Σε πνευμονία και γρίπη οφείλεται ένας στους επτά θανάτους παιδιών
Από τις 195 χώρες που μελετήθηκαν, στη Νιγηρία καταγράφηκε η μεγαλύτερη πτώση των ποσοστών παιδικής θνησιμότητας (75%)
Παρά τη μεγάλη πτώση των ποσοστών παιδικής θνησιμότητας λόγω πνευμονίας, γρίπης και άλλων λοιμώξεων του κατώτερου αναπνευστικού συστήματος, αυτές οι ιατρικές καταστάσεις παραμένουν η κύρια αιτία θανάτου για τα παιδιά κάτω των πέντε ετών. Μάλιστα, ένας στους επτά θανάτους παιδιών παγκοσμίως οφείλεται σε λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού, σύμφωνα με νέα έρευνα.
Ο Μπόμπι Ρέινερ, επικεφαλής συντάκτης της μελέτης και αναπληρωτής καθηγητής στο ερευνητικό ινστιτούτο του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον "Institute for Health Metrics and Evaluation", τόνισε πως δεν υπάρχει μια μοναδική λύση που να μειώνει την παιδική θνησιμότητα από λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού σε όλες τις χώρες. Ο ίδιος προσθέτει ότι είναι ανάγκη η κάθε χώρα να εξετάσει όλους τους τομείς στους οποίους θα μπορούσαν να γίνουν αλλαγές για τη μείωση αυτών των προβλημάτων (π.χ. ατμοσφαιρική ρύπανση, εμβολιασμοί, αύξηση περιόδου θηλασμού, μετρίαση χρήσης αντιβιοτικών).
Διαπιστώθηκε ότι, στο διάστημα από το 1990 έως 2017, το ποσοστό παιδικής θνησιμότητας από λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού μειώθηκε κατά 65% παγκοσμίως, δηλαδή οι θάνατοι μειώθηκαν από 2,3 εκατομμύρια σε 809.000.Ο αριθμός αυτός συνιστά το 15% της συνολικής παιδικής θνησιμότητας το 2017. Σχεδόν οι μισοί καταγράφηκαν στην Ινδία (185.429), τη Νιγηρία (153.069) και το Πακιστάν (40.480).
Από τις 195 χώρες που μελετήθηκαν, στη Νιγηρία καταγράφηκε η μεγαλύτερη πτώση των ποσοστών παιδικής θνησιμότητας (75%). Συγκεκριμένα, το 1990, οι παιδικοί θάνατοι ανέρχονταν σε 1.349 ανά 100.000 παιδιά, ενώ το 2017 ήταν μόνο 330. Ο ρυθμός προόδου στην πρόληψη των λοιμώξεων του κατώτερου αναπνευστικού, πάντως, δεν είναι ιδιαίτερα ορατός λόγω της επίσης μεγάλης προόδου στην πρόληψη άλλων παιδικών νόσων όπως ο τέτανος και η ιλαρά.
Η συγκεκριμένη μελέτη, που δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση "The Lancet Infectious Disease" έδειξε ότι τα περιστατικά λοιμώξεων του κατώτερου αναπνευστικού μειώνονται πιο αργά από τα ποσοστά θανάτου από αυτές.
Βρέθηκε ότι μεταξύ του 1990 και του 2017 το ποσοστό που νόσησε από λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού και εν συνεχεία πέθανε έπεσε παγκοσμίως από 2% σε 1%. Αλλά το 2017 φάνηκε πως το ποσοστό αυτό παρουσίασε μεγάλες διακυμάνσεις σε διαφορετικές περιοχές από 0,1% στη Σαουδική Αραβία και τη Σλοβενία σε 5,8% στη Νιγηρία.
Επιπροσθέτως, τα ευρήματα έδειξαν πως το 2017 τα υψηλότερα ποσοστά παιδικής θνησιμότητας καταγράφηκαν στο νότιο Σουδάν με 528 θανάτους ανά 100.000 παιδιά. Το συνολικό ποσοστό παιδικής θνησιμότητας (σε παιδιά κάτω των πέντε ετών) από το 1990 έως το 2017 έπεσε κατά 67% (από 363 ανά 100.000 σε 119) , παγκοσμίως. Παράλληλα, στο Ουζμπεκιστάν το 40% της παιδικής θνησιμότητας αποδόθηκε σε λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού. Η ταχεία πτώση των αντίστοιχων ποσοστών θνησιμότητας στην Τουρκία και την Κίνα μπορεί να αποδοθεί στη βελτίωση των συστημάτων υγείας των δύο αυτών χωρών κατά το προαναφερθέν διάστημα.
