Η φετινή επέτειος της Ηµέρας της Ευρώπης βρίσκει την Ευρωπαϊκή Ένωση, χωρίς υπερβολή, σε υπαρξιακή κρίση, µπροστά σε πολλαπλές προκλήσεις. Οι βασικές αρχές πάνω στις οποίες οικοδοµήθηκε η Ευρώπη δοκιµάστηκαν την τελευταία δεκαετία από την οικονοµική, µεταναστευτική, υγειονοµική κρίση, καθώς και από ζητήµατα ασφάλειας, αλλά και µεγάλης έκτασης γεωπολιτικές αναταράξεις, µε πρώτη αυτήν του πολέµου της Ουκρανίας, που ακόµη δοκιµάζει ενεργειακά και οικονοµικά την Ευρώπη. Η µη πολιτική ολοκλήρωση της Ευρώπης, µε την υιοθέτηση κοινής ευρωπαϊκής ατζέντας για την εξωτερική πολιτική και άµυνα, της έχει στερήσει τη δυνατότητα να διαδραµατίζει ουσιαστικό ρόλο µπροστά σε έναν κόσµο που µετασχηµατίζεται γεωστρατηγικά και όπου η Ευρωπαϊκή Ένωση εξακολουθεί να κρατά τη θέση της ως οικονοµική υπερδύναµη, αλλά όχι γεωπολιτική, παρά τα όσα λέγονται στις Βρυξέλλες. Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιµετωπίζει εσωτερικές προκλήσεις σε πολλά θέµατα µεταξύ των κρατών-µελών και βέβαια µε την αίσθηση ότι έχουν αποδυναµωθεί οι σχέσεις Ευρωπαϊκής Ένωσης - πολιτών, ενώ έχει ενισχυθεί το βαθύ σύστηµα της γραφειοκρατίας στους ευρωπαϊκούς θεσµούς.

Μέσα στο πλαίσιο αυτό, η Ελλάδα, παρά το οικονοµικό και γεωγραφικό µέγεθός της, έχει και µπορεί να διαδραµατίζει σηµαντικό ρόλο στη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ενωσης, µε ακόµα πιο ενεργό µέρος στη λήψη των αποφάσεων. Ως µέλος της ευρωζώνης, η Ελλάδα συµµετέχει και στην οικονοµική διακυβέρνηση, έχοντας αφήσει πίσω τη δύσκολη περίοδο της οικονοµικής κρίσης, που τη δοκίµασε. Επιπλέον, η γεωγραφική της θέση τής προσδίδει σηµαντικό ρόλο στη γεωπολιτική στρατηγική της Ευρώπης, εάν και όταν αυτή πάρει ουσιαστικό περιεχόµενο, ιδίως σε σχέση µε την ασφάλεια στην Ανατολική Μεσόγειο και τις σχέσεις µε τις όµορες χώρες.

Βεβαίως, αυτό προϋποθέτει την αποµάκρυνση από τα στερεότυπα της εξωτερικής µας πολιτικής και την ουσιαστική συµβολή στη δηµιουργία ενός περιβάλλοντος ασφάλειας και σταθερότητας στην ευρύτερη γειτονιά µέσα από τον σηµαντικό ευρωατλαντικό της ρόλο. Να σηµειώσουµε εδώ ότι η ενίσχυση του εθνικισµού και του λαϊκισµού αποτελεί απειλή για το µέλλον της Ευρώπης και την ενότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό το επικίνδυνο µείγµα, που όλο και κερδίζει έδαφος σε αρκετές χώρες της Ευρώπης, αν δεν αναχαιτιστεί, θα µας γυρίσει πίσω, σε εποχές διαχωρισµού και αντιπαράθεσης ανάµεσα σε έθνη και λαούς της Ευρώπης. Αυτόν τον καιρό δοκιµάζονται στην πράξη οι αρχές της ευθύνης και της αλληλεγγύης, που αποτελούν τις βάσεις της ευρωπαϊκής ιδέας. Εκεί που εκδηλώθηκε µε µεγάλη ένταση η αµφισβήτηση των δύο αυτών αρχών ήταν τόσο στην οικονοµική όσο και στην προσφυγική κρίση, που ήταν και η βασική αφορµή για το Brexit και βεβαίως την εγκαινίαση µιας αντιευρωπαϊκής πολιτικής ορισµένων ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, µε πρώτη την Ουγγαρία του κ. Ορµπαν και µέχρι πρόσφατα την Πολωνία.

Σε αυτό το πλαίσιο προκλήσεων και αµφισβήτησης των αξιών της δηµοκρατίας, της ελευθερίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, θεµελίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καλούνται οι φιλοευρωπαϊκές δυνάµεις να επικαιροποιήσουν την ευρωπαϊκή ιδέα, την ευρωπαϊκή ταυτότητα και την ενότητα των κρατών-µελών. Συνάµα, δε, να προωθήσουν την κοινή κατανόηση και αλληλεγγύη ανάµεσα στις ευρωπαϊκές χώρες, συνδυάζοντας τον σεβασµό προς τις διαφορετικότητες και τα δικαιώµατα των πολιτών, αλλά και την αδιαµφισβήτητη εθνική ταυτότητα των κρατών-µελών. Αυτό το τελευταίο δείχνει και την κοινή ιστορική συνισταµένη των ευρωπαϊκών χωρών. ∆ύσκολη η εξίσωση, γιατί οι περισσότερες από τις σηµερινές γενεές πολιτών και πολιτικών ηγεσιών καταγράφουν έλλειµµα ιστορικής µνήµης, εµπειρίας και γνώσης και γι’ αυτό υπάρχει πάντα και ο φόβος να επαναλάβουν την Ιστορία µε δραµατικό τρόπο.

Η Ελλάδα και οι Έλληνες πολίτες έχουν συνειδητή σύνδεση µε την ευρωπαϊκή ιδέα και, όπως προανέφερα, η χώρα µας µπορεί µε πρωτοβουλίες ευρωπαϊκής ενόρασης, όπως έχει πολλές φορές αναλάβει, να συµβάλει στην πολιτική ολοκλήρωσης του ευρωπαϊκού οικοδοµήµατος, µε ακόµα πιο ενεργή συµµετοχή της σε αποφάσεις και πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και µε την προβολή της ευρωπαϊκής ιδέας, αλλά και µε συνέργειες στην ευρύτερη περιοχή µας και ιδιαίτερα σε χώρες της Βορείου Αφρικής, της Μέσης Ανατολής και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Ιδιαίτερα δε για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη, όπου παρατηρείται, µε ανησυχία, επαναβαλκανοποίηση των Βαλκανίων, µε εστίες εθνικιστικής αντιπαράθεσης, δηλαδή επιστροφής στο παρελθόν. Και όλα αυτά µέσα από µια οξύµωρη σχέση, όπου χώρες των αποκαλούµενων ∆υτικών Βαλκανίων επιδιώκουν την ενσωµάτωσή τους στην ευρωπαϊκή οικογένεια.

Σήµερα, εάν πράγµατι υπάρχει η βούληση να προχωρήσει η Ευρώπη µπροστά σε αυτόν τον ευρείας κλίµακας παγκόσµιο γεωστρατηγικό και γεωοικονοµικό µετασχηµατισµό, οι σηµερινές ηγεσίες της καλούνται να επανασυνδεθούν µε το όραµα και την ιστορική εµπειρία της γενεάς µεγάλων ηγετών, που έθεσαν τα θεµέλια για το µεγαλύτερο επίτευγµα στην παγκόσµια Ιστορία, που είναι, µετά από αιώνες πολέµων, η δηµιουργία της ενωµένης Ευρώπης και ενός περιβάλλοντος ασφάλειας, ειρήνης, συνεννόησης και ευηµερίας, που οι δικές µας γενεές απολαµβάνουν µέχρι σήµερα και που καλούµεθα να προστατεύσουµε και να διαφυλάξουµε.
 
*Δημήτρης Αβραμόπουλος, πρώην Ευρωπαίος Επίτροπoς, βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά»