Αρχοντιά, απόλαυση, ποιότητα
Η Τζούλη Αγοράκη γράφει στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ για το «Μαντζάρου 3», ένα από τα κορυφαία στέκια στο κέντρο της Αθήνας
Kάθε φορά που βρίσκω στην πόλη ένα νέο στέκι, με κατακλύζει μια χαρά μικρού παιδιού και χοροπηδάω από χαρά. Το υπέροχο νεοκλασικό στη Μαντζάρου 3 είναι σαν κεραυνοβόλος έρωτας, με την πρώτη ματιά. Να ’ναι η ψηλοτάβανη οροφή με τον σκαλιστό διάκοσμο, να ’ναι η αρχοντιά που αποπνέει ο χώρος, αλλά και οι πανέμορφες λεπτομέρειες, το παράθυρο στη σκάλα με το παλιό ξύλο και τα βιτρό τζάμια, καθώς και τα υπέροχα πατώματα, που μοιάζουν με έργο τέχνης;
Ο,τι και να ’ναι, ο χώρος κάνει την καρδιά μου να σκιρτά και με μεταφέρει σε εποχές με αίγλη και αστικό αέρα υπεροχής. Και όμως, ο Γιάννης Μαρτάτος και ο Βαγγέλης Πιττερός έχουν καταφέρει να τον μετατρέψουν σε έναν φιλόξενο χώρο, άκρως προσιτό και φιλικό. Εχεις δηλαδή την αίσθηση ότι μπαίνεις στο σπίτι ενός καλόγουστου φίλου, που σου ανοίγει τις πόρτες για να αγκαλιάσει όλη τη ματαιοδοξία αυτού του παράξενου και καμιά φορά ανεξήγητου κόσμου.
Οταν σε έναν χώρο καταφέρνεις έστω και για λίγο να ξεχνιέσαι από τη φορτική πραγματικότητα, τότε τα πράγματα είναι πολύ καλά και αυτό συνέβη με το που πάτησα το πόδι μου εκεί.
Ο Βαγγέλης είναι ο τέλειος οικοδεσπότης και αρκετά ριψοκίνδυνος όταν πριν από τρία χρόνια, δηλαδή πάνω στην κρίση, μαζί με τον συνεργάτη του, Γιάννη, τόλμησαν να κυνηγήσουν το όνειρό τους για έναν χώρο που θα σεβόταν επιτέλους τον πελάτη και θα του προσέφερε τίμιο φαγητό, όπως θα επιθυμούσαν να έτρωγαν και οι δυο τους σε ένα αντίστοιχο εστιατόριο.
Το φαγητό εδώ είναι κορυφαία απόλαυση. Μπορώ με σιγουριά να πω για την πολύ καλή σχέση τιμής με την άριστη πρώτη ύλη. Ο σεφ, ο Δημήτρης Γιαννόπουλος, αν και νέο παιδί, έχει τις περγαμηνές του στον χώρο, έναν πολύ καλά εκπαιδευμένο ουρανίσκο και ξέρει να μεταδίδει την καλή ισορροπία των γεύσεων.
Σωστό αλάτισμα, πιάτα με φίνες γεύσεις, που δεν κουκουλώνουν η μια την άλλη. Και μπορώ μετά από τόσα χιλιόμετρα σε δοκιμές σε εστιατόρια να σας πω ότι εδώ θα βρείτε και από τα πιο καλά μπέργκερ της πόλης. Καραμελωμένα κρεμμύδια, μπιφτέκι άριστης ποιότητας, από εκατό τοις εκατό βοδινό κρέας, μπέικον σωστά τηγανισμένο και από πάνω το αυγό μάτι σε μια κατάσταση «μπουκιά και συχώριο».
Απολαυστικός και ο σολομός με την κινόα για πιο λάιτ καταστάσεις, αλλά και τα μπιφτέκια γαλοπούλας, ζυμωμένα με πολλή μαεστρία, είναι αφράτα και συνοδεύονται έξυπνα με πουρέ από ολόφρεσκες πατάτες και ψητά λαχανικά. Τα λιγκουίνι, με παραδοσιακή συνταγή κιμά τι να λέμε τώρα; Να τρώει η μάνα και του παιδιού να μη δίνει.
Ενα ακόμα μεγάλο αβαντάζ, ο πεζόδρομος όπου βρίσκεται το εστιατόριο, στην οδό Μαντζάρου στο Κολωνάκι. Η αίσθηση του πεζόδρομου είναι ότι νιώθεις ότι, αν και είσαι στο κέντρο, είσαι κάπου προστατευμένος από τη βοή του κέντρου και είσαι κάπου «αλλού». Μαθαίνω ότι το εν λόγω αρχοντικό ανήκε στον Νικόλαο Μάντζαρο (εξού και το όνομα του δρό- μου), που μελοποίησε τον εθνικό ύμνο. Ενας χώρος που λειτουργεί από το πρωί για καφέ μέχρι αργά το βράδυ. Ενημερωμένη και «έξυπνη» η λί- στα κρασιών, γλυκόπιοτα και τα κοκτέιλ και στο μπαρ ζωηρεύουν οι μουσικές και το κέφι. Εύγε, το «Μαντζάρου 3» ήταν η ανακάλυψη της βδομάδας και έχω τη χαρά να μεταφέρω τα καλά νέα σε όλους σας.
Ιnfo: Μαντζάρου 3, Κολωνάκι, τηλ. 2103388216.