Δεδομένου ότι πάνω από το 50% της παιδικής θνησιμότητας από λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού καταγράφηκε στην Αφρική, ο Ρέινερ και οι συνεργάτες του διεξήγαν μια δεύτερη πιο λεπτομερή ανάλυση για να διαπιστώσουν σε ποιες περιοχές της Αφρικής παρατηρούνται τα υψηλότερα ποσοστά παιδικής θνησιμότητας από λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού.
Στο πλαίσιο της δεύτερης αυτής μελέτης διαπιστώθηκε ότι ενώ η Σομαλία και η Κένυα είχαν τα υψηλότερα ποσοστά θνησιμότητας σε ολόκληρη την ήπειρο, μέχρι το 2017 οι περιοχές αυτές μείωσαν δραστικά τον κίνδυνο ενός παιδιού να πεθάνει από κάποια λοίμωξη του κατώτερου αναπνευστικού. Αντιστρόφως, και ενάντια στη γενική τάση μείωσης των ποσοστών θνησιμότητας, σε αρκετές περιοχές στο νότιο Σουδάν παρατηρήθηκε αύξηση της παιδικής θνησιμότητας από το 2000. Η μεγαλύτερη πτώση στα ποσοστά εμφάνισης λοιμώξεων του κατώτερου αναπνευστικού, μεταξύ όλων των χαρτογραφημένων περιοχών, καταγράφηκε στο Σουδάν, με πτώση από 419 επεισόδια ανά 1.000 παιδιά το 2000 σε 222 το 2017. Επιπλέον, το 2017, τέσσερις χώρες είχαν μεγαλύτερη διακύμανση στη συχνότητα εμφάνισης λοιμώξεων του αναπνευστικού, αυτές ήταν: Νιγηρία, Σομαλία, Αιθιοπία και Σενεγάλη. Στη Νιγηρία, για παράδειγμα, η πολιτεία Γιόμπε είχε από τα υψηλότερα ποσοστά εμφάνισης λοιμώξεων του κατώτερου αναπνευστικού σε όλη την Αφρική (148 επεισόδια ανά 1.000), ενώ η Ανάμπρα είχε μόνο 32 επεισόδια ανά 1.000.
Το Παγκόσμιο Σχέδιο Δράσης για την Πρόληψη και τον Έλεγχο της Πνευμονίας και της Διάρροιας (GAPPD) θέτει ως στόχο να μειωθούν τα περιστατικά παιδικής θνησιμότητας λόγω αυτών των λοιμώξεων σε λιγότερους από τρεις θανάτους ανά 1.000 παιδιά μέχρι το 2025.
Ο Μπόμπι Ρέινερ, επικεφαλής συντάκτης της μελέτης και αναπληρωτής καθηγητής στο ερευνητικό ινστιτούτο του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον "Institute for Health Metrics and Evaluation", τόνισε πως δεν υπάρχει μια μοναδική λύση που να μειώνει την παιδική θνησιμότητα από λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού σε όλες τις χώρες. Ο ίδιος προσθέτει ότι είναι ανάγκη η κάθε χώρα να εξετάσει όλους τους τομείς στους οποίους θα μπορούσαν να γίνουν αλλαγές για τη μείωση αυτών των προβλημάτων (π.χ. ατμοσφαιρική ρύπανση, εμβολιασμοί, αύξηση περιόδου θηλασμού, μετρίαση χρήσης αντιβιοτικών).
Διαπιστώθηκε ότι, στο διάστημα από το 1990 έως 2017, το ποσοστό παιδικής θνησιμότητας από λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού μειώθηκε κατά 65% παγκοσμίως, δηλαδή οι θάνατοι μειώθηκαν από 2,3 εκατομμύρια σε 809.000.Ο αριθμός αυτός συνιστά το 15% της συνολικής παιδικής θνησιμότητας το 2017. Σχεδόν οι μισοί καταγράφηκαν στην Ινδία (185.429), τη Νιγηρία (153.069) και το Πακιστάν (40.480).
Από τις 195 χώρες που μελετήθηκαν, στη Νιγηρία καταγράφηκε η μεγαλύτερη πτώση των ποσοστών παιδικής θνησιμότητας (75%). Συγκεκριμένα, το 1990, οι παιδικοί θάνατοι ανέρχονταν σε 1.349 ανά 100.000 παιδιά, ενώ το 2017 ήταν μόνο 330. Ο ρυθμός προόδου στην πρόληψη των λοιμώξεων του κατώτερου αναπνευστικού, πάντως, δεν είναι ιδιαίτερα ορατός λόγω της επίσης μεγάλης προόδου στην πρόληψη άλλων παιδικών νόσων όπως ο τέτανος και η ιλαρά.
