μια μαγεία».

Ωστόσο, ο Φρίντριχ Μερτς, ο νικηφόρος συντηρικός ηγέτης και προσεχώς καγκελάριος, δυσκολεύεται να διακρίνει κάτι περισσότερο από μια αμυδρή σπίθα μαγείας.

Ο Μερτς έκανε ό,τι μπορούσε για να δημιουργήσει ενθουσιασμό γύρω από αυτό που αποκάλεσε ως «εξαιρετικά καλό» αποτέλεσμα, υποστηρίζοντας ότι η γιορτή στο αρχηγείο του κόμματός του κράτησε μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες.

Ωστόσο, ο χριστιανοδημοκρατικός συνασπισμός του, γνωστός ως CDU-CSU, κέρδισε μόνο το 28,5% των ψήφων, το δεύτερο χειρότερο αποτέλεσμά του από το 1949. Με 208 έδρες από τις 630 του Κοινοβουλίου, του λείπουν 108 έδρες για την κυβερνητική πλειοψηφία.

Ο Μερτς βιάζεται να ολοκληρώσει τις διαπραγματεύσεις του για τη δημιουργία ενός συνασπισμού με ό,τι έχει απομείνει από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) μέχρι το Πάσχα, σε δύο μήνες. Περιέγραψε την αναζωπύρωση του ακροδεξιού κόμματος «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD), το οποίο ήρθε δεύτερο διπλασιάζοντας το ποσοστό του στο 20,4%, ως «τελευταία προειδοποίηση» προς το δημοκρατικό κέντρο να ενωθεί και να βρει λύσεις στα προβλήματα της χώρας προτού να είναι πολύ αργά.

Ο Μερτς ανυπομονεί να αναλάβει τον πολιτικό του ρόλο στην παγκόσμια σκηνή. Μέσα σε 24 ώρες από τις εκλογές δεσμεύτηκε να καταστήσει την Ευρώπη «ανεξάρτητη» από τις ΗΠΑ, πραγματοποίησε τηλεφωνική επικοινωνία με τον πρόεδρο Μακρόν της Γαλλίας και υποσχέθηκε να ενώσει με πιο στενά δεσμά τη Βρετανία με τους ηπειρωτικούς συμμάχους της. Επιπλεόν, απηύθυνε πρόσκληση στον Μπενιαμίν Νετανιάχου να τον επισκεφθεί στο Βερολίνο, παρά το ένταλμα σύλληψης του Ισραηλινού πρωθυπουργού από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο.

«Ο κόσμος δεν πρόκειται να μας περιμένει», δήλωσε ο Μερτς. «Συνεχίζει να αναπτύσσεται με ιλιγγιώδη ταχύτητα».

Ωστόσο, το SPD δεν είναι πρόθυμο να αφήσει τον Μερτς να υπαγορεύσει τον ρυθμό. Μπορεί να έχει πέσει στο 16,4% των ψήφων, το χαμηλότερο ποσοστό από το 1887, αλλά αυτοί που κινούν τα νήματα στο κόμμα γνωρίζουν καλά τη δύναμη που έχουν στον επίδοξο καγκελάριο, ο οποίος δεν έχει πολλές ελκυστικές επιλογές για την ανάληψη της εξουσίας χωρίς την υποστήριξή τους.

Ο Λαρς Κλίνγκμπαϊλ, ο νέος κοινοβουλευτικός ηγέτης του SPD, ανέφερε ότι το κόμμα του θα απαιτήσει υψηλό αντίτιμο, συμπεριλαμβανομένων πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ για επενδύσεις σε υποδομές, σχολεία και ένοπλες δυνάμεις, στις συζητήσεις για συνασπισμό. Άφησε επίσης να εννοηθεί ότι οποιαδήποτε συμφωνία θα μπορούσε να τεθεί σε ψηφοφορία από τα μέλη του κόμματός του, τα οποία ενδέχεται να εκφράσουν έντονη δυσαρέσκεια για μεγάλο μέρος της βασικής ατζέντας του Μερτς, ιδίως όσον αφορά την πολιτική ασύλου.

«Το αν θα φτάσουμε σε σχηματισμό κυβέρνησης, αν το SPD θα μπει σε μια κυβέρνηση, αυτό μένει να το δούμε», δήλωσε ο Κλίνγκμπαϊλ. «Όταν σκέφτομαι ορισμένα από αυτά που είπε ο Φρίντριχ Μερτς τις τελευταίες εβδομάδες, ίσως και τις τελευταίες ημέρες, το χάσμα που τον χωρίζει από το SPD, αντί να μειωθεί, έγινε ακόμα πιο βαθύ».

