Η περιφρόνηση για τους συμμάχους θα στερήσει από τις ΗΠΑ τη διεθνή επιρροή τους
"Οι δικοί μας SOB"
Η εποχή που η Ουάσινγκτον μπορούσε να εξαγοράσει ή να εκβιάσει την αφοσίωση των SOBs έχει περάσει και ο Τραμπ πρέπει να καταλάβει ότι η Αμερική δεν γίνεται μεγαλύτερη μετατρέποντας τους συμμάχους σε ικέτες

Η πολιτική δεινότητα στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν κάποτε μια τέχνη, ένα πολύτιμο κομμάτι της οικοδόμησης θεσμών, ένα πλαίσιο για την παγκόσμια ηγεσία, προνόμιο ευφυών ανθρώπων, όπως ο Τζορτζ Κέναν και ο Χένρι Κίσινγκερ. Η διπλωματία με αρχές υπήρχε παράλληλα με μια πιο άναρχη προσέγγιση των εξωτερικών υποθέσεων: Οι ασήμαντοι ή ακόμα κι οι πιο ισχυροί δικτάτορες χαρακτηρίζονταν ως SOB -από το son of a bitch, δηλαδή καθάρματα- και, αν ήταν πρόθυμοι να εξαγοραστούν από την Ουάσινγκτον, μπορούσαν να αναβαθμιστούν στο καθεστώς των «δικών μας SOB», δηλαδή κακών πρόθυμων να βοηθήσουν.
Τώρα η πολιτική δεινότητα στις ΗΠΑ μοιάζει με κάτι περισσότερο από έναν δειλό παραλογισμό. Και ο διαχωρισμός μεγάλου μέρους του κόσμου σε διάφορα είδη SOBs μοιάζει όλο και περισσότερο με κατάλοιπο του Ψυχρού Πολέμου. Τα συστήματα δυτικής συμμαχίας καταρρέουν λόγω της αμερικανικής αδιαφορίας.
«Οι δικοί μας SOB» -φημολογείται ότι ο Φραγκλίνος Ρούσβελτ επινόησε τον όρο για τον διεφθαρμένο δικτάτορα της Νικαράγουας Αναστάζιο Σομόζα- δημιούργησαν πολιτικό κεφάλαιο με τους Αμερικανούς προστάτες τους και έκρυψαν ιδιωτικές περιουσίες. Σήμερα, μόνο το Κρεμλίνο φροντίζει με τόση επιμέλεια τους εγκληματικούς εντολοδόχους του. Ο Μπασάρ αλ Ασαντ, ο τοποτηρητής του Πούτιν στη Συρία επί δεκαετίες, μεταφέρθηκε αεροπορικώς στην ασφάλεια της Μόσχας τον περασμένο Δεκέμβριο, αφού ανατράπηκε από τον ηγέτη των ισλαμιστών ανταρτών, Αχμέντ αλ Σαράα. Εκεί ζει σε ένα μεγάλο, πολυώροφο διαμέρισμα, με την άρρωστη σύζυγό του (υποβάλλεται σε θεραπεία για λευχαιμία) και τουλάχιστον δύο από τα τρία παιδιά του. Τον περασμένο μήνα ζητήθηκε η γνώμη του από τις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες όταν ομάδες υπέρ του Ασαντ στην επαρχία Λαττάκεια αντάλλαξαν πυρά με τις δυνάμεις της νέας κυβέρνησης.
Ένας άλλος εξόριστος SOB, ο Ουκρανός έκπτωτος ηγέτης Βίκτορ Γιανουκόβιτς, ερωτάται επίσης από τους Ρώσους επιτηρητές του για την τρέχουσα πολιτική στο Κίεβο.
Οι συναλλαγές όσον αφορά τους δασμούς έχουν δημιουργήσει τη δική τους μορφή ειδικής «ικεσίας» από τους συμμάχους της Αμερικής, κάτι που θυμίζει παζάρι (σουκ στα αραβικά). Θα εξετάζατε, κύριε, μια πιο εξειδικευμένη εμπορική συμφωνία; Συνοδευόμενη από μια επίσημη επίσκεψη, ίσως; Θα θέλατε, κύριε, να παραταχθεί πλήθος κόσμου στο εμπορικό κέντρο και να ζητωκραυγάζει; Αλλά η εποχή των SOBs έχει περάσει.
Το μοντέλο λειτούργησε (προς όφελος των ΗΠΑ στην Κεντρική και Λατινική Αμερική), αλλά δεν μεταφέρθηκε καλά στη Μέση Ανατολή, όπου δικτάτορες όπως ο Χόσνι Μουμπάρακ της Αιγύπτου βρέθηκαν αβοήθητοι κατά την Αραβική Ανοιξη του 2011. Η πρώτη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ ήταν σε γενικές γραμμές αυτή ενός τυπικού Ρεπουμπλικάνου προέδρου: το ΝΑΤΟ δεν καταργήθηκε, αλλά διευρύνθηκε, δεν κλείστηκαν συμφωνίες με τη Ρωσία, οι αμυντικές δεσμεύσεις προς την Ευρώπη τηρήθηκαν, η Μέση Ανατολή ήταν αρκετά ήρεμη ώστε να προωθηθεί η ιδέα της «κανονικοποίησης» του Ισραήλ από τους Άραβες.
Αυτήν τη φορά, τα πράγματα είναι διαφορετικά: πόλεμοι σε πλήρη εξέλιξη στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή και μια αυξανόμενη απογοήτευση των μεσαίων δυνάμεων από την έλλειψη αυτοσυγκράτησης των μεγάλων δυνάμεων.
