Δίσεκτο το 2020 - Γιατί θεωρείται γρουσούζικο; Η προέλευση, οι μύθοι και οι δοξασίες
Τα δίσεκτα έτη αποτελούν το 25% των συνολικών ετών και διαθέτουν 366 ημέρες.
Επίσης στα δίσεκτα έτη κατά παράδοση διοργανώνεται η πιο σημαντική παγκόσμια αθλητική συνάντηση: οι Ολυμπιακοί αγώνες οι οποίοι αυτή τη φορά θα γίνουν στο Τόκιο (24 Ιουλίου – 9 Αυγούστου 2020).
Τι είναι το δίσεκτο έτος;
Δίσεκτο ονομάζουμε το έτος κατά το οποίο προσμετράμε μια μέρα παραπάνω. Αυτό το κάνουμε για να διορθώσουμε τα σφάλματα που προκαλούνται από τον μη ακριβή υπολογισμό της διάρκειας της ημέρας, μια πλήρους δηλαδή περιστροφής της γης κατά τη μέτρηση του ηλιακού έτους.
Η ετήσια περιφορά της Γης γύρω από τον ήλιο θεωρείται ότι δε διαρκεί μόνο 365 ημέρες αλλά κάτι παραπάνω. Συγκεκριμένα 6 ώρες, 9 λεπτά και 9 δευτερόλεπτα κατά μέσο όρο.
Όμως οι Ρωμαίοι από το 600 π.Χ. ακολουθούσαν ένα ημερολογιακό έτος 365 ημερών, το οποίο κάθε 4 χρόνια προπορευόταν κατά ένα 24ωρο (σχεδόν) από το ηλιακό έτος. Όταν έφτασαν πλέον να γιορτάζουν τις καλοκαιρινές γιορτές του θερισμού μέσα στον ημερολογιακό χειμώνα, αποφάσισαν ότι αυτή η ανακολουθία δεν μπορούσε να συνεχιστεί.
Ρυθμιστής ο Φεβρουάριος
Για να διορθωθεί η ανωμαλία, το 46 π.Χ. ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Ιούλιος Καίσαρας ζήτησε τη βοήθεια του Έλληνα αστρονόμου, μαθηματικού και φιλόσοφου Σωσιγένη. Εκείνος, βασισμένος στις γνώσεις του πατέρα της αστρονομίας Ίππαρχου, υπολόγισε το ηλιακό έτος σε 365 ημέρες και 6 ώρες και ανέλαβε να βρει έναν τρόπο να στριμώξει κάπου τις περισσευούμενες 6 ώρες της χρονιάς.
Αφού πρώτα επιμήκυνε το έτος 46 π.Χ. φθάνοντάς το στις 445 ημέρες – προκειμένου να καλύψει τη διαφορά, όρισε να προστίθεται στο νέο ημερολογιακό έτος μία ημέρα κάθε 4 χρόνια.
Και επειδή αυτή η ημέρα έμπαινε αρχικά εμβόλιμη και χωρίς αρίθμηση μετά τις 23 Φεβρουαρίου, δηλαδή 6 ημέρες πριν από την ρωμαϊκή πρωτομηνιά και ταυτόχρονα πρωτοχρονιά (καλένδες) του Μαρτίου, ονομάστηκε δις έκτη ημέρα (δεύτερη έκτη ημέρα) ή αλλιώς δίσεκτη, εξ ου και το δίσεκτο έτος.
Τους… ξέφυγε η εαρινή ισημερία
Και ενώ ο χρόνος κυλούσε σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο, τον 16ο αιώνα παρατηρήθηκε ότι εξαιτίας μιας μικρής απόκλισης (μία ημέρα κάθε 129 χρόνια) η εαρινή ισημερία συνέβαινε στις 11 Μαρτίου, δηλαδή 10 ημέρες νωρίτερα. Έτσι ήρθε το 1.582 μ.Χ. το Γρηγοριανό (νέο) ημερολόγιο να φέρει την εαρινή Ισημερία στα σωστά της μέτρα (21 Μαρτίου) προσθέτοντας μια νέα προϋπόθεση για να χαρακτηριστεί ένα έτος δίσεκτο: Την ακριβή διαίρεση των επαιώνιων ετών με το 400.
