Ο καρκίνος του προστάτη αποτελεί τον πιο συχνό καρκίνο στους άντρες και είναι η δεύτερη αιτία θανάτου στον αντρικό πληθυσμό, μετά τα καρδιοαγγειακά επεισόδια, με περίπου το 30% των ανδρών άνω των 50 ετών να εμφανίζει τη συγκεκριμένη μορφή καρκίνου.

«Πρόκειται για ένα νόσημα που εμφανίζεται συχνά, μάλιστα τα στοιχεία δείχνουν ότι μετά τα 79 έτη γύρω το 50% των ανδρών θα αναπτύξει καρκίνο του προστάτη, χωρίς να σημαίνει ότι θα πεθάνει λόγω αυτής της νόσου» διευκρίνισε ο επικεφαλής ομάδας ουρολόγων στο νοσοκομείο «Ερρίκος Ντυνάν»  Iωάννης Αναστασίου μιλώντας στην εκπομπή «Κοινωνία Ώρα MEGA».

Βάσει βιβλιογραφίας δεν έχει αποδειχθεί ακόμα, αλλά φαίνεται το είδος της διατροφής που ακολουθεί ένας άνδρας επηρεάζει. Για παράδειγμα στην Αμερική που υπάρχει μεγάλη κατανάλωση λιπαρών καταγράφονται διπλάσια ποσοστά καρκίνου του προστάτη σε σχέση με την Ιαπωνία.

Σύμφωνα με τον ιατρό ο καρκίνος του προστάτη δεν συνοδεύεται από συμπτώματα, έτσι το βασικότερο και κυριότερο στοιχείο είναι η πρόληψη μέσω εξετάσεων.


Όσον αφορά την θεραπεία γίνεται και με ρομποτική χειρουργική.




Πού βρίσκεται ο προστάτης;

Ο προστάτης είναι ένας μικρός αδένας που υπάρχει μόνο στους άνδρες. Παράγει και αποθηκεύει ένα γαλακτώδες, πυκνό υγρό, το οποίο αποτελεί το 20-30% του σπέρματος, μαζί με τα σπερματοζωάρια που παράγονται από τους όρχεις και το υγρό των σπερματοδόχων κύστεων. Επίσης, παράγει μια πρωτεΐνη που ονομάζεται ειδικό προστατικό αντιγόνο. Έχει το μέγεθος ενός καρυδιού αλλά γίνεται μεγαλύτερος με την πάροδο της ηλικίας. Εντοπίζεται κάτω από την ουροδόχο κύστη και περιβάλλει το άνω τμήμα της ουρήθρας, ακριβώς κάτωθεν της ουροδόχου κύστεως, γι’ αυτό και σε περίπτωση σημαντικής αύξησης του μεγέθους του προκαλούνται προβλήματα στην ούρηση.


Πώς αναπτύσσεται ο καρκίνος του προστάτη;

Ο καρκίνος του προστάτη προέρχεται από τα αδενικά κύτταρα του οργάνου και αναπτύσσεται στο έδαφος των προκαρκινωματωδών αλλοιώσεων των κυττάρων του, προκαλώντας την προστατική ενδοεπιθηλιακή νεοπλασία (prostatic intraepithelial neoplasia - PIN). Με την πάροδο του χρόνου, τα κύτταρα αυτά αποκτούν την ικανότητα να πολλαπλασιάζονται και να δημιουργούν έναν όγκο μέσα στον προστάτη αδένα, ο οποίος, αν και στο 70% των περιπτώσεων εντοπίζεται στην περιφερική ζώνη του οργάνου, μπορεί αργότερα να μεγαλώσει και να διηθήσει γειτονικά όργανα, όπως οι σπερματοδόχες κύστες και τελικά να αποκτήσει την ικανότητα να εισέρχεται στα αγγεία και να δίνει λεμφαδενικές και απομακρυσμένες μεταστάσεις.


Ποιοι παράγοντες συμβάλλουν στην ανάπτυξη του καρκίνου του προστάτη;

  • Ηλικία
  • Οικογενειακό ιστορικό
  • Εθνικότητα
  • Φυλή
  • Διάφορες ορμόνες
  • Διατροφή
  • Παχυσαρκία
  • Σεξουαλική δραστηριότητα


Πώς μπορούμε να προφυλαχθούμε;

Έχει αποδειχτεί ότι η ελαττωμένη πρόσληψη κεκορεσμένων λιπαρών οξέων (κόκκινο κρέας), η αυξημένη κατανάλωση λαχανικών και η πρόσληψη με την τροφή βιταμινών Ε και D, σεληνίου, λυκοπένης, πρωτεϊνών της σόγιας και ω-6-πολυακόρεστων οξέων (ιχθυελαίων), έχουν προστατευτική δράση.


