Κοροναϊός: Λιγότερο μολυσματικοί οι εμβολιασμένοι σε σχέση με τους ανεμβολίαστους
Μειωμένος ο κίνδυνος νόσησης και νοσηλείας
Χαμηλότερο ιικό φορτίο παρουσιάζουν όσοι από τους εμβολιασμένους μολύνονται στη συνέχεια με κοροναϊό, κάτι που σημαίνει ότι οι εμβολιασμένοι είναι πιθανόν λιγότερο μολυσματικοί από τους μη εμβολιασμένους, όπως προκύπτει από μια νέα μελέτη.
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό New England Journal of Medicine, ενώ η βιβλιογραφία ανασκοπείται από τους Καθηγητές της Ιατρικής του ΕΚΠΑ Δημήτριο Παρασκευή (Αναπληρωτής Καθηγητής Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής) και Θάνο Δημόπουλο (Πρύτανης ΕΚΠΑ).
Επιπλέον, από τη μελέτη διαπιστώθηκε ότι τα εμβολιασμένα άτομα είχαν ηπιότερη νόσο.
«Ακόμα και όταν οι εμβολιασμένοι μολύνθηκαν με τον κοροναϊό, ήταν λιγότερο πιθανό να νοσήσουν», δήλωσε ο Mark Thompson, ένας από τους συγγραφείς της μελέτης, επιδημιολόγος στο CDC. Επίσης δήλωσε ότι «ακόμα και αν κάποιος που έχει εμβολιαστεί μολυνθεί με τον ιό υπάρχει μικρότερη ποσότητα ιού στο σώμα του, και συνεπώς είναι λιγότερο πιθανόν να μεταδώσει τον ιό σε άλλα άτομα».
Οι πλήρως ή μερικώς εμβολιασμένοι είχαν 40% χαμηλότερο ιικό φορτίο από τους μη εμβολιασμένους συμμετέχοντες, καθώς και 66% χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης ανιχνεύσιμου ιού για περισσότερο από μία εβδομάδα.
Επιπλέον, πραγματοποιήθηκε γενετική ταυτοποίηση του ιού στα 10 από τα 16 περιστατικά που ανιχνεύθηκαν σε πλήρως ή μερικώς εμβολιασμένους. Συγκεκριμένα βρέθηκαν 3 μεταλλαγμένα στελέχη «Έψιλον» που εντοπίστηκαν για πρώτη φορά στην Καλιφόρνια. Τα δείγματα της μελέτης συλλέχθηκαν πριν από την εξάπλωση του στελέχους «Δέλτα», το οποίο εντοπίστηκε για πρώτη φορά στην Ινδία.
Συμπερασματικά, τα εμβόλια δεν είναι μόνο αποτελεσματικά έναντι της μόλυνσης από SARS-CoV-2, αλλά επίσης μειώνουν τον κίνδυνο νόσησης. Τα πλεονεκτήματα του εμβολιασμού είναι ιδιαίτερα σημαντικά για τους επαγγελματίες υγείας λόγω της ιδιαιτερότητας του επαγγέλματος τους αλλά και των επαφών τους με ασθενείς που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες.
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό New England Journal of Medicine, ενώ η βιβλιογραφία ανασκοπείται από τους Καθηγητές της Ιατρικής του ΕΚΠΑ Δημήτριο Παρασκευή (Αναπληρωτής Καθηγητής Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής) και Θάνο Δημόπουλο (Πρύτανης ΕΚΠΑ).
Επιπλέον, από τη μελέτη διαπιστώθηκε ότι τα εμβολιασμένα άτομα είχαν ηπιότερη νόσο.
«Ακόμα και όταν οι εμβολιασμένοι μολύνθηκαν με τον κοροναϊό, ήταν λιγότερο πιθανό να νοσήσουν», δήλωσε ο Mark Thompson, ένας από τους συγγραφείς της μελέτης, επιδημιολόγος στο CDC. Επίσης δήλωσε ότι «ακόμα και αν κάποιος που έχει εμβολιαστεί μολυνθεί με τον ιό υπάρχει μικρότερη ποσότητα ιού στο σώμα του, και συνεπώς είναι λιγότερο πιθανόν να μεταδώσει τον ιό σε άλλα άτομα».
40% χαμηλότερο ιικό φορτίο
Συγκεκριμένα η μελέτη παρακολούθησε 3.975 επαγγελματίες υγείας που εμβολιάστηκαν κατά προτεραιότητα. Ο ιός SARS-CoV-2 ανιχνεύθηκε σε 204 άτομα, συμπεριλαμβανομένων 5 που είχαν εμβολιαστεί πλήρως και 11 που είχαν λάβει μόνο την πρώτη δόση των εμβολίων Pfizer ή Moderna.Οι πλήρως ή μερικώς εμβολιασμένοι είχαν 40% χαμηλότερο ιικό φορτίο από τους μη εμβολιασμένους συμμετέχοντες, καθώς και 66% χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης ανιχνεύσιμου ιού για περισσότερο από μία εβδομάδα.
Μειωμένος κίνδυνος νοσηλείας
Κανένας από τους εμβολιασμένους δεν νοσηλεύτηκε και όλοι είχαν ήπια νόσο. Με βάση τα αποτελέσματα της μελέτης, εκτιμήθηκε ότι τα εμβόλια ήταν 91% αποτελεσματικά στην πρόληψη μολύνσεων σε πλήρως εμβολιασμένους και 81% αποτελεσματικά σε μερικώς εμβολιασμένους.Επιπλέον, πραγματοποιήθηκε γενετική ταυτοποίηση του ιού στα 10 από τα 16 περιστατικά που ανιχνεύθηκαν σε πλήρως ή μερικώς εμβολιασμένους. Συγκεκριμένα βρέθηκαν 3 μεταλλαγμένα στελέχη «Έψιλον» που εντοπίστηκαν για πρώτη φορά στην Καλιφόρνια. Τα δείγματα της μελέτης συλλέχθηκαν πριν από την εξάπλωση του στελέχους «Δέλτα», το οποίο εντοπίστηκε για πρώτη φορά στην Ινδία.
Συμπερασματικά, τα εμβόλια δεν είναι μόνο αποτελεσματικά έναντι της μόλυνσης από SARS-CoV-2, αλλά επίσης μειώνουν τον κίνδυνο νόσησης. Τα πλεονεκτήματα του εμβολιασμού είναι ιδιαίτερα σημαντικά για τους επαγγελματίες υγείας λόγω της ιδιαιτερότητας του επαγγέλματος τους αλλά και των επαφών τους με ασθενείς που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες.