Βόλφγκανγκ Σόιμπλε: "Ευχήθηκα στον Τσίπρα να μην κερδίσει τις εκλογές" - Το μεγάλο κεφάλαιο του Grexit στα απομνημονεύματά του
"Αναμνήσεις. Η ζωή μου στην πολιτική"
Οι πρωταγωνιστές της ελληνικής κρίσης καταγράφονται στα απομνημομενύματα του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, όπου παρουσιάζεται η προσωπική του πλευρά για τις ελληνογερμανικές σχέσεις
Ένα πολύ μεγάλος μέρος καταλαμβάνει η Ελλάδα στα απομνημομενύματα του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, τα οποία τιτλοφορούνται ως «Αναμνήσεις. Η ζωή μου στην πολιτική» και πρόκειται να κυκλοφορήσουν τη Δευτέρα, 8 Απριλίου.
Οι αφηγήσεις του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε για την περίοδο της κρίσης χρέους της Ελλάδας αποτελούν σημαντικό κεφάλαιο στα απομνημονεύματα του πανίσχυρου υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας, ο οποίος πέθανε στις 26 Δεκεμβρίου 2023, σε ηλικία 81 ετών.
Η εφημερίδα «Καθημερινή» εξασφάλισε κατ’ αποκλειστικότητα για την Ελλάδα αποσπάσματα από το βιβλίο του Σόιμπλε «Αναμνήσεις. Η ζωή μου στην πολιτική», το οποίο κυκλοφορεί τη Δευτέρα.
Στις αυτοβιογραφικές του καταγραφές παρελαύνουν όλοι οι πρωταγωνιστές της κρίσης: Παπανδρέου, Παπακωνσταντίνου, Βενιζέλος, Σαμαράς, Τσίπρας, Βαρουφάκης και Τσακαλώτος, είναι ορισμένα από τα πρόσωπα που υποβάλλονται στην πάντοτε σαρκαστική αφήγηση του πρώην υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας, ο οποίος δείχνει να έχει επίγνωση του πόσο μισητός είχε γίνει στους Έλληνες.
Σόιμπλε: Η προετοιμασία ενός Grexit
Στην κριτική του για το «σύνηθες blame game που τόσο επιτυχημένα ήξεραν να παίζουν οι Έλληνες», ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε θέτει το ρητορικό ερώτημα «σε ποιον αρέσει να παραδέχεται ότι έζησε πάνω από τις δυνάμεις του;».
Επισημαίνει ωστόσο πως το βιβλίο του πρώην υπουργού Οικονομικών, Γιώργου Παπακωνσταντίνου «Game Over», αποτελεί μια «αμείλικτη αυτοκριτική για τον τρόπο που η ελληνική κυβέρνηση εξασφάλισε την ένταξη στο ευρώ». «Το γεγονός ότι έγινα αποδιοπομπαίος τράγος δεν με πείραξε, αυτό πρέπει κανείς στην πολιτική να το αντέχει, ακόμη και άκομψους παραλληλισμούς με τους ναζί που αντλούνταν από το χρονοντούλαπο της Ιστορίας. Στο μίσος των σόσιαλ μίντια υπήρχε ως αντίβαρο μια πλημμυρίδα αποδοχής και υποστήριξης μέσω επιστολών και emails. Η εκστρατεία δυσφήμησης έπιασε ωστόσο ασυγχώρητο πάτο την άνοιξη του 2017, όταν μια εξτρεμιστική οργάνωση επιτέθηκε με παγιδευμένα πακέτα στον τότε μεταβατικό πρωθυπουργό Λουκά Παπαδήμο και στο γραφείο του ΔΝΤ στο Παρίσι, με αποτέλεσμα τον τραυματισμό μιας υπαλλήλου. Μια βόμβα που εστάλη σε μένα εντοπίστηκε εγκαίρως στο σημείο διαλογής του υπουργείου και απενεργοποιήθηκε».
Και συμπληρώνει: «Με την κλιμάκωση της σύγκρουσης το 2015 ξεχάστηκε ότι στην αρχική φάση εγώ ήμουν ο πιο φιλοευρωπαίος σε σχέση με την καγκελάριο, η οποία με τη διστακτικότητά της στο ζήτημα της βοήθειας προς την Ελλάδα όξυνε την εικόνα της ως “Μαντάμ όχι”». Ήδη από το 2010 άρχισε ο πρώην υπουργός Οικονομικών να εξετάζει «εναλλακτικά σενάρια», στα οποία φέρεται ότι συμφωνούσε και η καγκελάριος.
