Είναι προτιμότερο να πιω ένα κοκτέιλ από ένα άλλο δυνατό ποτό

Τα κοκτέιλ έχουν συνήθως μεγαλύτερη ποσότητα αλκοόλ από ένα απλό ποτό, όσο δυνατό και εάν είναι αυτό. Επιπλέον, περιέχουν και χυμούς ή γάλα που αυξάνουν τη θερμιδική τους απόδοση. Άρα εάν προτιμούμε το κοκτέιλ για να μειώσουμε το θερμιδικό φορτίο του ποτού μας, αυτό είναι λάθος.

Αν από την άλλη το θεωρούμε πιο δροσιστικό, αυτό εξαρτάται από την ποσότητα του αλκοόλ που έχει, εφόσον η μεγάλη ποσότητα αλκοόλ προκαλεί αφυδάτωση. Ενδεικτικά, ένα ουίσκι έχει περίπου 140 θερμίδες από το οινόπνευμα που περιέχει (40% στα 50 ml που είναι μία μερίδα, άρα 20 γρ.

οινοπνεύματος, όπου κάθε γραμμάριο οινοπνεύματος αποδίδει 7 θερμίδες), ενώ μία pina colada ξεκινάει από 410 θερμίδες (100 ml ρούμι έχουν 280 θερμίδες και 50 ml λικέρ καρύδας έχουν 56 θερμίδες, λόγω μικρότερης περιεκτικότητας σε αλκοόλ και 150 ml χυμός ανανά έχει 74 θερμίδες).

Επιπλέον, σε αυτό το κοκτέιλ περιέχονται συνολικά 68 γρ. αλκοόλ, δηλαδή ξεπερνά τα επίπεδα των 40 γρ. που συστήνονται ως όριο κατανάλωσης.

Η μπύρα με ξεδιψάει περισσότερο από οτιδήποτε άλλο

Η μπύρα, όπως και τα περισσότερα οινοπνευματώδη ποτά δεν αποτελεί καλό ενυδατικό μέσο. Την περίοδο του καλοκαιριού, ο οργανισμός μας για να διατηρήσει σταθερή τη θερμοκρασία του αποβάλλει νερό, μέσω του ιδρώτα, γεγονός που πρέπει να μας κάνει ιδιαίτερα προσεκτικούς με τη διατροφή μας.

Περίπου το 80% των ημερήσιων αναγκών του ανθρώπου σε νερό προέρχεται από τη λήψη νερού και άλλων υγρών και το υπόλοιπο 20% από τα τρόφιμα. Συνήθως, το νερό αποτελεί την πρώτη επιλογή, αλλά μια σειρά άλλων υγρών μπορεί να συνεισφέρει στην πρόσληψη νερού, όπως οι χυμοί, το γάλα, η σόδα, το τσάι, ο καφές, τα αναψυκτικά, καθώς και τα φρούτα και τα λαχανικά.

Σε αντίθεση, τα οινοπνευματώδη ποτά οδηγούν σε αφυδάτωση, ενώ νομίζουμε ότι μας ξεδιψούν.

Τα παγωμένα ροφήματα με ξεδιψούν περισσότερο

Τα παγωμένα ποτά δεν απορροφώνται πιο γρήγορα από τον πεπτικό σωλήνα και άρα δεν ενυδατώνουν καλύτερα τον οργανισμό. Είναι πιθανόν μάλιστα να έχουν το αντίθετο αποτέλεσμα. Σε κάθε περίπτωση οποιοδήποτε ποτό μπορεί να είναι δροσερό, χωρίς να είναι παγωμένο και σε θερμοκρασία τέτοια που να ικανοποιεί καλύτερα το αίσθημα της δίψας.