Αυτό σημαίνει ότι για κάθε 400 χρόνια που περνούν δεν έχουμε 100 δίσεκτα έτη αλλά μόνο 97 (π.χ. το 1900 ήταν δίσεκτο σύμφωνα με το παλιό αλλά όχι με το νέο ημερολόγιο, ενώ το 2000 και το 2400 είναι δίσεκτα και στα δύο ημερολόγια).
Γιατί το δίσεκτο έτος θεωρείται γρουσούζικο; Οι θρύλοι και οι δοξασίες
Για το δίσεκτο ή βίσεκτο χρόνο επικρατούν πλήθος προλήψεων και δεισιδαιμονιών, απόρροια της ρωμαϊκής επιρροής. Η δις έκτη εμβόλιμη μέρα θεωρείτο αποφράς και κατ’ επέκταση όλο το έτος. Σ’ αυτό πρέπει να συνετέλεσε το γεγονός ότι οι Ρωμαίοι θεωρούσαν τον Φεβρουάριο ως μήνα των νεκρών και πίστευαν ότι άφηναν τον Άδη και κυκλοφορούσαν για λίγες μέρες ανάμεσα στους ζωντανούς.
Έτσι το δίσεκτο έτος δεν γινόταν η έναρξη εργασίας με μακροχρόνια διάρκεια, όπως φύτευση αμπέλων, θεμελίωση οικιών και σύναψη γάμου. Η πίστη για το δίσεκτο έτος μεταδόθηκε και στους Έλληνες, ύστερα από τη ρωμαϊκή κατάκτηση.
Γι’ αυτό και το έτος κατά το οποίο συμβαίνουν δεινά μεγάλα δεινά (πόλεμοι, λιμοί, μεγάλες φυσικές καταστροφές κ.ά.) καλείται «χρόνος δίσεχτος». Η αντίληψη αυτή απηχείται και στα δημοτικά τραγούδια, όπως στην παραλογή «Του νεκρού αδελφού», με τους στίχους:
Κι εμπήκε χρόνος δίσεκτος και μήνες οργισμένοι
κι’ έπεσε το θανατικό, κι οι εννιά αδερφοί πεθάναν.
Λέγεται ακόμη ότι η λέξη δίσεκτο από ορθογραφική παρανόηση παραπέμπει στο «δυσοίωνο» – λόγω του αρχικού δισ- που συγχέεται με το φοβερό και τρομερό δυσ- (δυστυχία, δυσκολία, δυστοκία).
Τα επόμενα δίσεκτα έτη είναι: 2024, 2028, 2032, 2036, 2040, 2044, 2048, 2052, 2056, 2060, 2064, 2068, 2072, 2076, 2080, 2084, 2088, 2092, 2096, 2104 κλπ . Το 2000 ήταν δίσεκτο λόγω του ελέγχου 2. Αν ίσχυε μόνο η διαίρεση με το 4 και ο έλεγχος 1 το 2000 δε θα ήταν δίσεκτο όπως δεν είναι π.χ. το 2100.
Οι δεισιδαιμονίες που συνοδεύουν το δίσεκτο έτος
Στην Ελλάδα συχνά επικρατεί η πρόληψη πως ένα δίσεκτο έτος φέρνει κακοτυχία, ιδιαίτερα σε γάμους που τελούνται κατά τη διάρκειά του. Φαίνεται πως οι προλήψεις αυτές κρατούν από την ρωμαϊκή εποχή, όταν και οι Ρωμαίοι θεωρούσαν τον Φεβρουάριο μήνα των νεκρών, τις ημέρες του οποίου μπορούσαν να κυκλοφορούν μεταξύ των ζωντανών.
Κάπως έτσι, επικράτησε η δεισιδαιμονία πως είναι κακή τύχη να ξεκινά μια μεγάλη σε διάρκεια εργασία εντός του δίσεκτου έτους. Οι Ρωμαίοι απέφευγαν να φυτέψουν ένα αμπέλι ή να βάλουν τα θεμέλια για ένα νέο σπίτι και φυσικά να συνάψουν γάμους κατά τους δίσεκτους χρόνους.