«Οι αμφιβολίες μου (σ.σ. για τη μεταρρυθμιστική ετοιμότητα της Ελλάδας) με ώθησαν να εξετάσω από νωρίς εναλλακτικά σενάρια. Ήδη από το 2010 δεν απέκλεισα τη δυνατότητα να βγει από την Ευρωζώνη ένα μέλος, ως τελευταίο σκέλος μιας αλυσίδας ενεργειών, ως έσχατη λύση – τότε μάλιστα σε συμφωνία με την καγκελάριο. Με τον υφυπουργό Γιοργκ Ασμουσεν συζήτησα νωρίς το ερώτημα αν μπορεί να παραμείνει στο ενιαίο νόμισμα μια χώρα με μικρή ανταγωνιστικότητα, όπως η Ελλάδα. Θα ήταν μια προσωρινή έξοδος από το ευρώ, προκειμένου να υποτιμηθεί το εθνικό νόμισμα και να τονωθεί η ανταγωνιστικότητα, ένας εφικτός δρόμος; Δεν θα ήταν ένα τέτοιο τέλος με τρόμο καλύτερο από έναν τρόμο χωρίς τελειωμό, αφού ένα και μοναδικό σοκ θα ήταν ευκολότερο να αντιμετωπιστεί από τα χρόνια προγράμματα λιτότητας; Όσο δύσκολοι κι αν ήταν οι κραδασμοί από αυτό το βήμα για όλους τους εμπλεκομένους, αυτού του είδους η νομισματική μεταρρύθμιση θα σήμαινε πως από την επόμενη μέρα θα ξεκινούσε μια ανοδική πορεία».
Το δείπνο με τον Βενιζέλο
Σε αυτό το σημείο αφηγείται την πρώτη του συνάντηση με τον Ευάγγελο Βενιζέλο ως υπουργό Οικονομικών τον Ιούνιο του 2011.
«Τον κάλεσα στο Βερολίνο, όχι στο υπουργείο, αλλά σε μια χαλαρή ατμόσφαιρα και ως ένδειξη εκτίμησης στο βραβευμένο εστιατόριο (σ.σ. με δύο αστέρια Μισελέν) του Τιμ Ράουε, για να του εκθέσω τις αμφιβολίες μου… Αυτό που του είπα φάνηκε να του κόβει την όρεξη. Δεν έφαγε σχεδόν τίποτα όταν του εξήγησα τη στάση μου σε αμφότερες τις εναλλακτικές σκέψεις.
Αρχικά τον ρώτησα ωμά αν θα είχε νόημα να ανατεθεί η εφαρμογή του μεταρρυθμιστικού προγράμματος στην Κομισιόν στις Βρυξέλλες, ώστε να μην απαιτούνται κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες για την υλοποίηση των μέτρων. Ήταν μια πρόταση που ήξερα ότι θα είχε βαθιές συνέπειες στην κυριαρχία της Ελλάδας και την οποία απέρριψε κατηγορηματικά ο Βενιζέλος, ο οποίος μάλλον θα ήθελε ο ίδιος να γίνει πρωθυπουργός.
Αποσαφήνισε ότι η Ελλάδα θέλει να παραμείνει πάση θυσία στην Ευρωζώνη. Εχει όμως την περηφάνια της και γι’ αυτό δεν θα ήθελε ποτέ να εκχωρήσει κομμάτια της εθνικής της κυριαρχίας σε έναν ευρωπαϊκό θεσμό. Αφού αρνήθηκε και την προσωρινή έξοδο από τη νομισματική ένωση, δηλαδή το τάιμ άουτ που πρότεινα, στη διάρκεια του οποίου θα υποστηριζόταν γενναιόδωρα από την Ε.Ε., έμεινε μόνο ο δύσκολος δρόμος των μεταρρυθμίσεων στο πλαίσιο των προγραμμάτων βοήθειας. Ετσι θα υποβάλλαμε τους Ελληνες σε πολλές δοκιμασίες και εκείνοι με τη σειρά τους θα έπρεπε να προβούν σε μια μεγάλη εσωτερική υποτίμηση, που συνεπαγόταν κοινωνικές δυσκολίες…».