Το αποτέλεσμα είναι ότι φιλόδοξες μεσαίες δυνάμεις, όπως η Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, έχουν αναλάβει δράση. Παρά τις συλλήψεις των εγχώριων αντιπάλων του, θα ήταν δύσκολο να παρουσιάσει κανείς τον Ερντογάν ως SOB («κάθαρμα»). Αγοράζει αεράμυνα από τη Ρωσία, αλλά διατηρεί μια σημαντική αεροπορική βάση των ΗΠΑ και τον δεύτερο μεγαλύτερο στρατό του ΝΑΤΟ. Αυτή είναι μια πορεία που ακολουθεί εδώ και ένα τέταρτο του αιώνα.
Στην αρχή φάνηκε να είναι ο προάγγελος ενός δημοκρατικά συντονισμένου πολιτικού Ισλάμ, που θα μπορούσε να οδηγήσει τη Μέση Ανατολή μακριά από τον τζιχαντισμό. Σήμερα σφίγγει τα λουριά, δημιουργώντας μια «κουλτούρα απόλυτου φόβου», σύμφωνα με τον κορυφαίο αντίπαλο του Ερντογάν, Εκρέμ Ιμάμογλου, μέσα από το κελί του στις φυλακές της Σηλυβρίας. Η δύναμή του δεν απορρέει από τις ευλογίες του Λευκού Οίκου επί κυβέρνησης Τραμπ, αλλά από τη γεωπολιτική, την εμπορική γέφυρα με τον Καύκασο και την Κεντρική Ασία, τον έλεγχο των Στενών του Βοσπόρου και της πρόσβασης στη Μαύρη Θάλασσα, καθώς και από την ικανότητά του να εμποδίζει την είσοδο των Σύρων προσφύγων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο Ερντογάν έχει ήδη αποδείξει τους τελευταίους μήνες ότι μπορεί να χρησιμοποιεί την επιρροή του χωρίς να χρειάζεται να ζητήσει την υποστήριξη του Τραμπ. Η ανατροπή του Ασαντ στη Συρία οφείλεται στην τουρκική υποστήριξη προς τον Αλ Σαράα. Κατατρόπωσε τη Ρωσία και, αν ο Τραμπ είχε δώσει προσοχή, θα είχε καταλάβει ότι η εξουσία του Πούτιν φθίνει παντού.
Οι ΗΠΑ πρέπει να σταματήσουν να πατρονάρουν τις μεσαίες δυνάμεις. Κατά την πρώτη του θητεία, ο Τραμπ, χάρη εν μέρει στον γαμπρό του, Τζάρεντ Κούσνερ, κατάλαβε ότι η Σαουδική Αραβία, υπό την καθοδήγηση του πρίγκιπα διαδόχου της, δεν ήταν ένα από τα «δικά μας SOBs», αλλά μάλλον ένα δυνητικό τμήμα ενός άξονα που αλλάζει μορφή.
Η μεγαλύτερη πρόκληση για την περιορισμένη άποψη του Τραμπ για τους συμμάχους των ΗΠΑ διαφαίνεται και πάλι στη Συρία. Αυτήν τη φορά πρόκειται για μια αντιπαράθεση μεταξύ δύο εκ των σημαντικότερων περιφερειακών συμμάχων της Αμερικής, της Τουρκίας και του Ισραήλ. Η Άγκυρα επιθυμεί να παραμείνει η Συρία ανέπαφη, με σταθερά σύνορα, εν μέρει για να μπορεί να πλήξει τους Κούρδους αντάρτες, αλλά και για να διευκολύνει τις επενδύσεις και την επιστροφή ορισμένων από τους 3 εκατομμύρια Σύρους πρόσφυγες που ζουν στην Τουρκία. Το Ισραήλ επιθυμεί μια ζώνη ασφαλείας που θα το προστατεύει από μια πιθανή προσπάθεια της Συρίας να διεκδικήσει τα Υψίπεδα του Γκολάν. Απαιτεί την πλήρη αποστρατιωτικοποίηση της Νότιας Συρίας και έχει αρχίσει να βομβαρδίζει αποθήκες πυραύλων αεροσκαφών και αποθέματα χημικών όπλων. Είναι το είδος της πρόκλησης εξωτερικής πολιτικής που ο Τραμπ μισεί και θα προσπαθήσει να αποφύγει μέχρι να φανεί ότι το Ιράν εισέρχεται ξανά στο πεδίο μάχης της Συρίας.
Αυτό που λείπει από το κουτί με τα μαγικά κόλπα του Τραμπ δεν είναι μόνο μια στρατηγική κοσμοθεωρία, αλλά και το είδος του διπλωματικού αυθορμητισμού που θα επέτρεπε στην κυβέρνησή του να προβλέψει και να αντιδράσει γρήγορα στα μεταβαλλόμενα γεγονότα. Αυτό ήταν που έδωσε στον Τζορτζ Μπους το πλεονέκτημα το 1989, όταν έπεσε το Τείχος του Βερολίνου: Ήταν ένα σοκ, αλλά, χάρη στην έξυπνη χρήση των δυτικών συμμαχιών, αποδείχθηκε μέρος μιας αμερικανικής επιτυχίας.
Ο Τραμπ, κατά την τρέχουσα, δεύτερη θητεία του, χρειάζεται επίσης ένα αφήγημα ευημερίας και διπλωματικών επιτευγμάτων, αλλά δεν το κάνει με τον σωστό τρόπο. Η Αμερική δεν γίνεται μεγαλύτερη μετατρέποντας τους συμμάχους σε ικέτες.
ΠΗΓΗ: Times Media Ltd / News Licensing