Η υπερβολική ζέστη του καλοκαιριού μειώνει την όρεξη

Οι υψηλές θερμοκρασίες που αναπτύσσονται το καλοκαίρι αντιμετωπίζονται από τον ανθρώπινο οργανισμό μέσω της αποβολής του νερού. Εάν οι καύσεις που γίνονται στο εσωτερικό του οργανισμού παράγουν επιπλέον θερμότητα, η απαιτούμενη προσαρμογή γίνεται ακόμη πιο δύσκολα.

Γι’ αυτό και δεν μπορούμε να καταναλώσουμε μεγάλη ποσότητα τροφής κατά τις μεσημεριανές ώρες, άσχετα με το αίσθημα της όρεξης. Η ζέστη δεν μειώνει την όρεξη, απλά προσαρμοζόμαστε στις κλιματικές συνθήκες της εποχής.

Το καλοκαίρι πρέπει να τρώμε το βράδυ

Δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη ώρα της ημέρας που πρέπει να τρώμε και φυσικά το βράδυ είναι μία εξίσου καλή ώρα με το μεσημέρι για να γευματίσουμε. Απλά πρέπει να φροντίσουμε να καταναλώσουμε φαγητό το λιγότερο τρεις ώρες πριν κοιμηθούμε, ενώ το καλοκαίρι προτιμούμε να τρώμε βράδυ, επειδή δεν έχει τόση ζέστη, όση το μεσημέρι.

Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι πρέπει να μην τρώμε τίποτε όλη την ημέρα και το βράδυ να τρώμε τρία γεύματα μαζί. Σε αυτήν την περίπτωση το φορτίο στο πεπτικό σύστημα είναι βαρύ και δεν διευκολύνεται η πέψη μας, προκαλώντας έτσι χειρότερη δυσφορία απ΄ ότι το μεσημεριανό γεύμα.

Το καλοκαίρι τα φαγητά πρέπει να είναι πολύ αλατισμένα

Το καλοκαίρι συνιστάται να καταναλώνουμε τα φαγητά ελαφρώς αλατισμένα, επειδή το αλάτι, παρότι προκαλεί δίψα, βοηθά στην κατακράτηση υγρών, άρα στην μικρότερη απώλεια υγρών. Επειδή όμως είναι συνηθισμένο να τρώμε αρκετά αλατισμένα τα φαγητά μας όλο τον χρόνο, δεν χρειάζεται να προσθέτουμε περισσότερο αλάτι το καλοκαίρι! Απλά, το καλοκαίρι μπορούμε να καταναλώσουμε τα γεύματά μας αλατισμένα, ενώ τον χειμώνα πρέπει να μειώσουμε το αλάτι που προσθέτουμε! Ας μην ξεχνάμε ότι οι διατροφικές οδηγίες επιτρέπουν κατανάλωση 6 γρ.

αλατιού καθημερινά, δηλαδή ένα γεμάτο κουταλάκι του γλυκού! Επιπλέον, για τα άτομα με υψηλή αρτηριακή πίεση αυτό το όριο πέφτει στο μισό, συνεπώς οι αυξημένες θερμοκρασίες του καλοκαιριού δεν μπορούν αν λειτουργήσουν ως δικαιολογία για την πρόκληση σοβαρών προβλημάτων υγείας.

Δεν χρειάζεται να βάζουμε το φαγητό στο ψυγείο, αν πρόκειται να το καταναλώσουμε εντός της ημέρας

Ιδιαίτερα το καλοκαίρι, η υγρασία και οι υψηλές θερμοκρασίες ευνοούν την ανάπτυξη μικροβίων. Συνεπώς, το μαγειρεμένο φαγητό πρέπει να συντηρείται πάντα στο ψυγείο, αλλιώς ελλοχεύει ο κίνδυνος να αναπτυχθούν παθογόνα μικρόβια σε αυτό (να 'χαλάσει' όπως λέμε) και να προκαλέσει γαστρεντερικά προβλήματα.

Το καλοκαίρι τα φρούτα είναι πιο γλυκά, οπότε παχαίνουν

Τα καλοκαιρινά φρούτα αρέσουν περισσότερο σε όλους και επειδή έχουμε τη λανθασμένη εντύπωση πως ό,τι μας αρέσει παχαίνει, θεωρούμε ότι δεν πρέπει να τα τρώμε. Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι όλα τα φρούτα περιλαμβάνουν 15 γρ.

σακχάρων στα 80 γρ., οπότε η θερμιδική απόδοση κάθε φρούτου εξαρτάται καθαρά από την ποσότητα που θα καταναλώσουμε. Βέβαια, επειδή ακριβώς τα καλοκαιρινά φρούτα είναι πιο νόστιμα, και όχι πιο γλυκά, έχουμε την τάση να τρώμε μεγάλες ποσότητες και τότε πράγματι προσλαμβάνουμε πολλές θερμίδες.

Αν σκεφτούμε όμως πως μία μερίδα φρούτου αντιστοιχεί σε μία φέτα καρπούζι ή πεπόνι, 2 βερίκοκα, ένα ροδάκινο ή 8-10 κεράσια ή σταφύλια, τότε κατανοούμε πόσα φρούτα πρέπει να τρώμε, ώστε να ακολουθούμε την σύσταση των 3 – 6 φρούτων την ημέρα, ανάλογα με τις ενεργειακές ανάγκες του καθενός.

Το λιωμένο παγωτό είναι χαλασμένο και πρέπει να το αποφεύγουμε

Το παγωτό συντηρείται σε θερμοκρασίες ψύξης και πρέπει να καταναλώνεται σύντομα αφού βγει από το ψυγείο, ώστε να μην αναπτύσσονται μικρόβια. Αυτό δεν σημαίνει ότι εάν λιώσει δεν τρώγεται, απλά πρέπει εφόσον λιώσει να καταναλωθεί όλο και να μην επιστρέψει σε κατάσταση ψύξης, διότι τότε αυξάνεται ο κίνδυνος να 'χαλάσει'.

Γι’ αυτό επιμένουμε να ελέγχονται τα παγωτά αν έχουν κρυστάλλους, στοιχείο που μας δείχνει ότι έχουν αποψυχθεί και επαναψυχθεί, όπως και είναι πολύ σημαντικό τα ψυγεία στα οποία φυλάσσονται να είναι σε σκιερό μέρος και να μην τα θερμαίνει ο ήλιος.

Ότι και αν φάμε δεν πρέπει να μπούμε στη θάλασσα, γιατί θα πνιγούμε

Η διαδικασία της πέψης απαιτεί να μεταφερθεί μεγάλη ποσότητα αίματος στο πεπτικό σύστημα και άρα να λείψει από τα άλλα όργανα του σώματος. Γι’ αυτό όταν καταναλώσουμε μεγάλη ποσότητα φαγητού νιώθουμε υπνηλία (δεν αιματώνεται καλά ο εγκέφαλος).

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι εάν φάμε ένα ελαφρύ γεύμα ή ένα σάντουιτς δεν μπορούμε να δροσιστούμε στην θάλασσα. Απλά δεν πρέπει να κολυμπήσουμε, εφόσον η ελλιπής αιμάτωση των μυών μας μπορεί να προκαλέσει κράμπες και μούδιασμα ή σε περίπτωση που υπερκαταναλώσουμε φαγητό, δεν μπορούμε να πάρουμε τις κατάλληλες αναπνοές, ούτε η καρδιά μας μπορεί να αντλήσει αρκετό αίμα, ώστε να ικανοποιήσει τις ανάγκες και της πέψης και της κολύμβησης.

Από αυτήν την διαπίστωση όμως, μέχρι να αποφεύγουμε την οποιαδήποτε επαφή με το νερό μετά το φαγητό, υπάρχει μεγάλη απόσταση. Η απόσταση της λογικής από την υπερβολή, που πολλές φορές χαρακτηρίζει τους καλοκαιρινούς μύθους.

πηγή:iatronet.gr