Οι πιέσεις στον Παπανδρέου
Περιγράφοντας τη δύσκολη συγκυρία για τον πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου στις Κάννες τον Νοέμβριο του 2011, αφηγείται τις πιέσεις από τους Μπαράκ Ομπάμα, Νικολά Σαρκοζί, Αγκελα Μέρκελ, αλλά και Κριστίν Λαγκάρντ και Μάριο Ντράγκι, ώστε να του υπαγορεύσουν το κείμενο για τη διενέργεια δημοψηφίσματος, προκειμένου να τεθεί ενώπιον των ψηφοφόρων το δίλημμα είτε να αποδεχθούν το πρόγραμμα βοήθειας είτε να αποφασίσουν να βγουν από το ευρώ.
«Όταν ενημέρωσα τους Ευρωπαίους ομολόγους μου γι’ αυτό, η Ισπανίδα υπουργός Οικονομικών Έλενα Σαλγκάδο, μια αξιόπιστη σοσιαλδημοκράτης, εμφανίστηκε βέβαιη ότι το δημοψήφισμα δεν πρόκειται να πραγματοποιηθεί. Της απάντησα ότι ήμουν παρών και πως αυτό συμφωνήθηκε, εκείνη όμως μας πρότεινε να βάλουμε στοίχημα. Ο Βενιζέλος, τον οποίο γνώριζε καλά, θα το απέτρεπε επειδή ήταν εσωκομματικός αντίπαλος του Παπανδρέου. Είχε δίκιο για το δημοψήφισμα. Ματαιώθηκε και ο Παπανδρέου παραιτήθηκε στις 9 Νοεμβρίου 2011. Πλήρωσα φυσικά το χρέος μου για το στοίχημα στη Σαλγκάδο, ένα μπουκάλι κόκκινο κρασί. Ωστόσο δεν έγινε ο Βενιζέλος πρωθυπουργός. Η πιθανότητα εξόδου της Ελλάδας από τη νομισματική ένωση ουδέποτε συζητήθηκε με τόση σαφήνεια όσο κατά τις δραματικές ώρες των Καννών».
Η γνωριμία με τον Τσίπρα
«Τον Τσίπρα τον είχα γνωρίσει ήδη από το 2013 ως ηγέτη της αντιπολίτευσης. Με ενδιέφερε αυτός ο άνθρωπος ενός ανερχόμενου κινήματος που έπνεε τα μένεα κατά της ευρωπαϊκής πολιτικής. Πώς πίστευε ότι μπορούσε να επιλύσει την κρίση; Αν και ουδείς ήθελε να τον υποδεχθεί εκείνη την εποχή στο Βερολίνο, εγώ τον κάλεσα στο υπουργείο Οικονομικών για να ανταλλάξουμε απόψεις.
Σε μια συνομιλία που διήρκεσε μία ώρα επιχείρησε να μου αναλύσει πως η πολιτική λιτότητας ήταν λάθος, μου εξήγησε με αφοπλιστική αμεσότητα ότι θα υποσχεθεί στη διάρκεια της επικείμενης προεκλογικής εκστρατείας πως θα κρατήσει τη χώρα στο ευρώ πάση θυσία, χωρίς όμως, όταν γίνει πρωθυπουργός, να αποδέχεται την αιρεσιμότητα, δηλαδή οποιοδήποτε πρόγραμμα.
Του απάντησα με την ίδια αμεσότητα πως του εύχομαι να μην κερδίσει τις εκλογές για το καλό του, επειδή η υπόσχεση που θα του εξασφαλίσει εκλογική επιτυχία δεν μπορεί να τηρηθεί με κανέναν τρόπο. Η Ελλάδα δεν μπορούσε να παραμείνει μέλος της Ευρωζώνης χωρίς τις απαραίτητες υποχρεώσεις. Αυτό το ήξερε και ο Τσίπρας. Η απάντησή μου όμως δεν τον εντυπωσίασε. Από αυτή τη συζήτηση μου εντυπώθηκε όμως η αδίστακτη πρόθεσή του να προωθήσει μια στάση όσο αδύναμη κι αν ήταν».
Από τότε συνειδητοποίησε ότι δύσκολα θα έβρισκε πεδίο συμβιβασμού με τον τέως πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ και πως η κρίση θα επέστρεφε ως «φάρσα», όπως χαρακτηριστικά γράφει.
