Έρευνα: Ο πλήρης εμβολιασμός μειώνει στο μισό τον κίνδυνο για μακρόχρονη νόσο
Η μελέτη δείχνει επίσης ότι ο κίνδυνος εισαγωγής στο νοσοκομείο λόγω κοροναϊού ενός πλήρως εμβολιασμένου μειώνεται κατά περίπου 70%
Ο πλήρης εμβολιασμός κατά του κοροναϊού μειώνει σημαντικά όχι μόνο τον κίνδυνο λοίμωξης, αλλά και την πιθανότητα η νόσος να μετατραπεί σε μακρά Covid-19 με πολύμηνα συμπτώματα, σύμφωνα με μια νέα βρετανική επιστημονική έρευνα.
Η μελέτη δείχνει ότι στη μειονότητα εκείνων που μολύνονται από τον ιό, παρόλο που έχουν κάνει και τις δύο δόσεις του εμβολίου, ο κίνδυνος να εμφανίσουν στη συνέχεια παρατεταμένα συμπτώματα της λεγόμενης "μακράς Covid-19" - για πάνω από ένα μήνα - μειώνεται στο μισό, δηλαδή κατά 50%, σε σχέση με την πιθανότητα των ανεμβολίαστων να νοσήσουν για καιρό.
Οι περισσότεροι άνθρωποι που αρρωσταίνουν με Covid-19, έχουν αναρρώσει μέσα σε τέσσερις εβδομάδες το πολύ, όμως μερικοί συνεχίζουν να έχουν ένα ή περισσότερα συμπτώματα ακόμη και για πολλούς μήνες μετά την αρχική λοίμωξη, κάτι που μπορεί να συμβεί ακόμη και σε ασθενείς οι οποίοι είχαν ήπια συμπτώματα.
Οι επιστήμονες του Βρετανικού Κολλεγίου του Λονδίνου (King's), με επικεφαλής τη δρα Κλερ Στίβς, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό "The Lancer Infectious Diseases", σύμφωνα με το BBC, ανέλυσαν στοιχεία που συλλέχθηκαν από τη βρετανική ηλεκτρονική εφαρμογή "Zoe Covid Study", η οποία επιτρέπει στους ασθενείς να καταγράφουν μόνοι τους τα συμπτώματα και τη διάρκεια τους, τα τεστ που έχουν κάνει, καθώς και τους εμβολιασμούς τους. Μεταξύ Δεκεμβρίου 2020-Ιουλίου 2021 η εφαρμογή συγκέντρωσε στοιχεία για περισσότερους από 1,2 εκατομμύρια ανθρώπους που έκαναν μια δόση και σχεδόν ένα εκατομμύριο για όσους έκαναν δύο δόσεις εμβολίου.
Διαπιστώθηκε ότι μόνο το 0,2% ανέφεραν πώς μολύνθηκαν από τον κοροναϊό μετά τον πλήρη εμβολιασμό τους, ενώ σχεδόν το 0,5% μολύνθηκαν μετά από μία μόνο δόση εμβολίου που είχαν κάνει. Από τους πλήρως εμβολιασμένους με Covid-19, το 5% εμφάνισε μακρά Covid-19 με διάρκεια άνω του ενός μηνός, έναντι αντίστοιχου ποσοστού 11%, δηλαδή τουλάχιστον διπλάσιου, μεταξύ των ανεμβολίαστων.
Μεγαλύτερη πιθανότητα για λοίμωξη "breakthrough" (όπως λέγεται διεθνώς η μόλυνση ενός εμβολιασμένου) έχουν τα άτομα άνω των 60 ετών, ιδίως με υποκείμενα προβλήματα όπως παχυσαρκία, καρδιοπάθεια, νεφροπάθεια, πνευμονοπάθεια κ.α., καθώς και όσοι ζουν σε υποβαθμισμένες και πυκνοκατοικημένες περιοχές, ιδίως αν έχουν κάνει μια μόνο δόση.
"Αποτελεί καλό νέο ότι, όπως βρήκε η έρευνα μας, ο διπλός εμβολιασμός μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο μόλυνσης από τον ιό, αλλά επίσης ότι, σε περίπτωση μόλυνσης, αποτρέπει την εκδήλωση μακρόχρονων συμπτωμάτων", δήλωσε η Στιβς.
Η μελέτη δείχνει επίσης ότι ο κίνδυνος εισαγωγής στο νοσοκομείο λόγω κοροναϊού ενός πλήρως εμβολιασμένου μειώνεται κατά περίπου 70% σε σχέση με έναν ανεμβολίαστο. Ακόμη οι πλήρως εμβολιασμένοι που μολύνονται, έχουν σχεδόν διπλάσια πιθανότητα (94%), από ό,τι οι ανεμβολίαστοι, να είναι ασυμπτωματικοί.
Η μελέτη δείχνει ότι στη μειονότητα εκείνων που μολύνονται από τον ιό, παρόλο που έχουν κάνει και τις δύο δόσεις του εμβολίου, ο κίνδυνος να εμφανίσουν στη συνέχεια παρατεταμένα συμπτώματα της λεγόμενης "μακράς Covid-19" - για πάνω από ένα μήνα - μειώνεται στο μισό, δηλαδή κατά 50%, σε σχέση με την πιθανότητα των ανεμβολίαστων να νοσήσουν για καιρό.
Οι περισσότεροι άνθρωποι που αρρωσταίνουν με Covid-19, έχουν αναρρώσει μέσα σε τέσσερις εβδομάδες το πολύ, όμως μερικοί συνεχίζουν να έχουν ένα ή περισσότερα συμπτώματα ακόμη και για πολλούς μήνες μετά την αρχική λοίμωξη, κάτι που μπορεί να συμβεί ακόμη και σε ασθενείς οι οποίοι είχαν ήπια συμπτώματα.
Οι επιστήμονες του Βρετανικού Κολλεγίου του Λονδίνου (King's), με επικεφαλής τη δρα Κλερ Στίβς, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό "The Lancer Infectious Diseases", σύμφωνα με το BBC, ανέλυσαν στοιχεία που συλλέχθηκαν από τη βρετανική ηλεκτρονική εφαρμογή "Zoe Covid Study", η οποία επιτρέπει στους ασθενείς να καταγράφουν μόνοι τους τα συμπτώματα και τη διάρκεια τους, τα τεστ που έχουν κάνει, καθώς και τους εμβολιασμούς τους. Μεταξύ Δεκεμβρίου 2020-Ιουλίου 2021 η εφαρμογή συγκέντρωσε στοιχεία για περισσότερους από 1,2 εκατομμύρια ανθρώπους που έκαναν μια δόση και σχεδόν ένα εκατομμύριο για όσους έκαναν δύο δόσεις εμβολίου.
Διαπιστώθηκε ότι μόνο το 0,2% ανέφεραν πώς μολύνθηκαν από τον κοροναϊό μετά τον πλήρη εμβολιασμό τους, ενώ σχεδόν το 0,5% μολύνθηκαν μετά από μία μόνο δόση εμβολίου που είχαν κάνει. Από τους πλήρως εμβολιασμένους με Covid-19, το 5% εμφάνισε μακρά Covid-19 με διάρκεια άνω του ενός μηνός, έναντι αντίστοιχου ποσοστού 11%, δηλαδή τουλάχιστον διπλάσιου, μεταξύ των ανεμβολίαστων.
Μεγαλύτερη πιθανότητα για λοίμωξη "breakthrough" (όπως λέγεται διεθνώς η μόλυνση ενός εμβολιασμένου) έχουν τα άτομα άνω των 60 ετών, ιδίως με υποκείμενα προβλήματα όπως παχυσαρκία, καρδιοπάθεια, νεφροπάθεια, πνευμονοπάθεια κ.α., καθώς και όσοι ζουν σε υποβαθμισμένες και πυκνοκατοικημένες περιοχές, ιδίως αν έχουν κάνει μια μόνο δόση.
"Αποτελεί καλό νέο ότι, όπως βρήκε η έρευνα μας, ο διπλός εμβολιασμός μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο μόλυνσης από τον ιό, αλλά επίσης ότι, σε περίπτωση μόλυνσης, αποτρέπει την εκδήλωση μακρόχρονων συμπτωμάτων", δήλωσε η Στιβς.
Η μελέτη δείχνει επίσης ότι ο κίνδυνος εισαγωγής στο νοσοκομείο λόγω κοροναϊού ενός πλήρως εμβολιασμένου μειώνεται κατά περίπου 70% σε σχέση με έναν ανεμβολίαστο. Ακόμη οι πλήρως εμβολιασμένοι που μολύνονται, έχουν σχεδόν διπλάσια πιθανότητα (94%), από ό,τι οι ανεμβολίαστοι, να είναι ασυμπτωματικοί.