Η συγκεκριμένη μελέτη, που δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση "The Lancet Infectious Disease" έδειξε ότι τα περιστατικά λοιμώξεων του κατώτερου αναπνευστικού μειώνονται πιο αργά από τα ποσοστά θανάτου από αυτές.
Βρέθηκε ότι μεταξύ του 1990 και του 2017 το ποσοστό που νόσησε από λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού και εν συνεχεία πέθανε έπεσε παγκοσμίως από 2% σε 1%. Αλλά το 2017 φάνηκε πως το ποσοστό αυτό παρουσίασε μεγάλες διακυμάνσεις σε διαφορετικές περιοχές από 0,1% στη Σαουδική Αραβία και τη Σλοβενία σε 5,8% στη Νιγηρία.
Επιπροσθέτως, τα ευρήματα έδειξαν πως το 2017 τα υψηλότερα ποσοστά παιδικής θνησιμότητας καταγράφηκαν στο νότιο Σουδάν με 528 θανάτους ανά 100.000 παιδιά. Το συνολικό ποσοστό παιδικής θνησιμότητας (σε παιδιά κάτω των πέντε ετών) από το 1990 έως το 2017 έπεσε κατά 67% (από 363 ανά 100.000 σε 119) , παγκοσμίως. Παράλληλα, στο Ουζμπεκιστάν το 40% της παιδικής θνησιμότητας αποδόθηκε σε λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού. Η ταχεία πτώση των αντίστοιχων ποσοστών θνησιμότητας στην Τουρκία και την Κίνα μπορεί να αποδοθεί στη βελτίωση των συστημάτων υγείας των δύο αυτών χωρών κατά το προαναφερθέν διάστημα.
Δεδομένου ότι πάνω από το 50% της παιδικής θνησιμότητας από λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού καταγράφηκε στην Αφρική, ο Ρέινερ και οι συνεργάτες του διεξήγαν μια δεύτερη πιο λεπτομερή ανάλυση για να διαπιστώσουν σε ποιες περιοχές της Αφρικής παρατηρούνται τα υψηλότερα ποσοστά παιδικής θνησιμότητας από λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού.
Στο πλαίσιο της δεύτερης αυτής μελέτης διαπιστώθηκε ότι ενώ η Σομαλία και η Κένυα είχαν τα υψηλότερα ποσοστά θνησιμότητας σε ολόκληρη την ήπειρο, μέχρι το 2017 οι περιοχές αυτές μείωσαν δραστικά τον κίνδυνο ενός παιδιού να πεθάνει από κάποια λοίμωξη του κατώτερου αναπνευστικού. Αντιστρόφως, και ενάντια στη γενική τάση μείωσης των ποσοστών θνησιμότητας, σε αρκετές περιοχές στο νότιο Σουδάν παρατηρήθηκε αύξηση της παιδικής θνησιμότητας από το 2000. Η μεγαλύτερη πτώση στα ποσοστά εμφάνισης λοιμώξεων του κατώτερου αναπνευστικού, μεταξύ όλων των χαρτογραφημένων περιοχών, καταγράφηκε στο Σουδάν, με πτώση από 419 επεισόδια ανά 1.000 παιδιά το 2000 σε 222 το 2017. Επιπλέον, το 2017, τέσσερις χώρες είχαν μεγαλύτερη διακύμανση στη συχνότητα εμφάνισης λοιμώξεων του αναπνευστικού, αυτές ήταν: Νιγηρία, Σομαλία, Αιθιοπία και Σενεγάλη. Στη Νιγηρία, για παράδειγμα, η πολιτεία Γιόμπε είχε από τα υψηλότερα ποσοστά εμφάνισης λοιμώξεων του κατώτερου αναπνευστικού σε όλη την Αφρική (148 επεισόδια ανά 1.000), ενώ η Ανάμπρα είχε μόνο 32 επεισόδια ανά 1.000.
Το Παγκόσμιο Σχέδιο Δράσης για την Πρόληψη και τον Έλεγχο της Πνευμονίας και της Διάρροιας (GAPPD) θέτει ως στόχο να μειωθούν τα περιστατικά παιδικής θνησιμότητας λόγω αυτών των λοιμώξεων σε λιγότερους από τρεις θανάτους ανά 1.000 παιδιά μέχρι το 2025.