Το ξεχωριστό υποκεφάλαιο για Βαρουφάκη
Στην αυτοβιογραφία του ο Σόιμπλε αφιερώνει ξεχωριστό υποκεφάλαιο στον Γιάνη Βαρουφάκη.
«Αυτή την κρίση προκάλεσε σε μεγάλο βαθμό ο άνθρωπος ο οποίος κατά την κυβερνητική αλλαγή ανέλαβε ως υπουργός Οικονομικών της Ελλάδας να υλοποιήσει το σχέδιο… Από τους σημαντικότερους Ευρωπαίους ομολόγους του, ήμουν επιδεικτικά ο τελευταίος που επισκέφθηκε. Όταν τελικά ήρθε στο Βερολίνο, με συμβούλευσαν οι συνεργάτες μου να αποφύγω μια κοινή δημόσια εμφάνιση εξαιτίας των χιλιοτραγουδισμένων επικοινωνιακών ικανοτήτων του. Εγώ όμως επέμεινα στο συνηθισμένο πρωτόκολλο των επισκέψεων, δηλαδή μπροστά στη σημαία και με συνέντευξη Τύπου.
Ο Βαρουφάκης εμφανίστηκε συνοδευόμενος από τον αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών, Ευκλείδη Τσακαλώτο. Όταν ο Βαρουφάκης μου εξήγησε διεξοδικά ότι στην κυβέρνησή του, με εξαίρεση τον ίδιο, ήταν όλοι άσχετοι και τόνισε μάλιστα πως ο ίδιος δεν είναι μέλος του ΣΥΡΙΖΑ, παρενέβη ο Τσακαλώτος και είπε “εγώ ξέρω”. Αυτό με έκανε να αντιδράσω λέγοντας ότι προφανώς εκείνος είναι ο επιβλέπων.
Το πιο μελανό στιγμιότυπο στο Eurogroup έγινε γνωστό τον Ιούνιο, όταν μάθαμε ότι ο Βαρουφάκης ηχογραφούσε κρυφά τις διαπραγματεύσεις μας για να δημοσιοποιήσει αντίγραφα αυτών. Μένει ανοιχτό τι ήταν πιο εξοργιστικό: η διάρρηξη της εμπιστοσύνης αυτή καθ’ εαυτήν ή η ερμηνεία ότι είχε “ηθικό καθήκον” επειδή στη συνέχεια έπρεπε να λογοδοτήσει στο Κοινοβούλιο και τα μίντια.
Ο Σόιμπλε καταλήγει στο σχετικό εδάφιο με την αποστροφή της Λαγκάρντ περί ανάγκης να επιστρέψει ο διάλογος μεταξύ ενηλίκων στο δωμάτιο και επισημαίνει πως ουδέποτε διάβασε μια πιο «εξοντωτική» ετυμηγορία για έναν συνάδελφό του από αυτήν του Γερούν Ντάισελμπλουμ, πρώην επικεφαλής του Eurogroup, για τον Βαρουφάκη: «Ποτέ ένας υπουργός Οικονομικών δεν προκάλεσε τόσο μεγάλη ζημιά στη χώρα του σε τόσο σύντομο διάστημα».
Το «όχι» στο δημοφήφισμα του 2015
Ενθυμούμενος την περίφημη ρήση του «στις 28 Φεβρουαρίου isch over» (τελείωσε), ο Σόιμπλε εξηγεί πως πλέον είχε πειστεί ότι μόνο με τέτοια τελεσίγραφα και απειλές θα μπορούσε να επιτευχθεί η ελληνική υποχώρηση, αν και με έναν δραματικό ελιγμό ο Τσίπρας κατάφερε να εξασφαλίσει μια τετράμηνη παράταση του προγράμματος.
Κατά τη γνώμη του πρώην υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας, ο Τσίπρας είχε πιθανότατα με το δημοψήφισμα του Ιουλίου του 2015 ως στρατηγικό στόχο να εξασφαλίσει ένα οριακό “όχι”, που αφενός θα του έδινε ένα ισχυρό επιχείρημα στις διαπραγματεύσεις στις Βρυξέλλες και αφετέρου μια διέξοδο να εξηγήσει στο εσωτερικό την υποχώρησή του.