Το AfD προσπαθεί επίσης να προσεγγίσει τον Μερτς, παρότι γνωρίζει πολύ καλά ότι θα το απορρίψει στο πλαίσιο της πολιτικής του «τείχους προστασίας», με την οποία η ακροδεξιά αποκλείεται από την κυβέρνηση. Οι ηγέτες του παίζουν μακροπρόθεσμο παιχνίδι, ελπίζοντας ότι ο συνασπισμός θα αποδειχθεί τόσο διχασμένος και δυσλειτουργικός ώστε να οδηγήσει εκατομμύρια περισσότερους ψηφοφόρους στην αγκαλιά του.

«Έχουμε ανοιχτά σύνορα και έχουμε χάσει εντελώς τον έλεγχο. Κυριαρχεί η αδικία», δήλωσε η Άλις Βάιντελ, υποψήφια καγκελάριος του AfD. «Ο Φρίντριχ Μερτς δεν θα μπορέσει να το διορθώσει αυτό με το SPD. Θα πρέπει να κάνει παραχωρήσεις και δεν θα μπορέσει να υλοποιήσει καμία από τις υποσχέσεις του».

Το AfD είναι πλέον ηγεμονική δύναμη στην Ανατολική Γερμανία. Στη Θουριγγία συγκέντρωσε το 38,6% των ψήφων, υπερδιπλάσιο ποσοστό συγκριτικά με οποιοδήποτε άλλο κόμμα. Είναι σε καλή θέση να κερδίσει τις περιφερειακές εκλογές του επόμενου έτους στη Σαξονία-Άνχαλτ, όπου έλαβε 37,1%, και στο Μεκλεμβούργο-Δυτική Πομερανία, όπου συγκέντρωσε 35%.

Ανέλαβε επίσης τον έλεγχο της πρώτης του εκλογικής περιφέρειας στο Βερολίνο και σημείωσε επιτυχία σε πολλά δυτικά κρατίδια, όπως στη Βάδη-Βυρτεμβέργη με 19,8% και στη Ρηνανία-Παλατινάτο, όπου έλαβε 20,1% τερματίζοντας μπροστά από το άλλοτε κυρίαρχο SPD.

Το AfD ενθαρρύνεται ιδιαιτέρως που έχει κινητοποιήσει 1,8 εκατομμύρια μη ψηφοφόρους και το 37% της εργατικής τάξης. Έχει εξαιρετικά καλά αποτελέσματα στους νέους, καθώς έρχεται δεύτερο στις ηλικίες κάτω των 25 ετών, πρώτο στις ηλικίες 25 έως 34 ετών και πρώτο μαζί με το CDU-CSU στις ηλικίες 35-44 ετών.

Η 46χρονη Βάιντελ μπορεί να διεκδικήσει τα εύσημα γι' αυτό σε μεγάλο βαθμό. Οι μαχητικές ομιλίες και συνεντεύξεις της, περικομμένες σε ηχητικά αποσπάσματα και σε συνδυασμό με ανέμελα κλιπ που τη δείχνουν να χορεύει στο αυτοκίνητό της ή να εκφράζει τον ενθουσιασμό της για τη σύντροφό της, προσελκύουν τεράστια κοινά στο TikTok, το οποίο έχει απήχηση στους μισούς περίπου Γερμανούς της γενιάς Z.

Ωστόσο, η μεγαλύτερη παρότρυνση για το κόμμα είναι μάλλον η απόδειξη ότι υπάρχει άφθονος χώρος για να αναπτυχθεί.

Το 55% του συνόλου των ψηφοφόρων δήλωσε ότι το AfD έχει «κατανοήσει καλύτερα από τα άλλα κόμματα ότι πολλοί άνθρωποι δεν αισθάνονται πλέον ασφαλείς», ενώ το 46% επιδοκίμασε την αποφασιστικότητα του κόμματος να περιορίσει την εισροή μεταναστών και το 45% δήλωσε ότι η Βάιντελ «λέει την αλήθεια έξω από τα δόντια».

Άλλο ένα κόμμα που βγήκε σημαντικά κερδισμένο από τις εκλογές είναι το κόμμα της Αριστεράς. Μέχρι πρότινος φαινόταν ότι θα αποχωρούσε από το Κοινοβούλιο, αλλά αναζωογονήθηκε χάρη στην εστίασή του σε οικονομικά θέματα που αφορούν τις βασικές ανάγκες, τη φιλελεύθερη ατζέντα του για τη μετανάστευση και την ισχυρή παρουσία του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Καθώς τα κεντρώα κόμματα στράφηκαν προς τα δεξιά όσον αφορά την πολιτική ασύλου προκειμένου να απαντήσουν στο AfD, η Αριστερά απέσπασε σημαντικό αριθμό αστικών ψηφοφόρων, ιδίως από το κόμμα των Πρασίνων. Με 8,4% των ψήφων και 64 έδρες, το κόμμα μπορεί πλέον να ενισχύσει ή να παρεμποδίσει οποιαδήποτε προσπάθεια αναθεώρησης του γερμανικού συντάγματος, για την οποία απαιτείται πλειοψηφία δύο τρίτων.

ΠΗΓΗ: Times Media Ltd / News Licensing