Ποια είναι τα συμπτώματα;

Στα πρώτα στάδια, ο καρκίνος του προστάτη δεν εμφανίζει συμπτώματα. Με την πάροδο του χρόνου, τα αρχικά συμπτώματα που εμφανίζονται είναι συνήθως δυσκολία στην ούρηση, συχνοουρία ιδιαίτερα τη νύχτα, αίσθημα καψίματος στην ουρήθρα κατά την ούρηση, λεπτή ακτίνα ούρησης, αίμα στα ούρα ή στο σπέρμα και επώδυνη εκσπερμάτωση. Σε προχωρημένα στάδια, εμφανίζεται πόνος στα οστά σε σκελετικές μεταστάσεις.


Πώς μπορούμε να προλάβουμε τον καρκίνο του προστάτη και με ποιον τρόπο γίνεται η διάγνωση;

H πρόληψη του καρκίνου του προστάτη είναι το πιο σημαντικό βήμα στην αντιμετώπισή του. Καθώς, αν εντοπιστεί νωρίς, μπορούμε να βάλουμε σε εφαρμογή με επιτυχία τα θεραπευτικά μοντέλα που έχουμε στα χέρια μας.

Ο πληθυσμιακός έλεγχος για τον καρκίνο του προστάτη πρέπει να ξεκινάει από την ηλικία των 45- 50 ετών και να περιλαμβάνει κλινική εξέταση με εξέταση αίματος, μέτρηση του ειδικού προστατικού αντιγόνου (prostate specific antigen – PSA), υπερηχογράφημα και δακτυλική εξέταση, ώστε αν προκύψει η νόσος, να αντιμετωπιστεί κατάλληλα και έγκαιρα. Η μόνη εξέταση που μπορεί να επιβεβαιώσει τη διάγνωση είναι η βιοψία του προστάτη αδένα, κατά την οποία λαμβάνονται πολλαπλά ιστοτεμάχια και από τους δύο λοβούς του προστάτη και αποστέλλονται για ιστολογική εξέταση. Η λήψη γίνεται με βελόνα υπό απεικονιστική καθοδήγηση με διορθικό υπέρηχο.


Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί;

Η θεραπεία του καρκίνου του προστάτη περιλαμβάνει την ενεργητική παρακολούθηση, τη ριζική προστατεκτομή, την εξωτερική ή εσωτερική ακτινοθεραπεία και την ορμονοθεραπεία.

Η πρώτη μας επιλογή στην πρώιμη νόσο, όπου ο καρκίνος δεν έχει περάσει την κάψα του προστάτη, είναι η χειρουργική αντιμετώπιση που περιλαμβάνει την αφαίρεση του οργάνου, των σπερματοδόχων κύστεων και μερικές φορές των λεμφαδένων (λαγόνιων), με πολύ υψηλά ποσοστά ίασης. Η αντιμετώπιση μπορεί να συμπληρωθεί μετά και με ακτινοθεραπεία ή η ακτινοθεραπεία να προηγηθεί του χειρουργείου. Η σειρά εξαρτάται από την κάθε περίπτωση και από το πόσο επιθετικός είναι ο όγκος, ενώ κάποιες φορές η ακτινοθεραπεία συνδυάζεται και με ορμονοθεραπεία, με τη χορήγηση ορμονικών σκευασμάτων σε ασθενείς με κακή γενική κατάσταση ή ασθενείς μεγάλης ηλικίας άνω των 75 ετών, με σκοπό να ελαττωθούν τα κυκλοφορούντα επίπεδα τεστοστερόνης στον ορό του αίματος.

Στην εξωτερική ακτινοθεραπεία χρησιμοποιούνται ακτίνες Χ (φωτόνια) υψηλής ενέργειας, τα οποία παράγονται από γραμμικό επιταχυντή, είτε με τη μέθοδο τρισδιάστατης σύμμορφου ακτινοθεραπείας (Three Dimensional Conformal Radiotherapy - 3D-CRT) που είναι η πιο συχνή, είτε με ακτινοθεραπεία διαμορφούμενης έντασης (Intensity Modulated Radiotherapy – IMRT), μια βελτιωμένη εκδοχή της 3D-CRT που επικεντρώνει τη δόση στο στόχο, αποφεύγοντας τους φυσιολογικούς ιστούς. Η τελευταία είναι μια μέθοδος που κερδίζει συνεχώς έδαφος τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα στη θεραπευτική αντιμετώπιση του καρκίνου του προστάτη.

Η εσωτερική ακτινοθεραπεία αφορά την τοποθέτηση ραδιενεργών σωματίων στον προστάτη. Πραγματοποιείται είτε με την εμφύτευση ραδιενεργών κόκκων (ραδιοϊσοτόπων) στον προστάτη αδένα που παραμένουν εφ’ όρου ζωής και οι οποίοι σταματούν να ακτινοβολούν 9-12 μήνες μετά την εμφύτευση (LDR - Low Dose Rate Brachytherapy – Χαμηλού Ρυθμού Δόσης Βραχυθεραπεία), είτε με την εισαγωγή ενδοϊστικών καθετήρων οι οποίοι αφαιρούνται μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας (HDR - High Dose Rate Brachytherapy - Υψηλού Ρυθμού Δόσης Βραχυθεραπεία).