Ωστόσο, το ξεκάθαρο αποτέλεσμα τον αιφνιδίασε, αφού πλέον δεν ήταν σε θέση να βγει από τη δύσκολη θέση χωρίς να χάσει την αξιοπιστία του.
Οι νέες συζητήσεις για τη δραχμή
Μετά το δημοψήφισμα πραγματοποιήθηκε στην καγκελαρία ενδοκυβερνητική σύσκεψη, στην οποία επιχειρηματολόγησε ξανά υπέρ ενός τάιμ άουτ.
Παραδόξως ο σοσιαλδημοκράτης αντικαγκελάριος Ζίγκμαρ Γκάμπριελ φάνηκε να συμφωνεί μαζί του, ενώ σιωπηλός έμεινε ο τότε ΥΠΕΞ και σημερινός πρόεδρος της χώρας, Φρανκ – Βάλτερ Σταϊνμάγερ, επίσης στέλεχος των Σοσιαλδημοκρατών.
«Γι’ αυτό ήρθα σε αντιπαράθεση με τη Μέρκελ, η οποία απάντησε στα σχόλιά μου ότι αυτό θα ήταν εφικτό μόνο σε συνεννόηση με τον Φρανσουά Ολάντ, και εκείνος διαφωνεί. Δεν επρόκειτο να θυσιάσει τη γαλλογερμανική σχέση. Όποιος γνωρίζει την αφοσίωσή μου στη γαλλογερμανική συνεργασία ξέρει πως αυτό ήταν βαρύ πυροβολικό. Απάντησα ότι φυσικά ούτε εγώ ήθελα κάτι τέτοιο, αλλά πως ήμουν πεπεισμένος ότι ούτε ο Ολάντ θα προτιμούσε να θυσιάσει τη γαλλογερμανική συνεργασία για χάρη των φιλικών θέσεών του προς την Αθήνα. Προϋπόθεση όμως γι’ αυτό ήταν μια ξεκάθαρη στάση από τη Μέρκελ.
Μόνο αργότερα συνειδητοποίησα πως ο Γκάμπριελ έπαιζε μάλλον διπλό παιχνίδι. Στην καγκελαρία συμφωνούσε μαζί μου και μετά έλεγε στα σόσιαλ μίντια ότι σε μια τόσο δύσκολη κατάσταση κάθε δυνατή πρόταση πρέπει να εξεταστεί αμερόληπτα. Την ίδια στιγμή όμως μαζί με τον Μοσκοβισί επιχειρηματολογούσαν σθεναρά κατά ενός αποκλεισμού της Ελλάδας στο πλαίσιο των Ευρωπαίων Σοσιαλδημοκρατών».
Όταν στη συνέχεια συζητήθηκε το τάιμ άουτ, 15 από τους 19 υπουργούς Οικονομικών τάχθηκαν υπέρ, ενώ εκτός από τον Τσακαλώτο διαφώνησαν ο Σαπέν, ο Ιταλός Πιερ Κάρλο Παντοάν και ο Κύπριος Χάρης Γεωργιάδης.
Στη Σύνοδο Κορυφής που ακολούθησε η εικόνα ήταν πολύ διαφορετική, η Μέρκελ ήταν διστακτική και τον Τσίπρα σιγοντάρανε οι Τζέφρεϊ Σακς, Πολ Κρούγκμαν και Τζόζεφ Στίγκλιτζ, τονίζει ο Σόιμπλε, ο οποίος περιγράφει την «κωματώδη» κατάσταση στην οποία βρίσκονταν στο τέλος της συνεδρίασης οι συμμετέχοντες. «Αυτό είναι επίτευξη συναίνεσης διά της κόπωσης. Η Μέρκελ είναι ειδική σε αυτό», αποφαίνεται με το δηλητηριώδες χιούμορ του.
Ο Σόιμπλε εξαίρει την τελική μεταστροφή του Τσίπρα με την αποδοχή του προγράμματος. «Ήταν ένα θαρραλέο βήμα και ο Τσίπρας πέτυχε στη συνέχεια αξιοπρόσεκτα πράγματα, γεγονός που έδωσε την ευκαιρία στην επόμενη κυβέρνηση να σταθεροποιήσει πάνω σε αυτή τη βάση την Ελλάδα. Αυτό αξίζει αναγνώριση».