Επίσης στα δίσεκτα έτη κατά παράδοση διοργανώνεται η πιο σημαντική παγκόσμια αθλητική συνάντηση: οι Ολυμπιακοί αγώνες οι οποίοι αυτή τη φορά θα γίνουν στο Τόκιο (24 Ιουλίου – 9 Αυγούστου 2020).
Τι είναι το δίσεκτο έτος;
Δίσεκτο ονομάζουμε το έτος κατά το οποίο προσμετράμε μια μέρα παραπάνω. Αυτό το κάνουμε για να διορθώσουμε τα σφάλματα που προκαλούνται από τον μη ακριβή υπολογισμό της διάρκειας της ημέρας, μια πλήρους δηλαδή περιστροφής της γης κατά τη μέτρηση του ηλιακού έτους.
Η ετήσια περιφορά της Γης γύρω από τον ήλιο θεωρείται ότι δε διαρκεί μόνο 365 ημέρες αλλά κάτι παραπάνω. Συγκεκριμένα 6 ώρες, 9 λεπτά και 9 δευτερόλεπτα κατά μέσο όρο.
Όμως οι Ρωμαίοι από το 600 π.Χ. ακολουθούσαν ένα ημερολογιακό έτος 365 ημερών, το οποίο κάθε 4 χρόνια προπορευόταν κατά ένα 24ωρο (σχεδόν) από το ηλιακό έτος. Όταν έφτασαν πλέον να γιορτάζουν τις καλοκαιρινές γιορτές του θερισμού μέσα στον ημερολογιακό χειμώνα, αποφάσισαν ότι αυτή η ανακολουθία δεν μπορούσε να συνεχιστεί.
Ρυθμιστής ο Φεβρουάριος
Για να διορθωθεί η ανωμαλία, το 46 π.Χ. ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Ιούλιος Καίσαρας ζήτησε τη βοήθεια του Έλληνα αστρονόμου, μαθηματικού και φιλόσοφου Σωσιγένη. Εκείνος, βασισμένος στις γνώσεις του πατέρα της αστρονομίας Ίππαρχου, υπολόγισε το ηλιακό έτος σε 365 ημέρες και 6 ώρες και ανέλαβε να βρει έναν τρόπο να στριμώξει κάπου τις περισσευούμενες 6 ώρες της χρονιάς.
Αφού πρώτα επιμήκυνε το έτος 46 π.Χ. φθάνοντάς το στις 445 ημέρες – προκειμένου να καλύψει τη διαφορά, όρισε να προστίθεται στο νέο ημερολογιακό έτος μία ημέρα κάθε 4 χρόνια.
Και επειδή αυτή η ημέρα έμπαινε αρχικά εμβόλιμη και χωρίς αρίθμηση μετά τις 23 Φεβρουαρίου, δηλαδή 6 ημέρες πριν από την ρωμαϊκή πρωτομηνιά και ταυτόχρονα πρωτοχρονιά (καλένδες) του Μαρτίου, ονομάστηκε δις έκτη ημέρα (δεύτερη έκτη ημέρα) ή αλλιώς δίσεκτη, εξ ου και το δίσεκτο έτος.
Τους… ξέφυγε η εαρινή ισημερία
Και ενώ ο χρόνος κυλούσε σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο, τον 16ο αιώνα παρατηρήθηκε ότι εξαιτίας μιας μικρής απόκλισης (μία ημέρα κάθε 129 χρόνια) η εαρινή ισημερία συνέβαινε στις 11 Μαρτίου, δηλαδή 10 ημέρες νωρίτερα. Έτσι ήρθε το 1.582 μ.Χ. το Γρηγοριανό (νέο) ημερολόγιο να φέρει την εαρινή Ισημερία στα σωστά της μέτρα (21 Μαρτίου) προσθέτοντας μια νέα προϋπόθεση για να χαρακτηριστεί ένα έτος δίσεκτο: Την ακριβή διαίρεση των επαιώνιων ετών με το 400.
Αυτό σημαίνει ότι για κάθε 400 χρόνια που περνούν δεν έχουμε 100 δίσεκτα έτη αλλά μόνο 97 (π.χ. το 1900 ήταν δίσεκτο σύμφωνα με το παλιό αλλά όχι με το νέο ημερολόγιο, ενώ το 2000 και το 2400 είναι δίσεκτα και στα δύο ημερολόγια).
Γιατί το δίσεκτο έτος θεωρείται γρουσούζικο; Οι θρύλοι και οι δοξασίες
Για το δίσεκτο ή βίσεκτο χρόνο επικρατούν πλήθος προλήψεων και δεισιδαιμονιών, απόρροια της ρωμαϊκής επιρροής. Η δις έκτη εμβόλιμη μέρα θεωρείτο αποφράς και κατ’ επέκταση όλο το έτος. Σ’ αυτό πρέπει να συνετέλεσε το γεγονός ότι οι Ρωμαίοι θεωρούσαν τον Φεβρουάριο ως μήνα των νεκρών και πίστευαν ότι άφηναν τον Άδη και κυκλοφορούσαν για λίγες μέρες ανάμεσα στους ζωντανούς.
Έτσι το δίσεκτο έτος δεν γινόταν η έναρξη εργασίας με μακροχρόνια διάρκεια, όπως φύτευση αμπέλων, θεμελίωση οικιών και σύναψη γάμου. Η πίστη για το δίσεκτο έτος μεταδόθηκε και στους Έλληνες, ύστερα από τη ρωμαϊκή κατάκτηση.
Γι’ αυτό και το έτος κατά το οποίο συμβαίνουν δεινά μεγάλα δεινά (πόλεμοι, λιμοί, μεγάλες φυσικές καταστροφές κ.ά.) καλείται «χρόνος δίσεχτος». Η αντίληψη αυτή απηχείται και στα δημοτικά τραγούδια, όπως στην παραλογή «Του νεκρού αδελφού», με τους στίχους:
Κι εμπήκε χρόνος δίσεκτος και μήνες οργισμένοι
κι’ έπεσε το θανατικό, κι οι εννιά αδερφοί πεθάναν.
Λέγεται ακόμη ότι η λέξη δίσεκτο από ορθογραφική παρανόηση παραπέμπει στο «δυσοίωνο» – λόγω του αρχικού δισ- που συγχέεται με το φοβερό και τρομερό δυσ- (δυστυχία, δυσκολία, δυστοκία).
Τα επόμενα δίσεκτα έτη είναι: 2024, 2028, 2032, 2036, 2040, 2044, 2048, 2052, 2056, 2060, 2064, 2068, 2072, 2076, 2080, 2084, 2088, 2092, 2096, 2104 κλπ . Το 2000 ήταν δίσεκτο λόγω του ελέγχου 2. Αν ίσχυε μόνο η διαίρεση με το 4 και ο έλεγχος 1 το 2000 δε θα ήταν δίσεκτο όπως δεν είναι π.χ. το 2100.
Οι δεισιδαιμονίες που συνοδεύουν το δίσεκτο έτος
Στην Ελλάδα συχνά επικρατεί η πρόληψη πως ένα δίσεκτο έτος φέρνει κακοτυχία, ιδιαίτερα σε γάμους που τελούνται κατά τη διάρκειά του. Φαίνεται πως οι προλήψεις αυτές κρατούν από την ρωμαϊκή εποχή, όταν και οι Ρωμαίοι θεωρούσαν τον Φεβρουάριο μήνα των νεκρών, τις ημέρες του οποίου μπορούσαν να κυκλοφορούν μεταξύ των ζωντανών.
Κάπως έτσι, επικράτησε η δεισιδαιμονία πως είναι κακή τύχη να ξεκινά μια μεγάλη σε διάρκεια εργασία εντός του δίσεκτου έτους. Οι Ρωμαίοι απέφευγαν να φυτέψουν ένα αμπέλι ή να βάλουν τα θεμέλια για ένα νέο σπίτι και φυσικά να συνάψουν γάμους κατά τους δίσεκτους χρόνους.